ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Εφημερίδα η Εποχή
epoxi.gr
Δημοσιεύουμε άρθρο του γάλλου μαρξιστή οικονομολόγου Σεντρίκ Ντιράν, επίκουρου καθηγητή στο πανεπιστήμιο Paris 13, το οποίο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις 28 Ιουλίου 2021 στο Sidecar1, το μπλογκ του βρετανικού περιοδικού New Left Review. Ο συγγραφέας εμφανίζεται αισιόδοξος για την μείωση της επιρροής της νεοφιλελεύθερης σκέψης στην κοινότητα των οικονομολόγων και γενικότερα, αναφέροντας ως παράδειγμα και την πρόσφατη αποκήρυξη από το γνωστό συντηρητικό περιοδικό Economist των νεοκλασικών μοντέλων ισορροπίας και των νεοφιλελεύθερων αναλύσεων του Φρίντμαν. Ο Ντιράν χαιρετίζει κάποιες πρόσφατες θεωρητικές συνεισφορές που προσπαθούν να ερμηνεύσουν την κατά την άποψή του συστημική μετατόπιση που φαίνεται να πραγματοποιείται στη σημερινή συγκυρία από τις δυνάμεις της αλλαγής, τοποθετώντας την στο πλαίσιο της μακροχρόνιας εξέλιξης του καπιταλισμού. Θεωρεί ότι αυτές οι συνεισφορές-κατά βάση μαρξιστικές και μετακεϋνσιανές-αποτελούν συνέχεια του έργου των Σουμπέτερ και Κοντράτιεφ, και κυρίως του Ερνέστ Μαντέλ, για τα μακρά κύματα κεφαλαιακής συσσώρευσης και ανάπτυξης, του Πολάνυι που επεσήμαινε τον κρίσιμο ρόλο των θεσμικών αλλαγών στην αλλαγή του καπιταλιστικού μοντέλου, αλλά και της γαλλικής σχολής της ρύθμισης. Δεν είναι ένα εύκολο άρθρο, αλλά κατά την γνώμη μου αξίζει τον κόπο να διαβαστεί προσεκτικά, όχι μόνο από οικονομολόγους. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι μεσότιτλοι έχουν μπει από τον μεταφραστή.
Χ.Γο.
Η έκταση της ρήξης με το νεοφιλελευθερισμό, που ξεκίνησε η διοίκηση Μπάιντεν, θα εξαρτηθεί τόσο από τον τρόπο που θα ασκήσει την πολιτική της η Ουάσινγκτον, όσο και από τις επιπτώσεις που θα έχουν οι κινητοποιήσεις από τα κάτω. Όμως, στο παρασκήνιο, κάποιες απρόσωπες δυνάμεις θα συνεχίσουν να επηρεάζουν τη μεταμόρφωση του καπιταλισμού η οποία περνάει μέσα από διαδοχικά στάδια. Το νήμα της τρέχουσας συγκυρίας υφαίνεται από αυτούς τους δομικούς περιορισμούς και από αυτές τις ευκαιρίες. Τι μπορεί να μας πει γι’ αυτά η σύγχρονη πολιτική οικονομία; Μακριά από τη σφαίρα της κυρίαρχης νεοφιλελεύθερης σκέψης, μια σειρά από πρόσφατες θεωρητικές συνεισφορές προσπαθούν να διαγνώσουν τη φύση της τρέχουσας συγκυρίας τοποθετώντας την στο πλαίσιο των μακροχρόνιων ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ρίχνουν νέο φως στις αναλύσεις μας, προσφέροντας μας κατά κάποιον τρόπο το μαγικό κλειδί για να κατανοήσουμε τη συστημική μετατόπιση που εκπροσωπεί η οικονομική πολιτική του Μπάιντεν.
Αυτές οι δυνάμεις της αλλαγής αγνοούνται μονίμως από τους νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους. Οι ανταλλαγές στην αγορά θεωρούνται ως μια σφαίρα δραστηριότητας που εξαρτάται αποκλειστικά από την ίδια∙ δεν πρέπει να υπάρχει κάποια συνειδητή συλλογική παρέμβαση η οποία θα δημιουργήσει προβλήματα στο αόρατο χέρι ή στην αυθόρμητη τάξη πραγμάτων. Όμως, γίνεται όλο και περισσότερο φανερό ότι αυτή η πίστη στην αυτορυθμιζόμενη προσαρμογή της αγοράς δεν μπορεί να προσφέρει μια γενική θεωρία κάποιας γρήγορης κοινωνικοοικονομικής αλλαγής, ούτε μια συγκεκριμένη ερμηνεία της παρούσας πολιτικής αναταραχής. Αναγνωρίζοντας αυτόν τον περιορισμό, το περιοδικό The Economist απέρριψε πρόσφατα τα νεοκλασσικά μοντέλα ισορροπίας και τον ινστρουμενταλισμό του Φρίντμαν2, τοποθετούμενο υπέρ των εξελικτικών οικονομικών (evolutionary ecomomics), που «προσπαθούν να εξηγήσουν τα φαινόμενα του πραγματικού κόσμου ως το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας διαρκούς αλλαγής». «Το παρελθόν μάς δίνει πληροφορίες για να κατανοήσουμε το παρόν», διακήρυξε ο Economist. «Οι οικονομικές επιλογές πραγματοποιούνται μέσα σε ιστορικά, πολιτιστικά και θεσμικά πλαίσια και παίρνουν πληροφορίες από τα αντίστοιχα του παρελθόντος».
Αυτή η παρέμβαση σηματοδοτεί την εξασθένηση της επιρροής των νεοκλασικών οικονομικών στο σύνολο της κοινότητας των οικονομολόγων. Όμως παρ’ όλα αυτά, το εξελικτικό σχήμα διατηρεί μια βαθιά προσήλωση στην αστική ιδεολογία, βασιζόμενο στο αξίωμα Natura non facit saltum [«Η φύση δεν κάνει άλματα»]. Γι’ αυτήν τη σχολή σκέψης, η εξέλιξη είναι πάντοτε οριακή.
Μπορεί να υπάρξουν κάποιες εξαιρέσεις σ’ αυτόν τον κανόνα, που οφείλονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως όταν οι νεοφιλελεύθεροι υιοθέτησαν τη θεραπεία του σοκ για να εξαφανίσουν τα υπολείμματα της «αφύσικης» σοσιαλιστικής τάξης πραγμάτων στην Ανατολική Ευρώπη, ή για να ξεκινήσουν μια επανάσταση εναντίον του γαλλικού κοινωνικού μοντέλου με το στυλ του Εμμανουέλ Μακρόν. Αυτός ο ευκαιριακός βολονταρισμός έχει τις ρίζες του στην προκατειλημμένη άποψη των διιστορικών αρετών της αγοράς∙ δεν βασίζεται ούτε σε μια θεωρία που αναγνωρίζει ότι υπάρχουν περίοδοι στην καπιταλιστική ιστορία, ούτε σε κάποια εξήγηση των σημείων καμπής της, παρά μόνο σε ad-hoc επιχειρήματα.
Πριν από τέσσερεις δεκαετίες, ο Τζον Έλιοτ έγραφε στο περιοδικό Quarterly Journal of Economics ότι παρά τις αντίθετες ιδεολογικές τους δεσμεύσεις, ο Μαρξ και ο Σουμπέτερ συμφωνούσαν για τα βασικά χαρακτηριστικά της εξελικτικής δυναμικής του καπιταλισμού: «Αυτή προέρχεται μέσα από το ίδιο το οικονομικό σύστημα και δεν είναι απλώς μια προσαρμογή σε εξωγενείς αλλαγές. Συμβαίνει μάλλον με ασυνέχειες, όχι με έναν ομαλό τρόπο. Φέρνει ποιοτικές αλλαγές ή «επαναστάσεις», που εκτοπίζουν εκ βάθρων παλιές ισορροπίες και δημιουργούν ριζικα νέες συνθήκες.» Στο μνημειώδες έργο του Le Capitalism et ses rythmes (2017), o Πιερ Ντοκές περιγράφει αυτήν την προσέγγιση που στηρίζεται στη θεωρία του μεταλλαξισμού (mutationism)3 ως εξής: «η μετάλλαξη δεν επηρεάζει μια πλευρά ή ένα χαρακτηριστικό της παραγωγικής τάξης πραγμάτων, αλλά το ίδιο το σύστημα: πρόκειται για μια αλλαγή κατάστασης. Από ένα σημείο και μετά, πραγματοποιείται μια διήθηση: η ποσοτική αλλαγή των στοιχείων αποκρυσταλλώνεται σε μια ποιοτική αλλαγή της κατάστασης του συστήματος.
Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: Τι προκαλεί αυτήν την διήθηση, και πώς ακριβώς αποκρυσταλλώνεται; Για την ακρίβεια, ποιες μακροχρόνιες τάσεις οδηγούν στη σημερινή μετάλλαξη πέραν του νεοφιλελευθερισμού;
Καινοτομία, εξωγενή «συστημικά σοκ» και ο ρόλος της πολιτικής
Για να διευκρινίσουμε αυτά τα θέματα πρέπει πρώτα να στραφούμε στην πλούσια πνευματική παράδοση που προέρχεται από τον Σουμπέτερ και τον Νικολάι Κοντράτιεφ, η οποία συνδέει την τεχνολογική αλλαγή με υπερδεκαετή κύματα κεφαλαιακής συσσώρευσης. Σύμφωνα με αυτήν την παράδοση, κατά τη διάρκεια της επεκτατικής φάσης αναπτύσσονται συστάδες καινοτομίας μέχρι το σημείο που εξαντλούνται οι περισσότερο κερδοφόρες δυνατότητες. Ακολουθεί μια υφεσιακή φάση που ενθαρρύνει την εντατική αναζήτηση νέων επιχειρηματικών ευκαιριών, σπέρνοντας τους σπόρους μιας νέας δυνητικής επεκτατικής φάσης. Αυτές οι μετατοπίσεις είναι μάλλον μακρά κύματα παρά κύκλοι. Ενώ οι υφέσεις είναι μία αναπόφευκτη κατάληξη της καπιταλιστικής ανάπτυξης, δεν είναι σε καμιά περίπτωση σίγουρο ότι θα υπάρξει μία νέα φάση οικονομικής ανόδου.
Σύμφωνα με το έργο του Ερνέστ Μαντέλ Long Waves of Capitalist Development [Μακρά κύματα της καπιταλιστικής ανάπτυξης] (1980), «δεν είναι η ίδια η τεχνολογική καινοτομία που πυροδοτεί μια νέα μακροχρόνια επέκταση. Μόνο αφού έχει αρχίσει η συγκεκριμένη επέκταση μπορούν να συμβούν τεχνολογικές καινοτομίες σε μαζική κλίμακα». Για να συμβεί αυτό απαιτείται «τόσο μια απότομη αύξηση του ποσοστού κέρδους όσο και μια τεράστια διεύρυνση της αγοράς». Επειδή «ο καπιταλιστικός τρόπος εξασφάλισης της πρώτης συνθήκης έρχεται σε σύγκρουση με τον καπιταλιστικό τρόπο διασφάλισης της δεύτερης», ο Μαντέλ υποστηρίζει ότι «οι αλλαγές στο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί ο καπιταλισμός» είναι αναγκαίες. Εν κατακλείδι, ενώ οι καθοδικές φάσεις του κύκλου είναι ενδογενείς, οι ανοδικές απαιτούν εξωγενή «συστημικά σοκ» -πολέμους, αντεπαναστάσεις, ήττες της εργατικής τάξης, ανακάλυψη νέων πόρων- προκειμένου να μπορέσει να ξαναρχίσει η συσσώρευση κεφαλαίου.
Πριν από το θάνατό του το 1995, ο Μαντέλ θεώρησε ότι «οι προϋποθέσεις για την οικονομική ανάκαμψη ήταν η πλήρης ένταξη της πρώην ΕΣΣΔ και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά», μαζί με μια «μεγάλη ήττα της εργατικής τάξης». Αυτή η ανάλυση εν μέρει επιβεβαιώθηκε: η επέκταση των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας και η αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης που οφείλεται στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, καθώς και η διαθεσιμότητα ενός τεράστιου εφεδρικού εργατικού δυναμικού, ήταν δύο καθοριστικές αλλαγές που ώθησαν την παγκόσμια οικονομία σε άνοδο από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι το κραχ του 2008. Όμως, λόγω της τεράστιας αύξησης της παραγωγικής ικανότητας και της αναιμικής ζήτησης, η βασιζόμενη στην ψηφιακή οικονομία επεκτατική φάση δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί πλήρως.
Η θεωρία του Μαντέλ σπανίως αναφέρεται στις μέρες μας, αλλά παρ’ όλα αυτά[.........]
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου