Die Zeit για Τσίπρα:
«Υπερβολικά επιτυχημένος για τους Έλληνες»
Στη σημερινή έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας Die Zeit δημοσιεύεται ολοσέλιδο άρθρο του Michael Thumann με τίτλο «Υπερβολικά επιτυχημένος για τους Έλληνες» και υπότιτλο «Ο
Αλέξης Τσίπρας οδήγησε τη χώρα του στην έξοδο από την κρίση. Αλλά οι
ψηφοφόροι δεν του συγχωρούν τη μέθοδο που χρησιμοποίησε».
Στο συγκεκριμένο άρθρο, γίνεται μία ανασκόπηση
της κυβέρνησης Τσίπρα, όπου επισημαίνεται το κόστος που είχε η Συμφωνία
των Πρεσπών για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ενώ φιλοξενούνται και δηλώσεις
του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά πως: «Το
γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας ξεμπλόκαρε τη σχέση με τη Βόρεια Μακεδονία
είναι μια αξιοσημείωτη επίδοση ενός statesman. Ειδικά αφού υποχρεώθηκε
να υποστεί την εσωτερική αντίδραση».
Παράλληλα, ο αρθρογράφος ασκεί έντονη κριτική στον Γιάνη Βαρουφάκη.
Αναλυτικά στο άρθρο της Die Zeit αναφέρεται:
«Εάν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας χάσει τις εκλογές την Κυριακή, όπως φαίνεται την παρούσα στιγμή, θα αποτελέσει μια ιστορική τομή, όπως ακριβώς η εκλογή του το 2015. Με την εκλογική νίκη του στην Ελλάδα, ο Τσίπρας εκτινάχθηκε στην ηγεσία μιας πανευρωπαϊκής επανάστασης κατά της ευρωπαϊκής πολιτικής λιτότητας, υποστηρίζοντας τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια ριζικής αλλαγής της ευρωπαϊκής ηπείρου από τα αριστερά. Την ίδια εποχή, στην Ισπανία ‘προθερμαινόταν’ το Podemos, στη Γαλλία το La France insoumise και στην Ιταλία, συνασπισμός κομμάτων που πήρε το όνομά του από τον ίδιο, L’ altra Europa con Tsipras.
Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν η μεγάλη ελπίδα πολλών Ελλήνων και ο φόβος της ΕΕ. Οι υποστηρικτές του επευφημούσαν, όταν ο νικητής των εκλογών του 2015 ανακοίνωσε μπροστά στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών «την επιστροφή της αξιοπρέπειας» και το τέλος της λιτότητας. Λίγο αργότερα στο Βερολίνο, ο γερμανός Υπουργός Οικονομίας Sigmar Gabriel δήλωνε οργισμένος: «Οι θεωρητικοί των παιγνίων της ελληνικής κυβέρνησης επιδίδονται σε τζογάρισμα του μέλλοντος της χώρας τους- και της Ευρώπης επίσης».
Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, ο αριστερός λαϊκισμός έχει χάσει τη μαχητικότητά του και ο μύθος του Τσίπρα χάθηκε. Η Ελλάδα ολοκλήρωσε το πρόγραμμα λιτότητας και είναι κατά κύριο λόγο απαλλαγμένη από τις απαιτήσεις των δανειστών. Πολλοί ευρωπαίοι πολιτικοί επαινούν τον Αλέξη Τσίπρα, μάλιστα του απονέμουν ακόμα και βραβεία. Αλλά, οι Έλληνες αναμένεται να καταψηφίσουν τον 44χρονο πρωθυπουργό. Ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του, ο Σύριζα, υπολείπονται κατά πολύ στις δημοσκοπήσεις του συντηρητικού-φιλελεύθερου κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Ο Τσίπρας δηλώνει, μιλώντας στη Zeit, κατά τη διάρκεια εμφάνισης του στην προεκλογική εκστρατεία: «Μπορούμε να γυρίσουμε το παιχνίδι». Αλλά, ουσιαστικά φαίνεται να χάνει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη- ένα μη χαρισματικό πρώην τραπεζίτη και γόνο πολιτικής δυναστείας.
Πώς γίνεται από τον Αλέξη Τσίπρα που επιδοκίμαζαν πολλοί Έλληνες και φοβούνταν πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αναδειχθεί ο πολιτικός Τσίπρας, τον οποίο εκτιμούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και θέλουν να καταψηφίσουν πολλοί Έλληνες; Η απάντηση σχετίζεται με δύο αποφάσεις-κλειδιά κατά τη διάρκεια της θητείας του, τη σύναψη ειρήνης και μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε.
Το 2018 ο Αλέξης Τσίπρας επιβιβάζεται σε σκάφος στη λίμνη των Πρεσπών στη Βόρεια Ελλάδα. Αυτή η διαδρομή απαιτεί μεγάλο θάρρος. Όχι εξαιτίας των κυμάτων, αλλά επειδή πολλοί Έλληνες τάσσονται εναντίον της. Ο Τσίπρας ταξιδεύει μαζί με τον μακεδόνα πρωθυπουργό Zoran Zaev, στην απέναντι ακτή, στην πατρίδα του δεύτερου. Εκεί εορτάζουν με γεύμα τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία θεωρείται επαναστατική στα Βαλκάνια. Η διαμάχη για την ονομασία με τη βόρεια γειτονική χώρα, την Ελλάδα, διήρκησε εικοσιπέντε χρόνια και περιστρεφόταν γύρω από συναισθηματικά φορτισμένο ερώτημα: σε ποιον ανήκει η ιστορική περιοχή της Μακεδονίας και σε ποιον επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τον όρο. Επτά Έλληνες πρωθυπουργοί απέτυχαν να βρουν λύση. Ο Τσίπρας τα κατάφερε. Από τώρα και στο εξής ο γείτονας ονομάζεται Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα δεν εμποδίζει πλέον την πορεία της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς. «Είναι σαν ένας γάμος», δηλώνει ο Τσίπρας χαρούμενος.Ωστόσο, οι εθνικιστές στις δύο χώρες διαμαρτύρονται έντονα. Η Ρωσία ενισχύει τις αντιδράσεις και ο Τσίπρας απελαύνει Ρώσους διπλωμάτες. Μια ανίερη συμμαχία ορθόδοξων ιερέων, δεξιών και αριστερών σχηματίζουν μέτωπο κατά του Τσίπρα. Η Συμφωνία των Πρεσπών δημιουργεί αναταράξεις στο ΣΥΡΙΖΑ και προκαλεί ρήξη στη συμμαχία με το δεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ. Παρόλα αυτά, ο Τσίπρας δηλώνει σήμερα: «Ήθελα οπωσδήποτε αυτή τη συμφωνία». Οι πρωθυπουργοί επέβαλαν με σθένος την έγκριση της Συμφωνίας μέσω των Κοινοβουλίων τους.
Από την Ευρώπη έρχεται ο έπαινος. Στο Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το Φεβρουάριο, ο Τσίπρας και ο Zaev έλαβαν το βραβείο Ewald von Kleist, με το οποίο έχουν τιμηθεί επίσης ο Helmut Schmidt και ο Henry Kissinger. Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Βουλής Wolfgang Schäuble, ο οποίος ως Υπουργός Οικονομικών είχε γίνει αντικείμενο παράφορων ύβρεων στην Ελλάδα, δηλώνει στη Zeit: «Το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας ξεμπλόκαρε τη σχέση με τη Βόρεια Μακεδονία θεωρείται μια αξιοσημείωτη στάση μιας πολιτικής προσωπικότητας, ειδικά εφόσον έπρεπε να υποστεί την εσωπολιτική αντίδραση».
Ο Τσίπρας αποκτά περαιτέρω αίσθηση της κατάστασης. Για πολλούς Έλληνες, «η προδοσία των Πρεσπών» θα παίξει ρόλο, όταν πάνε να ψηφίσουν στις 7 Ιουλίου. Συνεπώς, έτσι εξηγείται το παράδοξο, ότι ο Τσίπρας κερδίζει στήριξη στην Ευρώπη, ενώ τη χάνει στη χώρα του. Ένα μέρος των Ελλήνων ένιωσε εξαπατημένο από την υπόθεση της Βόρειας Μακεδονίας – το πρώτο έτος της θητείας του Τσίπρα. Μετά ακολούθησε η λιτότητα.
Τότε, τη διονυσιακή εκλογική νύχτα του Ιανουαρίου του 2015, ο Τσίπρας φώναξε στο πλήθος «Αφήνουμε πίσω μας χρόνια ταπείνωσης και οδύνης. Τώρα όλα θα αλλάξουν». Εκείνη την περίοδο τα ταμεία ήταν άδεια και πλησίαζε η λήξη του ευρωπαϊκού δανειακού προγράμματος.
Όμως, πώς θα μπορούσε να μεταπείσει την ΕΕ -από τα χρήματα της οποίας εξαρτάται- αναφορικά με το πρόγραμμα λιτότητας που αναμένει αυτή ως αντάλλαγμα, ώστε η χώρα του να μπορέσει να επιστρέψει τα δάνεια; Η ομάδα του Τσίπρα δεν είχε διοικήσει μέχρι τότε ούτε δημαρχείο. Στα γραφεία δεν υπάρχει αρχείο, καμία υπενθύμιση για το τι έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση. Για το λόγο αυτό, οι πόρτες του Μεγάρου Μαξίμου είναι ανοιχτές. Ο καθένας εισέρχεται στο γραφείο του Τσίπρα. «Ήταν σαν μια στρατιά νέων», θυμάται ένας πολιτικός σύμβουλος. «Νέοι που πίστευαν ότι είχαν δίκιο, ήταν ενθουσιασμένοι, χωρίς φόβο». Ο φόβος ήρθε μετά.
Τους πρώτους μήνες, ο Τσίπρας αφήνεται «στον ερωτισμό της αντιπαράθεσης με την Ευρώπη», ανακαλεί στη μνήμη του ένας αρμόδιος διπλωμάτης. Ο Τσίπρας δεν διαθέτει αυτό που θα μάθει αργότερα, την ικανότητα να κρίνει τι λειτουργεί και τι όχι. Κάνει – το τεράστιο λάθος- να διορίσει Υπουργό Οικονομικών του τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος επιδίδεται σε μονομαχίες καβγάδων με τους ομολόγους του στο Εurogroup και απομονώνει τη χώρα του. Ο Τσίπρας μεταβαίνει στη Μόσχα και ζητά από τον Putin στήριξη. Η απάντηση συνοψίζεται σε Njet! (Όχι). Ο Τσίπρας έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον Obama, ο οποίος είναι πολύ ευγενικός και εύχεται να πάνε όλα καλά. Δεν υπάρχει διέξοδος, ο Τσίπρας χρειάζεται την ευρωπαϊκή κοινότητα. Και αυτό απαιτεί προσαρμογή.
Πρόκειται για μια περίοδο που αφορούσε ξεκάθαρα την οικονομική επιβίωση της χώρας. Οι Έλληνες από φόβο αδειάζουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους και μεταφέρουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Η κυβέρνηση ζητά έκτακτη βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δηλώνει αδυναμία πληρωμής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και επιβάλλει κεφαλαιακούς ελέγχους. Ωστόσο, η ΕΕ πιέζει με το σχέδιο λιτότητας για τα δισεκατομμύρια της.
O Τσίπρας επιλέγει να δράσει δυναμικά. Αφήνει τους Έλληνες να αποφασίσουν με ένα δημοψήφισμα. Εκείνοι λένε Όχι στο πρόγραμμα λιτότητας. Ο Τσίπρας αντιδρά αντιφατικά. Επιδοκιμάζει το Όχι και το αντιμετωπίζει ως Ναι. Κατόπιν περαιτέρω διαπραγματεύσεων υπογράφει το πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο δεν ήθελε ποτέ. Παρόλα αυτά, κερδίζει τις εκλογές που ακολουθούν. Αλλά, όταν οι Έλληνες αρχίζουν ουσιαστικά να αισθάνονται τις βαριές συνέπειες, αισθάνονται ότι πρόκειται για μη τήρηση της υπόσχεσης κοινωνικής σωτηρίας κάτι που δεν του το συγχωρούν. Στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας συμμετέχουν και οι ψηφοφόροι του.
«Δεν είναι επαναστάτης», δηλώνει η Σοφία Σακοράφα, στο παρελθόν ολυμπιονίκης στο ακόντιο και αργότερα προεξέχουσα αριστερή προσωπικότητα στο Σύριζα. Η ίδια αποχώρησε από το κόμμα μετά το δημοψήφισμα και σήμερα τάσσεται κατά του Τσίπρα από κοινού με τον αινιγματικό Γιάνη Βαρουφάκη. «Οι επαναστάτες έχουν ένα όραμα, δίνουν το αίμα τους. Ο Τσίπρας συνθηκολόγησε με το νεοφιλελεύθερο σύστημα». Αλλά, γιατί να το κάνει αυτό ένας αριστερός; Ένας στενός συνεργάτης προσπαθεί να το αποδώσει στο γεγονός ότι ο Τσίπρας είναι διχασμένος στο εσωτερικό. Από τη μια πλευρά τα αριστερά ιδανικά και η απειλή φτωχοποίησης του λαού και από την άλλη η ευθύνη για τη χώρα, όταν η κλιμάκωση των σχέσεων με την Ευρώπη γίνεται καταστροφική. Αυτό ήθελε να αποφύγει ο Τσίπρας και προχώρησε με το σχέδιο λιτότητας. Για τον Τσίπρα είναι εύκολο να μιλά αριστερά, αλλά πολύ δύσκολα να δρα αριστερά.
Το 2015, χαρακτηρίστηκε «ψεύτης» από τους ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών και απομονώθηκε. Έμαθε γρήγορα. Εδώ, όμως, υπάρχει ένα δεύτερο παράδοξο. Ο Τσίπρας έκανε το καλύτερο δυνατό όσον αφορά στο πρόγραμμα λιτότητας που επιβλήθηκε. Ευρωπαίοι διπλωμάτες πιστοποιούν ότι έκανε περισσότερα από τις κυβερνήσεις της Πορτογαλίας και της Ιταλίας. Κάποια δάνεια για την Αθήνα λήγουν σε περισσότερα από σαράντα χρόνια.
Το επαναστατικό στοιχείο έφυγε από πάνω του, τόσο στους τύπους όσο και στις δηλώσεις. Στις αρχές του 2019 ο Τσίπρας εξηγεί στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός την πολιτική του, φορώντας σκούρο μπλε σακάκι, λευκό πουκάμισο και σε άπταιστα αγγλικά δηλώνει: «Οι κανόνες είναι κανόνες και οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται». Αυτό, ως μια απλή σημείωση για τους Matteo Salvini και ο Viktor Orban. Το κοινό χειροκροτεί. Ο Τσίπρας δηλώνει αργότερα στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου ότι δεν θα μπορούσε να σκεφθεί πριν τέσσερα χρόνια ότι θα είχε αυτή την παρουσία στην Ευρώπη. Ούτε οι Έλληνες. Το καλοκαίρι του 2018, ο Τσίπρας ανακοινώνει περήφανα στο συνεδριακό κέντρο του Ζαππείου ότι η Ελλάδα θα βγει από τα προγράμματα λιτότητας και θα μπορεί να αποφασίζει πάλι για το δικό της προϋπολογισμό. Ο ίδιος πραγματοποίησε ιδιωτικοποιήσεις, αύξησε τους φόρους για τη μεσαία τάξη και πέτυχε πλεόνασμα στον προϋπολογισμό. Έφερε τη χώρα του πίσω στις αγορές – απαλλάσσοντάς τη από τη διαρκή εξωτερική επιτήρηση. Όμως το τίμημα είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Κατά τη διάρκεια των πολυετών προγραμμάτων λιτότητας, η Ελλάδα απώλεσε το ¼ του ΑΕΠ της, η μεσαία τάξη φτωχοποιήθηκε, ενώ περισσότεροι από 500.000 νέοι εγκατέλειψαν τη χώρα. Για το λόγο αυτό, δεν έχει αποτέλεσμα σήμερα η υπόσχεση σωτηρίας, ακόμα και εάν ο Τσίπρας την ανανεώνει στον προεκλογικό αγώνα. Πολλοί Έλληνες αλλάζουν πολιτική κατεύθυνση. Άλλοι, διότι δεν τον πιστεύουν πλέον και άλλοι, διότι δεν έχουν τίποτα περισσότερο να περιμένουν.
Η φίλα προσκείμενη στο ΣΥΡΙΖΑ, Ρένα Δούρου πρόσφατα έχασε τη θέση της ως περιφερειάρχης Αττικής. «Οι πολίτες επιλέγουν να σε τιμωρήσουν», δηλώνει παραιτημένα στο τεράστιο γραφείο της κάτω από την Ακρόπολη. Δεν ελήφθησαν υπόψη τα επιτεύγματα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ειδικά κάποιοι Συντηρητικοί ξεκινούν να νοσταλγούν την κυβέρνηση. Εάν ο Τσίπρας αποτύχει εκλογικά, τότε θα είναι επιτυχία, δηλώνει ο Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου. Ο πρωθυπουργός είναι «ένας αριστερός που αφήνει γεμάτο το ταμείο». Ο Μίχαλος συγκρίνει την κατάσταση με τη Μεγάλη Βρετανία το 1945. Τότε, ο Winston Churchill κέρδισε τον πόλεμο. Αλλά, οι Βρετανοί αναρωτήθηκαν τι περισσότερο θα μπορούσε να τους προσφέρει – και δεν τον ψήφισαν».
Παράλληλα, ο αρθρογράφος ασκεί έντονη κριτική στον Γιάνη Βαρουφάκη.
Αναλυτικά στο άρθρο της Die Zeit αναφέρεται:
«Εάν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας χάσει τις εκλογές την Κυριακή, όπως φαίνεται την παρούσα στιγμή, θα αποτελέσει μια ιστορική τομή, όπως ακριβώς η εκλογή του το 2015. Με την εκλογική νίκη του στην Ελλάδα, ο Τσίπρας εκτινάχθηκε στην ηγεσία μιας πανευρωπαϊκής επανάστασης κατά της ευρωπαϊκής πολιτικής λιτότητας, υποστηρίζοντας τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια ριζικής αλλαγής της ευρωπαϊκής ηπείρου από τα αριστερά. Την ίδια εποχή, στην Ισπανία ‘προθερμαινόταν’ το Podemos, στη Γαλλία το La France insoumise και στην Ιταλία, συνασπισμός κομμάτων που πήρε το όνομά του από τον ίδιο, L’ altra Europa con Tsipras.
Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν η μεγάλη ελπίδα πολλών Ελλήνων και ο φόβος της ΕΕ. Οι υποστηρικτές του επευφημούσαν, όταν ο νικητής των εκλογών του 2015 ανακοίνωσε μπροστά στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών «την επιστροφή της αξιοπρέπειας» και το τέλος της λιτότητας. Λίγο αργότερα στο Βερολίνο, ο γερμανός Υπουργός Οικονομίας Sigmar Gabriel δήλωνε οργισμένος: «Οι θεωρητικοί των παιγνίων της ελληνικής κυβέρνησης επιδίδονται σε τζογάρισμα του μέλλοντος της χώρας τους- και της Ευρώπης επίσης».
Σήμερα, τέσσερα χρόνια αργότερα, ο αριστερός λαϊκισμός έχει χάσει τη μαχητικότητά του και ο μύθος του Τσίπρα χάθηκε. Η Ελλάδα ολοκλήρωσε το πρόγραμμα λιτότητας και είναι κατά κύριο λόγο απαλλαγμένη από τις απαιτήσεις των δανειστών. Πολλοί ευρωπαίοι πολιτικοί επαινούν τον Αλέξη Τσίπρα, μάλιστα του απονέμουν ακόμα και βραβεία. Αλλά, οι Έλληνες αναμένεται να καταψηφίσουν τον 44χρονο πρωθυπουργό. Ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του, ο Σύριζα, υπολείπονται κατά πολύ στις δημοσκοπήσεις του συντηρητικού-φιλελεύθερου κόμματος της Νέας Δημοκρατίας. Ο Τσίπρας δηλώνει, μιλώντας στη Zeit, κατά τη διάρκεια εμφάνισης του στην προεκλογική εκστρατεία: «Μπορούμε να γυρίσουμε το παιχνίδι». Αλλά, ουσιαστικά φαίνεται να χάνει από τον Κυριάκο Μητσοτάκη- ένα μη χαρισματικό πρώην τραπεζίτη και γόνο πολιτικής δυναστείας.
Πώς γίνεται από τον Αλέξη Τσίπρα που επιδοκίμαζαν πολλοί Έλληνες και φοβούνταν πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αναδειχθεί ο πολιτικός Τσίπρας, τον οποίο εκτιμούν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και θέλουν να καταψηφίσουν πολλοί Έλληνες; Η απάντηση σχετίζεται με δύο αποφάσεις-κλειδιά κατά τη διάρκεια της θητείας του, τη σύναψη ειρήνης και μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε.
Το 2018 ο Αλέξης Τσίπρας επιβιβάζεται σε σκάφος στη λίμνη των Πρεσπών στη Βόρεια Ελλάδα. Αυτή η διαδρομή απαιτεί μεγάλο θάρρος. Όχι εξαιτίας των κυμάτων, αλλά επειδή πολλοί Έλληνες τάσσονται εναντίον της. Ο Τσίπρας ταξιδεύει μαζί με τον μακεδόνα πρωθυπουργό Zoran Zaev, στην απέναντι ακτή, στην πατρίδα του δεύτερου. Εκεί εορτάζουν με γεύμα τη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία θεωρείται επαναστατική στα Βαλκάνια. Η διαμάχη για την ονομασία με τη βόρεια γειτονική χώρα, την Ελλάδα, διήρκησε εικοσιπέντε χρόνια και περιστρεφόταν γύρω από συναισθηματικά φορτισμένο ερώτημα: σε ποιον ανήκει η ιστορική περιοχή της Μακεδονίας και σε ποιον επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τον όρο. Επτά Έλληνες πρωθυπουργοί απέτυχαν να βρουν λύση. Ο Τσίπρας τα κατάφερε. Από τώρα και στο εξής ο γείτονας ονομάζεται Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα δεν εμποδίζει πλέον την πορεία της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς. «Είναι σαν ένας γάμος», δηλώνει ο Τσίπρας χαρούμενος.Ωστόσο, οι εθνικιστές στις δύο χώρες διαμαρτύρονται έντονα. Η Ρωσία ενισχύει τις αντιδράσεις και ο Τσίπρας απελαύνει Ρώσους διπλωμάτες. Μια ανίερη συμμαχία ορθόδοξων ιερέων, δεξιών και αριστερών σχηματίζουν μέτωπο κατά του Τσίπρα. Η Συμφωνία των Πρεσπών δημιουργεί αναταράξεις στο ΣΥΡΙΖΑ και προκαλεί ρήξη στη συμμαχία με το δεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ. Παρόλα αυτά, ο Τσίπρας δηλώνει σήμερα: «Ήθελα οπωσδήποτε αυτή τη συμφωνία». Οι πρωθυπουργοί επέβαλαν με σθένος την έγκριση της Συμφωνίας μέσω των Κοινοβουλίων τους.
Από την Ευρώπη έρχεται ο έπαινος. Στο Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το Φεβρουάριο, ο Τσίπρας και ο Zaev έλαβαν το βραβείο Ewald von Kleist, με το οποίο έχουν τιμηθεί επίσης ο Helmut Schmidt και ο Henry Kissinger. Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Βουλής Wolfgang Schäuble, ο οποίος ως Υπουργός Οικονομικών είχε γίνει αντικείμενο παράφορων ύβρεων στην Ελλάδα, δηλώνει στη Zeit: «Το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας ξεμπλόκαρε τη σχέση με τη Βόρεια Μακεδονία θεωρείται μια αξιοσημείωτη στάση μιας πολιτικής προσωπικότητας, ειδικά εφόσον έπρεπε να υποστεί την εσωπολιτική αντίδραση».
Ο Τσίπρας αποκτά περαιτέρω αίσθηση της κατάστασης. Για πολλούς Έλληνες, «η προδοσία των Πρεσπών» θα παίξει ρόλο, όταν πάνε να ψηφίσουν στις 7 Ιουλίου. Συνεπώς, έτσι εξηγείται το παράδοξο, ότι ο Τσίπρας κερδίζει στήριξη στην Ευρώπη, ενώ τη χάνει στη χώρα του. Ένα μέρος των Ελλήνων ένιωσε εξαπατημένο από την υπόθεση της Βόρειας Μακεδονίας – το πρώτο έτος της θητείας του Τσίπρα. Μετά ακολούθησε η λιτότητα.
Τότε, τη διονυσιακή εκλογική νύχτα του Ιανουαρίου του 2015, ο Τσίπρας φώναξε στο πλήθος «Αφήνουμε πίσω μας χρόνια ταπείνωσης και οδύνης. Τώρα όλα θα αλλάξουν». Εκείνη την περίοδο τα ταμεία ήταν άδεια και πλησίαζε η λήξη του ευρωπαϊκού δανειακού προγράμματος.
Όμως, πώς θα μπορούσε να μεταπείσει την ΕΕ -από τα χρήματα της οποίας εξαρτάται- αναφορικά με το πρόγραμμα λιτότητας που αναμένει αυτή ως αντάλλαγμα, ώστε η χώρα του να μπορέσει να επιστρέψει τα δάνεια; Η ομάδα του Τσίπρα δεν είχε διοικήσει μέχρι τότε ούτε δημαρχείο. Στα γραφεία δεν υπάρχει αρχείο, καμία υπενθύμιση για το τι έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση. Για το λόγο αυτό, οι πόρτες του Μεγάρου Μαξίμου είναι ανοιχτές. Ο καθένας εισέρχεται στο γραφείο του Τσίπρα. «Ήταν σαν μια στρατιά νέων», θυμάται ένας πολιτικός σύμβουλος. «Νέοι που πίστευαν ότι είχαν δίκιο, ήταν ενθουσιασμένοι, χωρίς φόβο». Ο φόβος ήρθε μετά.
Τους πρώτους μήνες, ο Τσίπρας αφήνεται «στον ερωτισμό της αντιπαράθεσης με την Ευρώπη», ανακαλεί στη μνήμη του ένας αρμόδιος διπλωμάτης. Ο Τσίπρας δεν διαθέτει αυτό που θα μάθει αργότερα, την ικανότητα να κρίνει τι λειτουργεί και τι όχι. Κάνει – το τεράστιο λάθος- να διορίσει Υπουργό Οικονομικών του τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος επιδίδεται σε μονομαχίες καβγάδων με τους ομολόγους του στο Εurogroup και απομονώνει τη χώρα του. Ο Τσίπρας μεταβαίνει στη Μόσχα και ζητά από τον Putin στήριξη. Η απάντηση συνοψίζεται σε Njet! (Όχι). Ο Τσίπρας έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον Obama, ο οποίος είναι πολύ ευγενικός και εύχεται να πάνε όλα καλά. Δεν υπάρχει διέξοδος, ο Τσίπρας χρειάζεται την ευρωπαϊκή κοινότητα. Και αυτό απαιτεί προσαρμογή.
Πρόκειται για μια περίοδο που αφορούσε ξεκάθαρα την οικονομική επιβίωση της χώρας. Οι Έλληνες από φόβο αδειάζουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους και μεταφέρουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Η κυβέρνηση ζητά έκτακτη βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δηλώνει αδυναμία πληρωμής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και επιβάλλει κεφαλαιακούς ελέγχους. Ωστόσο, η ΕΕ πιέζει με το σχέδιο λιτότητας για τα δισεκατομμύρια της.
O Τσίπρας επιλέγει να δράσει δυναμικά. Αφήνει τους Έλληνες να αποφασίσουν με ένα δημοψήφισμα. Εκείνοι λένε Όχι στο πρόγραμμα λιτότητας. Ο Τσίπρας αντιδρά αντιφατικά. Επιδοκιμάζει το Όχι και το αντιμετωπίζει ως Ναι. Κατόπιν περαιτέρω διαπραγματεύσεων υπογράφει το πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο δεν ήθελε ποτέ. Παρόλα αυτά, κερδίζει τις εκλογές που ακολουθούν. Αλλά, όταν οι Έλληνες αρχίζουν ουσιαστικά να αισθάνονται τις βαριές συνέπειες, αισθάνονται ότι πρόκειται για μη τήρηση της υπόσχεσης κοινωνικής σωτηρίας κάτι που δεν του το συγχωρούν. Στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας συμμετέχουν και οι ψηφοφόροι του.
«Δεν είναι επαναστάτης», δηλώνει η Σοφία Σακοράφα, στο παρελθόν ολυμπιονίκης στο ακόντιο και αργότερα προεξέχουσα αριστερή προσωπικότητα στο Σύριζα. Η ίδια αποχώρησε από το κόμμα μετά το δημοψήφισμα και σήμερα τάσσεται κατά του Τσίπρα από κοινού με τον αινιγματικό Γιάνη Βαρουφάκη. «Οι επαναστάτες έχουν ένα όραμα, δίνουν το αίμα τους. Ο Τσίπρας συνθηκολόγησε με το νεοφιλελεύθερο σύστημα». Αλλά, γιατί να το κάνει αυτό ένας αριστερός; Ένας στενός συνεργάτης προσπαθεί να το αποδώσει στο γεγονός ότι ο Τσίπρας είναι διχασμένος στο εσωτερικό. Από τη μια πλευρά τα αριστερά ιδανικά και η απειλή φτωχοποίησης του λαού και από την άλλη η ευθύνη για τη χώρα, όταν η κλιμάκωση των σχέσεων με την Ευρώπη γίνεται καταστροφική. Αυτό ήθελε να αποφύγει ο Τσίπρας και προχώρησε με το σχέδιο λιτότητας. Για τον Τσίπρα είναι εύκολο να μιλά αριστερά, αλλά πολύ δύσκολα να δρα αριστερά.
Το 2015, χαρακτηρίστηκε «ψεύτης» από τους ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών και απομονώθηκε. Έμαθε γρήγορα. Εδώ, όμως, υπάρχει ένα δεύτερο παράδοξο. Ο Τσίπρας έκανε το καλύτερο δυνατό όσον αφορά στο πρόγραμμα λιτότητας που επιβλήθηκε. Ευρωπαίοι διπλωμάτες πιστοποιούν ότι έκανε περισσότερα από τις κυβερνήσεις της Πορτογαλίας και της Ιταλίας. Κάποια δάνεια για την Αθήνα λήγουν σε περισσότερα από σαράντα χρόνια.
Το επαναστατικό στοιχείο έφυγε από πάνω του, τόσο στους τύπους όσο και στις δηλώσεις. Στις αρχές του 2019 ο Τσίπρας εξηγεί στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός την πολιτική του, φορώντας σκούρο μπλε σακάκι, λευκό πουκάμισο και σε άπταιστα αγγλικά δηλώνει: «Οι κανόνες είναι κανόνες και οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται». Αυτό, ως μια απλή σημείωση για τους Matteo Salvini και ο Viktor Orban. Το κοινό χειροκροτεί. Ο Τσίπρας δηλώνει αργότερα στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου ότι δεν θα μπορούσε να σκεφθεί πριν τέσσερα χρόνια ότι θα είχε αυτή την παρουσία στην Ευρώπη. Ούτε οι Έλληνες. Το καλοκαίρι του 2018, ο Τσίπρας ανακοινώνει περήφανα στο συνεδριακό κέντρο του Ζαππείου ότι η Ελλάδα θα βγει από τα προγράμματα λιτότητας και θα μπορεί να αποφασίζει πάλι για το δικό της προϋπολογισμό. Ο ίδιος πραγματοποίησε ιδιωτικοποιήσεις, αύξησε τους φόρους για τη μεσαία τάξη και πέτυχε πλεόνασμα στον προϋπολογισμό. Έφερε τη χώρα του πίσω στις αγορές – απαλλάσσοντάς τη από τη διαρκή εξωτερική επιτήρηση. Όμως το τίμημα είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Κατά τη διάρκεια των πολυετών προγραμμάτων λιτότητας, η Ελλάδα απώλεσε το ¼ του ΑΕΠ της, η μεσαία τάξη φτωχοποιήθηκε, ενώ περισσότεροι από 500.000 νέοι εγκατέλειψαν τη χώρα. Για το λόγο αυτό, δεν έχει αποτέλεσμα σήμερα η υπόσχεση σωτηρίας, ακόμα και εάν ο Τσίπρας την ανανεώνει στον προεκλογικό αγώνα. Πολλοί Έλληνες αλλάζουν πολιτική κατεύθυνση. Άλλοι, διότι δεν τον πιστεύουν πλέον και άλλοι, διότι δεν έχουν τίποτα περισσότερο να περιμένουν.
Η φίλα προσκείμενη στο ΣΥΡΙΖΑ, Ρένα Δούρου πρόσφατα έχασε τη θέση της ως περιφερειάρχης Αττικής. «Οι πολίτες επιλέγουν να σε τιμωρήσουν», δηλώνει παραιτημένα στο τεράστιο γραφείο της κάτω από την Ακρόπολη. Δεν ελήφθησαν υπόψη τα επιτεύγματα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ειδικά κάποιοι Συντηρητικοί ξεκινούν να νοσταλγούν την κυβέρνηση. Εάν ο Τσίπρας αποτύχει εκλογικά, τότε θα είναι επιτυχία, δηλώνει ο Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου. Ο πρωθυπουργός είναι «ένας αριστερός που αφήνει γεμάτο το ταμείο». Ο Μίχαλος συγκρίνει την κατάσταση με τη Μεγάλη Βρετανία το 1945. Τότε, ο Winston Churchill κέρδισε τον πόλεμο. Αλλά, οι Βρετανοί αναρωτήθηκαν τι περισσότερο θα μπορούσε να τους προσφέρει – και δεν τον ψήφισαν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου