12 καλοκαιρινά διηγήματα. Υπό σκιάν
Η θερινή διηγηματογραφική παράδοση του Ανοιχτού Βιβλίου, συνεχίζει απρόσκοπτα, για ένατη συνεχή χρονιά, με ιστορίες που γράφουν αποκλειστικά για τους αναγνώστες της «Εφ.Συν.» συγγραφείς μιας ανοιχτής τεχνοτροπικής και ηλικιακής βεντάλιας.
Αυτό το καλοκαίρι, δώδεκα συγγραφείς επιλέγουν ισάριθμους λογοτεχνικούς ήρωες (ελληνικής ή ξένης πεζογραφίας) για να περάσουν μαζί τις διακοπές τους – εντός ή εκτός συνόρων. Ενα πρωτότυπο διήγημα, με παιγνιώδη διακειμενική διάθεση (κι όχι μόνο), όπου οι «παραθεριστές» ταξιδεύουν στον χώρο και στον χρόνο και μας μεταδίδουν εικόνες και σκέψεις από «διακοπές» περιπετειώδεις, διασκεδαστικές, απρόσμενες, θυελλώδεις, στοχαστικές, ερωτικές, αμφίθυμες, ειρωνικές.
Διακοπές μ’ έναν ήρωα, λοιπόν, καθώς το βιβλιοφιλικό μας ένθετο μεριμνά, εκτός από βιβλιογραφική ενημέρωση και κριτική πυξίδα, και για λογοτεχνική απόλαυση.
Μετά τον Νικήτα Σινιόσογλου, τη Βασιλική Ηλιοπούλου και την Ελενα Μαρούτσου, συνεχίζει η Λουκία Δέρβη.
Ανατόλ
Στην Καρδαμύλη της Μάνης έχτισε το εξοχικό του από τη δεκαετία του 1960 σε μια έκταση δεκάδων στρεμμάτων ο Σάσα Τολστόι. Ζούσε σε αυτό το σπίτι από τον Απρίλιο μέχρι τον Νοέμβριο κάθε χρόνο μέχρι το 2018 που έφυγε από τη ζωή και η γνωριμία μας έγινε το καλοκαίρι του 2017. Με φιλοξενούσαν στο σπίτι τους στην Καλαμάτα η Ρούλα και ο Νίκος, φίλοι αγαπημένοι, που καθώς γνώριζαν από το Παρίσι τον απόγονο του Λέοντος Τολστόι αποφάσισαν να μου τον συστήσουν – τους είχε προσκαλέσει να περάσουν μαζί το Σαββατοκύριακο.
Μας ξενάγησε στο σπίτι και το κτήμα με τις αμέτρητες ρίζες ελιάς και κάποια στιγμή κατά το σούρουπο έκανε την εμφάνισή του και ο φιλοξενούμενός του. Ενας πρίγκιπας! Ενας καλλονός! Ενας άντρας με ψηλή κορμοστασιά, λευκό μέτωπο, μαύρα φρύδια και το σαγηνευτικότερο βλέμμα που έχω δει ποτέ. Η συζήτηση γινόταν βέβαια στα γαλλικά, αν και ο πρίγκιπας Ανατόλ Κουράγκιν πετούσε εδώ κι εκεί μερικές λεξούλες στα ρωσικά που έδειχναν να ενοχλούν κάπως τον οικοδεσπότη. Ηταν ένα χάρμα οφθαλμών γιατί πέρα από την απαράμιλλη ομορφιά του είχε ένα κέφι τόσο πηγαίο που μας το μετέδιδε τραγουδώντας και χορεύοντας μια με μένα, μια με τη Ρούλα, κι ακόμα και η βάσιμη υποψία πως είχε μεθύσει δεν με εμπόδισε να τον χειροκροτώ συνέχεια και να τον κοιτώ γοητευμένη.
Κάποια στιγμή μάλιστα πρότεινε να περάσουμε το βράδυ μας παίζοντας χαρτιά, κάτι που ο οικοδεσπότης αποδοκίμασε έντονα καθώς, απ’ ό,τι μας είπε, ο Ανατόλ δεν πλήρωνε ποτέ τα χρέη του. Είχε, οφείλω να πω, μια πατρική αντιμετώπιση απέναντι στον νέο άντρα, κάτι που έκανε τον Ανατόλ να φέρεται ακόμα πιο επιπόλαια. Πριν καληνυχτιστούμε, ο Ανατόλ μού ζήτησε να τον αποκαλώ «Τόλια», όπως έκαναν «οι πολύ δικοί του άνθρωποι» καθώς μου είπε χαρακτηριστικά. Το βράδυ έτρεμα από ένταση και προσμονή και δεν μπόρεσα να κοιμηθώ.
Με προσκάλεσε να πάμε για μπάνιο μόλις με είδε το επόμενο πρωί στην κουζίνα∙ δεν μπόρεσα να κρύψω την έκπληξή μου, ούτε όμως και τη χαρά μου. Η Ρούλα και ο Νίκος μού είπαν «να προσέχω», δεν είχα δώσει μέχρι εκείνη τη στιγμή κάποιο δικαίωμα αλλά αυτή η μικρή απομάκρυνση από κοντά τους και από τον οικοδεσπότη τούς φάνηκε εξαιρετικά τολμηρή. Ο Σάσα κάτι είπε σε έντονο ύφος στον Ανατόλ στα ρωσικά και εκείνος αντί άλλης απόκρισης γέλασε δυνατά.
Στον δρόμο για την παραλία με ρώτησε αν ήθελα να κουβαλήσει την τσάντα μου, αν άντεχα τη ζέστη, αν ήμουν παντρεμένη ή αν είχα κάποιον δεσμό – οι ερωτήσεις γίνονταν όλο και πιο προσωπικές και σε όλες απάντησα αρνητικά χωρίς να κοκκινίσω που του έκρυβα την αλήθεια για τον γάμο μου. Τόσο συνεπαρμένη ήμουν από τη γοητεία του. Εδειξε να ικανοποιείται. Οταν φτάσαμε στην παραλία, βγάλαμε τα ρούχα που είχαν από τον ιδρώτα κολλήσει πάνω μας και βουτήξαμε στα κρύα νερά της Καρδαμύλης.
Είχε κάτι το μαγευτικό το σκηνικό, τα αμέτρητα τζιτζίκια με το ερωτικό τους κάλεσμα, το δροσερό νερό που ξυπνούσε τις αισθήσεις, η ομορφιά του Ανατόλ, η απέραντη ερημιά, χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα στην υγρή αγκαλιά του κι ένιωσα να ανατριχιάζω από δέος μ’ αυτό το σκίρτημα της καρδιάς που είχα χρόνια να αισθανθώ. Το φιλί του ήταν μεθυστικό και το στόμα μου αχόρταγο. Δεν ξέρω πόση ώρα περάσαμε μέσα στο νερό, όμως όταν βγήκαμε από τη θάλασσα μου είπε κρατώντας το χέρι μου: «Θες να τους το σκάσουμε;». Γέλασα από αμηχανία αλλά μου είπε: «Το εννοώ! Να φύγουμε τώρα, όπως είμαστε, να πάμε να ζήσουμε στη Ρωσία» και τότε κατάλαβα για μια ακόμη φορά στη ζωή μου πόσο αδυσώπητα σκληρή είναι η πραγματικότητα.
«Είσαι τόσο απερίσκεπτος, Τόλια!» του είπα αυστηρά και αυτά τα λόγια μου σαν να του έξυσαν κάποια ανεπούλωτη πληγή γιατί τον έκαναν να κοκκινίσει από θυμό, να φύγει και να με παρατήσει μόνη στην παραλία.
Οταν γύρισα κατάκοπη μετά από ώρες στην αγροικία του Σάσα Τολστόι, η Ρούλα και ο Νίκος έδειξαν ξαλαφρωμένοι αν και δεν με ρώτησαν τίποτα – υποθέτω από υπερβολική διακριτικότητα. Ο οικοδεσπότης φάνηκε και αυτός κάπως αλλαγμένος απέναντί μου: ήταν πολύ περιποιητικός και ευγενικός σαν να ντρεπόταν για τον καλεσμένο του, σαν να ήξερε καλά τα καμώματά του. Ο ίδιος ο πρίγκιπας δεν ξαναφάνηκε στο σπίτι μέχρι που φύγαμε την άλλη μέρα.
Θα είχα βέβαια εντελώς ξεχάσει αυτό το περιστατικό αν δεν έπιανα την επόμενη χρονιά να διαβάσω το «Πόλεμος και Ειρήνη» του Λέοντος Τολστόι. Δεν μπόρεσα να κρύψω την έκπληξή μου όταν εμφανίστηκε στο μυθιστόρημα ο πρίγκιπας Ανατόλ Κουράγκιν. Τα μεθύσια του, η χαρτοπαιξία του, η ομορφιά του, η επιπολαιότητά του απέναντι στη Νατάσα Ροστόβα, ακόμα και η εμφάνισή του και το χαϊδευτικό του, «Τόλια», δεν μπορεί, αυτός πρέπει να ήταν ο γοητευτικός νέος άντρας που είχα γνωρίσει στην Καρδαμύλη! Διάβαζα αχόρταγα τις αμέτρητες σελίδες και μόνο προς το τέλος προβληματίστηκα, μιας και ο ήρωας του μυθιστορήματος είχε χάσει το ένα πόδι του στη μάχη του Μποροντίνο. Ισως λοιπόν να ήταν ένας απόγονός του ο πρίγκιπας που είχα γνωρίσει πέρσι.
Εγραψα στον Σάσα Τολστόι ρωτώντας τον ευθέως για την ομοιότητα του καλεσμένου με τον ήρωα του μυθιστορήματος. Λίγες εβδομάδες μετά μου ήρθε η εξής απάντηση από την κόρη του: «Με λύπη σας πληροφορώ ότι ο πατέρας μου, Σάσα Τολστόι, απεβίωσε πριν από ένα μήνα. Θα ήθελα όμως να σας θυμίσω πως οι λογοτεχνικοί ήρωες δεν πεθαίνουν ποτέ».
Το διήγημα αναφέρεται στον Πρίγκιπα Ανατόλ Κουράγκιν από το «Πόλεμος και Ειρήνη» (1869) του Λέοντος Τολστόι.
Τελευταίο βιβλίο της Λ. Δέρβη είναι το μυθιστόρημα «Θέα Ακρόπολη» (Μεταίχμιο, 2019).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου