Παρασκευή, Φεβρουαρίου 22, 2019



Η... «Καθημερινή» μας δόση fake news και η πληρωμένη απάντηση της κόρης του Γιάννη Ρίτσου

Αντώνης Ρηγόπουλος


Για μια ακόμη φορά η ιστορική -κατά τα άλλα- εφημερίδα Καθημερινή βρίσκεται στην επικαιρότητα για όλους τους λάθος λόγους, αφού η... βιασύνη ενός σταθερού της αρθρογράφου, καθώς και η διάθεσή του να σπιλώσει αυτό που ο ίδιος ορίζει ως «αριστερή διανόηση», τον οδήγησε στην αναπαραγωγή μιας ψεύτικης είδησης για τον μεγάλο ποιητή Γιάννη Ρίτσο.
Στον Τάκη Θεοδωρόπουλο της Καθημερινής έσπευσε να απαντήσει προσωπικά μέσω facebook η κόρη του Γιάννη Ρίτσου, Έρη, κάνοντας λόγο για «ιστορία της τεράστιας ψευτιάς».
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Στις 17 Φεβρουαρίου 2019, η Καθημερινή δημοσιεύει ένα άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου με τίτλο «Αριστερή διανόηση και πολιτική ορθότης».
Στο επίμαχο απόσπασμα του άρθρου, ο Τάκης Θεοδωρόπουλος αναφέρει:
«Στους αντίποδες είναι η συμπεριφορά του λεγόμενου αριστερού διανοουμένου. Πώς καταδέχθηκε ο Ρίτσος, ο ποιητής του «Επιτάφιου» και της «Ελένης», να γράψει ένα ποίημα για να υμνήσει τα σοβιετικά τανκς που «χόρευαν» στην Πράγα το 1968; Και το άλλο για τα «παιδιά της ΚΝΕ που λένε στη ζωή το μέγα ναι»; Δεν είναι απλώς κακή ποίηση. Είναι δήλωση υποταγής. Υποταγής σε ποιο πράγμα; Σε μια αξία που θεωρείς υπέρτερη της ποιητικής δημιουργίας και των απαιτήσεών της – και ο Ρίτσος τις ήξερε πολύ καλά. Και εδώ αναδεικνύεται το πραγματικό πρόβλημα, και η πραγματική διχοτομία. Αν δηλώσεις αριστερός ως διανοούμενος, είναι σαν να έχεις υπογράψει πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ενίοτε είναι και απαραίτητο για τον διορισμό σου στο Δημόσιο».
Η αναπαραγωγή της φήμης ότι ο Γιάννης Ρίτσος έγραψε ότι «τα σοβιετικά τανκς χόρευαν στην Πράγα το 1968», συμβαίνει εδώ και δεκαετίες, παρά το γεγονός ότι έχει διαψευστεί με τον πιο πανηγυρικό τρόπο αφού... δεν υπάρχει τέτοιος στίχος.

Η απάντηση της Έρης Ρίτσου

Η κόρη του Γιάννη Ρίτσου, Έρη, έσπευσε να διορθώσει τον Τάκη Θεοδωρόπουλο, αν και το ερώτημα για το αν το «λάθος» του ήταν πράγματι αποτέλεσμα άγνοιας ή εμπάθειας, παραμένει σε ισχύ.


Με ένα σύντομο κείμενο που τιτλοφορείται «Ο Ρίτσος και το Ψέμα», η Έρη Ρίτσου τονίζει στην ανάρτησή της:
«Είδα στην Καθημερινή το άρθρο που επισυνάπτω.
Λοιπόν για να τελειώνει αυτή η ιστορία της τεράστιας ψευτιάς που λέγεται εδώ και χρόνια και που παρ' όλες τις διαψεύσεις επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά.
Ο Ρίτσος ουδέποτε έγραψε ποίημα για να υμνήσει τα σοβιετικά τανκς που "χόρευαν" στην Πράγα και ουδέποτε αναφέρθηκε σε αυτά.  Το όλο θέμα ξεκίνησε από μια προσωπική συζήτηση που είχε γίνει παρόντος του δημοσιογράφου κ. Γιώργου Λιάνη. Ο Ρίτσος είχε γυρίσει από τη Μόσχα όπου είχε παρακολουθήσει την παρέλαση της Πρωτομαγιάς (εδώ να κάνω μια διόρθωση. επρόκειτο για την παρέλαση για την Οχτωβριανή Επανάσταση και όχι για την Πρωτομαγιά) και αυτήν περιέγραφε λέγοντας πόσο τον είχε εντυπωσιάσει "η χαρά του κόσμου που περνούσε, κρατώντας λουλούδια, οι μανάδες με τα μωρά αγκαλιά, οι γέροι με τα παράσημα στο στήθος, παντού χαμόγελα, λουλούδια και μπαλόνια. Μια τεράστια γιορτή. Και ήταν τέτοια η ατμόσφαιρα της χαράς που ακόμα και στην στρατιωτική παρέλαση είχες την εντύπωση πως και τα τανκς χόρευαν."
Αυτή την περιγραφή σε μια καθαρά προσωπική κουβέντα, την πήρε ο κ Λιάνης και την επόμενη μέρα την έκανε ρεπορτάζ γράφοντας πως τα "τανκς χορεύουν" και έτσι ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία που στη συνέχεια έγινε "τα σοβιετικά τανκς που μπήκαν στην Πράγα χορεύουν" και στη συνέχεια έγινε "Ο Ρίτσος έγραψε ποίημα για τα σοβιετικά τανκς που μπήκαν στην Πράγα χορεύοντας".
Βεβαίως ο κ. Λιάνης τα διέψευσε όλα αυτά και έγραψε το τί πραγματικά είχε ειπωθεί και πως, αλλά φυσικά κανείς δεν έδωσε σημασία στη διάψευση, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις.
Ο ίδιος ο Ρίτσος, άνθρωπος εξαιρετικά αξιοπρεπής και περήφανος, δεν θέλησε ποτέ να απαντήσει σε όσα γελοία γράφτηκαν σχετικά με το θέμα και από "επώνυμους αριστερούς" της εποχής, θεωρώντας υποτιμητικό για κείνον να απαντήσει σε ένα ψεύδος και να "δικαιολογηθεί" για κάτι που ποτέ δεν είπε ή έκανε».

Όταν ο Ρίτσος (δεν) έγραφε για τα... χορευτικά των τανκς

Λίγα χρόνια νωρίτερα, ο γλωσσολόγος Νίκος Σαραντάκος, ο οποίος συχνά επιλέγει να αποκαταστήσει την αλήθεια για τέτοιες παρανοήσεις, είχε αναφερθεί εκτενώς στον συγκεκριμένο μύθο μέσα από το προσωπικό του ιστολόγιο.
Μεταξύ άλλων, στο σχετικό του άρθρο αναφέρει:
«Λοιπόν; Τι έγινε με τα σοβιετικα τανκς; Χόρευαν βαλς, ταγκό ή κάτι απροσδιόριστο; Στη Βουδαπέστη, στη Μόσχα ή στην Πράγα; Ο Ρίτσος τα ύμνησε σε ποίημα ή σε δηλώσεις ή σε συνέντευξη; Το 1956, το 1968 ή μετά τη μεταπολίτευση; Στην πραγματικότητα, όλες οι παραπάνω πηγές κάνουν λάθος (ή λένε ψέματα) στον ένα ή στον άλλο βαθμό.
Ο Γιάννης Ρίτσος δεν έχει γράψει κανένα ποίημα όπου να υμνεί ή έστω να περιγράφει τις χορευτικές κινήσεις των τανκς, σοβιετικών ή άλλων. Όσο κι αν ψάξετε το έργο του δεν θα βρείτε κανένα τέτοιο ποίημα, και αυτό δεν το λέω μόνο εγώ, το διασταύρωσα και με την παλιά φίλη Αγγελική Κώττη, βιογράφο του Ρίτσου, η οποία είναι απολύτως κατηγορηματική ότι τέτοιος στίχος δεν υπάρχει (και η οποία βοήθησε πολύ να βρεθούν τα στοιχεία του παρόντος). Ο Ρίτσος όμως έχει πει κάτι σε συνέντευξη για σοβιετικά τανκς. Όχι στην Πράγα ή στη Βουδαπέστη, αλλά στη Μόσχα, όχι σε εισβολή αλλά σε παρέλαση. Αυτό έγινε το 1977.
Τον Νοέμβριο του 1977, ο Γιάννης Ρίτσος κλήθηκε στη Μόσχα για να τιμηθεί με το βραβείο Λένιν για την ειρήνη (με το ίδιο βραβείο είχαν τιμηθεί ο Βάρναλης το 1959 και ο Γλέζος το 1962, ενώ αργότερα βραβεύτηκαν ο Θεοδωράκης και ο Χαρ. Φλωράκης -ευχαριστώ τον φίλο που έκανε την επισήμανση). Η βράβευση συνέπεσε με τους εορτασμούς των εξήντα χρόνων της Οκτωβριανής επανάστασης (η οποία, όπως ξέρουμε, με το νέο ημερολόγιο πέφτει Νοέμβριο). Σαν ένας από τους τιμώμενους, ο Ρίτσος παρακολούθησε και τους εορτασμούς και ιδίως τη μεγάλη παρέλαση στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έδωσε μια μεγάλη συνέντευξη στον Γιώργο Λιάνη, στα Νέα, σε δυο συνέχειες (είπαμε, ήταν μεγάλη), όπου μίλησε πολύ επαινετικά για την Σοβιετική Ένωση και περιέγραψε τις εντυπώσεις του. Μπορείτε να δείτε τη συνέντευξη εδώ, καταρχάς το πρώτο μέρος (6.12.1977) και στη συνέχεια το δεύτερο μέρος (7.12.1977) εδώ. Πάντως είναι μεγάλα αρχεία και ίσως αργήσουν να εμφανιστούν. Το απόσπασμα που μας ενδιαφέρει υπάρχει στο β’ μέρος της συνέντευξης.
Συγκεκριμένα, ο Ρίτσος σε ένα σημείο αναφέρεται στην παρέλαση που έγινε στην Κόκκινη Πλατεία, και λέει: «Ακόμα και η παρέλαση είχε κάτι το χορευτικό. Ήταν μια πάνδημη συμμετοχή». Και μετά, όταν ο Λιάνης τον ρωτάει αν όντως γέμισε η πλατεία με τεράστιες φωτογραφίες του Μπρέζνιεφ, ο Ρίτσος απαντάει πως όχι και συνεχίζει: «Τα τανκς πέρασαν κι αυτά μ’ ένα ρυθμό χορευτικό. Ίσως ήταν το δικό μου αίσθημα που τους έβλεπα με αγάπη και φιλία. Καθώς οι στρατιώτες ήταν λευκοί και με το κρύο είχαν κοκκινίσει έμοιαζαν παιδιά που είχαν βγει μόλις απόνα σχολείο κάνοντας παρέλαση χαμογελαστοί μπροστά στους δασκάλους τους».
Αυτή είναι η μόνη αναφορά σε τανκς και σε χορευτικές κινήσεις. Αλλά αυτή η ομολογουμένως υπερβολικά ευμενής έως γλυκερή αναφορά (τον είχαν βέβαια βραβεύσει και αυτό, όσο και να πεις, σε κάνει να λες καλά λόγια) πώς έγινε τάχα και μετατράπηκε σε ποίημα που υμνεί τα τανκς της εισβολής στην Πράγα;
Νομίζω ότι έχω την απάντηση. Η συνέντευξη του Ρίτσου σε μια εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας έκανε αίσθηση και σχολιάστηκε πολύ, ιδίως επειδή ήταν η πρώτη φορά (αν θυμάμαι καλά) μετά τη μεταπολίτευση που ο Ρίτσος είχε μιλήσει με τόσο θερμά λόγια για τη Σοβιετική Ένωση. Στους κύκλους της ανανεωτικής αριστεράς, του τότε ΚΚΕ εσ. και της Αυγής, που ακολουθούσαν περισσότερο κριτική στάση προς το σοβιετικό μοντέλο, η συνέντευξη έγινε δεκτή με αμηχανία, και λίγο με ενόχληση.
Λίγες μέρες μετά, τρεις επιφανείς καθηγητές που ανήκαν στην ανανεωτική αριστερά, ο Νίκος Πουλαντζάς, ο Κώστας Βεργόπουλος και ο Κων. Τσουκαλάς, έστειλαν επιστολή στα Νέα, στην οποία διαφωνούσαν σε οξύ ύφος με τις εντυπώσεις και τις διαπιστώσεις του Ρίτσου. Το κείμενό τους, με τίτλο «Απάντηση στον Γιάννη Ρίτσο», δημοσιεύτηκε στα Νέα στις 17.12.1977.
Την απάντηση των τριών καθηγητών την έχω επίσης ανεβάσει και μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ (και πάλι, το αρχείο είναι μεγαλούτσικο). Όπως θα δείτε, οι τρεις καθηγητές δίνουν απάντηση στον Ρίτσο εφόλης της ύλης, αλλά το σημείο που μας ενδιαφέρει είναι ο σχολιασμός που κάνουν στον χορευτικό ρυθμό των τανκς.
Αφού τον κατηγορούν για δουλοπρεπή στάση απέναντι στους ισχυρούς, του απευθύνουν (με έναν ελαφρό γαλλισμό) το ερώτημα: «Γιάννη Ρίτσο, η εισβολή των σοβιετικών τανκς στην Πράγα το 1968 έγινε μήπως με τον ίδιο αξιαγάπητο και χορευτικό ρυθμό;»
Νομίζω  ή πιο σωστά είμαι πεπεισμένος ότι εδώ βρίσκεται ο σπόρος από τον οποίο φύτρωσε ο μύθος για το ποίημα ή την ωδή ή τις δηλώσεις του Ρίτσου που τάχα ύμνησαν την εισβολή στην Πράγα ή στη Βουδαπέστη. Από μια ρητορική, ας πούμε, ερώτηση του κειμένου των Πουλαντζά-Βεργόπουλου και Τσουκαλά! Αν κάποιος αναδιφήσει τις εφημερίδες της εποχής (και ιδίως την Αυγή) ίσως βρει τους καναδυό ελλείποντες κρίκους, αλλά για μένα δεν χωράει αμφιβολία ότι από εδώ γεννήθηκε ο μύθος, είτε από σπασμένο τηλέφωνο είτε με συνειδητή κατασκευή.
Βέβαια, ο Ρίτσος είχε γράψει στρατευμένα ποιήματα (και δεν ντρεπόταν γι’ αυτό) και είναι αλήθεια ότι έγραψε και ποίημα για τον Στάλιν όπως και για τον Ζαχαριάδη -που πάντως πρέπει να κριθούν με τα μέτρα της εποχής του. Αλήθεια επίσης είναι ότι έγραφε ποιήματα επικαιρικά, για να τιμήσει κάποιο γεγονός ή κάποιον νεκρό του αγώνα, που πολλά από αυτά δεν στέκονται στο ύψος των άλλων έργων του -άλλωστε δεν ήταν ολιγογράφος, το εκτενέστατο έργο του ήταν άνισο και είναι ζήτημα πόσο θα μείνει (αυτό βέβαια ισχύει και για άλλους ποιητές που έγραψαν πολύ, π.χ. τον Παλαμά). Όλα αυτά όμως δεν είναι το αντικείμενο του άρθρου μου, το άρθρο μου θέλει απλώς να ανασκευάσει τον επίμονο μύθο ότι τάχα ο Ρίτσος έγραψε ποίημα για τα σοβιετικά τανκς που χόρευαν όπως έμπαιναν στην Πράγα το 1968. Τέτοιο ποίημα δεν έγραψε, και τον αδικεί ο μύθος τον Ρίτσο, όχι μόνο επειδή δεν έγραψε τίποτα τέτοιο, αλλά και επειδή, όπως μας θύμισε προ καιρού ο Γ. Ρούσης, ένα χρόνο μετά την εισβολή στην Πράγα έγραψε την Χαμένη υπερβόρειο: «Το μάθαμε καλά πως Υπερβόρειος διόλου δεν υπάρχει/ […..] Σήμερα βεβαιώθηκε:/ μια σκέτη φαντασία η χώρα απ’ όπου μας ερχότανε/ οι κύκνοι και τα ορτύκια, όπου οι σεμνόπρεπες κόρες / Λαοδίκη και Υπερόχη ετοίμαζαν για τους θεούς/τα πρώτα φρούτα της σοδειάς , προσεχτικά τυλίγοντάς τα/ σ’ άχυρο σίτου και λεπτό χαρτί[……] Και πάντα αισιόδοξος συνεχίζει : «Ωστόσο ακόμη συνεχίζουμε τον μισοτελειωμένο παιάνα /αφήνοντας ένα κενό στου ονόματος το μέρος, μήπως /βρεθεί κανένα νέο, και το προσθέσουμε την ύστατη ώρα,/πάντοτε με το φόβο μήπως ο αριθμός των συλλαβών του,/μικρότερος ή μεγαλύτερος, μας χαλάσει το μέτρο.» Υπαινικτικό, αλλά εύγλωττο θαρρώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: