Τρίπολις, η πόλις του η απερίγραπτος…
Θεσσαλονίκη 1981. Σ’ ένα άσημο τυπογραφείο τής πόλης τυπώνεται ένα βιβλίο που έμελλε να αποτελέσει τομή στην ελληνική πεζογραφία.
Ο συγγραφέας του σχεδόν άγνωστος, ο τίτλος του άβολος, «…από το στόμα τής παλιάς Remington…». Πέρασαν 40 χρόνια από την έκδοση τού βιβλίου και 23 χρόνια από τον πρόωρο θάνατο τού συγγραφέα. Η γενέτειρά του δεν εδέησε ούτε φέτος, μέσα σ’ ένα πλήθος επετειακών εκδηλώσεων, να θυμηθεί και να αφιερώσει μια μέρα στον πιο σημαντικό συγγραφέα της. Το μηνιαίο περιοδικό λόγου και τέχνης «Χάρτης» τού αφιερώνει τό τεύχος τού Νοεμβρίου…
Λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του. Ο Γιάννης Πάνου γεννήθηκε ως Γιάννης Παναγιωτόπουλος στην Τρίπολη το 1943, από γονείς μετοίκους από το χωριό Δολιανά τής ορεινής Κυνουρίας. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης. «Θρύλος τής εποχής τού 1-1-4», «συντάκτης ελευθερόφρονος φοιτητικού εντύπου», «βιβλιολάτρης και βιβλιοφάγος» (όπως τον έχουν αποκαλέσει), έζησε και εργάσθηκε στην πόλη τής Θεσσαλονίκης, συνδέθηκε με συγγραφείς τού πρώτου «Τραμ» και με την πνευματική κίνηση τής «Βιβλιοθήκης» (ως συνέταιρος τής Νόρας Αναγνωστάκη), ενώ μοιράστηκε αδιάλειπτα τα πρωτοποριακά θεατρικά εγχειρήματα τής συντρόφου του Ρούλας Πατεράκη. Το 1986 μετακόμισε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Στα γράμματα εμφανίστηκε σε ηλικία 28 ετών, το 1971, στην ομαδική αντιδικτατορική έκδοση «Νέα Κείμενα», με το δισέλιδο αφήγημα «Εκείνα τα χρόνια». Στο τέλος τού κειμένου δίνεται ο τόπος (Θεσσαλονίκη) και ο χρόνος συγγραφής (Νοέμβρης, 1970). Εύκολα αναγνωρίζει κανείς το αυτοβιογραφικό υπόβαθρο στο μετέπειτα έργο τής πρώτης ωριμότητας, αφού πυρηνικά στοιχεία τού αφηγήματος θα χωνευτούν αναπλασμένα στο σώμα τού πρώτου μυθιστορήματος. Εναύσματα και στη δική του περίπτωση οι εμπειρίες τής δεκαετίας 1940 - 1950, που παρέχουν και κάποια, χρήσιμα, βιογραφικού τύπου κλειδιά πρόσβασης στον μυθιστορηματικό του κόσμο.
Μετά από δέκα χρόνια, τον Μάιο τού 1981 και σε ηλικία 38 ετών, κυκλοφορεί τό πρώτο του μυθιστόρημα, με τον τίτλο «…από το στόμα τής παλιάς Remington…», από τον εκδοτικό οίκο και τυπογραφείο «Τρίλοφος» της Θεσσαλονίκης, αφού προηγουμένως ο εκδοτικός οίκος «Ερμής» είχε απορρίψει την έκδοση…
Το 1986, ο Γιάννης Πάνου δημοσιεύει μια ιδιόρρυθμη περιηγητική περιγραφή τής Τρίπολης, αρθρωμένη σε πέντε παραγράφους. Σύμφωνα με την [παιγνιώδη] υποσημείωση, «η περιγραφή τής Τριπόλεως συντάχθηκε κατόπιν παραγγελίας τής Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, για ν’ αποτελέσει τήν εισαγωγή σ’ έναν τουριστικό οδηγό τής περιοχής. Για λόγους που δεν διευκρινίστηκαν, το κείμενο δεν περιελήφθη στην τελική έκδοση» [Σημ. ΤΡ. Ο τίτλος μας, από την περιγραφή. Θα αναδημοσιεύσουμε αύριο αποσπάσματα].
Το 1987, δημοσιεύεται, πάλι στο περιοδικό «Τέταρτο», μια νέα συνεργασία του. «Το όνομα τού θηρίου. Το έμβλημα τού πονηρού, ο ωραίος Συχέμ και η …κυκλοφοριακή συμφόρηση», όπως είναι ο πλήρης τίτλος της. Είναι μια σύντομη, παιγνιώδης, εμπεριστατωμένη καββαλιστική πραγματεία, άσκηση στις κρυφές σημασίες και τη μαγική αριθμολογία τού αριθμού 666, η οποία «έχει σαν κέρδος μια σειρά μικρές ιστορίες».
Το 1998, μετά από δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια συγγραφικής σιωπής, κυκλοφορεί τό δεύτερο μυθιστόρημά του, η «Ιστορία τών Μεταμορφώσεων», από τις Εκδόσεις Καστανιώτη και επανεκδίδεται η «παλιά Remington» [Σημ. ΤΡ. Και για τα δύο αυτά μυθιστορήματα θα ακολουθήσουν δημοσιεύσεις τού Τριπολίτη].
Λίγους μήνες αργότερα, ξημερώματα Κυριακής 11 Οκτωβρίου 1998, ο διακριτικός και αθόρυβος Γιάννης Πάνου πεθαίνει, ύστερα από εξάμηνη μάχη με τον καρκίνο. Ήταν πενήντα πέντε ετών. Η νεκρώσιμη ακολουθία τελέστηκε την άλλη μέρα στην Αγία Ειρήνη τής Πλάκας. Ο τάφος του βρίσκεται στο Α´ Νεκροταφείο Αθηνών.
ΧΑΡΤΗΣ, τ. 35, Νοέμβριος 2021 - Αφιέρωμα
«Το σπίτι του Καρυωτάκη στέκει ασάλευτο και ροζ. Έρημο μέσα κι έξω. Ένας φιλότεχνος που ζούσε σε μια κάμαρα του ισογείου και φρόντιζε να φράζει με χαρτόνια τα σπασμένα τζάμια, πέθανε και αυτός. Τώρα οι κάργες». Από την περιγραφή της Τρίπολης του Πάνου. Τί και αν το «αναπαλαιώσανε», προφητικό, κάργες…
***********************
Τρίπολη
Μια περιήγηση του Γιάννη Πάνου
Η Τρίπολις, η πόλις, η απερίγραπτος
1. Ομοιότητες και διαφορές. Ευθύς εξαρχής πρέπει να τονισθεί ότι η ΤΡΙΠΟΛΙΣ, ως πόλις, δεν παρουσιάζει καμιά ομοιότητα με τη Θεσσαλονίκη.
Ποτέ δεν υπήρξε ευδαίμων και πολυάνθρωπος, ουδέποτε ευρέθη σε μυχό ιλυοτραφούς κόλπου, ούτε διέθετε ιχθυόσκαλα και κατ᾽ επέκταση ψαροταβέρνες, ποτέ βαριά οχυρωματικά έργα δεν την περιέσφιξαν, εκτός από μια έρημη γράνα, ένα χαντάκι δηλαδή κατά της Μηλιάς τον κάμπο, που έμεινε στην ιστορία γιατί γέμισε μια νύχτα με φρεσκοκομμένους τούρκικους λαιμούς. Πολλοί αυτόχθονες θέλουν να πιστεύουν ότι το ευώδες άρωμα και το ρουμπινένιο χρώμα της εξαιρετικής ποικιλίας σταφυλιού φιλέρι, που ευδοκιμεί αποκλειστικά και μόνο στην περιοχή αυτή, οφείλεται σε κάποιο είδος μεταφυσικής αρδεύσεως που έλαβε χώρα εκείνη την ανατριχιαστική νύχτα.
Οι γοτθισμοί όμως αποβάλλονται από αυτό τούτο το τοπίο. Καμπύλες απαλές, καμαροειδή τόξα, τρούλοι και πίδακες συντριβανιών και εκείνες οι φαρδοκάπουλες μπουίκ, ντε σότο, σεβρολέτ, στην πιάτσα των ταξί στην κεντρική πλατεία με την επιγραφή Κeep Right: προς Θεού, απλή υπόμνηση στους οδηγούς για δεξιόστροφη κυκλοτερή πορεία, αντίθετα προς τη φορά των δειχτών του ρολογιού.
2. Το αλλοπρόσαλλο υλικό του περιηγητή. Το υπάρχον ευτελές υλικό εν μέρει θα δεχτεί, εν μέρει θα αποσιωπηθεί και συναισθηματικά φορτισμένο, χωρίς τις πυρακτωμένες εκχύσεις του σε μήτρες λογοτεχνικές, θα αποδοθεί στην κοινή χρήση. Ακολουθείται ως γνώμων η υπόδειξη του ποιητή που φέρεται να δήλωσε αποφθεγματικά σε ιδιωτική συνομιλία: «Στην πόλη που γεννήθηκες επέστρεφε πάντοτε συναισθηματικά». Κι ας ερίζουν οι καβαφολόγοι. Πώς αλλιώς μπορεί να περιγραφεί μια πόλη στην οποία η εκφορά του Επιταφίου της Μεγάλης Παρασκευής διαφημίζεται με έγχρωμες αφίσες στους δρόμους και στις προθήκες και στην οποία ο μητροπολιτικός ναός στεγάζει στο ισόγειό του πληθώρα εμπορικών καταστημάτων, άσχετο αν η αρχική σύλληψη του τέκτονος προόριζε τους δώδεκα χώρους για παρεκκλήσια των ισαρίθμων Αποστόλων του Χριστού;
3. Η Ὀπερα. Δεν θυμάμαι αν στα εγκαίνια του κτηρίου όντως είχε κληθεί ο Καρούζο ή η Σωτηρία Μπέλλου, το βέβαιο είναι ότι τελικά τραγούδησε ένας Θεσσαλονικιός σωσίας του Μάριο Λάντσα. Φρενίτις και πανζουρλισμός. Ο θεατρώνης μ᾽ένα σταυρωτό εγγλέζικο ριγέ και κίτρινο τριαντάφυλλο στο πέτο, δεν εφείσθη εξόδων, έτσι που η αίθουσα έπλεε στο άλικο βελούδο, ως και τα παραπέτα του δεύτερου εξώστη βελούδινα κι αυτά. Και ήταν τόσος ο ενθουσιασμός ώστε οι λούστροι –έτσι αποκαλούνται οι υπαίθριοι στιλβωτές υποδημάτων, χωρίς διάθεση υποτιμήσεως- πετώντας κάτι αόρατες φαλτσέτες, την ώρα που ο σωσίας τούς χάριζε φιλιά, αφαίρεσαν πανομοιότυπα μικρά ορθογώνια βελούδινα κομμάτια από την κουπαστή της γαλαρίας, με τα οποία την άλλη μέρα το πρωί, χωρίς ενδοιασμό, εξόπλισαν τα κασελάκια τους. Ω, Les enfants du Paradis!
4.Φιλολογική ζωή. Το σπίτι του Καρυωτάκη στέκει ασάλευτο και ροζ. Έρημο μέσα κι έξω. Κάποιος φιλότεχνος που ζούσε σε μια κάμαρα του ισογείου και φρόντιζε να φράζει με χαρτόνια τα σπασμένα τζάμια, πέθανε κι αυτός. Τώρα οι κάργες.
5. Χωροχρονική αποτύπωση. Συναισθηματική
επιστροφή σημαίνει ενσάρκωση στο ρευστό παρόν ενός άλλου
χρόνου, παρελθόντος ή μέλλοντος, αδιάφορο. Η παλιά εμφάνιση
στα νύχια του φωτογράφου, στοιχείο διαχρονικό αναμφισβήτητο,
όπως η πραγματικότητα ή κάποια αποτύπωσή της τέλος πάντων
που βγαίνει μέσα από τις λεκάνες του. Ναι, έχω κάτι παλιές
φωτογραφίες. Μην του ’χεις εμπιστοσύνη, γέρασε και τα ’χει
χαμένα, μπέρδεψε τα φιλμ, δεν είναι φωτογραφίες της Τρίπολης
αυτές. Θυμήθηκα τότε κάτι μισόλογα και φήμες ότι ανακατώνει
δήθεν αλλιώτικα υγρά και φάρμακα, ότι από κάθε παραγγελία
κρατάει μυστικά ένα αντίγραφο, που ποτέ δεν μοιάζει μ’ αυτό που
δίνει στον πελάτη, ότι προσθέτει αόρατους τρίτους σε γαμήλιες
πόζες. Στο τέλος, για πρώτη φορά ίσως στη ζωή του, υπήρξε
ρηξικέλευθος: Λόγια, λόγια, λόγια των ανταγωνιστών μου. Η
πόλις, στην οποία αναφέρεστε, ούτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ.
Αντ’ αυτής σας προσφέρω μερικά ενσταντανέ που σύμφωνα με
τον νόμο των πιθανοτήτων αποτελούν και τη μόνη υπαρκτή
πραγματικότητα.
Σημείωση: Η ανωτέρω περιγραφή της Τριπόλεως συντάχθηκε κατόπιν παραγγελίας της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, για ν᾽αποτελέσει την εισαγωγή σ᾽έναν τουριστικό οδηγό της περιοχής. Για λόγους που δεν διευκρινίστηκαν, το κείμενο δεν περιελήφθη στην τελκή έκδοση. Γιάννης Πάνου