Διάλογοι με την αρχαιότητα
Οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης δεν σταματούν να μας εκπλήσσουν ευχάριστα. Δίνουν την εντύπωση ότι η κρίση των τελευταίων χρόνων δεν τις άγγιξε. Σέβονται τους κανόνες της αγοράς, αλλά εξακολουθούν να εκδίδουν μια πληθώρα νέων τίτλων, από το πιο σοβαρό και απαιτητικό επιστημονικό βιβλίο έως τα βιβλία που διαλέγονται με τα πιο επίκαιρα προβλήματα της εποχής μας.
Τρία νέα μικρά βιβλία κυκλοφόρησαν ταυτοχρόνως συστήνοντας τη νέα σειρά «Διάλογοι με την Αρχαιότητα». Σύμφωνα με το σημείωμα της έκδοσης, στόχος τους είναι «να αναδειχθεί ο πλούτος και η ποικιλία των συμπεριφορών και των νοοτροπιών του αρχαίου κόσμου…, φωτίζοντας όψεις της καθημερινής ζωής που εξακολουθούν να διατηρούν την επικαιρότητά τους». Υπεύθυνος της σειράς, ο καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας Δημήτρης Κυρτάτας.
Η σειρά, ακόμη και με τη δροσερή της εμφάνιση και τους προκλητικούς της τίτλους, είναι δύσκολο να περάσει απαρατήρητη.
"Η ζωή μου όλη": επιλογή 36 κειμένων με καθημερινές ιστορίες δούλων από την αρχαιότητα, σε μετάφραση του Κώστα Βλασόπουλου και της Ευτυχίας Μπαθρέλλου.
" Έγκλειστοι στις ρωμαϊκές φυλακές": δύο λόγοι του Λιβάνιου, γνωστού πολέμιου των χριστιανών, για την κατάσταση των φυλακών, σε μετάφραση της Δέσποινας Ιωσήφ.
" Πού εχάθηκε ο σοφός" : ο Λουκιανός και ο Ευσέβιος Καισαρείας γελοιοποιούν δύο διάσημους μύστες (ή τσαρλατάνους) της ύστερης αρχαιότητας, σε μετάφραση Βάιου Λιαπή.
Τα ονόματα των συντελεστών του κάθε τόμου είναι εγγύηση ποιότητας. Καταφέρνουν να μας δώσουν ωραιότατες μεταφράσεις, με κατατοπιστικές εισαγωγές και σύντομα σχόλια, χωρίς να βαραίνουν το τελικό αποτέλεσμα.
Και εδώ έγκειται το πρώτο σημείο που ήθελα να τονίσω. Οι αρχαίοι συγγραφείς προκαλούν τρόμο στον νεοέλληνα αναγνώστη. Μετά από πλύση εγκεφάλου 200 χρόνων, έχουμε πλέον εμπεδώσει το πόσο μηδαμινοί είμαστε απέναντι στο αρχαίο κλέος. Το αρχαίο κείμενο, που δεν λείπει από καμία «σοβαρή» ανάλογη έκδοση, θα μας θυμίσει την τραυματική γυμνασιακή μας σχέση με τα αρχαία ελληνικά, οι μεταφράσεις θα είναι πιο ακατανόητες και από το απρόσιτο αρχαίο, καθώς είναι δουλικά προσκολλημένες σε αυτό και η παράθεση μιας τεράστιας ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας θα μας υπενθυμίσει πόσο πίσω έχουμε μείνει από άλλες χώρες που συνεχίζουν να καλλιεργούν τα ελληνικά γράμματα. Πόσο δίκιο μοιάζει να έχει ο Άδωνις Γεωργιάδης, που επιμένει στη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Δημοτικό!
Το κριτήριο ωστόσο μιας καλής μετάφρασης, από οποιαδήποτε γλώσσα, είναι να μπορεί να διαβάζεται μόνη της, να στέκεται ως αυτόνομο κείμενο. Η παράθεση του αρχαίου κειμένου σε μια ενδογλωσσική μετάφραση έχει νόημα όταν το πρωτότυπο έχει υψηλές λογοτεχνικές αξιώσεις ή ιδιαίτερα πυκνό περιεχόμενο, ώστε να μπορεί ο ειδικός μελετητής ή ο φιλομαθής αναγνώστης να ανατρέχει σε αυτό, καθώς δεν υπάρχει πλέον πουθενά η πολυτέλεια διαφορετικών εκδόσεων για το ειδικό και για το γενικό κοινό. Όταν όμως το πρωτότυπο κείμενο δεν έχει ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία, όπως οι μαρτυρίες μιας ιστορικής σειράς, το βάρος πρέπει να πέφτει στη διευκόλυνση του αναγνώστη να αισθανθεί την ατμόσφαιρα του κειμένου και να κατανοήσει τις πληροφορίες που του μεταδίδει. Με την ίδια λογική, είναι πιο δύσκολο για έναν επιμελητή να επιλέξει τι θα βάλει σε μια κατατοπιστική εισαγωγή και σε ποια βιβλία θα παραπέμψει από το να βρει ευκαιρία να γράψει όλα όσα γνωρίζει και όλα όσα έχουν ειπωθεί. Οι «Διάλογοι με την Αρχαιότητα» έχω την εντύπωση ότι εγκαινιάζουν ένα νέο πρότυπο στην προσέγγιση της αρχαίας γραμματείας.
Δεύτερο σημείο. Η ανάγνωση των τριών βιβλίων μάς θέτει αντιμέτωπους με ένα κρίσιμο ερώτημα, που καλό είναι να μας απασχολεί έστω και αν δεν μπορούμε να το απαντήσουμε. Όποια πλευρά της ελληνικής αρχαιότητας και αν μελετούμε, αργά ή γρήγορα θα διερωτηθούμε πόσο διαφορετικοί και πόσο όμοιοι με εμάς ήταν οι αρχαίοι Έλληνες. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου είναι διαφωτιστικό το να σκεφτείς με όρους σημερινούς ένα παλαιό πρόβλημα, να αντιμετωπίσεις ως σύγχρονό σου έναν αρχαίο συγγραφέα. Για να μιλήσω με βάση τη δική μου εμπειρία, τον Αριστοτέλη ή τον Θουκυδίδη τους αισθάνομαι απολύτως οικείους - και αυτή η οικειότητα κατευθύνει την ερμηνευτική μου προσέγγιση. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις η αρχαία Ελλάδα φαντάζει κάτι εντελώς εξωτικό στα δικά μας μάτια. Μου είναι αδύνατο, για παράδειγμα, να φανταστώ ως λαϊκό θέαμα τους Βατράχους του Αριστοφάνη ή να αντιληφθώ τι σήμαινε ευσέβεια και ασέβεια στην κλασική Αθήνα.
Και για να επιστρέψουμε στα βιβλία της σειράς. Ο δικός μας Παΐσιος και ο Αγιος Ραφαήλ μας βοηθούν να κατανοήσουμε τη λατρεία και τον θαυμασμό που προκαλούσε ο Απολλώνιος ο Τυανεύς; Υπάρχει ποτέ περίπτωση να εξοικειωθούμε με τον βίο και την πολιτεία της δούλης Νέαιρας ή του Αισώπου; Μήπως θα μας βοηθούσε να φέρουμε στον νου μας σκηνές από ταινίες του αμερικανικού Νότου; Η απάντηση μάλλον είναι: και ναι και όχι. Το σύγχρονο πρίσμα πάντοτε θα υπάρχει στην προσέγγιση του παρελθόντος, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό. Μας διαφωτίζει όμως ή συσκοτίζει τα πράγματα; Η ιστορική γνώση και η ιστορική αφήγηση μοιάζει να είναι ακριβώς η αναζήτηση μιας ισορροπίας ανάμεσα στο αναπόφευκτο παρόν και στο άδηλο παρελθόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου