Λογοτεχνικό #MeToo
Γράφει η Δήμητρα Δημητρίου (*)
Το ελληνικό #MeToo ήρθε σαν αποκάλυψη για ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Βυθισμένος στην πλάνη του μεταφεμινιστικού αφηγήματος, σύμφυτου με τους μύθους που έθρεψαν τις φιλοσοφίες της Προόδου και της νεωτερικότητας, ο δυτικός κόσμος ευρύτερα αντιμετωπίζει με επιφύλαξη το τέταρτο φεμινιστικό κύμα, που από τις αρχές της νέας χιλιετίας έχει εστιάσει σε ζητήματα σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης.[1] Χωρίς ακόμα σαφή -και οπωσδήποτε όχι ενιαία- ταυτότητα, το τέταρτο κύμα ενσωματώνει νέες μορφές ακτιβισμού, με έμφαση στην online δραστηριότητα, οι οποίες αναδύθηκαν στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, οπότε η ευρύτερη αντιστασιακή κουλτούρα κατά της λιτότητας δείχνει να ευνόησε και τον φεμινισμό (Chamberlain 2017, 3). Το τέταρτο κύμα προσδιορίζει περαιτέρω η ταχύτητα διάχυσης της πληροφορίας και της ακτιβιστικής οργάνωσης, ο διεθνικός χαρακτήρας που προσλαμβάνουν άμεσα τα τοπικά γεγονότα, η περαιτέρω αξιοποίηση της διαθεματικότητας (intersectionality) που έφερε στο προσκήνιο το τρίτο κύμα, αλλά και, σε αντίθεση με προηγούμενες γενιές φεμινισμού, η προσέγγιση της δημοφιλούς κουλτούρας ως δυνητικά επωφελούς για τον φεμινισμό.
Το τέταρτο κύμα απέκτησε παγκόσμια εμβέλεια και δυναμική μετά από τις σαρωτικές αποκαλύψεις στην κινηματογραφική βιομηχανία γύρω από την υπόθεση Harvey Weinstein το 2017· θύματα σεξουαλικής βίας από ολόκληρο τον κόσμο άρχισαν να μοιράζονται την εμπειρία τους στα κοινωνικά δίκτυα χρησιμοποιώντας το εμβληματικό πλέον hashtag #MeToo. Μια σειρά από ισχυρούς πολιτικούς άνδρες, παραγωγούς, ηθοποιούς, επιχειρηματίες και άλλους οδηγήθηκε έκτοτε σε υποδειγματική καταδίκη. Ταυτόχρονα, το τέταρτο κύμα σημαδεύτηκε από την περίφημη «Women’s March on Washington» (2017) κατόπιν της ορκωμοσίας του τότε Αμερικανού Προέδρου Donald Trump, μια ισχυρή γυναικεία διαμαρτυρία που ενέταξε σωρεία έμφυλων διεκδικήσεων στη δημόσια σφαίρα, διασυνδέοντάς τες ταυτόχρονα με τις παγκόσμιες εξελίξεις. Η κριτική απέναντι στην έμφυλη πολιτική και λόγο ακροδεξιών κυβερνήσεων και η διασύνδεση έμφυλων ζητημάτων με τη διεθνή πολιτική σκηνή (από τις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτή του κινήματος Femen[2]) σπανίως προσμετράται ανάμεσα στις σημαντικές παρεμβάσεις του τέταρτου κύματος. Σ’ αυτά οφείλουμε να προσθέσουμε τη μαζική αποδαιμονοποίηση του φεμινισμού στην pop κουλτούρα από διάφορες celebrities, από την Beyoncé και τη Lady Gaga, μέχρι και τη Hilary Clinton, τη Marine Le Pen ή την Ivanka Trump. Αριθμός σειρών με φεμινιστικό στίγμα έχει κατακλύσει το Netflix. Ακόμα και το διάσημο μπλουζάκι του Οίκου Dior με το χαρακτηριστικό print «We Should All Be Feminists» (Θα έπρεπε όλοι να είμαστε φεμινιστές) έγινε ανάρπαστο (η τιμή του, αν δεν κάνω λάθος, κάπου στα 710 δολάρια).
Παρότι εκφάνσεις του τέταρτου κύματος εμμένουν σε μια άκρως σεξουαλικοποιημένη εικόνα θηλυκότητας, αγγίζοντας ακόμα και την αγοραία ή την trash κουλτούρα, ή δηλούν την οικειοποίηση του φεμινισμού από ακροδεξιά ηγετικά πρότυπα με σκοπό την εξυπηρέτηση ορισμένης πολιτικής ατζέντας, το #MeToo ανέδειξε διεθνώς ως μοχλό πίεσης και διάχυσης τον ρόλο των ΜΜΕ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και τη σημασία του «μοιράσματος» (sharing) της εμπειρίας, η οποία λειτουργεί απελευθερωτικά για τα θύματα με γνώμονα την ενδυνάμωση. Δημιουργεί ταυτόχρονα μια κοινότητα αλληλεγγύης, συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την καλλιέργεια ενσυναίσθησης, που οδηγούν ενίοτε σε ευεργετικά για τα θύματα αποτελέσματα σε νομικό και κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο.
Το ελληνικό #MeToo: Η λογοτεχνία στην πρώτη γραμμή
Το ελληνικό #MeToo, με λίγη καθυστέρηση, σημαδεύτηκε, όπως και το αμερικανικό, από σκάνδαλα ολκής, αρχής γενομένης της υπόθεσης Μπεκατώρου (2021), την οποία ακολούθησε σωρεία αποκαλύψεων από τον χώρο του αθλητισμού, της ακαδημίας και του πολιτισμού, με αποκορύφωμα τις περιπτώσεις Λιγνάδη και Φιλιππίδη. Παρότι η σεξουαλική κακοποίηση δεν αποτελεί προνόμιο των ελίτ διασημοτήτων, το υψηλό προφίλ των αποκαλύψεων υπήρξε η προϋπόθεση για τη γρήγορη μιντιατική διάχυση και τη μαζική αντίδραση θυμάτων από όλο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας, σύμπτωμα κι αυτό του σύγχρονου ψηφιακού πολιτισμού, το οποίο ωστόσο συνιστά τον λειτουργικότερο όρο ύπαρξης του τέταρτου κύματος.
Η λογοτεχνία συνδιαμορφώνει ενεργά την κουλτούρα του τέταρτου κύματος και συμπορεύεται ή και συμπίπτει με τα ακραία φαινόμενα έμφυλης κακοποίησης που αυξανόμενα αποκαλύπτονται. Ολοένα και περισσότερες γυναίκες συγγραφείς στην Ελλάδα θίγουν πλέον στο έργο τους ανοιχτά τη σεξουαλική, συγκεκριμένα, βία της πατριαρχικής εξουσίας, για να αναφερθούμε μόνο στη σύγχρονη σαδομαζοχιστική, φιλοθεάμονα κουλτούρα βιασμού που ανατέμνει αιχμηρά η Ελένη Γιαννακάκη (Σναφ, 2010)·[3] στην εμπειρία του βιασμού της, την οποία εκθέτει αυτοβιογραφικά η Αγαθή Δημητρούκα (Πουλάμε τη ζωή, χρεώνουμε τον θάνατο, 2010)· στην τραυματική απώθηση του βιασμού -από τον ίδιο της τον πατέρα- της κατακερματισμένης ταυτοτικά σ’ έναν ψηφιακό λαβύρινθο ηρωίδας της Μάρως Δούκα (Πύλη εισόδου, 2019)· στην ψυχική βία που ασκείται από την παραδοσιακή κοινωνία στην ανήλικη ηρωίδα της Σώτης Τριανταφύλλου (Σικελικό ειδύλλιο, 2021) Κοντσέττα, η οποία επωμίζεται επιπλέον την επιβολή ενός «επανορθωτικού» γάμου· στο θέμα της γυναικοκτονίας που προβάλλει ευφυώς, από την πλευρά του αστυνομικού μυθιστορήματος, η Ευτυχία Γιαννάκη (Στη φωλιά του ιππόκαμπου, 2021)· στο δύσκολο θέμα του trafficking (εμπορία γυναικών) που απασχολεί τη Φιόρη Ζαφειροπούλου (Η άχρονη παραλία, 2021)· στη βία των θεσμών και της Δικαιοσύνης απέναντι στα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης που θέτει στο λογοτεχνικό προσκήνιο η Μαρία Λούκα (Μια γυναίκα απολογείται, 2021), με παράθεση μάλιστα επιμέτρου σχετικών ορισμών, χρήσιμων για τον εκσυγχρονισμό της νομολογίας, και τηλεφωνικών γραμμών ενημέρωσης, συμβουλευτικής και υποστήριξης για περιστατικά έμφυλης βίας· ή στην κατά συρροήν δολοφονία μεταναστριών και ανήλικων κοριτσιών στην Κύπρο, που ανασύρθηκαν το 2019 από λίμνη και φρεάτια σε βαλίτσες, το οποίο απασχολεί το νέο, υπό δημοσίευση βιβλίο της Κωνσταντίας Σωτηρίου,[4] προβάλλοντας διαθεματικά τις ταξικές και φυλετικές διαστάσεις του εγκληματικού αυτού φαινομένου. Σ’ αυτά μπορούμε να προσμετρήσουμε την τολμηρή προβολή του θέματος στο παιδικό βιβλίο από την Άννα Βασιλειάδη (Η σιωπή της Μελίνας, 2020) ή και την ανδρική συνεπικουρία στην ανάδειξη του προβλήματος του Δημήτρη Βαρβαρήγου (Παράτα με, 2021).
Πέρα από την εγγύτητα και την επαφή των συγγραφέων αυτών με την εποχή τους -απέναντι στην οποία η λογοτεχνία λειτουργεί ως υπαρξιακός δέκτης και δείκτης-, η πύκνωση της λογοτεχνικής τάσης που ανιχνεύουμε ειδικά στη νεοελληνική πεζογραφία οφείλει να αποδοθεί στη θεσμική δύναμη, την οικονομική ανεξαρτησία και το επαγγελματικό στάτους που απολαμβάνει βαθμιαία αριθμός γυναικών στη Δύση χάρη στο δεύτερο φεμινιστικό κύμα, στη μαζική έκτοτε πρόσβαση των γυναικών στην ανώτατη εκπαίδευση και την επέκταση των προγραμμάτων σπουδών στις Σπουδές Φύλου, καθώς και στις στέρεες βάσεις που έθεσε η φεμινιστική γραμματεία του δεύτερου και του τρίτου κύματος στον ακαδημαϊκό, τον πολιτικό και τον δημόσιο λόγο. Ορισμένες από τις συγγραφείς που αναφέρθηκαν ανωτέρω, όπως η Λούκα και η Ζαφειροπούλου, φέρουν εμφανή τα σημάδια ενός μεταδομιστικού φιλοσοφικού ιδιώματος, που ερείδεται ενίοτε ειδικότερα στους Judith Butler και Michel Foucault, έχουν ενεργή μετοχή σε φεμινιστικές οργανώσεις και ακτιβισμό ή αξιοποιούν σε μεγάλο βαθμό τη διαθεματικότητα.
Αξίζει να αναφερθεί πως οι περισσότερες εκδόσεις που σημειώνουμε πυκνώνουν από το 2010 και εξής, με αποκορύφωμα το τρέχον έτος (2021) -έτος σαρωτικών αποκαλύψεων, διαδοχικών γυναικοκτονιών και στατιστικής αύξησης της ενδοοικογενειακής βίας συνεπεία της πανδημικής κρίσης-, ενώ παράλληλα για πρώτη φορά στην Ελλάδα θίγονται σε εκτεταμένα αφηγήματα ως κεντρική θεματική και σε αυτή τη συχνότητα ζητήματα βιασμού, κακοποίησης ή εμπορίας γυναικών, κι αυτό συχνά με ωμότητα, χωρίς καμιά αισθητικοποίηση. Οι παρατηρήσεις αυτές δεικνύουν πως η γυναικεία, κυρίως, λογοτεχνία θίγει απενοχοποιημένα πλέον και αυξανόμενα ζητήματα έμφυλης βίας, σωματικότητας και σεξουαλικής αυτοδιάθεσης, προβάλλοντας την κουλτούρα (ή και την «αισθητική», με αναφορά στη Γιαννακάκη) του βιασμού ως συμπτωματική της αγοραίας συνδιαλλαγής του οικονομικού και πολιτισμικού μας υποδείγματος και των υπαρχουσών (και προαιώνιων) έμφυλων ιεραρχήσεων. Ταυτόχρονα, η λογοτεχνία του #MeToo εστιάζει στην τραυματική εμπειρία και την ψυχική κατάσταση του θύματος, αναδεικνύει την τάση των κυρίαρχων λόγων στην κοινωνία -και τον καταρχήν πυρήνα της, την οικογένεια- να το καθιστούν ένοχο, απολογητικό ή φιμωμένο, στηλιτεύει τη συνενοχή του κοινωνικού περιγύρου με τη συστηματική αποσιώπηση και ανοχή που επιδεικνύει στα φαινόμενα βίας κατά των γυναικών και, κυρίως, προβάλλει την έμφυλη βία και κακοποίηση ως συλλογικό βίωμα.
Μια λογοτεχνία για επιβίωση
Στο έργο Lela & Co (Royal Court Theatre, 2015)[5] με θέμα το trafficking της νεαρότατης Βρετανίδας συγγραφέα Cordelia Lynn, θιασώτριας ενός σοσιαλιστικού φεμινισμού, η ηρωίδα της, Λέιλα, σε μια μπρεχτική αποστροφή προς τους θεατές αναφωνεί: «[Αν μπορούσα,] θα σας έβγαζα τα μάτια τώρα και θα τα έτρωγα» (2015, 44). Η λογοτεχνία του #MeToo εξωθεί ευθέως τον αναγνώστη πέρα από τα όρια της παθητικής «απόλαυσης» (ή ακόμα και της ίδιας της κάθαρσης), και ρηξικέλευθα, επιθετικά σχεδόν και γενναία, συνάμα, προς στο πεδίο της ανάληψης προσωπικής ευθύνης και της πολιτικής πράξης. Ταυτόχρονα, είναι αισθητή η πρωτοστασία συγγραφέων με αριστερές κυρίως -παρότι όχι αποκλειστικά- πεποιθήσεις ή/και θεωρητικά (μαρξιστικά, μεταδομιστικά) ερείσματα -στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς- στην υπόδειξη, αφενός, του νεοφιλελευθερισμού ως συνδημιουργού της σεξιστικής κουλτούρας που διαμορφώνει το πολιτισμικό και κοινωνικό προϊόν του δυτικού κόσμου και στην προβολή και αναγνώριση, αφετέρου, των φαινομένων ψυχικής, σωματικής και σεξουαλικής βίας ως τέτοιων. Σε μια εποχή που η νομιμότητα του όρου «γυναικοκτονία» αμφισβητείται και το ηθικό έρεισμα της πολιτικής ορθότητας ισοπεδώνεται και ενόσω εξακολουθούν να υπάρχουν ιστορίες που από φόβο, βία ή ντροπή δεν πρόκειται να ειπωθούν ποτέ, η λογοτεχνία δηλώνει ενεργό μετοχή στα κοινωνικά ζητήματα του καιρού της. Σε πείσμα των επικριτών του, το #MeToo είναι πάνω από όλα ένα κίνημα για όσες έχουν επιβιώσει. Και μια προοπτική, ίσως, για κοινωνική αλλαγή.
Βιβλιογραφία
Chamberlain, Prudence. 2017. The Feminist Fourth Wave: Affective Temporality. Λονδίνο: Palgrave Macmillan.
Cochrane, Kira. 2014. All the Rebel Women: The Rise of the Fourth Wave of Feminism. Λονδίνο: Simon & Schuster.
Demetriou, Demetra. 2021. «Myth and the Rise of the Global Right: Amazons vs Joan of Arc? Femen and the Front National». Cultural Critique, τχ. 110: 140-180.
Lynn, Cordelia. 2015. Lela & Co. Λονδίνο: Nick Hern Books.
Munro, Ealasaid. 2013. «Feminism: A Fourth Wave?». Political Insight 4 (2): 22-25.
Rivers, Nicola. 2017. Postfeminism(s) and the Arrival of the Fourth Wave. Λονδίνο: Palgrave Macmillan.
Βαρβαρήγος, Δημήτρης. 2021. Παράτα με. Αθήνα: Υδροπλάνο.
Βασιλειάδη, Άννα. 2020. Η σιωπή της Μελίνας. Αθήνα: Κέδρος.
Γιαννακάκη, Ελένη. 2010. Σναφ. Αθήνα: Εστία.
Γιαννάκη, Ευτυχία. 2021. Στη φωλιά του ιππόκαμπου. Αθήνα: Ίκαρος.
Δημητρούκα, Αγαθή. 2010. Πουλάμε τη ζωή, χρεώνουμε τον θάνατο. Αθήνα: Πατάκης.
Δούκα, Μάρω. 2019. Πύλη εισόδου. Αθήνα: Πατάκης.
Ζαφειροπούλου, Φιόρη. 2021. Η άχρονη παραλία. Αθήνα: Κάκτος.
Λούκα, Μαρία. 2021. Μια γυναίκα απολογείται. Αθήνα: Τόπος.
Σωτηρίου, Κωνσταντία. 2021. «Κυριακή Προσευχή». Fractal, τχ. 82 (Μάρτιος). https://www.fractalart.gr/kyriaki-proseychi/.
Τριανταφύλλου, Σώτη. 2021. Σικελικό ειδύλλιο. Αθήνα: Πατάκης.
Χαρτουλάρη, Μικέλα. 2021. «Το “Σναφ” είχε κτυπήσει συναγερμό». Η Εφημερίδα των Συντακτών. 24 Φεβρουαρίου 2021. https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/282901_snaf-eihe-htypisei-synagermo
******
[1] Παρά τον σκεπτικισμό γύρω από συγκρότησή του ως νέου κύματος και την αδυναμία σαφούς ιστορικού προσδιορισμού του λόγω της εν εξελίξει δραστηριότητάς του, το τέταρτο κύμα νομιμοποιείται αυξανόμενα ως όρος από τον δημοσιογραφικό και ακαδημαϊκό λόγo. Βλ. ενδ. Munro 2013· Cochrane 2014· Chamberlain 2017· Rivers 2017.
[2] Βλ. σχετ. Demetriou (2021).
[3] Βλ. επ. σχετ. Χαρτουλάρη (2021).
[4] Βλ. ενδ. Σωτηρίου (2021).
[5] Το έργο παρουσίασε σε πανελλήνια πρώτη η θεατρική ομάδα της Μαρίας Ιόλης Καρολίδου με τίτλο Λέιλα και Συνεργάτες (Θέατρο Space, Λευκωσία 2019), στο πλαίσιο του πολυσχιδούς φεμινιστικού πρότζεκτ «ΣΕΖΟΝ Γυναίκες: 2019-2021».
(*) Η Δήμητρα Δημητρίου είναι αριστούχος διδάκτωρ Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (Paris IV). Διδάσκει Νεοελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου