ΒΑΛΣΑΜΟ
Το μάθημα αποδείχτηκε αποτελεσματικό αντίδοτο στο δηλητήριο της απαισιοδοξίας που κυκλοφορούσε από την προηγούμενη μέρα σ’ όλο του το σώμα. Η γυναίκα του στην Εντατική κι αυτός να είναι υποχρεωμένος να κάνει Σολωμό! Όμως δε γινόταν διαφορετικά , αφού έτσι ή αλλιώς δεν μπορούσε να μείνει στο νοσοκομείο. "Απαγορεύεται" του είπαν ρητά " η παραμονή σου εδώ , τα πρωινά! Μόνο τα απογεύματα μπορείς να τη δεις , κι αυτό από μακριά , από την πόρτα, προς αποφυγήν μετάδοσης μικροβίων".Μπήκε με βαριά καρδιά μέσα στην τάξη και βγήκε ανάλαφρος. Τι σου είναι η ζωή! Από τη μία να κλαις για τον άνθρωπό σου που η ψυχούλα του κρέμεται από μία κλωστή και από την άλλη να χαίρεσαι που κατάφερες επιτέλους να κάνεις ένα μάθημα της προκοπής. Τράβηξε για το αμάξι του αναπολώντας τις απίστευτες στιγμές που έζησε αυτό το πρωινό.
Η υποδοχή που επιφύλαξε στον Κρητικό το τμήμα Θεωρητικής Κατεύθυνσης της Γ΄ Τάξης πήρε τη μορφή μικρού θαύματος. Ως παλαιά πλέον όρνιθα στα κοτέτσια της ελληνικής εκπαίδευσης, ο Πέτρος γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Σολωμός δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους μαθητές. Τον σέβονται μεν, πλην όμως δεν τον αγαπάνε.
Από τη μεριά του, ο συγγραφέας γνωρίζει πόσο νευρικά κι ανόρεχτα διδάσκει τα τελευταία χρόνια ο ήρωάς του κάποιους συγγραφείς , ανάμεσα στους οποίους και τον εθνικό μας ποιητή. Ο συγγραφέας κυρίως συμμερίζεται τη σιχασιά που νιώθει ο Πέτρος όταν κάνει μάθημα σε συνθήκες νεκρικής σιωπής , αποτέλεσμα της παγερής αδιαφορίας των μαθητών , όσες φορές τους παρακινεί ενθουσιωδώς να δοκιμάσουν εκλεκτά κοψίδια από κάποιο λογοτεχνικό ψητό που δε μιλάει μέσα τους.
Τα πρώτα χρόνια της εκπαιδευτικής του καριέρας δεν έτρεφε καμιάν εμπιστοσύνη στη διδακτική του επάρκεια . Τα λόγια ενός πρεσβύτη καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής, του αείμνηστου πλέον Κ., τον οποίο μνημονεύει συχνά με μεγάλη τρυφερότητα, του έκοβαν για πολύν καιρό τα πόδια πριν μπει στην τάξη: "Αγαπητοί μου, δεν υπάρχουν ούτε ανιαρά μαθήματα ούτε κακοί μαθητές , μόνο ανιαροί και ανεπαρκείς δάσκαλοι!". Παρ’ όλη όμως την ανασφάλειά του- ή ενδεχομένως λόγω αυτής -, ο ήρωάς μας είναι καλός νεοελληνιστής. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν συν τοις άλλοις ένα πρωτότυπο μεταπτυχιακό που έχει εκπονήσει στον τομέα της συγκριτικής λογοτεχνίας , αρκετά κριτικά σημειώματα σε λογοτεχνικά περιοδικά της πρωτεύουσας και οι τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές του συλλογές, που μπορεί μεν να τον ξετίναξαν οικονομικά , προσείλκυσαν όμως το ενδιαφέρον ορισμένων σοβαρών κριτικών. Η τρίτη μάλιστα από αυτές , με τον τίτλο Δελτίο καιρού , τιμήθηκε με το βραβείο κάποιας λογοτεχνικής συντροφιάς.
Συζητήθηκε επίσης για ένα διάστημα από τις στήλες μιας εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας η αμφιλεγόμενη ανθολογία του βασισμένη αποκλειστικά στην επιλογή ελλήνων ποετάστρων, με τον προκλητικό τίτλο Ανθολογία του κακού γούστου.
Σ’ εκείνη την περίοδο της ζωής του δεν πρέπει να παραλείψουμε, βέβαια, τις υπερβολές ή τις αστοχίες του, τον άκριτο , λόγου χάρη, ενθουσιασμό του για τη σημασία της λογοτεχνίας και την αφελή πίστη του ότι αυτή μπορούσε να σώσει τον κόσμο.
Επικεφαλής ενός συφοριασμένου σχολικού Λογοτεχνικού Ομίλου κουβαλούσε επί τινι διαστήματι τους δύσμοιρους μαθητές του στα λογοτεχνικά στέκια της πόλης και στις παραδόσεις ενός πανεπιστημιακού , που αυτός τον θεωρούσε αυθεντία κι οι περισσότεροι συνάδελφοί του δυσνόητο και στριμμένο , και έβγαζε, τέλος, δαπάναις του Συλλόγου Γονέων, ένα ετήσιο φυλλάδιο με μαθητικά πρωτόλεια.
Δεν άργησε να συνέλθει από την αφελή ψύχωσή του , προς μεγάλη ανακούφιση των γονέων, που έβλεπαν με απόγνωση τα παιδιά τους να επιδίδονται μετά μανίας στο σπορ του συγγραφικού αυνανισμού και να ονειρεύονται βραβεία Νομπέλ Λογοτεχνίας . Στη μεταστροφή του αυτή συνέβαλε και ο γάμος του με την Αρετή , η οποία του τραβούσε τα λουριά κάθε φορά που τον έπιαναν τέτοιου είδους παροξυσμοί.
Ενός όμως καλού μύρια κακά έπονται . Από τη στιγμή που κατέκτησε την ερωτική του Μούσα, τον εγκατέλειψε, για παράδειγμα, η ποιητική. Το μόνο που του απέμενε ήταν να περιοριστεί στα αυστηρά διδακτικά του καθήκοντα , που τα ασκούσε με άκρα ομολογουμένως ευσυνειδησία.
Αγνοώντας πεισματικά τη χαβαλεδιάρικη ατμόσφαιρα του ελληνικού σχολείου, έστρεψε την προσοχή του στο να κάνει προσπελάσιμα στους μαθητές τα λεγόμενα απαιτητικά κείμενα, αυτά που συνήθως οι συνάδελφοί του αποκαλούν στρυφνά και οι μαθητές συλλήβδην μαλακίες. Μελέτησε τεράστιες ποσότητες θεωρίας της λογοτεχνίας , έγινε αυθεντία στις σχολές ανάλυσης των λογοτεχνικών κειμένων. Στην αρχή κόντεψε να σαλτάρει από το χάος που επικρατεί διεθνώς στον τομέα αυτό. Ακατανόητες θεωρίες «εμβριθών ειδημόνων» , εννοιολογική σύγχυση, βαρύγδουπες κενολογίες και καμπανιστά στερεότυπα. Γενικώς ποζάτη ακαταληψία και ερμητισμός , όπως συνήθως συμβαίνει με τους πανεπιστημιακούς που έχουν καβαλήσει το καλάμι.
Με τα πολλά κατάφερε να βάλει κάποια τάξη στον κυκεώνα των αλληλοσπαρασσόμενων απόψεων και άρχισε τις εφαρμογές των μοντέλων εκείνων που παρουσίαζαν διδακτικό ενδιαφέρον. Τουτέστιν όπερ έδει δείξαι: Εξοντωτική προετοιμασία μαθημάτων και χρησιμοποίηση όλων των μεθόδων της Ειδικής Διδακτικής . Αποτέλεσμα όμως μηδέν! Έχασε τον κόπο και το λάδι του, όπως έλεγαν οι πρόγονοι των σημερινών ρωμαίων. Γρήγορα διαπίστωσε ότι τα ηρωικά ξενύχτια του πήγαιναν στράφι, αποδεικνύονταν ασκήσεις επί χάρτου, αγαθές προθέσεις με περιορισμένο αποτέλεσμα , αφού αδυνατούσε να απογειώσει την τάξη, να μεταδώσει στους μαθητές την αύρα ενός κειμένου του Σολωμού, του Σεφέρη, του Ελύτη... Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Σολωμού το πράγμα έπαιρνε διαστάσεις πανωλεθρίας. Υπήρχαν φορές που νόμιζε ότι έκανε μάθημα σε ακροατήριο υπναλέων παπαγάλων.
Γύριζε στο σπίτι καταπτοημένος. Άλλοτε τα έβαζε με το Σύστημα, άλλοτε κατηγορούσε με ανηλεή σφοδρότητα τον εαυτό του. Μουρμούριζε συχνά το στίχο του Βάρναλη Πού είσαι νιότη που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος και τσακωνόταν για ψύλλου πήδημα με την Αρετή και την αδιανόητη στάση της να κριτικάρει αυστηρά την τελειομανία του. Τον κυρίεψε ένα αίσθημα μιζέριας, μία τάση μαζοχιστικής αυτοαποδόμησης.. .
Συνέτεινε βέβαια και το κλίμα της εποχής. Ήταν τότε που κάτι αγράμματοι μυστακοφόροι με ζιβάγκο διέλυαν συστηματικά την εκπαίδευση πιπιλώντας πράσινες καραμέλες , ενώ το κύριο μέλημά τους ήταν να κόψουν την ουρά όλων των άλλων αλεπούδων. Κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα και όποιον πάρει ο χάρος! Προσπάθειες όπως οι δικές του θεωρούνταν ελιτίστικες . «Η ουσία μάς ενδιαφέρει», έλεγαν οι περισπούδαστοι συμβουλοσυμβουλάτορες, « όχι η θεωρία! ». « Κυνηγώντας την ουσία χάσαμε τη συνουσία», χλεύαζε βγαίνοντας από τα φαφλατάδικα σεμινάριά τους.
Με αυτά όμως και με τούτα πελάγωσε . Άρχισε να σκέφτεται σοβαρά να παρατήσει την Εκπαίδευση και να πάει μετανάστης στην Αυστραλία κοντά σ’ ένα θείο του , πετυχημένο έμπορο αυτοκινήτων, στην Αδελαΐδα. Όσο μακρύτερα τόσο καλύτερα. Να μη βλέπει και να μην ακούει τίποτα για τον κωλότοπο Ελλάς. Η Αρετή τον κράτησε στην ψωροκώσταινα. « Δε θα γίνουμε ριψάσπιδες, αφήνοντας μερικούς κομπλεξικούς να διαλύσουν τα πάντα…», του είπε οργισμένη πετώντας το μπολ με τη σαλάτα στο πάτωμα, όταν μια μέρα της ανακοίνωσε το απονενοημένο σχέδιό του και της ζήτησε να τον ακολουθήσει στη χώρα των καγκουρό.
Το θέαμα της χυμένης χωριάτικης στο πάτωμα επέδρασε καταλυτικά μέσα του, του στύλωσε το ηθικό , τον συμφιλίωσε με τον αντιρρησία εαυτό του, που μέχρι τότε του μαύριζε διαρκώς το μάτι. Όσο για τη διδακτική του ανεπάρκεια, ακολούθησε τη συμβουλή της, να απευθυνθεί ανοιχτά και σε άλλους, σοβαρούς, συναδέλφους .
Εκ γυναικός ερρύει τα κρείττω. Διαπίστωσε έκπληκτος ότι και οι άλλοι αντιμετώπιζαν τις ίδιες δυσκολίες με αυτόν , αλλά τις πάλευαν με υπομονή , προτέρημα άγνωστο σ’ αυτόν . Ανάσανε. Δεν ήταν τυχαίοι φιλόλογοι αυτοί, αλλά προσγειωμένοι μαστοράντζες, με γερό φιλολογικό οπλισμό και πλούσια πείρα. Σαν να του έφυγε ένα βάρος από την ψυχή. Άλλαξε τακτική. Άρχισε να ξεχωρίζει την ήρα από το σιτάρι . Τέρμα ο περφεξιονισμός που του έτρωγε τόσα χρόνια τα σωθικά. Έστρεψε τις προσπάθειές του στην πρόκληση του ενδιαφέροντος των μαθητών , στην απλή ανάφλεξη της διάθεσής τους για μιαν πιο ενεργητική συμμετοχή στο μάθημα . Ούτε λόγος πια για κοινή μέθεξη ή για βιωματική μετακένωση και παρόμοιες μπούρδες . Με τα πολλά ωρίμασε κι αυτός …
Εκείνο όμως το μουντό οκτωβριανό πρωινό , ενώ το χιόνι έπεφτε αδιάλειπτα στον αύλειο χώρο του μικρού Ελληνικού Λυκείου της πόλης Χ. και το θερμόμετρο είχε στρογγυλοκαθίσει στους πέντε βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν, καθώς διανύαμε τη δεύτερη διδακτική ώρα, κι ενώ ο ήρωάς μας ένιωθε βαριά την καρδιά του από την πάλη που έδινε η γυναίκα του στα μαρμαρένια αλώνια, συνέβη το ανήκουστο: δίδαξε τον Κρητικό του Σολωμού και τα πήγε μια χαρά! Μαζί με τον Πέτρο εχάρη χαρά μεγάλη και ο συγγραφέας , που θα προσπαθήσει να σας δώσει συνοπτικώς απτά δείγματα μιας ενδιαφέρουσας φιλολογικής τεχνικής, όχι για να εξυψώσει ντε και καλά στα μάτια σας το πνευματικό του τέκνο, αλλά κυρίως για να υπερασπίσει τους δύσμοιρους φιλολόγους, που ασκούν μια τέχνη σφόδρα αδικημένη , διαβόητη θα έλεγα, αν λάβουμε υπόψη ότι , όσες φορές αναφερόμαστε σε απόψεις κενές περιεχομένου, σε φλυαρίες ακατάσχετες, τις αποκαλούμε ελαφρά τη καρδία φιλολογίες, μεταμφιεσμένη δυστυχώς διατύπωση της πιο συχνής προσφωνηματικής λέξης των νεοελλήνων. Ο νοών νοείτω, με τόσες μαλακίες που ακούει καθημερινά…
Η πρώτη λοιπόν ώρα αναλώθηκε με στοιχειώδεις βιογραφικές πληροφορίες για τον ποιητή, το γεωγραφικό και το ιστορικό τους πλαίσιο, και έκλεισε με την ανάγνωση του ποιήματος . Πρόσεξε ιδιαίτερα να μη βαρύνει με στόμφο τα σημεία που προσφέρονται για φορτισμένη απαγγελία. Έγραψε το θέμα του ποιήματος στον πίνακα και ζήτησε από τους μαθητές να εντοπίσουν τις βασικές του ενότητες κάνοντας ένα διάγραμμα. Τη δεύτερη ώρα έριξε τους μαθητές του στα βαθιά νερά. Απ’ ό,τι μπόρεσα να καταλάβω, ο Πέτρος εφάρμοσε τη «μέθοδο Greimas», όπου οι μαθητές αναζητούν πρώτα τις ισοτοπίες του ποιήματος και ύστερα τις ταξινομούν, διατυπώνουν το αφηγηματικό μοντέλο του κειμένου και, παίζοντας τους κλέφτες και τους αστυνόμους, φτιάχνουν το δραματικό του μοντέλο. Στην περίπτωσή μας το ενδιαφέρον τους υπήρξε έντονο. Τα παιχνιδάκια με τη σημειωτική ορολογία και τεχνική τούς φάνηκαν τόσο διασκεδαστικά , ώστε , χωρίς να το καταλάβουν , παρασύρθηκαν και άρχισαν να αναζητούν μετά πάθους ήρωες, αντίμαχους, μαγικά μέσα και τα παρόμοια.
Ο ήρωάς μας , παίρνοντας κουράγιο από τη θερμή ανταπόκρισή τους, τόλμησε να τους προτείνει να συνεχίσουν την ανάλυση του Κρητικού και την επόμενη ώρα, να θυσιάσουν δηλαδή το μάθημα της ιστορίας. Έκπληκτος άκουσε τις ζωηρές επιδοκιμασίες τους. Θρίαμβος!
Την τρίτη ώρα, η τεχνική προσπέλασης του ποιήματος άλλαξε και εφαρμόστηκε η παραδοσιακή μέθοδος ερμηνείας των κειμένων. Για όσους δυσκολεύονται να κατανοήσουν τον όρο «παραδοσιακή μέθοδος», το πιο απλό είναι να θυμηθούν τι έχουν τραβήξει οι ίδιοι στο σχολειό από τους αυτοσχεδιασμούς καθηγητών που, λες και τους έχει τσιμπήσει οίστρος, θέτουν ρητορικές ερωτήσεις στους σαστισμένους μαθητές με ύφος μουσολινικό , χειρονομούν με έξαψη και κάνουν κωμικά πηδηματάκια σαν ηθοποιοί της Κομέντια ντελ Άρτε, δίνοντας οι ίδιοι τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που έθεσαν.
Ο Πέτρος επέλεξε τους τελευταίους στίχους του ποιήματος και τους ξαναδιάβασε με συγκινησιακή φόρτιση:
Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος
Μ΄ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ’μπει δεν ημπόρει
Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά , κι η κόρη΄
Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
Τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω.
Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου,
Που εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου΄
Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη,
Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.
Μ΄ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ’μπει δεν ημπόρει
Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά , κι η κόρη΄
Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
Τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω.
Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου,
Που εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου΄
Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη,
Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.
Τονίζοντας την αντίληψη περί διχασμού της σάρκας από την ψυχή , που διατρέχει το σώμα της αρχαίας ελληνικής αλλά και της δυτικής φιλοσοφίας, υπενθύμισε τη σχετική πλατωνική θεωρία.
Στο σημείο αυτό ο μαθητής Γιάννης Νικολάου πετάχτηκε από τη θέση του , για να παρατηρήσει βλοσυρά ότι «το δίπολο Σάρκα - Ψυχή είναι ένα ιδεολόγημα , που βολεύει τη μεγαλοαστική τάξη , για να νομιμοποιεί την κυριαρχία της πάνω στο λαό , ο οποίος εθίζεται έτσι να πιστεύει σε τέτοιες βλακείες στο όνομα της αγιοποιημένης παράδοσης». « Επομένως» , κατέληξε κοιτώντας τον Πέτρο επιθετικά , «μπορούμε να αντιληφθούμε ξεκάθαρα την επικίνδυνη ιδεολογική σύγχυση του ποιητή, γεγονός που, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να το θεωρήσουμε σοβαρή αδυναμία του ποιήματος».
Ο Νικολάου είναι το πρότυπο του καλού μαθητή, αλλά μερικές φορές τη σπάει στους καθηγητές του. Καταβάλλει ομολογουμένως συγκινητική προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης, προσπάθεια που δεν εξαντλείται στις τυπικές σχολικές του υποχρεώσεις. Έχει διαβάσει όλα τα βιβλία που διαθέτει η σχολική βιβλιοθήκη και ξεχωρίζει αισθητά από τους υπόλοιπους μαθητές για την πολυμάθεια και το οξύ κριτικό του πνεύμα. Μοναδικό παιδί μιας εργατικής οικογένειας, που περνά δύσκολες στιγμές λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον τόπο , έχει βάλει ως στόχο να περάσει στο Πολυτεχνείο και σε λίγα χρόνια να στείλει σε πρόωρη σύνταξη τους άνεργους αυτόν τον καιρό γονείς του. Τα Αριστεία που παίρνει κάθε χρόνο εγγυώνται την είσοδό του στο Πανεπιστήμιο. Όμως η ιδεολογική του ακαμψία τον κάνει αντιπαθητικό στους συμμαθητές του και στους καθηγητές , ιδιαίτερα στο θεολόγο, που συχνά παραπονιέται για τις «θρασείες» ερωτήσεις του .
Η Αρετή συμπαθούσε το Νικολάου. Συζητούσε συχνά με τον Πέτρο τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Κάποια φορά παραλλήλισε το Γιάννη με τον ήρωα του Θεοτοκά στην Αργώ, το Δαμιανό Φραντζή : ίδια δίψα για τα γράμματα , ίδια οργή για την κοινωνική και πολιτική αθλιότητα…
- Μην ξεχνάς όμως την τραγική του κατάληξη…, αντέτεινε ο άντρας της.
- Υπερβολές! Ο Γιάννης δεν είναι φανατικός . Θα βρει το δρόμο του. Οι καιροί έχουν αλλάξει. Εξάλλου το σύστημα δε θα αφήσει να του ξεφύγει τέτοιο λαβράκι. Σε λίγα χρόνια θα τον έχει καμακώσει. Ας ευχηθούμε να μην του κλέψει και τη συνείδηση . Άσ’ τον να χαρεί την ηρωική του περίοδο ,τώρα που βράζει το αίμα του. Είναι προτιμότερος με το παραδοσιακό κόκκινο σκουφί του επαναστάτη , παρά μαστούρης ή νερόβραστος αφασικός με τρυπημένα αυτιά και καρφιά στη γλώσσα.
Ο Πέτρος αντιμετώπισε ψύχραιμα την πρόκληση του μαθητή. Δεν αρνήθηκε τον ιδεαλισμό του Σολωμού. « Ίσα ίσα ο Σολωμός είναι εκ πεποιθήσεως ιδεαλιστής», είπε χαμογελώντας στο Νικολάου . Στον Κρητικό του συναντιέται με τις ιδέες του Πλάτωνα, αλλά η συνάντηση αυτή γίνεται μέσα σε ένα χριστιανικό περιβάλλον. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει το γεγονός ότι ο σολωμικός ιδεαλισμός έχει και μιαν... αντικειμενική διάσταση, δεν έχει δηλαδή σχέση με τον αμιγή υποκειμενικό ιδεαλισμό του Καρτέσιου. Γνωρίζεις , υποθέτω , τη διαφορά ανάμεσα στα δύο αυτά είδη υποκειμενισμού από το μάθημα της Φιλοσοφίας». Στράφηκε απότομα προς τους άλλους μαθητές:
« Ο συμμαθητής σας χαρακτήρισε τον ιδεαλισμό του Σολωμού επικίνδυνο ιδεολόγημα. Σέβομαι την άποψή του . Όμως οφείλω να τονίσω το πόσο άδικο είναι να κρίνουμε με αυτόν τον τρόπο την Τέχνη, γιατί κάτω από αυτή την άποψη κρύβεται το γνωστό επιχείρημα ότι ένα έργο κρίνεται μόνο με βάση το περιεχόμενό του , τις ιδέες δηλαδή που προβάλλει» . Γύρισε πάλι και χαμογέλασε αφοπλιστικά στο Νικολάου:
- Γιάννη, θέλω να μου πεις με ειλικρίνεια αν σου άρεσε το απόσπασμα που κάναμε σήμερα..
- Μου άρεσε!, απάντησε ο νεαρός χωρίς δισταγμό. Ανεξάρτητα όμως από αυτό , εγώ εμμένω στη θέση μου περί σοβαρής ιδεολογικής αδυναμίας του ποιητή.
- Κι εγώ κρατάω μετά χαράς τη δήλωσή σου ότι σου άρεσε το ποίημα. Αυτό σημαίνει ότι οι ιδεολογικές σου απόψεις δεν αδικούν το έργο τέχνης. Αυτό είναι που μετράει. Επί τη ευκαιρία , σου ξαναθυμίζω τη βασική μου θέση για την προσέγγιση ενός έργου Τέχνης : το καλλιτέχνημα κρίνεται ουσιαστικά μέσα από τη μορφή του. Αυτό που κάνει , λόγου χάρη, ένα ποίημα να λειτουργεί σαν Ποίημα δεν είναι το τι λέει, αλλά κυρίως το πώς το λέει ο ποιητής. Ξέρεις γιατί σου άρεσε ο Σολωμός; Επειδή σε αισθητικό επίπεδο λειτούργησες ως ώριμος αναγνώστης, δηλαδή απροκατάληπτα. Ύστερα όμως ήρθε ο ιδεολογικός έλεγχος του περιεχομένου του και περιόρισε την αισθητική απόλαυση, πράγμα που σημαίνει ότι την καπέλωσε.
Το ρολόι της τάξης έδειχνε ότι ο χρόνος που είχε στη διάθεσή του τελείωνε. Επωφελήθηκε από την αμήχανη σιωπή του Νικολάου για να αναφερθεί επί τροχάδην στο ρόλο της φύσης στο σολωμικό έργο και στο διπρόσωπο χαρακτήρα της , γεγονός που οδηγεί τον ήρωα στην ήττα, αφού τελικά αποτυγχάνει να σώσει την αγαπημένη του… Ένα λεπτό πριν χτυπήσει το κουδούνι έκοψε απότομα το μονόλογό του και πλησίασε το παράθυρο.
Τον παρατηρούσα να κοιτά αφηρημένος τα αυτοκίνητα , που κυκλοφορούσαν με δυσκολία στον παγωμένο δρόμο, ενώ πυκνές νιφάδες στροβιλίζονταν χαριτωμένα από πάνω τους . Ο συγγραφέας , στο σημείο αυτό , ζητά συγγνώμη από τους αναγνώστες , αλλά αντικρίζοντας και ο ίδιος πάνω από τον ώμο του ήρωά του το ελεεινό θέαμα των καυσαερίων από τα τροχοφόρα και τον πυκνό καπνό από το φουγάρο της παρακείμενης βιομηχανίας πλαστικών, μαζί με τους βιαστικούς πεζούς που ξεπρόβαλλαν από το πουθενά σαν φιγούρες βγαλμένες από ταινίες του Μουρνάου , ομολογεί ότι δεν απέφυγε την πτώση στο συναισθηματικό λάκκο που είχε σκάψει για τον ρέποντα προς την κατάθλιψη ήρωά του.
Ευτυχώς για όλους που το κουδούνι θρυμμάτισε τη στενόχωρη σιωπή που είχε αγκαλιάσει την τάξη . Οι μαθητές, μελίσσι που βουίζει, ξεχύθηκαν στο διάδρομο , βγήκαν στην αυλή και όρμησαν στους σωρούς του αφράτου χιονιού, για να αφήσουν τη φύση τους να βοσκήσει λίγη εκτόνωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου