Διονύσης Σαββόπουλος
Πού ’ναι η Κατερίνα;
Πού ’ναι η Κατερίνα;
Τέλειες μέρες,
τέλειο δείλι,
ροβολούν οι πλαγιές γελαστές
στο παράκτιο μπαράκι οι φίλοι
ανταμώνουν
ζυγώνουν οι γιορτές.
Μα πού είν’ η Γκρέτα;
Η Κατερίνα;
Πώς μακραίνουν της λίστας αυτής
οι απόντες.
Μα πού είν’ ο Ηλίας
κι ο Πανάγος κι ο Μοσκώφ μου ο Κωστής;
Πού είν’ ο Χρήστος;
Και πού 'ν’ ο Κρόκος;
Δεν αξιώθηκα να του το πω
Βλέπω κι ευγνωμονώ
στο χρυσό δειλινό
το μουσείο σου το βυζαντινό
Τίποτα θαρρώ δεν πεθαίνει
Με τα ίδια ονόματα
κι άρτια τα σώματα
θ’ ανεβούμε φωταγωγημένοι
μέσ’ απ’ τις κατάλευκες οξιές.
Μα η γλυκιά η θυσία δεν θ’ ανέβει
έξω απ’ των θνητών τη γη.
Πώς να προσφερθεί στον άλλο, δεν θα ΄χει οδό,
Μόνη σου ευκαιρία εδώ.
Μα πού είν’ η Γκρέτα;
Η Κατερίνα ;
Το ακορντεόν μελωδίες σκορπάει
και η θάλασσα πλάι
στο κατάστρωμα σκάει
κι ένας - ένας μακραίνει και πάει.
Απ’ τον τελευταίο μου δίσκο
πλήθυναν οι απώλειες
κι ανταμώνουμε όλοι λες
γύρω απ’ του αρνιού τον οβελίσκο
πλάι στις νεαρές τριανταφυλλιές.
Με του Χατζηδάκι την κοίμηση
άστραψε η ζωή μισή.
Τρέχει μέσα στην παράφορη Άνοιξη
του αιώνα η τελευταία κραυγή.
Και την φέρνει
ο αέρας
Δίδου ημίν εκτυπώτερον Σου
Βασιλιά της ανέσπερης μέρας
μετασχείν της βασιλείας Σου.
Μηλαράκι
στο κρασάκι
του πολέμου φωνές μακρινές.
Είν’ απόψε ο ουρανός
ένας ωκεανός,
τριαντάφυλλα κι ευχές γιορτινές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου