Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 09, 2021

Η ποίηση της Ημέρας . Δάντης Αλιγκέρι: Η Θεία Κωμωδία/Κόλαση, Άσμα τρίτο.

Dante-alighieri.jpg

Δάντης Αλιγκέρι (1265-1321) - Βικιπαίδεια

La Divina Commedia in VERSI - Inferno, canto III (3)[Το κείμενο]

 

 

Θεία Κωμωδία

Μεταφραστής: Γεώργιος Καλοσγούρος
Κόλαση, Άσμα τρίτο.

Πηγή: Βικιθήκη/wikisource.org

«Από εμένα περνούν στην πονεμένη χώρα,
από εμένα περνούν στη θλίψη την αιώνια,
από εμένα περνούν μέσ' στον χαμένον κόσμο.

Δικαιοσύνη έχει τον Άφθαστο κινήσει
που μ' εποίησε· η Δύναμη έστησέ με η θεία,    5
η ασύγκριτη Σοφία και η Αγάπη η πρώτη.

Πλάσμα πριν απ' εμέ κανένα δεν εστάθη,
παρά μόνον αιώνια, κι εγώ αιώνια μένω.
Αφήστε κάθ' ελπίδα σεις που μέσα πάτε!»

Τα λόγια ταύτα σκοτεινά χρωματισμένα    10
είδα εγώ χαραγμένα στην κορφή μιας πύλης,
και «Δάσκαλ'», είπα ευθύς, «το νόημα με βαραίνει».

Κι αυτός με λογισμούς ανθρώπου βαθυγνώμου·
«Να παραιτήσεις εδώ πρέπει κάθε φόβο,
κάθε δείλιασμα πρέπει εδώ να 'ναι σβησμένο.    15

Στον τόπο εφθάσαμε που εγώ σου 'χω προείπει,
όπου τα πλήθη θέλει ιδείς τα πονεμένα,
που το καλό του Λογισμού έχουν χαμένο».

Κι ως έβαλε το χέρι στο δικό μου χέρι,
μ' όψη χαροποιά που εχάρισέ μου θάρρος    20
μ' έμπασε στων νεκρών τους μυστικούς κρυψώνες.

Στεναγμοί μέσα εκεί και κλάματα και θρήνοι
ηχολογούσαν στον αέρα δίχως άστρα,
ώστ' ευθύς στην αρχή μ' εκάμαν να δακρύσω.

Πολυδιάφορες γλώσσες, φοβερές βλαστήμιες,    25
λόγια του πόνου, οργής κραυγές, αποσβησμένες
και μεγάλες φωνές, και χεριών χτύποι αντάμα,

μια χλαλοή σηκώναν π' άκοπα γυρίζει
σ' εκείνον τον αιώνια σκοτεινόν αέρα,
ωσάν τον άμμο ανεμοστρόφιλο αν φυσάει.    30

Κι εγώ που το κεφάλι μού 'ζωνεν η φρίκη,
έκραξα˙ «Δάσκαλέ μου, τι 'ναι αυτό που ακούω;
και τι κόσμος, που λες τον έσβησεν ο πόνος;»

Κι αυτός· «Στην άθλια αυτή κατάσταση διαμένουν
των αχρείων εκείνων οι ψυχές, που δίχως    35
ατιμία και δίχως έπαινον εζήσαν.

Σμιχτές στέκουν μ' εκείνη την κακή χορεία
των αγγέλων που μήτε εχθροί του Υψίστου εβγήκαν
μήτε πιστοί, αλλά μόνον του εαυτού τους μείναν.

Τους διώχνουν οι Ουρανοί να μη τους ασχημίσουν,    40
ουδ' ο τρίσβαθος Άδης στέργει να τους έχει
γιατί δόξα απ' αυτούς οι ένοχοι δε θα 'χαν».

Κι εγώ˙ «Ω Δάσκαλε, τι τόσο τους βαραίνει,
οπού τόσο τους κάνει δυνατά να κλαίγουν;»
«Θα στο εξηγήσω πολύ σύντομα», αποκρίθη.    45

Ελπίδα μέσα τους δεν σώζεται θανάτου,
και τόσο ποταπή είναι η σκοτεινή ζωή τους,
που κάθε άλλη τύχη όποια κι αν είν' ζηλεύουν.

Φήμη ο κόσμος γι' αυτούς δεν στέργει ν' απομένει·
Έλεος, Δικαιοσύνη μ' όμοια οργή τους διώχνουν.    50
Μη μιλούμε γι' αυτούς, μόν' κοίταξε και πέρνα».

Κι εγώ κοιτάζοντάς τους είδα μια σημαία
που γυρίζοντας τόσο ορμητικά κινούσε
που 'λεγα στάση πως δεν έστεργε καμία.

Κι οπίσω της ερχόνταν ένα τέτοιο πλήθος    55
σε μάκρος που ποτέ δεν ήθελε πιστέψω
πώς να 'χε τόσον κόσμο θάνατος ξεκάμει.

Μόλις εκεί κάποιον εγνώρισα, τον ίσκιο
είδα και απείκασα εκείνου που για δειλία
από τ' αξίωμα το μέγα επαραιτήθη.    60

Ένιωσα ευθύς κι εβεβαιώθηκα πως τούτο
το μέγα πλήθος ήταν των αχρείων, που 'ναι
στο Θεό μισητοί και στους εχθρούς του ακόμη.

Οι άθλιοι τούτοι που ποτέ τους δεν εζήσαν,
ολόγυμνοι ήταν και πολύ βασανισμένοι    65
από χοντρές μύγες που εκεί ήταν κι από σφήκες.

Χαρακώναν αυτές το πρόσωπό τους μ' αίμα
που μέσ' στα πόδια τους με δάκρυα συσμιγμένο
από σιχαμερά σκουλήκια εσυναζόνταν.

Κι ως άρχιζα να ρίχνω παρεμπρός το βλέμμα,    70
είδα σ' ενός μεγάλου ποταμιού την άκρη
πλήθος πολύ και είπα˙ «Δάσκαλε, συ στέρξε

ποιοι είν' αυτοί να μάθω, και ποιος νόμος κάνει
πρόθυμοι τόσο για το πέρασμα να δείχνουν,
ως με το φως εδώ τ' αδύνατο ξανοίγω».    75

Κι αυτός, «θα το γνωρίσεις, όταν», μ' αποκρίθη,
«θα 'χουμε σταματήσει τα πατήματά μας
στου Αχέροντα μπροστά το θλιβερό ποτάμι».

Τότε μ' εντροπαλά και χαμηλά τα μάτια
από φόβο μην ίσως τον βαρύνει ο λόγος,    80
έμεινα σιωπηλός ώσπου 'ρθα στο ποτάμι.

Και ιδού βλέπω σ' εμάς να 'ρχεται με καράβι
ένας γέροντας μ' άσπρες τις παμπάλαιες τρίχες,
φωνάζοντας «Αλιά σ' εσάς, ψυχές αχρείες!

Μην ελπίσετε ποτέ τον ουρανό να ιδείτε.    85
Έρχομαι εγώ στην άλλην όχθη να σας πάρω
στα σκοτάδια τα αιώνια, σε φωτιά και πάγο.

Κι εσύ που ζωντανή ψυχή δω μέσα εφάνης,
ξεμάκρυνε από τούτους που 'ναι πεθαμένοι».
Αλλ' ως είδε που εγώ δεν έφευγα από κείθε,    90

είπεν «Απ' άλλο δρόμο, από λιμένες άλλους
σε γιαλό θα 'ρθεις, όχι εδώ, για να περάσεις·
αλαφρύτερο ξύλο πρέπει να σε πάρει».

Κι ο αρχηγός μου σ' αυτόν˙ «Μην αγριεύεις, Χάρε˙
αποφασίσαν έτσι εκεί, που αυτό που θέλουν    95
ημπορούν, και παρέκει μη γυρεύεις άλλο».

Τότε ησυχάσαν τα πολύμαλλα σαγόνια
του πλωρίτη της μαύρης μολυβένιας λίμνης
που 'χε γύρω στα μάτια κύκλους από φλόγες.

Οι ψυχές όμως, που γυμνές και κουρασμένες    100
ήταν, άλλαξαν χρώμα και τα δόντια ετρίξαν
ευθύς μόλις ακούσαν τα σκληρά του λόγια.

Εβλασφημούσαν το Θεό και τους γονείς τους,
των ανθρώπων το γένος, τον καιρό, τον τόπο,
του σπέρματός τους και της γέννας τους το σπόρο.    105

Έπειτα ετραβηχτήκαν όλες όλες άμα,
δυνατά κλαίοντας, στην όχθη την αχρεία,
που περιμένει όποιον Θεού δεν έχει φόβο.

Ο Χάρος δαίμονας με μάτια σαν αθράκια
με νόημα κράζοντάς τες όλες τες συνάζει,    110
πλήττει με το κουπί κάθε ψυχή που οκνάει.

Όπως ξεπέφτουν το φθινόπωρο τα φύλλα
ένα κατόπι στ' άλλο, ώσπου το κλωνάρι
βλέπει στη γη στρωτό όλο του τ' αποφόρι,

με όμοιον τρόπο και του Αδάμ ο κακός σπόρος    115
ρίχνονταν απ' τ' ακρογιάλι εκείνο μία μία
στο νόημα του Χάρου, σαν πουλί στον κράχτη.

Έτσι στο μαύρο κύμα πλέοντας ξεμακραίνουν,
και πριν στην όχθην την αντίπερα κατέβουν
συμμαζώνεται εδώθε νέο πλήθος πάλι.    120

«Παιδί μου», είπε κατόπι ο δάσκαλος με χάρη,
«εκείνοι που πεθαίνουν στην οργή του Υψίστου,
κατασταλάζουν όλοι εδώ από κάθε τόπο,

και πρόθυμοι είναι να περάσουν το ποτάμι,
γιατί η δικαιοσύνη η θεία τούς κεντρίζει    125
τόσο που ο φόβος κατανταίνει επιθυμία.

Καλή ψυχή ποτέ δεν πέρασε από δώθε,
και λοιπόν αν για σε παραπονιέται ο Χάρος,
τι ο λόγος του νοεί μπορεί να ξέρεις τώρα».

Μόλις έσωσε τούτο, η σκοτεινή πεδιάδα    130
εσείσθη τόσο δυνατά, που από το φόβο
η ενθύμησή μου ακόμα μ' ίδρωτα με βρέχει.

Η δακρυσμένη γης ανέδωσεν αέρα,
που εξάστραψε ένα φως με τέτοια κοκκινάδα,
ώστε κάθε αίσθησή μου μέσα μου ενικήθη,    135

κι έπεσα σαν αυτόν που βαρύς ύπνος πιάνει. 

Πηγή: Βικιθήκη/wikisource.org

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1. Δημήτρης Αρμάος : "Ελληνικές μεταφράσεις της Θείας Κωμωδίας" - eJournals

2. " Ζ.  Ζωγραφίδου : Οι ελληνικές μεταφράσεις της Θείας Κωμωδίας Εστία τóμ.78, τχ.923 (Χριστούγεννα 1965).   

2021 : ΓΙΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΠΤΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΔΑΝΤΗ

Οι τροβαδούροι της εποχής του Δάντη

 

2021 is celebrating Dante's 700th year anniversary and many events dedicated to the poet are taking place here in Italy. Among the many audio publications dedicated to Dante, I chose this one by Martin Best, an English musician active in the field of early music since the 60s. In this work, Best and his ensemble have combined pieces of some troubadours mentioned in Dante's works with some Italian Istampitte and Salterelli, contemporary with the poet.
For the images of the video I chose the version of the Divine Comedy of the Ms-8530 because images inside are simply beautiful, moreover the manuscript was made in the fourteenth century, the century in which Dante lived.

1 Lamento Di Tristano - Anon. Italy
2 Leu Chansoneta - Guiraut de Bornelh
3 Ges De Disnar - Bertran De Born
4 Si Us Quer Conselh, Bel Ami Alamanda - Guiraut de Bornelh
5 Chasutz Sui De Mal En Pena - Bertran De Born
6 Lo Ferm Voler - Arnaut Daniel
7 Chanson Do Lh Mot Son Plan E Prim - Arnaut Daniel
8 Can Vei La Lauzeta - Bernart de Ventadorn
9 Trotto - Anon. Italy
10 Pois Tornaz Sui En Proensa - Peire Vidal
11 Kalenda Maya - Raimbaut De Vaqueiras
12 Salterello - Anon. Italy
13 Non Allegra Cant Ni Critz - Gaucelm Faidit
14 Nuls Om En Ren - Aimeric de Belenoi
15 Ai, Lemozi - Bertran De Born
16 Lauda Novella - Anon. Italy
17 Ben An Mort - Folquet De Marseilla
18 Istampitta (Lamento di Tristano) - Anon. Italy
 •
Martin Best Mediaeval Ensemble: Martin Best, Jremy Barlow, David Corkhill, Alastair McLachlan (intruments: pipe, tabor, rebec, guitarra moresca, finger cymbals, lute, timbrel, voice, dulcimer, oud, tambura, nakers, psaltery, bells

Δεν υπάρχουν σχόλια:

♫ Tu Bella Ca' Lu Tieni-Oμορφούλα μου εσύ, με το στρογγυλό στήθος/Σε λένε Μαρία, τόσο όμορφο όνομα / Σου το έδωσε η Μαντόνα

L'arpeggiata – Tu bella ca lu tieni lu pettu tundu (Tarantella) Συνθέτης :Pino De Vittorio(1954 ) ...