Αργύρης Παυλιώτης: «Το φάντασμα της “Αίγλης”»
Ο Αργύρης Παυλιώτης, που γεννήθηκε στο Ακραίφνιο Βοιωτίας, ζει στη Θεσσαλονίκη και εργάστηκε ως καθηγητής στην ιδιωτική εκπαίδευση, εμφανίστηκε στην αστυνομική λογοτεχνία το 1995 με το μυθιστόρημα Ο ποινικολόγος – Η παράδοξη τροχιά του Υπερίωνα. Ακολούθησαν κι άλλα παρόμοια μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στη Θεσσαλονίκη, την αγαπημένη του πόλη. Το ίδιο συμβαίνει και με το πρόσφατο Το φάντασμα της «Αίγλης», το οποίο όμως δεν είναι αστυνομικό. Πρόκειται για ένα παράξενο μυθιστόρημα, όπου ο συγγραφέας παρουσιάζει ενώπιον του αναγνωστικού κοινού την αφηγηματική του δεινότητα, αλλά και την ικανότητά του να σχολιάζει με χιούμορ τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας.
Κεντρικός ήρωας και αφηγητής είναι ο Αλέξανδρος Κουτσουμπέλης από τη Βοιωτία, που έχει ένα μαγαζί με ποτά και αναψυκτικά στη Θεσσαλονίκη – ενδεχομένως είναι το alter ego του συγγραφέα. Ο ήρωας αρχίζει την αφήγησή του με έναν πρόλογο απευθυνόμενος στους συνασθενείς του, τροφίμους ενός κέντρου ψυχικής υγείας. Τι γυρεύει εκεί αυτός, ένας ευαίσθητος, ευφυής και δραστήριος άνθρωπος; Πώς βρέθηκε στο θεραπευτήριο; Σίγουρα, όπως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, ο εγκλεισμός του οφείλεται σε πρόταση ή σε απόφαση ενός ειδικού γιατρού. Για ποιο λόγο, όμως; Διότι ισχυρίζεται πως συναντάει το φάντασμα της Χακτζέ Μπινάζ Χανούμ, το οποίο τριγυρίζει στην «Αίγλη», ένα οθωμανικό μνημείο που είναι διατηρητέο.
Ο ίδιος τα εξηγεί όλα αμέσως μετά, αφού δηλώσει πως όλα άρχισαν τον Μάιο του 1981, όταν στο μαγαζί του μπήκε ο ταχυδρόμος μ’ ένα γράμμα που περιείχε έγγραφο του κράτους που έλεγε πως το μνημείο ιδιοκτησίας της συζύγου του, το Γενί Χαμάμ, μπορεί να απαλλοτριωθεί: αυτόν, τη γυναίκα του την Ολυμπία και τον μικρό του γιο, τον Λευτέρη, τους περίμενε ένα μεγάλο χρηματικό ποσόν.
Ο πειρασμός ήταν μεγάλος και τα λεφτά πολλά. Ένας συγγενής, ο ξάδερφος Λεωνίδας, άνεργος ή άεργος, αριστερός ακτιβιστής που νοιάζεται ν’ αλλάξει την κοινωνία, αναλαμβάνει να κάνει τις σχετικές συζητήσεις με τους φορείς του δημοσίου. Κι εδώ αρχίζει να διαφαίνεται η ικανότητα του συγγραφέα να διακωμωδεί, να στηλιτεύει πρόσωπα ή χαρακτήρες, αλλά και θεσμούς, ήθη και συμπεριφορές του μορφώματος που αποκαλείται ελληνικό δημόσιο. Λέει ο δήθεν αριστερός ξάδερφος: «Ποτέ δεν θ’ αγαπήσω το χρήμα. Ποτέ δεν θα γίνω εγώ κατεστημένο. Μα θα χρειαστεί να πληρώσω». Τον ρωτάει ο ήρωας: «Δηλαδή θα δωροδοκήσεις». Κι αυτός «Όχι ακριβώς». Κι αμέσως εξηγεί πως θα το κάνει «επαναστατικά», με τους συντρόφους του των Εξαρχείων, με την κατάληψη του υπουργείου.
Σίγουρα, η πνευματώδης αφήγηση και η διάθεση του συγγραφέα να τα βάλει με τους γραφειοκράτες είναι που κάνει την ανάγνωση άκρως απολαυστική.
Κι ύστερα εμφανίζεται άλλος τύπος, εντελώς διαφορετικός από τον προηγούμενο, ο Λάκης Πουλάκης, αριβίστας, καιροσκόπος και απατεώνας, που υπόσχεται έναντι αμοιβής να επιλύσει το πρόβλημα της απαλλοτρίωσης. Διατείνεται πως έχει υψηλές γνωριμίες και ισχυρές διασυνδέσεις και όλοι της οικογένειας τον θαυμάζουν και τον εμπιστεύονται, εκτός από τον κεντρικό ήρωα-αφηγητή, ο οποίος εξαιτίας των ενστάσεων και των επιφυλάξεων που του γεννάει ο απρόσκλητος σωτήρας έρχεται αντιμέτωπος με τους άλλους και στο τέλος παραφρονεί.
Ο αναγνώστης παρακολουθεί με ένα μεγάλο χαμόγελο, που το δημιουργεί ο απολαυστικός τρόπος αφήγησης, την οδύσσεια του Αλέξανδρου, ο οποίος βιώνει μια πρωτόγνωρη άσχημη κατάσταση εξαιτίας του ευφυούς απατεώνα που διχάζει τα μέλη της οικογένειάς του και τείνει να τη διαλύσει – μια οικογένεια που μέχρι την εμφάνισή του ζούσε όμορφα κι ωραία.
Από την αρχή γίνεται φανερό πως ο συγγραφέας θέλει να μιλήσει για τα ευτράπελα έως γελοία καμώματα των κομμάτων και των κυβερνήσεων που κατά καιρούς ανέλαβαν την εξουσία στην Ελλάδα, και μάλιστα μέσα από εκλογές, άρα έχουν τη λαϊκή υποστήριξη. Τα βάζει με τη Νέα Δημοκρατία και με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο ευαγγελιζόταν αλλαγές προς το καλύτερο, αλλά στην ουσία ήταν κόμμα ίδιο και απαράλλαχτο με το άλλο. Επί ΠΑΣΟΚ θέριεψαν οι ατασθαλίες, οι πελατειακές σχέσεις, η διαφθορά στον δημόσιο τομέα –εμφανίζεται ως ηρωίδα η Μελίνα Μερκούρη, ως υπουργός Πολιτισμού–, η υποκρισία κάθε λογής («ο λαός αποφασίζει, η κυβέρνηση εκτελεί»).
Μπορεί ο Αργύρης Παυλιώτης να κάνει αναφορές στο παρελθόν, στην Κατοχή και την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης από τους Ναζί, στον Εμφύλιο και στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, όταν τα πάθη, το μίσος και η βία είχαν κυριαρχήσει στην ελληνική κοινωνία, στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963 και στη Χούντα των συνταγματαρχών, αλλά η πρόθεσή του είναι να θίξει το τεράστιο ζήτημα της ελληνικής γραφειοκρατίας και να καυτηριάσει τη συμπεριφορά των αρμοδίων προς τους νομοταγείς και νομιμόφρονες πολίτες.
Βεβαίως, το βιβλίο είναι ένας φόρος τιμής στη Θεσσαλονίκη, μια πόλη που ο συγγραφέας λατρεύει και την περιγράφει με τα ομορφότερα χρώματα, βάζει σε μια σελίδα και λίγο Νίκο Καββαδία («της Σαλονίκης μοναχά της πρέπει το καράβι»). Σίγουρα, η πνευματώδης αφήγηση και η διάθεση του συγγραφέα να τα βάλει με τους γραφειοκράτες είναι που κάνει την ανάγνωση άκρως απολαυστική.
Το φάντασμα της «Αίγλης»
Αργύρης Παυλιώτης
Ιανός
328 σελ.
ISBN 978-618-5141-90-5
Τιμή €11,00
Ο Φίλιππος Φιλίππου είναι συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου