Φοίβος Καλλίτσης: Φυσικός και ψηφιακός χώρος την εποχή της πανδημίας
Ίσως είναι η πρώτη φορά που στις αγωνίες μας για ένα δυστοπικό μέλλον, εικόνες από ταινίες όπως, για παράδειγμα, η «7η Σφραγίδα» του Ίνγκμαρ Μπέργκαν και ο «Θάνατος στη Βενετία» του Λουκίνο Βισκόντι, συμπλέκονται με αυτές του «1984» του Μάικλ Ράντφορντ από το βιβλίο του Όργουελ ή το «Θαυμαστό καινούριο Κόσμο» του Άλντους Χάξλεϋ. Στην ταινία του Μπέργκμαν ο ιππότης χάνει στο σκάκι από το Θάνατο, σε ένα τοπίο του ύστερου Μεσαίωνα, ρημαγμένο από την πανώλη. Στο «Θάνατος στη Βενετία», από το βιβλίο του Τόμας Μαν, ο πρωταγωνιστής, στο τέλος, αφήνει τον εαυτό του εκτεθειμένο στη χολέρα, ανήμπορος να αποδεχτεί έναν αδύνατο έρωτα. Στα βιβλία του Όργουελ και του Χάξλεϋ περιγράφονται ανατριχιαστικά ο Μεγάλος αδελφός και η ευγονική που ήδη αναγνωρίζουμε. Η πανδημία ένωσε αδιάρρηκτα υγεία και παρακολούθηση, ανέτρεψε βίαια τις ισορροπίες στην καθημερινότητά μας, στο φυσικό και ψηφιακό χώρο, θέτοντας σε επισφάλεια την υγεία, την εργασία, τις σχέσεις μας. Οπότε, στις παρούσες συνθήκες, ποιος είναι ο ρόλος της ψηφιακής τεχνολογίας στην προσβασιμότητα του φυσικού χώρου; Σε ποιο βαθμό οι κοινωνικές αντιλήψεις και οι πολιτικές επιλογές εξυπηρετούν κάποιους πολίτες και αποκλείουν άλλους; Πώς για την ασφάλεια μας νομιμοποιείται περαιτέρω η παρακολούθηση; Μπορούμε να οραματιστούμε τη ζωή μας μετά;
Για αυτό το νέο τοπίο που έχει διαμορφωθεί, τη ζωή και τις αγωνίες μας, κάνουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον επίκουρο καθηγητή και διευθυντή προγράμματος Μάστερ της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ στην Αγγλία, Φοίβο Καλλίτση.
Στην προηγούμενη συζήτησή μας, πριν από τέσσερα περίπου χρόνια, η ανησυχία μου και οι απορίες μου αφορούσαν την «αλλοίωση» των φυσικών μας σχέσεων από την ψηφιακή τεχνολογία.
Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή το μεγάλο σοκ δεν είναι τόσο οι ψηφιακές τεχνολογίες, όσο η απουσία της δυνατότητας χρήσης του δημόσιου χώρου. Αν τότε συζητούσαμε με την οπτική των ψηφιακών μέσων και της ιδιωτικότητας που προσέφεραν, αυτή τη στιγμή μάλλον συζητάμε για ψηφιακές τεχνολογίες που επιτρέπουν να έχεις μια δημόσια παρουσία και κοινωνικές συνευρέσεις ακόμα κι αν είσαι κλειδωμένος σε ένα σπίτι. Χρησιμοποιούμε τον αγγλικό όρο λοκντάουν…
Είναι εγκλεισμός.
Είμαστε κλειδωμένοι. Και, αναλόγως και σε ποια χώρα βρίσκεται ο καθένας, αυτός ο εγκλεισμός έχει διαφορετικές συνέπειες, διαφορετικούς περιορισμούς. Οπότε η ψηφιακή τεχνολογία γίνεται σχεδόν το μοναδικό μέσο συνεύρεσης. Τα μέτρα στην Ελλάδα σχεδόν επιβάλλουν την ψηφιακή τεχνολογία για να κινηθείς στο δημόσιο χώρο, όταν για να βρεθείς εκτός σπιτιού χρειάζεται ένα sms…
Είναι κάπως ειρωνικό. Στην Αγγλία πώς είναι το σύστημα;
Στην Αγγλία tο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Αγγλίας (National Health Service) δημιούργησε μια εφαρμογή για κινητά, την track and trace, εντοπισμού και ιχνηλάτησης.
Τρομακτικό, θα έλεγα..
Είναι σε μεγάλο βαθμό. Στην ουσία όταν πήγαινες σε μια παμπ, σινεμά ή θέατρο, όταν αυτά ακόμα λειτουργούσαν, χρησιμοποιούσες την εφαρμογή για να καταγραφεί η επίσκεψή σου. Με αυτό τον τρόπο σε περίπτωση κρούσματος, ειδοποιούνταν όσοι συνυπήρχαν στον ίδιο χώρο. Σε περίπτωση που δεν είχες την εφαρμογή έπρεπε να αφήσεις το όνομα και το τηλέφωνό σου.
Ναι, είναι πλήρης έλεγχος. Εφαρμόστηκε εξαρχής;
Όχι, αυτό εφαρμόστηκε μετά το πρώτο καθολικό κλείσιμο. Μετά το πρώτο μούδιασμα, αυτή η εφαρμογή ήταν ένα μέτρο για να μπορέσει ο κόσμος να βγει έξω. Αν δεν έχεις την εφαρμογή ή δεν δίνεις τα στοιχεία σου, σε αποκλείουν από τους χώρους συνεύρεσης. Κατά μία έννοια, προκειμένου να υπάρξεις με άλλους ανθρώπους, πρέπει να το δηλώσεις σε μια κυβέρνηση για το καλό σου, το καλό όλων. Τώρα που είμαστε πάλι σε εγκλεισμό η εφαρμογή είναι σε αχρηστία.
Ακόμα κι αν θέλεις να πας μια βόλτα το δηλώνεις κι εκεί;
Όχι, υπάρχει μια λογική ότι από τη στιγμή που δόθηκαν οδηγίες στους πολίτες αυτές θα εισακουσθούν, όχι απαραίτητα αληθές βέβαια. Υπάρχουν αντίστοιχοι κανονισμοί, για το πόσες φορές μπορείς να βγεις έξω και για το ότι δεν μπορείς να συναντάς πάνω από ένα άτομο από άλλο σπίτι, ειδικά αν δεν ανήκεις στο ίδιο «νοικοκυριό» (household). Ο ορισμός του «νοικοκυριού» και πώς γίνεται αντιληπτό ως χώρος και κοινωνικές σχέσεις έχει ενδιαφέρον. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, συνειδητοποίησαν τις συνέπειες του να απαγορεύσεις σε έναν άνθρωπο που μένει μόνος να συναντήσει κάποιον άλλο. Και αυτοί που μένουν μόνοι αποτελούν ένα μεγάλο ποσοστό. Γι’ αυτό το λόγο, εισήγαγαν κάποιες εξαιρέσεις στο γενικό κανόνα, που διευρύνει την έννοια του «νοικοκυριού» πέρα από την πυρηνική οικογένεια ή του μένουμε στο ίδιο σπίτι. Τα μέτρα επιτρέπουν να συστήσουμε τις λεγόμενες «κοινωνικές φούσκες» (social bubbles), μέσω των οποίων επιτρέπεται ένας άνθρωπος που μένει μόνος να γίνει μέρος ενός άλλου σπιτικού, που σημαίνει ότι αυτός μπορεί να τους επισκεφτεί αλλά και οι άλλοι αυτόν και να κάνουν κάποια δραστηριότητα μαζί. Στην Ελλάδα, η έννοια του «νοικοκυριού» παραμένει δέσμια της πυρηνικής ή διευρυμένης οικογένειας, με αποτέλεσμα σε αυτές τις συνθήκες να αποκλείει ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων.
Ναι, στην Ελλάδα είναι ενδεικτικό ότι στα 6 sms δεν περιλαμβάνεται δυνατότητα κοινωνικότητας για όσους μένουν μόνοι, ούτε πρόβλεψη να συναντηθεί ένα ζευγάρι που μένει σε χωριστά σπίτια. Ή, εξ ανάγκης, θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την αιτιολογία «παροχή βοήθειας σε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη».
Στην Αγγλία στον πρώτο εγκλεισμό υπήρξε η περίπτωση ενός συμβούλου, ο οποίος παραιτήθηκε επειδή επισκέφτηκε τη σύντροφό του που έμενε σε άλλη γειτονιά του Λονδίνου. Αυτός παραδέχτηκε ότι δεν ακολούθησε τους κανόνες αλλά είπε ότι το έκανε γιατί αισθανόταν ότι ο ίδιος και η σύντροφός του ανήκαν στο ίδιο «νοικοκυριό». Ίσως αυτό να πυροδότησε μια διαφορετική σκέψη σε αυτή την εκδοχή του λοκντάουν. Η διαφορετική προσέγγιση στο δεύτερο κύμα μάλιστα δείχνει ότι το λοκντάουν δεν αποτελεί διαχείριση κρίσης. Είναι απλώς ένα προσωρινό μέτρο για να επιτρέψει σε μια κυβέρνηση να προετοιμάσει ένα σχέδιο για τη διαχείριση της κρίσης. Μπορεί ο κυρίαρχος λόγος να αφορά τη διάσωση της οικονομίας, αλλά εξίσου σημαντικό είναι να δημιουργηθούν οι συνθήκες ώστε να μπορούμε να υπάρξουμε έξω από τα σπίτια μας και να νιώθουμε κάποια ασφάλεια. Το να κατακρίνεις τα μέτρα του λοκντάουν δεν σημαίνει ότι είσαι αρνητής του κορονοϊού ή της μάσκας.
Όχι αλλά υπάρχει σύγχυση, και στην Ελλάδα έχει αναπτυχθεί σχεδόν κίνημα κατά της μάσκας.
Σε μεγάλο βαθμό έχει να κάνει με τη διαχείριση των πραγμάτων. Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν κανόνες για την παρουσία μας στο δημόσιο χώρο. Το δημόσιο πάντα επιβάλλει ένα φιλτράρισμα, για παράδειγμα, αποδεχόμαστε ότι δεν πρέπει να κυκλοφορούμε γυμνοί. Οπότε, στο πλαίσιο του φιλτραρίσματος, υπό αυτές τις συνθήκες, εντάσσεται και το να φοράμε μάσκα. Αλλά η αλλαγή του τρόπου σκέψης δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη και χρειάζεται σωστή και συνεπής ενημέρωση.
Πάντως, αυτό που περιέγραψες με την εφαρμογή στα κινητά και την εξουσία που δίνεται να ελέγχονται όλες οι κινήσεις σου, είναι το πιο ανησυχητικό. Η αγωνία μας είναι πώς θα λειτουργήσει και μετά την πανδημία.
Είναι τρομακτικό. Βέβαια, απέχουμε από το οργουελιανό μοντέλο, καθώς ο κόσμος μπορούσε απλά να δώσει τα στοιχεία του προφορικά και να μην έχει την εφαρμογή.
Οπότε κάποιος μπορούσε, ας πούμε, να επιλέξει, παρά το φόβο, να μη δώσει τα πραγματικά του στοιχεία;
Ναι, να δώσεις λάθος τηλέφωνο ή όνομα. Στην Αγγλία, όπως είπαμε υπάρχει διαφορετικός βαθμός εμπιστοσύνης. Η πλειοψηφία λειτούργησε με τη λογική ότι δεν είναι εισβολή στην προσωπική ζωή αλλά ένα μέτρο για να προστατευτούμε οι ίδιοι και ο περίγυρός μας.
Αυτό είναι πολύ ισχυρό επιχείρημα, το θέμα της ασφάλειας. Ακόμη και πολίτες που αντιδρούν στην παρακολούθηση, τελικά το δέχονται. Το ίδιο ισχύει και για τις κάμερες σε όλα τα σημεία της πόλης. Που μπορούν να τσεκάρουν ολόκληρη τη διαδρομή σου μιας μέρας.
Οι κοινωνίες της παρακολούθησης έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχει και μια μερίδα του κόσμου που κατέβασε την εφαρμογή λέγοντας «έτσι κι αλλιώς μας παρακολουθούν μέσα από όλες τις εφαρμογές, μια ακόμη δεν κάνει τη διαφορά». Ένα ισχυρό επιχείρημα είναι επίσης: «και γιατί να μη σε παρακολουθούν, έχεις κάτι να κρύψεις;». Έχει πολλές προεκτάσεις αυτό το ζήτημα. Αν παλιότερα συζητούσαμε ότι μέσα από όλες αυτές τις ψηφιακές πλατφόρμες υπήρχε μια μορφή παρακολούθησης και ελέγχου λόγω μιας σειράς προβλημάτων που προέκυψαν μέσω καταγραφής συζητήσεων, πλέον μας επιβάλλεται να δηλώσουμε τις κινήσεις μας χωρίς να ξέρουμε πού καταλήγουν όλα αυτά τα δεδομένα.
Αν όμως αφαιρέσεις το δημόσιο από τη ζωή μας, τι μένει για κάποιους ανθρώπους; Δεν έχουν όλοι πρόσβαση στην ίδια ποιότητα ιδιωτικού χώρου και για κάποιες ομάδες ο ιδιωτικός χώρος δεν υπάρχει. Για παράδειγμα, ποιος είναι ο ιδιωτικός χώρος του 14χρονου που θέλει να συναντήσει τη φίλη του; Ακόμη χειρότερα, αν θέσουμε ζητήματα φύλου και σεξουαλικότητας, ποιος είναι ο ιδιωτικός χώρος μίας 14χρονης που θέλει να συναντήσει το αγόρι της ή την κοπέλα της;
Όπως και αυτός μιας εγκλωβισμένης γυναίκας, αφού έχει αποκλειστεί από τη δυνατότητα επικοινωνίας εκτός σπιτιού. Ακούγοντάς σε, αυτό που έχει ενδιαφέρον σε σχέση με πριν, είναι ότι, αφού δεν υπάρχει δυνατότητα συνεύρεσης στο δημόσιο χώρο, είναι αναγκαστική η ψηφιακή κοινωνικότητα και ταυτόχρονα, τώρα, αποκαλύπτονται τα όριά της.
Υπάρχει διαφορά όταν χρησιμοποιείς το ψηφιακό κομμάτι ως κάτι που προστίθεται στις δυνατότητες που ήδη έχεις και όταν αυτό είναι η μοναδική επιλογή. Αποκαλύφθηκε η ψηφιακή ένδεια, και ότι δεν είναι αυτονόητο ότι η «ψηφιακή» γενιά μπορεί να κάνει μαθήματα εξ αποστάσεως. Ίσως τα μαθήματα στα πανεπιστήμια να μην αφορούν τους πάντες, αλλά είναι ενδεικτικά των προβλημάτων που αναδύονται. Δεν είναι λίγοι οι φοιτητές μου οι οποίοι δεν έχουν υπολογιστές. Οι εγκαταστάσεις των Πανεπιστημίων ήταν η πρόσβασή τους στον ψηφιακό κόσμο – τι συμβαίνει λοιπόν όταν εκτός από τις παραδόσεις που δεν πραγματοποιούνται δια ζώσης, κλείνουν και τα κτίρια; Υπάρχουν πολλά μαθήματα που απαιτούν εγκαταστάσεις και εργαστήρια. Πολλές γενικεύσεις ανατράπηκαν και νέα δεδομένα αναδύθηκαν.
Η μεγάλη ανατροπή δεν αφορά τις εργασιακές σχέσεις, φυσικά για ακόμη μια φορά τα βιοτικά προβλήματα, αλλά και τις χωρικές ανακατατάξεις;
Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο τις επισφαλείς εργασιακές σχέσεις και τις ανισότητες που κάνουν την ατομική ευθύνη να ακούγεται ως αστείο, όταν ο άλλος θέλει να επιβιώσει. Και αυτές οι ανισότητες εκφράζονται και χωρικά. Όταν μιλούσαμε πριν για τον ψηφιακό κόσμο ήταν μια υβριδική συνθήκη όπου υπήρχε η δυνατότητα να βρεθείς και στο φυσικό χώρο. Οπότε το ψηφιακό έδινε νέες δυνατότητες. Καθώς όμως τα σώματα περιορίζονται, αποκαλύπτονται οι περιορισμοί των ψηφιακών λύσεων και οι αντιδράσεις αυξάνονται, πολλές φορές δυσανάλογα. Ο ιδιωτικός μας χώρος δεν ήταν φτιαγμένος για να είναι γραφείο, να δουλεύω εγώ, ο/η σύντροφός μου, τα ανήλικα και ενήλικα παιδιά… Πόσες δραστηριότητες θα φιλοξενήσει ένα μέσο αστικό διαμέρισμα, και πόσες θα αποκλείσει όταν, δε, έχεις λιγότερες παροχές από το μέσο διαμέρισμα;
Σε μια πρόσφατη συζήτηση ένας φίλος είπε «μόλις έφαγα και πάω στην τραπεζαρία να συνεχίσω τη δουλειά». Η σηματοδότηση αλλάζει και μου θυμίζει ένα από τα πρώτα μαθήματα στις αρχιτεκτονικές σχολές. Όταν μιλάμε για σχεδιασμό χώρου να μην αναφερόμαστε σε κουζίνα, σαλόνι, τραπεζαρία αλλά σε χώρο προετοιμασίας φαγητού, χώρο ξεκούρασης, κ.ο.κ. Οι λειτουργίες διαμορφώνουν το χώρο, και σήμερα πλέον η τραπεζαρία είναι χώρος εργασίας. Αυτή ίσως είναι μια απλή μετατροπή για μένα που μένω μόνος μου. Αν συνυπήρχαμε τέσσερα άτομα αυτό δεν θα ήταν εξίσου εύκολο.
Αλλά αντίστοιχα υπάρχουν ζητήματα στους εργασιακούς χώρους. Στη δουλειά, το διάλειμμα για φαγητό ήταν και μια μορφή κοινωνικοποίησης, η οποία χάνεται στην εξ αποστάσεως εργασία. Σε ένα κόσμο όπου ασφάλεια είναι η απομόνωση, τα ανοιχτού τύπου γραφεία (open plan), χωρίς διαχωριστικά και χωρίς πόρτες που επιτρέπουν την απομόνωση, αποτελούν πρόβλημα. Παράλληλα, η κοινωνικοποίηση αποτελεί υγειονομικό κίνδυνο και ο όρος κοινωνική αποστασιοποίηση (social distancing) χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η φυσική αποστασιοποίηση (physical distancing).
Στην Αγγλία υπάρχει το φαινόμενο εταιρειών που καταργούν τα γραφεία τους, δείχνοντας την τάση να σταθεροποιηθεί αυτή η λογική εργασίας. Αλλά η εργασία στο σπίτι καταργεί την έννοια του ιδιωτικού χώρου, με κάμερες να ανοίγουν σε σαλόνια και κρεβατοκάμαρες, ή τα επαγγελματικά τηλεφωνήματα που ακόμη και σε ώρες γραφείου μπορεί να αναστατώσουν τις ισορροπίες στο σπίτι. Πόσο εύκολα μπορείς να καλέσεις ένα συνάδελφο που έχει ένα μωρό που μπορεί να κοιμάται; Στην άλλη άκρη της ψηφιακής σύνδεσης υπάρχουν σώματα τα οποία επηρεάζονται.
Ένα ερώτημα είναι τι θα μας αφήσει όλο αυτό, εννοώ όχι μόνο ατομικά, αλλά και ως κοινωνία.
Σίγουρα όλο αυτό μας έχει αφήσει φοβίες για το τι σημαίνει να είμαι έξω, σίγουρα έχει δημιουργήσει πάρα πολλές αποστάσεις και στην απλή χειραψία. Το καλοκαίρι στην Ελλάδα είχα μια αμηχανία για το τι πρέπει να κάνω, όχι από δική μου ανησυχία αλλά μήπως κάνω κάτι που θα φέρει τον άλλον σε δύσκολη θέση. Και αυτό σχετίζεται με τα μηνύματα που λαμβάνουμε. Μετά την πρώτη καραντίνα, η κυβέρνηση έδινε συγχαρητήρια στον εαυτό της για το χειρισμό του ζητήματος δίνοντας ένα μήνυμα ότι τέλειωσε το πρόβλημα. Παράλληλα κάλυπτε τον εαυτό της με σποτάκια που έλεγαν ότι δεν τελειώσαμε ακόμη με τον ιό και πρέπει να προσέχουμε. Δύο διαφορετικά μηνύματα, τα οποία όμως επιτρέπουν στον πολίτη να υιοθετήσει αυτό που τον βολεύει. Ειδικά όμως μετά από μια περίοδο εγκλεισμού αυτό περιέχει κινδύνους. Βγαίνοντας στο δημόσιο χώρο οι επιλογές μου επηρεάζουν κάποιον άλλον: έτσι, αν υιοθετώ το μήνυμα ότι το πρόβλημα πέρασε, τον συνάνθρωπό μου, που υιοθετεί το μήνυμα ότι δεν ξεμπερδέψαμε, θα τον αντιμετωπίσω ως φοβικό.
Ήδη ό,τι περιγράφεις έχει διαφοροποιήσει κατά πολύ τις σχέσεις μας και, αναδείχτηκαν πολλές κρυμμένες εντάσεις, οπότε δεν ξέρουμε και τι σημαίνει «βγαίνουμε» από την παρούσα κατάσταση.
Νομίζω ότι το μήνυμα επιστροφή στην κανονικότητα είναι ένα αστείο σλόγκαν που έχει αποδομηθεί πριν την πανδημία. Οι σχέσεις μας θα αλλάξουν όπως θα αλλάξει και η σχέση που έχουμε γενικά με το δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο. Έχει αλλάξει όμως σε μεγάλο βαθμό η συμπεριφορά μας, ξαφνικά ζούμε σε μια συνθήκη που ο δημόσιος χώρος σε μεγάλο βαθμό είναι μη προσβάσιμος. Επιπροσθέτως, έχει αναπτυχθεί ένας φόβος για το δημόσιο χώρο, ο οποίος ξεπερνά τα παλιά στερεότυπα των επικίνδυνων δρόμων της πόλης. Πολύς κόσμος έχει ξεχάσει τι σημαίνει «βγαίνω εκτός σπιτιού». Όσον αφορά το χώρο και τη διαμόρφωσή του, η αισιόδοξη πλευρά μου θέλει να πιστεύει ότι θα επιστρέψουν στο επίκεντρο ζητήματα σχεδιασμού, όπου τα τελευταία χρόνια υποχωρούν στο όνομα του κέρδους.
Είναι ενδιαφέρουσα πάντα η χωρική προσέγγιση σου.
H αρχιτεκτονική δίνει σε μεγάλο βαθμό χωρική υπόσταση στις κοινωνικές σχέσεις. Μπορεί να ξαναμπεί στη συζήτηση η κατοικία, οι ανάγκες στο δημόσιο χώρο, πώς πρέπει να είναι ο εργασιακός χώρος. Από την άλλη βλέπει κανείς ότι η απάντηση στην πανδημία είναι σπασμωδικές κινήσεις, όπως ο Μεγάλος Περίπατος, που δείχνει ότι η πολιτική βούληση θέλει να συνεχίσει να λειτουργεί στον αυτόματο πιλότο. Ο αυτόματος πιλότος όμως αγνοεί νέες συνθήκες και ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.
Στην αρχή που ανέφερες τους τύπους sms, φαίνεται ο βαθμός που όλα λειτουργούν με επίκεντρο την πυρηνική οικογένεια. Υπάρχει πρόβλεψη για να συναντηθούν διαζευγμένοι λόγω του παιδιού, για φροντίδα ηλικιωμένου, που σιωπηλά υπονοεί γονέα, αλλά όχι για ζευγάρια που δεν ζουν μαζί. Αντίστοιχα σχεδιάζεται και ο χώρος ακόμη και σήμερα. Δύο άτομα σε μία κατοικία σημαίνει ένα ζευγάρι άρα ένα υπνοδωμάτιο. Το δεύτερο υπνοδωμάτιο ακόμη είναι αντιληπτό ως το παιδικό δωμάτιο.
Είναι αλήθεια. Είναι σαν μην υπάρχουν διαφορετικές επιλογές ζευγαριών ή άλλες συνθήκες.
Υπάρχουν, αλλά πρέπει να προσαρμοστούν στην παραπάνω συνθήκη. Στον εγκλεισμό όμως φάνηκαν οι περιορισμοί και αυτή είναι και η σχεδιαστική πρόκληση, να βρεθούν τα εργαλεία για να ανταποκριθούμε στα νέα δεδομένα και να ανατρέψουμε «αναμφισβήτητες» αλήθειες, και να μην επιστρέψουμε στις κανονικότητες. Πιθανότατα να ακούγεται δευτερεύον ζήτημα, αλλά εκφράζει την ευρύτερη κοινωνική, οικονομική και πολιτική συγκυρία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου