Δευτέρα, Φεβρουαρίου 18, 2019

Ποίηση και πολιτική

http://www.avgi.gr/documents/10179/0/02.+FILTER_OBJECTS_SERIES_2+%281%29.jpg/0567db0e-98eb-4018-8a9c-5f3176560875?t=1549882881901&imageThumbnail=3
ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΑΣΣΗ
Πηγή:  avgi.gr

Γουδί, 26 Νοεμβρίου 1925, 9η πρωινή: η στρατιωτική δικτατορία του Θ. Πάγκαλου (Ιούνιος 1925 -Αύγουστος 1926) εκτελεί δι’ απαγχονισμού, δημοσία θέα, δύο καταχραστές του δημοσίου «προς παραδειγματισμόν και περιφρούρησιν του δημόσιου πλούτου». Στην απάνθρωπη αυτή πράξη αντιτίθενται ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών (ο οποίος επισημαίνει τον άδικο -καθ’ ότι αναδρομικό -χαρακτήρα της δικαστικής απόφασης), κάποιες προοδευτικές εφημερίδες και η Φοιτητική Συντροφιά, ηγετικό μέλος της οποίας ήταν ο Γ. Θεοτοκάς (1905-1966), μετέπειτα πασίγνωστος εκπρόσωπος της «Γενιάς του ̓ 30»i.
Στο κείμενό του Φοιτητική Συντροφιά: απολογισμός του Διοικητικού Συμβουλίου της χρονιάς 1925-1926 σημειώνει σχετικά: «Στη Φοιτητική Συντροφιά δόθηκε πέρσι η ευκαιρία να δείξει το θάρρος της και έξω από το δημοτικιστικό αγώνα. Όταν το Νοέμβρη του 1925 η διχτατορία επέβαλε αναδρομικά την ποινή του θανάτου σε δύο πολίτες και τους κρέμαζε μέσα στην Αθήνα, η Φοιτητική Συντροφιά θεώρησε πως είχε την υποχρέωση να υψώσει φωνή διαμαρτυρίας. [...] Η διαμαρτυρία εκείνη της Φοιτητικής Συντροφιάς ήτανε η μόνη που ακούστηκε τότε εξόν από τη διαμαρτυρία του Δικηγορικού Συλλόγου. Καμιά εφημερίδα δεν τόλμησε να τη δημοσιεύσει.»ii
«Ήτανε η μόνη που ακούστηκε τότε»; Κι όμως, υπήρξε μια φωνή από την αντίπερα όχθη τής υπό διαμόρφωση (αστικοφιλελεύθερης, βενιζελοτραφούς κατά βάση) «Γενιάς του ̓ 30»: αυτή του Κ.Γ. Καρυωτάκη (1896-1928) που με το ποίημά του Η πεδιάς και το νεκροταφείον (Πίναξ ημιτελής) (Ελεγεία και Σάτιρες, 1927), μεταπλάθει αισθητικά τον τόπο εκτέλεσης μέσω μιας μελαγχολικής, πεισιθάνατης περιγραφής (της «πεδιάδος και του νεκροταφείου»), η οποία καταλήγει στην -ρεαλιστικών και σαρκαστικών τόνων -καταγγελία αυτής της αποτρόπαιας πράξης της παγκαλικής δικτατορίας:
«(Ωραίο, φριχτό και απέριττο τοπίον!
Ελαιογραφία μεγάλου διδασκάλου.
Αλλά του λείπει μια σειρά ερειπίων
κι η επίσημος αγχόνη του Παγκάλου.)»iii.

______________________________

Η Πεδιάς και το Νεκροταφείον

(Πίναξ ημιτελής)

Έχει πια δύσει ο ήλιος του χειμώνα,
και γρήγορα, σα θέατρο, σκοτεινιάζει,
ή σα να πέφτει πέπλο σε μια εικόνα.
Άλλο δε βρίσκει ο άνεμος, ταράζει
μόνο τ' αγκάθια στην πεδιάδα όλη,
μόνο κάποιο χαρτί σ' όλη τη φύση.
Mα το χαριτωμένο περιβόλι
αίμα και δάκρυα το 'χουνε ποτίσει.
Aδιάκοπα τα δέντρα ξεκινούνε,
κι οι πέτρινοι σταυροί σκίζουν σα χέρια
τον ουρανό που σύννεφα περνούνε,
τον ουρανό που είναι χωρίς αστέρια.

(Ωραίο, φριχτό και απέριττο τοπίον!
Eλαιογραφία μεγάλου διδασκάλου.
Aλλά του λείπει μια σειρά ερειπίων
κι η επίσημος αγχόνη του Παγκάλου.)

_______________________
Το γεγονός αυτό γεννά συνειρμούς όχι μόνο για τη σύμπτωση της ανθρωπιστικής στάσης δύο βασικών εκπροσώπων αντιτιθέμενων -κατά τ’ άλλα -ποιητικών γενεών («Γενιά του ̓ 20» /«Γενιά του ̓ 30») αλλά και για το στερεότυπο της αποκλειστικώς απολίτικης, πεσιμιστικής «Γενιάς του ̓ 20» σε σχέση με την πολιτικο-ποιημένη (φιλελεύθερη) «Γενιά του ̓ 30». Ο κοινωνικοπολιτικός προβληματισμός τής «Γενιάς του ̓ 20» δεν εντοπίζεται μόνο στον κορυφαίο εκπρόσωπό της Κ.Γ. Καρυωτάκη -ήδη έχει μελετηθεί στα 1933 από τον Τέλλο Άγρα (1899-1944) -αλλά και σ’ έναν άλλο γηραιότερό του, πλην -λόγω των κοινών ρομαντικών και συμβολιστικών καταβολών τους -ενταγμένο στην ίδια γενιά, τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (1888-1944). Η κυρίαρχη αισθητιστική (και ρομαντική, συμβολιστική) τεχνοτροπία και θεματική της ποίησής του δεν του απαγορεύουν να γράψει και εξόχως αντιμιλιταριστικά ποιήματα, όπως Οι αγύριστοι, με αφορμή τους Βαλκανικούς Πολέμους («Κι οι μανούλες δεν ξέρουν το χαμό σας /στο πεζούλι η καθεμιά σκυμμένη, /ως με τη βαθιά νυχτιά εκεί μένει, /γιατί λαχταράει τον ερχομό σας... [...] Κι ω λαχτάρα κι ω καημέ κι ω πόνε, /πού και ποια σκουλήκια ή ποια κοράκια /τρών’ τ’ αγαπημένα τα χεράκια, /τις αγαπημένες καρδιές τρώνε;...»iv
__________________________

Σάλπισμα!
Το Λυδικόν τρόπο ας κοιμήσω,
τον πλιο γερό ρυθμό να πάρω,
τα σωτικά να τρικυμίσω,
ναν τα γιομίσω από το Μίσο
της Βουλγαριάς και των Βουλγάρω.

Πέρα απ’ το πέλαο το γαλάζο
σα μπόρα την Κραυγή μου λύνω,
τον πράο το στίχο τον αλλάζω,
και μέσ’ στα τρίστρατα αλαλάζω
την παλιά Δόξα των Eλλήνω.

Εντός μου εκόχλασεν η μπόρα,
και μιαν αποθυμιάν ελύθη
μέσ’ την ψυχή μου· πώς να ημπόρα
ναν τα μεταναστήσει τώρα
όσα που τα κατάπιε η Λήθη.

Τα χρυσά χρόνια, τα χαμένα
Ώ Λαέ, καλέ και τρισμεγάλε.
Τραβώντας τα απ’ τον ύπνο –ωιμένα.
Δοσμένο ας ήτανε σε μένα,
στον Ήλιο ναν τα υψώσω πάλε!

Τη Δόξα –του κορμιού του αλκίμου
που σκέπη το ίδιο φως του εφόρειε
μελώδισέ τη, ω μουσική μου.
(Κάτου απ’ τα δάφνα κοίμου, ω κοίμου.
Τρισεύγενε Αθηναίε πανώριε…)

Ω Παρθενώνες κι Εικοσιένα
χρόνια χρυσά, μέρες και μήνες.
Ελάτε, ελάτε ασημωμένα,
ω Παρθενώνες κι Εικοσιένα,
Μαραθώνες και Σαλαμίνες!

Απάνου απ’ όλους θαν τις σείσω
τις Δόξες σας –κι από το νόημά τους
τα στήθια θαν τα πλημμυρίσω·
–από θυμόν παλικαρίσον
όλους ναν τους ιδώ γιομάτους.

Όλη η Φυλή, η Φυλή ν’ αντρειέψει,
να γίνει θάμπος μέσ’ τα θάμπη,
κι ιλαρό δάκρυο να μουσκέψει
τα μάτια –και να λάμψει η Σκέψη
όπου το θείο τους νόημα θα ’μπει…

Ω Πνεύμα, Δίκαιο Πνεύμα, δράμε
εσύ που τ’ άκουσες και τα ’δες,
και την ψυχήν μας όλην κάμε
μια φλόγα, ένα σπαθί, να πάμε
εκδικητές και νικητάδες…



salpisma

__________________________________


ή το επικαιρικό ποίημα Πολιτικόν Δελτίον, λίγο πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή («[...] Η “Ηνωμένη” της Αρχής καθόλου δεν απέρχεται· /ο Γούναρης πολιτικά τεχνάσματα μετέρχεται· /ραγδαίως η καταστροφή και τραγικώς επέρχεται· /ο πρώτος ενθουσιασμός των νικητών παρέρχεται·[...]»v). Από τα ενδεικτικά αυτά αποσπάσματα προκύπτει ότι ο ποιητής προσδίδει στο περιεχόμενο το ανάλογο ύφος: δραματικό κι ωμό ρεαλιστικό στο πρώτο, παιγνιώδες, σατιρικό σε «δημοσιογραφική» γλώσσα το δεύτερο, εν είδει σκαλαθύρματος. Ειδικά ο Λαπαθιώτης θα προκαλέσει τη μήνιν των συγκαιρινών του αστών, όχι μόνο λόγω της ομοφυλοφιλίας και της τοξικομανίας του, αλλά και λόγω της προσχώρησής του στη σοσιαλιστική ιδεολογία, υπό την «επήρεια» της οποίας θα δημοσιεύσει στο γνωστό περιοδικό της Αριστεράς Νέοι Πρωτοπόροι το πεζοτράγουδο Τραγούδι για το ξύπνημα του προλεταριάτου (1932): «Ακούς, ακούς; Ζυγώνουν οι ξυπόλητοι -ζητιάνοι της χαράς και της αγάπης -[...] Φτάνουν οι γυμνοί κι’ αδικημένοι [...] πλακώνουν τώρα [...] να τραγανίσουν τη ζεστή καρδιά σου, για το μεγάλο κρίμα που τους έκανες, να τους σκοτώσεις αναμεταξύ τους, [...] καλοθρεμμένο τέρας αστικό...[...]»vi. Η αναλογία Λαπαθιώτη -Όσκαρ Ουάιλντ (1854-1900) περιλαμβάνει και την αποστασία από την τάξη τους και την προσχώρησή τους στο σοσιαλισμό (Ουάιλντ: «Θα έλεγα ότι δεν είμαι απλώς σοσιαλιστής. Είμαι κάτι σαν αναρχικός, νομίζω.»vii)
Συμπερασματικά, εκτός από την «έλλειψη πίστης στη ζωή [που] χαραχτηρίζει σχεδόν ολόκληρη τη νεανική ποίηση των τελευταίων είκοσι ετών [1909-1929], εκφρασμένη άλλοτε ως απελπιστική νοσταλγία, άλλοτε ως απογοήτευση αποτυχημένων υπάρξεων, άλλοτε ως δειλία, άλλοτε ως ήττα.viii» -όπως με νεανική (και αστική) αλαζονεία σημείωνε ο Γ. Θεοτοκάς στο Ελεύθερο Πνεύμα του (1929), υπάρχουν και άλλες -ενδιαφέρουσες -όψεις της «Γενιάς του ̓ 20» που προφανώς δεν θρυμματίζουν, οπωσδήποτε όμως δημιουργούν ρωγμές στο (αποκλειστικώς) εσωστρεφές, πεισιθάνατο στερεότυπό της.
* Ο Θεόδωρος Βάσσης είναι φιλόλογος
i Γιάννης Παπακώστας, Ο πολιτικός Καρυωτάκης, Αθήνα: Εστία, 1992, σσ. 44-61.
ii Γιώργος Θεοτοκάς, Στοχασμοί και θέσεις, Πολιτικά κείμενα 1925-1966, τ. Α΄ 1925-1949, πρόλογος Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, επιμέλεια Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Μιχάλης Τσαπόγας, Αθήνα: Εστία, 1996, σ. 135. Σημειώνεται η ένδειξη: «Αδημοσίευτο δακτυλογραφημένο, ενυπόγραφο».
iii Κ.Γ. Καρυωτάκης, Ποιήματα και πεζά, επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης, Αθήνα: Εστία /Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, 1995, σ.110.
iv Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα. Άπαντα τα ευρεθέντα, εισαγωγή -φιλολογική επιμέλεια: Γιάννης Η. Παππάς με τη συνεργασία της Μαρίας Π. Φωτίου, Αθήνα: Ταξιδευτής, 2015, σσ. 142-143.
v ό.π., σ. 167.
vi ό.π., σσ. 385-386.
vii Όσκαρ Ουάιλντ, Βέρα η μηδενίστρια, μτφρ. -εισαγωγή -σχόλια Κωσταντίνος Πουλής, Αθήνα: Κουκκίδα, 2011, σ. 17.
viii Γιώργος Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα, επιμέλεια Κ.Θ. Δημαράς, Αθήνα: Εστία / Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, 1998, σ.68.

Δεν υπάρχουν σχόλια: