«Έχω πει μερικές φορές στον εαυτό μου ότι αν υπήρχε μία μόνο πινακίδα στην είσοδο κάθε εκκλησίας που να απαγόρευε την είσοδο σε οποιονδήποτε με εισόδημα πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό , θα γινόμουν αμέσως χριστιανή» . Σιμόν Βέιλ, Γαλλίδα φιλόσοφος και πολιτική ακτιβίστρια (1909-1943)
BREAKING| At least 150 hungry citizens have been killed and 1000 others wounded in an Israeli massacre in northern Gaza.
Israeli tanks shelled thousands of hungry civilians, who were waiting for flour at Al Rasheed Street. Israeli snipers continue to target everyone approaching… pic.twitter.com/iHEpnjsFny
Νέο μακελειό με πάνω από 100 Παλαιστίνιους νεκρούς στη Γάζα
euro2day.gr
4–5 λεπτά
Ισραηλινά στρατεύματα άνοιξαν πυρ κατά «αρκετών ανθρώπων» μεταξύ του πλήθους που είχε περικυκλώσει φορτηγά με ανθρωπιστική βοήθεια
στη Λωρίδα της Γάζας, αφού ένιωσαν ότι βρίσκονταν υπό απειλή, δήλωσε
σήμερα ισραηλινή πηγή ενώ οι υγειονομικές αρχές της Γάζας δήλωσαν ότι
πάνω από 100 άνθρωποι που περίμεναν για βοήθεια σκοτώθηκαν από ισραηλινά
πυρά.
Σε ανακοίνωση, ο ισραηλινός στρατός δήλωσε
ότι δεκάδες άνθρωποι τραυματίστηκαν, καθώς σπρώχθηκαν και ποδοπατήθηκαν
στην προσπάθειά τους να πάρουν ανθρωπιστικές προμήθειες από τα φορτηγά.
Δήλωσε ότι το περιστατικό είναι υπό εξέταση.
Ο αριθμός των
νεκρών Παλαιστινίων που σκοτώθηκαν ενώ περίμεναν για επισιτιστική
βοήθεια στην οδό Αλ-Ρασίντ στην πόλη της Γάζας αυξήθηκε σε 104, σύμφωνα
με ανακοίνωση του υπ. Υγείας στη Γάζα, ενώ τουλάχιστον 760 άτομα
τραυματίστηκαν.
«Όσο περισσότερο μιλάμε με τους ανθρώπους για το
τι συνέβη κατά τη διάρκεια της επίθεσης κοντά στην πόλη της Γάζας σήμερα
το πρωί, τόσο περισσότερο γίνεται σαφές ότι πιστεύουν ότι ήταν παγίδα, ενέδρα», μεταδίδει ο Χάνι Μαχμούντ από τη Ράφα για το Al Jazeera.
«Μόλις οι άνθρωποι πλησίασαν τα φορτηγά που μετέφεραν επισιτιστική βοήθεια, δέχτηκαν πυρά. Υπήρχαν drones στον ουρανό. Υπήρχαν, επίσης, πυρά από ναυτικές δυνάμεις και τεθωρακισμένα οχήματα στην περιοχή», προσθέτει.
«Ταυτόχρονα,
αυτές οι στρατιωτικές δυνάμεις πυροβόλησαν εναντίον μιας ομάδας
ανθρώπων που πεινούσαν, ήταν τραυματισμένοι και εκτοπισμένοι. Άνθρωποι
που απλά προσπαθούσαν να πάρουν στα χέρια τους ό,τι μπορούσαν για να
θρέψουν τις οικογένειές τους και να παραμείνουν ζωντανοί».
Η Χαμάς προειδοποιεί να σταματήσει τις συνομιλίες
Η
Χαμάς προειδοποιεί να σταματήσει τις συνομιλίες μετά τη «σφαγή του
αλευριού», όπως αναφέρει η Haaretz, Προειδοποίησε σε ανακοίνωση ότι η
φονική επίθεση στους αμάχους στην πόλη της Γάζας θα μπορούσε να οδηγήσει
στην αποτυχία των συνομιλιών με στόχο μια συμφωνία για εκεχειρία και απελευθέρωση ομήρων και κρατουμένων.
«Οι διαπραγματεύσεις
που διεξάγει η ηγεσία του κινήματος δεν είναι μια ανοιχτή διαδικασία
εις βάρος του αίματος του λαού μας», τόνισε η παλαιστινιακή οργάνωση,
αναφερόμενη στους νεκρούς, λέγοντας ότι το Ισραήλ θα είναι υπεύθυνο για
τυχόν αποτυχία των συνομιλιών.
Νωρίτερα το υπουργείο Υγείας της Χαμάς ανακοίνωσε νέο απολογισμό που ξεπερνά τους 30.000 νεκρούς Παλαιστίνιους στη Λωρίδα της Γάζας από την έναρξη του πολέμου μεταξύ του Ισραήλ και του παλαιστινιακού κινήματος.
Καταδικάζουν Αίγυπτος και Ιορδανία
«Καταδικάζουμε
την απάνθρωπη ισραηλινή στοχοποίηση άοπλων Παλαιστίνιων πολιτών στον
κυκλικό κόμβο Ναμπούλσι στη βόρεια Γάζα», ανακοίνωσε το υπουργείο
Εξωτερικών της Αιγύπτου.
«Θεωρούμε ότι η στοχοποίηση ειρηνικών πολιτών που σπεύδουν να παραλάβουν το μερίδιο της βοήθειας
που τους αναλογεί αποτελεί ντροπιαστικό έγκλημα και κατάφωρη παραβίαση
του διεθνούς δικαίου», προστίθεται στην ανακοίνωση, καλώντας τα διεθνή
μέρη να τερματίσουν τον πόλεμο στη Γάζα.
«Καταδικάζουμε τη βάναυση στοχοποίηση
από τις ισραηλινές κατοχικές δυνάμεις της συγκέντρωσης Παλαιστινίων που
περίμεναν βοήθεια στον κυκλικό κόμβο Ναμπούλσι κοντά στην οδό αλ-Ρασίντ
στη Γάζα», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Εξωτερικών της
Ιορδανίας.
The IDF releases footage showing the crowds of Palestinians rushing humanitarian aid trucks in northern Gaza.
Hamas health officials report 104 killed in the incident, blaming Israeli fire.
The IDF says Palestinians were hurt by "pushing and trampling" and that troops also… pic.twitter.com/ZHcl3Qquxf
Για «τραγωδία» μιλά ο ισραηλινός κυβερνητικός εκπρόσωπος
Εκπρόσωπος
της ισραηλινής κυβέρνησης χαρακτήρισε τραγωδία τον θάνατο δεκάδων
Παλαιστινίων κατά την διάρκεια επιχείρησης μεταφοράς και διανομής
ανθρωπιστικής βοήθειας στην πόλη της Γάζας και δήλωσε ότι, σύμφωνα με
τις αρχικές ενδείξεις, οι θάνατοι προκλήθηκαν από τους οδηγούς των φορτηγών που έπεσαν επάνω στα συγκεντρωμένα πλήθη.
«Σε κάποιο σημείο τα φορτηγά κατακλύσθηκαν από πλήθη και οι άνθρωποι που τα οδηγούσαν, που
Η
πολυαναμενόμενη επιστροφή στον Αράκις δικαιώνει το λογοτεχνικό έπος του
Φρανκ Χέρμπερτ και τη θέση του Ντενί Βιλνέβ στην κορυφή της
κινηματογραφικής επιστημονικής φαντασίας.
Mε
επίσημη δήλωση, το Φεστιβάλ απολογείται «για το ότι η τελετή λήξης
περιείχε μονόπλευρες πολιτικές απόψεις που ενόχλησαν». Επίσης,
ισχυρίζεται ότι άγνωστοι χάκαραν τον λογαριασμό της Berlinale στο
Instagram και πόσταραν φιλο-Παλαιστινιακά μηνύματα.
Προγνωστικά,
στατιστικά, ανατροπές, φαβορί και αουτσάιντερ στο ειδικό τμήμα του Flix
για τα φετινά βραβεία Οσκαρ που ανανεώνεται συνεχώς[...............................................]
Συμπληρώνεται
σήμερα ένας χρόνος από την ανείπωτη τραγωδία, το πολύνεκρο
σιδηροδρομικό δυστύχημα, το κρατικό έγκλημα στα Τέμπη -διότι και οι
τρεις χαρακτηρισμοί ισχύουν για τη φρικτή σύγκρουση ανάμεσα στο
επιβατικό ιντερσίτι που ανέβαινε από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη και το
εμπορικό τρένο που κατέβαινε από Θεσσαλονίκη προς Λάρισα. Για να είμαστε
ακριβείς, ο ένας χρόνος συμπληρώθηκε χτες τη νύχτα, αφού η μοιραία
σύγκρουση έγινε 39 λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα, αλλά συμβατικά η
επέτειος είναι σήμερα, ίσως επειδή σαν σήμερα πληροφορήθηκε το
πανελλήνιο το μέγεθος της τραγωδίας.
H
μοιραία σύγκρουση έγινε στο ύψος του Ευαγγελισμού Λάρισας και στοίχισε
τη ζωή σε 57 άτομα, ανάμεσά τους και τους δυο μηχανοδηγούς. Πρόκειται
για το πιο πολύνεκρο δυστύχημα στα ελληνικά σιδηροδρομικά χρονικά. Και,
το χειρότερο, πολύ μεγάλο ποσοστό των νεκρών, όπως και των τραυματιών,
ήταν νέοι άνθρωποι, φοιτητές που επέστρεφαν στα σπίτια τους έπειτα απ'
το τριήμερο της Αποκριάς και της Καθαράς Δευτέρας (η 27.2.2023 ήταν
Καθαρά Δευτέρα).
Εδώ μπορείτε να δείτε
τα ονόματα των 57 θυμάτων, αλλά και αρκετές πληροφορίες για το κάθε
πρόσωπο, ώστε να μην είναι ένα σκέτο όνομα. Από το ίδιο άρθρο πήρα και
τις φωτογραφίες τους (λείπουν τρεις φωτογραφίες).
Μέσα στον ένα χρόνο που κύλησε από την τραγωδία, μάθαμε τα
περιστατικά που δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό «κρατικό έγκλημα», την
απουσία της τηλεδιοίκησης, τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις (και με
εξώδικο!) των σιδηροδρομικών στον αρμόδιο υπουργό, την βυσματική
τοποθέτηση του μοιραίου σταθμάρχη παρά τη μεγάλη ηλικία του και την
απειρία του.
Και ενώ η κυβέρνηση, θα έλεγε κανείς, «απηλλάγη» από τον ελληνικό λαό
για τις πολιτικές της ευθύνες, αφού λίγους μήνες αργότερα κατήγαγε
θριαμβευτική νίκη στις εκλογές, με ταυτόχρονη συντριβή της αξιωματικής
αντιπολίτευσης που είχε αναδείξει τις ευθύνες αυτές, αλλά και με
θριαμβευτική επανεκλογή του αρμόδιου υπουργού Κ. Καραμανλή στο εκλογικό
του φέουδο των Σερρών, σήμερα που κλείνει χρόνος από την τραγωδία θα
έλεγε κανείς ότι το κλίμα έχει μεταστραφεί.
Κάποιοι παράγοντες που συνέβαλαν σε αυτό είναι οι γενικά πολύ κακές
επιδόσεις της κυβέρνησης μετά τις εκλογές, σε συνδυασμό με τις φυσικές
καταστροφές που έπληξαν ιδιαίτερα σκληρά τη Θεσσαλία· η αλαζονεία που
έδειξε η κυβέρνηση στη συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής, όπου
τοποθέτησε πρόεδρο έναν από τους πιο τοξικούς και πολωτικούς βουλευτές
της, αλλά και με αλλεπάλληλες μεθοδεύσεις κατάφερε ώστε η επιτροπή να
μην καλέσει βασικούς μάρτυρες· η εκστρατεία των συγγενών των θυμάτων, με
κορυφαία τραγική μορφή την κυρία Μαρία Καρυστιανού, που η 19χρονη κόρη
της, η Μαρία-Θωμαή Ψαροπούλου βρήκε τον θάνατο στο δυστύχημα, και που
το ηλεκτρονικό ψήφισμά της έχει συγκεντρώσει 780.000 υπογραφές* (· αλλά και
οι συνεχείς αποκαλύψεις νέων στοιχείων, που έρχονται στην επιφάνεια
ακόμα και τώρα, όπως για το ξυλόλιο που μετέφερε το εμπορικό τρένο και
που προκάλεσε έκρηξη ή το στοιχείο για την έλλειψη φωτοσήμανσης -αν
υπήρχε, θα αποτρεπόταν η σύγκρουση.
Κάποιοι φίλοι της κυβέρνησης στα μέσα ενημέρωσης είχαν πει πέρυσι
ότι τουλάχιστον το δυστύχημα θα γίνει αφορμή να βελτιωθούν οι συνθήκες
στις σιδηροδρομικές συγκοινωνίες -μέχρι στιγμής όμως κανένα επιπλέον
μέτρο ασφαλείας δεν έχει λειτουργήσει, ενώ και η σιδηροδρομική σύνδεση
Αθήνας με Θεσσαλονίκη, αν δεν κάνω λάθος (διορθώστε με) δεν γίνεται
χωρίς διακοπή, διότι το δίκτυο έχει πάθει ζημιές από τις περυσινές
πλημμύρες.
Αρκούσε και μόνο η Φωτοσήμανση για να είχε αποφευχθεί η σύγκρουση
Η σωρεία ανθρώπινων λαθών και παραλείψεων βρήκε πρόσφορο έδαφος σε
ένα περιβάλλον συνολικής περιφρόνησης κανονισμών και διαδικασιών
Η σταδιακή κατάρρευση συστημάτων και διαδικασιών δεν οδήγησε σε
καμία λήψη μέτρων (μείωση ταχυτήτων, αραίωση των δρομολογίων, επιπλέον
προσωπικό, επιπλέον έλεγχοι)
Η συνολική έλλειψη κουλτούρας ασφαλείας στον Σιδηρόδρομο δεν
επιτρέπει ακόμα και σήμερα, έναν χρόνο μετά, την ουσιαστική αξιοποίηση
των συμπερασμάτων από το συγκεκριμένο ατύχημα προκειμένου να αποφευχθεί
το επόμενο
Στο
φως νέες δραστηριότητες της Ε. Καϊλή πριν τη σύλληψή της για το
Κατάργκεϊτ. Η συμμετοχή της στον οργανισμό λόμπινγκ Brussels Council. Οι
υπό έρευνα συνιδρυτές του Συμβουλίου.
Νέες αποκαλύψεις για την ευρωβουλεύτρια Καϊλή:
Τρεις μήνες πριν ξεσπάσει το Κατάργκεϊτ, η τότε αντιπρόεδρος του
Ευρωκοινοβουλίου ίδρυσε με δύο ακόμα πρόσωπα έναν μη κερδοσκοπικό
οργανισμό για την προώθηση νέων τεχνολογιών στην ΕΕ. Ο ένας συνέταιρος
ήταν ο εξ απορρήτων συνεργάτης της που σήμερα ελέγχεται για άλλη ποινική
υπόθεση. Ο άλλος ένα πρώην στέλεχος της McKinsey που από το 2021
ερευνάτο από τη βελγική δικαιοσύνη για μεγάλο επιχειρηματικό σκανδάλο.
Έρευνα των Follow the Money, Le Soir, Knack και Reporters United.
Ποιος ήταν ο κόσμος της Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου;
Αργυρώ Μποζώνη
lifo.gr
29.6.2021
9–12 λεπτά
ΓΕΝΝΗΜΕΝΗ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ
το 1801, κόρη αριστοκρατικής οικογενείας, η Ελισάβετ
Μουτζάν-Μαρτινέγκου θεωρείται η πρώτη Ελληνίδα πεζογράφος. Έζησε μέχρι
τα τριάντα ένα της και πέθανε κατά τη διάρκεια του τοκετού του γιου της.
Αν και μεγάλωσε σε κλειστό περιβάλλον, ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με τα γράμματα έκανε δύο πεζές μεταφράσεις της Οδύσσειας και του Προμηθέα Δεσμώτη, έγραψε έργα για το θέατρο ‒και μάλιστα στα ιταλικά‒, οικονομικές και ποιητικές μελέτες, ποιήματα.
Παρά τον μεγάλο όγκο του συγγραφικού της έργου, το μόνο που σώθηκε ακέραιο είναι η Αυτοβιογραφία
της, που αποτελεί μια σημαντική ιστορική μαρτυρία και συγχρόνως το
πρώτο αξιόλογο δείγμα γυναικείας γραφής στη νεοελληνική γραμματεία.
Εκδόθηκε από τον γιο της το 1881.
Έως τόσον απερνούσα πολλά
καλά εις τα Πηγαδάκια. Εγώ δεν είχα κανένα πράγμα οπού να με ενοχλήση,
και οι ώραις οπού εκεί απερνούσα ήσαν τη αληθεία ώραις ευτυχισμέναις.
Γεννημένη
στις 2 Οκτωβρίου του 1802, η Ελισάβετ Μαρτινέγκου μεγάλωσε στη Ζάκυνθο
των αρχών του δέκατου ένατου αιώνα, όπου η επιθυμία της να μορφωθεί πέρα
από κάποιο «εύλογο» όριο και να ασχοληθεί με τα γράμματα
αντιμετωπιζόταν στις καλύτερες στιγμές ως ιδιοτροπία και στις χειρότερες
ως παράπτωμα, ικανό να επιφέρει στιγματισμό.
Στην Αυτοβιογραφία
τα προσκόμματα που παρεμβάλλει ο περίγυρος, στενότερος και ευρύτερος,
παίρνουν συχνά τη μορφή ενός μεγάλου περισπασμού που δεν αφήνουν τη
νεαρή Ελισάβετ να αφοσιωθεί στη μελέτη. Κι αυτό δεν είναι καθόλου
παράλογο – όταν η αδικία που υφίστασαι είναι τόσο δομική, η κοινωνία
ολόκληρη μετατρέπεται σε ενόχληση. Δεν είναι να απορεί κανείς που η
Ελισάβετ διαμορφώνει ένα ιδανικό αναχωρητισμού: η εικόνα της ευτυχίας
που προβάλλεται στις σελίδες της Αυτοβιογραφίας είναι αυτή μιας ζωής
απαλλαγμένης από οχλήσεις:
[…] εγώ απαθής και υγιής εστοχαζόμουν πως είχα να ζήσω μακράν από τους θορύβους του κόσμου.
Μίαν
ημέραν λέγωντάς μου μία χωριατοπούλα πως γνωρίζει το σπήτι μας εις την
χώραν, εγώ εστάθηκα να το στοχασθώ με τον νουν, και με την φαντασίαν μού
εφάνη πως ήτον γεμάτον σκοτάδι, όθεν εθαύμασα πώς εδυνήθηκα να ζήσω
τόσους χρόνους κλεισμένη εις αυτό.
Συνειδητοποιώντας
πως μέσα στο σύνηθες πλαίσιο δεν πρόκειται ποτέ να της επιτραπεί να
ζήσει όπως θέλει, η Μαρτινέγκου ψάχνει στην πραγματικότητα έναν χώρο
εκτός της κοινωνίας: το μοναστήρι είναι μια επιλογή που για εκείνη δεν
έχει θρησκευτικές συνδηλώσεις (παρά την ευσέβειά της) αλλά
αντιπροσωπεύει απλώς έναν χώρο όπου ο αέρας της έμφυλης καταπίεσης
αραιώνει, επιτρέποντάς της να περάσει κάτω από τα ραντάρ και να
εκπληρώσει αυτό που έχει επιλέξει ως προορισμό της. Όταν η οικογένειά
της τής φράζει αυτήν τη διέξοδο, η Ελισάβετ σκέφτεται ως εναλλακτική
λύση την απόσυρση στο οικογενειακό κτήμα, όπου, και πάλι, όσα
ονειρεύεται έχουν κυρίως να κάνουν με την απουσία περισπασμών:
Σπήτι
ευρύχωρον, εύμορφα στολισμένον, καλή βιβλιοθήκη, εκκλησία έδεκει σιμά,
πεδιάδα διά περίπατον, όποτε ήθελα να ημπορώ να βλέπω τους συγγενείς
μου, άκρα ησυχία, καμμία αιτία διά να με κάμη να πέσω εις σφάλμα, ελπίδα
πως ημπορούσα διά μέσου της σπουδής να γίνω ωφέλιμη εις την ανθρωπότητα
[…]
Η
Μαρτινέγκου αναζητά την ηρεμία και την ειρήνη, κατά βάση για να
μπορέσει να αναπτύξει την κλίση και την προσωπικότητά της, την επιθυμία
της όμως αυτή θέλει να τη συνδέσει και με κάτι ευρύτερο, επιζητώντας,
μέσω της σπουδής, να γίνει ωφέλιμη εις «την ανθρωπίνην εταιρείαν» και
αναδεικνύοντας το εξής παράδοξο: ο μόνος τρόπος που έχει μια γυναίκα για
να κερδίσει μια θέση στον κόσμο είναι να βγει από αυτόν.
Η
αίσθηση που προκαλεί αυτή η ένταση –επιθυμία συμμετοχής σε μια συλλογική
εμπειρία που σε κρατάει πεισματικά απέξω– αποδίδεται στη συγκλονιστική
περικοπή όπου η συγγραφέας, μαθαίνοντας τα νέα για το ξέσπασμα της
Ελληνικής Επανάστασης, αρχικά ενθουσιάζεται και στη συνέχεια
αποκαρδιώνεται, καθώς καταλαβαίνει πως δεν ανήκει στο ίδιο ακριβώς
σύνολο με τους επαναστατημένους, πως η ελευθερία που επιδιώκουν δεν την
περιλαμβάνει:
Επεθύμησα, είπα, από καρδίας, αλλά εκοίταξα τους
τοίχους του σπητιού οπού με εκρατούσαν κλεισμένην, εκοίταξα τα μακρά
φορέματα της γυναικείας σκλαβίας και ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα, και
περιπλέον γυναίκα Ζακυνθία και αναστέναξα, αλλά δεν έλειψα όμως από το
να παρακαλέσω τον Ουρανόν διά να ήθελε τους βοηθήση να νικήσουν […]
Οι
τοίχοι που την κρατούν κλεισμένη, ο ιδιωτικός κόσμος του σπιτιού, ο
μόνος επιτρεπτός για τις γυναίκες, αντιμετωπίζεται από την Ελισάβετ ως
φυλακή:
Όχι να υπάγω να ησυχάσω, διατί δεν ηθέλησαν οι
συγγενείς μου, όχι να υπανδρευθώ, διατί εγώ δεν ήθελα, έπρεπε λοιπόν να
μείνω διά παντός εις το σπήτι. Διά παντός εις το σπήτι!
Αλλού,
πάλι, το σπίτι συνδέεται με το σκοτάδι και την αφάνεια, μια αφάνεια που
δεν είναι απλώς κοινωνική αλλά συσκοτίζει την ίδια την ύπαρξή της. Για
την Ελισάβετ πρόκειται για αφάνεια του ίδιου της του εαυτού, για ένα
πέπλο που την εμποδίζει να ζήσει συνειδητά, καθιστώντας την ύπαρξή της
μικρότερης σημασίας ακόμα και για την ίδια. Αυτό της γίνεται πιο φανερό
όταν, με κάποια αφορμή, απομακρύνεται, έστω για λίγες μέρες, από το
σπίτι, παίρνοντας την ελάχιστη απόσταση από τη συνηθισμένη της ζωή:
Μίαν
ημέραν λέγωντάς μου μία χωριατοπούλα πως γνωρίζει το σπήτι μας εις την
χώραν, εγώ εστάθηκα να το στοχασθώ με τον νουν, και με την φαντασίαν μού
εφάνη πως ήτον γεμάτον σκοτάδι, όθεν εθαύμασα πώς εδυνήθηκα να ζήσω
τόσους χρόνους κλεισμένη εις αυτό.
Γενικά, οι λίγες στιγμές
κατά τις οποίες η Ελισάβετ βρίσκεται στον δημόσιο χώρο χαρακτηρίζονται
από διαύγεια, είναι στιγμές συνειδητοποίησης. Κατά την απονενοημένη
προσπάθειά της να εγκαταλείψει κρυφά το σπίτι και να περάσει στην
Ιταλία, η συγγραφέας δείχνει να εκπλήσσεται από το γεγονός ότι δεν
νιώθει καμία δειλία:
Παράξενον πράγμα! […] εγώ δεν εγροίκησα
καμμίαν δειλίαν, εις τον δρόμον μοναχή μου, και υπαντώμουν με τους
ανθρώπους, τόσον οπού στοχάζομαι ότι οι νέοι άνδρες δεν έχουσι το πάτημα
μήτε πλέον στερεόν, μήτε πλέον ογλίγωρον, αφ’ ό,τι εγώ τότε το είχα.
Στα
ελάχιστα λεπτά που η Ελισάβετ ζει ελεύθερη, μέσα σε μια απόφαση που
κανείς άλλος δεν μαθαίνει ότι έχει πάρει, συνειδητοποιεί πως όλα όσα
έμοιαζαν αδύνατα (επειδή οι άλλοι της έλεγαν πως ήταν αδύνατα) είναι
τελικά δυνατά και μάλλον εύκολα: πως κι εκείνη μπορεί να κάνει ό,τι και
οι νέοι άνδρες, ξεκινώντας από το περπάτημα. Κατανοεί έτσι καθαρά πως το
βάρβαρο ήθος που την κρατάει κλεισμένη σπίτι δεν έχει κανένα, αδύναμο
έστω, έρεισμα σε οποιαδήποτε πραγματικότητα, αλλά αποτελεί ωμό
καταναγκασμό.
Γενικώς, καθ’ όλη την Αυτοβιογραφία η
οικογένεια της Ελισάβετ δείχνει να μεταχειρίζεται διάφορους τρόπους για
να ματαιώσει τις επιδιώξεις της: από την ευθεία άρνηση μέχρι τη
χειραγώγηση, τις αναβολές και πάλι πίσω στην ευθεία άρνηση, όταν βλέπουν
πως η θέλησή της δεν κάμπτεται.
Τούταις οι εναντιότητες, χωρίς
να με κάμουν ν’ αλλάξω γνώμην, μ’ επίκραναν, πλην επαρηγορήθηκα με την
ελπίδα, ότι βλέπωντάς με έπειτα από δύο ή τρεις χρόνους ακόμη στερεάν
εις την γνώμην μου, και ότι φοβούμενοι μήπως η πίκρα είχε μού προξενήση
κακόν εις την ζωήν μου, βεβαίως ήθελε με ευχαριστήση.
Η πιο
χαρακτηριστική ίσως σχετική σκηνή συμβαίνει όταν η Ελισάβετ προειδοποιεί
τη μητέρα της πως με την άρνησή τους θα την οδηγήσουν στον μαρασμό και
τον θάνατο, για να λάβει την εξής απάντηση:
«Αχ! θυγατέρα μου,
αυτή μού αποκρίνεται, το να σε χάσω, αφ’ ου σ’ έκαμα τόσον μεγάλην, με
πικραίνει πολύ και τούτη η θλίψις θέλει μού προξενήσει και θάνατον, αλλά
μ’ όλον τούτο δεν θέλει στέρξω εις εκείνο οπού γυρεύεις».
Παρότι
σκιαγραφείται με θετικά χρώματα, γενικά, και η Ελισάβετ την
αντιμετωπίζει πάντα με αγάπη, ως συμμέτοχη στην κοινή μοίρα, εδώ ο
κυνισμός των λόγων της μητέρας παγώνει τον αναγνώστη.
Η
Μαρτινέγκου θέλει απλώς να περάσει τη ζωή της διαβάζοντας και γράφοντας,
αλλά φαίνεται πως για τους υπόλοιπους αυτό είναι παράπτωμα που επισύρει
ακόμα και θάνατο: τόσο μεγάλο είναι το διακύβευμα, τόσο απόλυτη είναι η
αξίωση που έχουν στη ζωή της. Δεδομένων των συνθηκών, εντυπωσιάζει η
ψύχραιμη αντίδρασή της:
Βέβαια ανίσως και εγώ κάμω παιδία και ευρεθώ εις παρόμοιαν περίστασιν, δεν θέλει δώσω μίαν τοιαύτην απόκρισιν.
Η
Μαρτινέγκου δεν κατάφερε να πετύχει τον στόχο της, δεν έζησε όπως
ήθελε, δεν βρήκε –όσο ζούσε– μια θέση στον κόσμο. Η απόφασή της, οι
βασικές της επιθυμίες αντιμετωπίστηκαν ως ιδιοτροπία, ως καπρίτσιο, κάτι
που θα περνούσε με τον καιρό ή από το οποίο θα μπορούσε να απομακρυνθεί
με οικογενειακές μηχανορραφίες.
Πράγματι, αποδεικνύεται πως με τα
χρόνια η Ελισάβετ υπαναχωρεί, όχι όμως γιατί αλλάζει γνώμη, αλλά γιατί
κάμπτεται η αποφασιστικότητά της προ των εμποδίων που διαρκώς της
θέτουν.
Αφ’ ου λοιπόν είδα πως η γνώμη των συγγενών μου δεν
άλλαξε, και πως χωρίς την θέλησιν αυτών εγώ δεν ημπορούσα να κάμω
τίποτες, τους είπα ότι εγώ έβανα την επιθυμίαν του μοναστηρίου εις μίαν
μερίαν (όχι διατί εκατάλαβα πως είναι κακή, αλλά διατί είχα καταλάβει
πως δεν δύναμαι να την τελειώσω) και ότι ήμουν έτοιμη να δεχθώ οποίον
συμβίον αυτοί ήθελε μου δώσουν.
Σχεδόν μέχρι τέλους η Ελισάβετ
είχε εμμείνει στην επιθυμία της. Όσο της αρνούνταν εκείνο που ήθελε,
τόσο πιο πεισματικά γαντζωνόταν από αυτό. Αδυνατώντας να χαράξει μια ζωή
όπως την ήθελε, επέμενε απλώς, πεισματικά, σπαρακτικά, στην απόφασή
της, αφού η επιμονή ήταν το μόνο μέσο που είχε για να επιβεβαιώσει πως
διέθετε ελεύθερη βούληση – έστω κι αν δεν είχε πού να τη χρησιμοποιήσει.
Το
γεγονός ότι, ακόμα και όταν τελικά κάμπτεται, δεν σπεύδει να
ενστερνιστεί ολόψυχα τη νέα της «απόφαση», αλλά αναγνωρίζει πως
πρόκειται για επιβολή και αρνείται να νιώσει χαρούμενη (παρά μόνο
ήσυχη), περισώζει την ακεραιότητά της: κατά κάποιον τρόπο, η Ελισάβετ
προτιμάει να παραμείνει θλιμμένη μέσα σε έναν μεγαλύτερο εαυτό αντί για
χαρούμενη μέσα σε έναν μικρότερο.