Με αφορμή το κακόηθες , σε γενικές γραμμές, αφιέρωμα του Guardian για τη Δημόσια Υγεία στη χώρα μας , παρακαλούμε να διαβάστε προσεκτικά το κείμενο που ακολουθεί.
Συντάκτης του ένας ειδικός σε θέματα υγείας και επιτελικό στέλεχος πολλών υγειονομικών θεσμών επί εποχών άλλων κυβερνήσεων.
Θα εκπλαγείτε από την άποψή του , η οποία είναι διαμετρικά αντίθετη με αυτήν που διατυπώνουν τα κόμματα της τυφλής αντιπολίτευσης και οι εμπαθείς συνδικαλιστές της ΠΟΕΔΗΝ , η οποία ομιλεί για "κατάρρευση της δημόσιας υγείας" και για "θανάτους" , που οφείλονται στη σκληρή και ανάλγητη φιλομνημονιακή κυβέρνηση.
Gerontakos
Είναι η μείωση της δαπάνης για την υγεία η αιτία απορρύθμισης του υγειονομικού τομέα;
Τετάρτη 04 Ιανουαρίου 2017
Πηγή:liberal.gr
Του Ιωάννη Κυριόπουλου*
Προφανώς
η μείωση της εθνικής δαπάνης για την υγεία -σε εξαιρετικά βραχύ χρονικό
διάστημα- σε συνδυασμό με τις ατελέσφορες «μνημονιακές» πολιτικές
προκάλεσε τεκτονικές δονήσεις στο σύστημα υγείας, οι οποίες κατέστησαν
τον υγειονομικό τομέα έναν από τους πλέον ευάλωτους τομείς της
κοινωνικής και πολιτικής ζωής στη χώρα.
Η επισήμανση αυτή υπονοεί τη σημαντική
ελάττωση των ανθρωπίνων, οικονομικών και τεχνολογικών πόρων στον
υγειονομικό τομέα, σε τέτοιο βαθμό ώστε η αποδυνάμωση της προσφοράς σε
συνδυασμό με τη μείωση της δαπάνης των νοικοκυριών να προκαλεί σοβαρές
δυσχέρειες και εμπόδια στη πρόσβαση.
Παρά ταύτα, οι δυσμενείς προβλέψεις
σχετικά με την εξέλιξη του επιπέδου υγείας του πληθυσμού, κατά την
περίοδο της κρίσης, έχουν επιβεβαιωθεί μόνον μερικώς δεδομένου ότι η
εξέλιξη των βασικών δεικτών υγείας (νοσηρότητας και θνησιμότητας)
χαρακτηρίζεται απλά από την επιβράδυνση της βελτίωσης αυτών, όπως
ακριβώς στην προτέρα περίοδο. Επί του παρόντος, οι μετρήσιμες μη θετικές
μεταβολές αναφέρονται στην αύξηση του επιπολασμού στον σακχαρώδη
διαβήτη, στην κατάθλιψη και την ισχαιμική καρδιοπάθεια, νοσολογικές
καταστάσεις οι οποίες συνδέονται μόνον μερικώς -σε άλλο βαθμό- με
συνιστώσες της οικονομικής κρίσης (άγχος, ανεργία, επαπειλούμενη
εργασία, δανεισμός, χρέη, δυσκολίες ρύθμισης των λογαριασμών).
Είναι γνωστό ότι τα πλήγματα της
οικονομικής κρίσης κατανέμονται άνισα στη κοινωνική κλιμάκωση, με το
κύριο βάρος να επωμίζονται οι χρονίως πάσχοντες, οι φτωχοί και όσοι
έχουν χαμηλή εκπαίδευση και πενιχρά εισοδήματα, οι οποίοι -πλην των
άλλων- υφίστανται συχνά καταστροφικές δαπάνες για την υγεία, εξ αιτίας
των δυσχερειών πρόσβασης. Με την έννοια αυτή, η κρίση αναδεικνύει και
ενισχύει τις ανισότητες αλλά και τον «ταξικό» χαρακτήρα της υγείας, για
την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται η εκπόνηση πολιτικών που προάγουν
την ισότητα στις υπηρεσίες υγείας ως προτεραιότητα της εθνικής
υγειονομικής πολιτικής.
Η συμπτωματική αντιμετώπιση των
αρνητικών αυτών επιπτώσεων βρίσκεται στην υποστήριξη των μηχανισμών της
δημόσιας υγείας και της πρωτοβάθμιας φροντίδας. Ενώ η αιτιολογική
θεραπεία απαντάται με την άρση των βλαπτικών παραγόντων, δηλαδή την
εξεύρεση απασχόλησης και την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι το απόθεμα του
κεφαλαίου υγεία δεν έχει τρωθεί σοβαρά επί του παρόντος, αλλά προϊόντος
του χρόνου η παραμονή ή/και η επίταση των μειζόνων παραγόντων κινδύνου
που ενδημούν από μακρού στη χώρα ή έχουν αναδυθεί στην περίοδο της
κρίσης μπορεί να καταστεί εξόχως απειλητική.
Ανεξαρτήτως αυτών των διαπιστώσεων,
είναι αληθές ότι η πολιτική και κοινωνική συζήτηση εστιάζεται (καλώς ή
κακώς) στο σύστημα ιατρικής περίθαλψης και ιδίως στο νοσοκομειακό τομέα.
Η μεταβολή των οικονομικών μεγεθών (στη δημόσια και την ιδιωτική
δαπάνη) στον υγειονομικό τομέα σε συνδυασμό με μια σειρά λανθασμένων
πολιτικών (εξωγενούς κυρίως έμπνευσης) επέφεραν την πλήρη αποδόμηση της
πρωτοβάθμιας φροντίδας. Έτσι, παρά τη μεταφορά πόρων από την πρωτοβάθμια
φροντίδα υγείας προς τη νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη -την
περίοδο της κρίσης- η αποσυναρμολόγηση του υγειονομικού τομέα προκαλεί
μείζονα λειτουργικά προβλήματα τα οποία συνδέονται με την ένδεια και τη
μη αποδοτική κατανομή των πόρων.
Προφανώς, η «πίεση» στις υπηρεσίες
ιατρικής περίθαλψης προκαλεί προβλήματα δυσχερούς πρόσβασης και μη
αποδεκτής ποιότητας στη φροντίδα υγείας εξ αιτίας κυρίως της έλλειψης
προσαρμογής στις παρούσες συνθήκες λιτότητας και αδυναμίας κινητοποίησης
διαρθρωτικών αλλαγών. Οι οποίες όπως έχει ήδη επισημανθεί -πολλαπλώς
και από πολλούς- έχουν ως επίκεντρο την ολική επαναφορά στην
πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας με τη μεταφορά πόρων από τη νοσοκομειακή
και τη φαρμακευτική περίθαλψη, που απορροφούν αντίστοιχα το 42% και 28%
των πόρων έναντι 30% και 15% των χωρών του ΟΟΣΑ. Η διατύπωση αυτή
επισημαίνει ότι πλην της δραματικής μείωσης της εθνικής δαπάνης για την
υγεία (από 10.3% του ΑΕΠ το 2009 σε 8.2% το 2015), της υψηλής ιδιωτικής
δαπάνης (που ανέρχεται σε 40.6% της συνολικής) υφίστανται δυο μείζονα
θέματα: αφενός η αναγκαιότητα ανάπτυξης πολιτικών για τον ιδιωτικό τομέα
και ιδίως για την ενσωμάτωση των ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών
και αφετέρου για την ανακατανομή των πόρων στο εσωτερικό των υπηρεσιών
υγείας και στα διάφορα επίπεδα περίθαλψης.
Εν κατακλείδι,το βασικό δίλημμα στη
πολιτική υγείας είναι ανάμεσα στις φορμαλιστικές πολιτικές λιτότητας που
εκπορεύονται από τα «μνημόνια» και αυτές που αναζητούν την
αποδοτικότητα και εμπνέονται από τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Προς την κατεύθυνση αυτή απαιτείται
μεσομακροπρόθεσμη προοπτική, κοινωνική και πολιτική συναίνεση και
τεκμηριωμένη πολιτική υγείας. Προς τούτο, οι δογματικές ρητορικές και τα
επικοινωνιακά τεχνάσματα δεν υποστηρίζουν τις βελτιωτικές αλλαγές που
απαιτούνται για την άρση των αρρυθμιών και την υπέρβαση της κρίσης.
Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν τα
προβλήματα και τις δυσκολίες πρόσβασης που οφείλονται στο κόστος του
χρόνου και του χρήματος, οι οποίες παραπέμπουν στην ύπαρξη ομάδων του
πληθυσμού που δηλώνουν την ύπαρξη ανεκπλήρωτων αναγκών και συνεπώς
ανισοτήτων, ιδιαίτερα στη πρωτοβάθμια φροντίδα. Μερικά από αυτά τα
προβλήματα αμβλύνονται και επιλύονται μερικώς με την ανάπτυξη των
κοινωνικών δομών αλληλεγγύης στην υγεία και την πρόνοια και την
«προνοιακή» κάλυψη των ανασφάλιστων.
Σε κάθε περίπτωση, οι «τριγμοί» στο
δημόσιο και το ιδιωτικό σύστημα υγείας είναι σημεία έντονης και
παρατεταμένης κρίσης αλλά σε ουδεμία περίπτωση δεν συνιστούν φαινόμενα
κατάρρευσης δεδομένου ότι η ανθεκτικότητα του δημόσιου νοσοκομειακού
τομέα παραμένει ισχυρή. Όμως, η παραδοχή αυτή δεν μπορεί να αποτελεί
πρόσχημα για την αποφυγή των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Αντιθέτως, η
βιωσιμότητα του εθνικού συστήματος υγείας και του ιδιωτικού τομέα
υγείας επίσης διασφαλίζεται με αυτές τις αλλαγές.
Αναγκαίο υστερόγραφο:
Αναγκαίο υστερόγραφο:
Οι επισημάνσεις της έγκυρης βρετανικής
εφημερίδας The Guardian εμπεριέχουν μερικές ορθές κοινές διαπιστώσεις,
αλλά επίσης πολλές ατεκμηρίωτες και σχηματικές κρίσεις οι οποίες αδικούν
το σύστημα υγείας της χώρας και ενδεχομένως προκαλούν βλάβη. Το σύνολο
των υπηρεσιών υγείας στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα υγείας
εξακολουθεί -παρά τις δυσκολίες- να είναι σχετικά προσβάσιμο και
αξιόπιστο.
*Ο κ. Ιωάννης Κυριόπουλος, είναι MD, MPH, MSc, PhD, Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας ΕΣΔΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου