Max Beckmann Reloaded
Max Beckmann
Born: February 12, 1884; Leipzig, Germany
Died: December 28, 1950; New York City, United States
Nationality: German
Art Movement: Expressionism, New Objectivity (Neue Sachlichkeit)
Painting School: Berlin Secession, Degenerate art (exhibition, held by the Nazis in Munich in 1937, named to inflame public opinion against modernism)
Field: painting, printmaking, sculpture, drawing
Influenced by: Edvard Munch, Henri Rousseau
Influenced on: Ivan Eyre
Art institution: Städelschule (Academy of Fine Art), Frankfurt, Germany
_________________________
Soundtrack:
Gustav Mahler
Symphony No 9 in D-Major
4. Adagio, Sehr langsam und noch zurückhaltend
Sophia Philarmonic Orchestra
Emil Tavakov, conductor
Μαξ Μπέκμαν - Βικιπαίδεια
********************************
Μαξ Μπέκμαν: η παλέτα της οδύνης
Ήταν ένας μάρτυρας της ταραγμένης εποχής του. Έζησε τη φρίκη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρετώντας ως εθελοντής νοσοκόμος στο μέτωπο της Φλάνδρας. Υπέστη κατόπιν τις ναζιστικές διώξεις, που τον οδήγησαν στην εξορία.
Μέσα σ’ αυτό το χαοτικό τοπίο, ο Μαξ Μπέκμαν, που γεννήθηκε το 1884 στη Λειψία, σφυρηλάτησε ένα έργο με τραγική δύναμη. Πέρα από την άμεση αναφορά μιας διαδρομής που ήταν γεμάτη σκοτάδι και τρόμο, η ζωγραφική του στοχεύει στο μεταφυσικό. Θέτει ερωτήματα για τον άνθρωπο, για τη ουσία του και το πεπρωμένο του. Και παρόλο που η έμπνευση και η τεχνοτροπία του τρέφονται από τον φουτουρισμό, τον κυβισμό, ακόμη και από τον σουρεαλισμό, παρόλο που δανείζεται καμιά φορά από τα χρώματα του Ματίς ή τις καμπύλες φόρμες του Πικάσο, το έργο του παραμένει τελείως αταξινόμητο, ιδιόμορφο. Και αυτός είναι ο λόγος, χωρίς αμφιβολία, που ο καλλιτέχνης -ένας απο τους μεγαλύτερους του 20ού αιώνα- παρέμεινε παραγνωρισμένος στη Γαλλία, τη χώρα όπου ευδοκίμησαν και δοξάστηκαν όλα τα μεγάλα ρεύματα της αβανγκάρντ.
Για πρώτη φορά τώρα, μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του αποτίει φόρο τιμής στο Παρίσι. H έκθεση στο Κέντρο Πομπιντού, που θα διαρκέσει ώς τις 6 Ιανουαρίου, παρουσιάζει γύρω στους εκατό πίνακες ζωγραφικής και εξήντα σχέδια, ακολουθώντας το περιπετειώδες οδοιπορικό του νομάδα καλλιτέχνη.
Στα πρώτα του βήματα, ο Μαξ Μπέκμαν συμμετείχε στην καλλιτεχνική ομάδα «Νέος Πραγματισμός» μαζί με τον Γκέοργκ Γκρος και τον Ότο Ντιξ. Γνώρισε πολύ γρήγορα την επιτυχία, με κορύφωση τα εγκαίνια, το 1932, μιας αίθουσας αφιερωμένης αποκλειστικά σ’ αυτόν στην Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου. Όμως οι ναζί, οι οποίοι πήραν την εξουσία λίγο μετά, φρόντισαν γρήγορα να κλείσουν αυτήν την έκθεση που φιλοξενούσε έργα ενός καλλιτέχνη τελείως αταίριαστου στο πνεύμα τους. O Μπέκμαν απολύθηκε από τη θέση του ως εκπαιδευτικός και το 1937 αναγκάστηκε να φύγει από τη Γερμανία. Έφυγε λίγες μέρες μετά τα εγκαίνια της έκθεσης «Εκφυλισμένη Τέχνη» που διοργάνωσαν οι ναζί στο Μόναχο και όπου οι πίνακές του κατείχαν περίοπτη θέση.
Πέρασε δέκα χρόνια στο Αμστερνταμ, μέσα σε οδυνηρή αλλά καλλιτεχνικά γόνιμη απομόνωση, ώσπου, το 1947, μετανάστευσε στις ΗΠΑ. O πόλεμος είχε τελειώσει, ο κόσμος αντίκριζε με ελπίδα το μέλλον. O καλλιτέχνης βρίσκεται τώρα σ’ ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει την καλλιτεχνική δημιουργία και που εκτιμά τη δουλειά του.
Οι δοκιμασίες που έχει περάσει όμως τον έχουν φθείρει. H επάνοδός του στο καλλιτεχνικό προσκήνιο είναι μικρής διάρκειας. Τρία χρόνια αργότερα, πέθανε από καρδιακή προσβολή, ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν για το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης όπου παρουσιαζόταν μια από τις αυτοπροσωπογραφίες του.
Αέρας Αποκαλύψεως
Από την αρχή ώς το τέλος της καλλιτεχνικής πορείας του, στο έργο του Μαξ Μπέκμαν φυσάει ένας αέρας Αποκαλύψεως. Οι πρώτες μεγάλες συνθέσεις του, που τις πραγματοποιεί στις αρχές του 20ού αιώνα, δείχνουν ήδη τη γοητεία που του ασκεί το δράμα. Είναι έργα που πραγματεύονται ιστορικά θέματα, όπως το ναυάγιο του Τιτανικού ή ο σεισμός της Μεσσήνης και του προσφέρουν τις πρώτες του επιτυχίες.
H εμπειρία του πολέμου ενισχύει τις τραγικές τάσεις της φαντασίας του, ίσως και με τη συμβολή της ανάγνωσης του Νίτσε. Καταπιάνεται λοιπόν να αναπαραστήσει την πραγματικότητα της οποίας είναι μάρτυρας, μια πραγματικότητα όμως που παρουσιάζεται μέσα στους πίνακές του υπερβολική, σαν σε παροξυσμό. Τα σχέδιά του, καταγγελία της βαρβαρότητας, δείχνουν το ανείπωτο -μαρτυρικά κορμιά που κείτονται στο χειρουργικό τραπέζι, ακρωτηριασμένα από την έκρηξη οβίδας- προβάλλοντας καταστάσεις οδύνης και τρόμου με τρόπο ωμό που απωθεί και σαγηνεύει ταυτόχρονα.
Ο Μεγάλος Πόλεμος που θέρισε τα νιάτα της Ευρώπης, η περίοδος του μεσοπολέμου που έθρεψε το κτήνος του ναζισμού και η κόλαση του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου βιώθηκαν με τραυματικό τρόπο από τον καλλιτέχνη, δείχνοντάς του πως η πραγματικότητα, η ουσία και η σημασία της, μπορούν να τεθούν σε αμφισβήτηση από τη συμπεριφορά του ανθρώπου.
O Μαξ Μπέκμαν ανέλαβε το εγχείρημα να ξανακτίσει αυτή την πραγματικότητα στους πίνακές του. Τα έργα του αποκτούν ένα μνημειώδη χαρακτήρα μέσα από τον οποίο εκφράζεται η σκληρή μοίρα μιας ολόκληρης γενιάς, αλλά οφείλουν επίσης σ’ αυτόν τον χαρακτήρα την πνευματική δύναμη που τα κατοικεί και την αξία τους ως τεκμήρια ενός κόσμου εν κινδύνω.
Όταν αποστρατεύεται το 1915, ύστερα από σοβαρό νευρικό κλονισμό, ο Μαξ Μπέκμαν εγκαθίσταται στη Φρανκφούρτη, Επιστρέφει στη ζωγραφική και, παραδόξως, το ύφος του έχει απαλύνει. Ζωγραφίζει τότε εικόνες της πόλης, απρόσμενα γλυκές, που θυμίζουν λίγο το ναΐφ στυλ του Ρουσώ. Ομως οι δαίμονές του εξακολουθούν να τον κυνηγούν. Στη «Νύχτα», ένα αληθινό αριστούργημα που χρονολογείται από το 1918, μεταφέρει τη βαναυσότητα των πεδίων μάχης μέσα στη γερμανική κοινωνία του μεταπολέμου. Τα μέλη μιας οικογένειας βασανίζονται μεθοδικά και σαδιστικά από μια συμμορία κακοποιών.
Το 1925 ο Μπέκμαν έγινε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φρανκφούρτης. Το φάσμα του πολέμου είχε αρχίσει να ξεθωριάζει, η κοινωνική κριτική υποχωρούσε και η Ευρώπη άνοιγε τις πόρτες της σε όσους ήθελαν να ταξιδέψουν.
O καλλιτέχνης πέρασε τους χειμώνες του 1929-32 στο Παρίσι. Τα χρώματά του έγιναν πιο ζωηρά, τα θέματά του λιγότερο σκοτεινά. Έργα που ξεχωρίζουν από αυτήν την περίοδο είναι η «Μεγάλη νεκρή φύση με μουσικά όργανα», «Ακροβάτες στον αέρα», η «Αυτοπροσωπογραφία με σαξόφωνο». Όμως τα σύννεφα της νέας καταιγίδας δεν θα αργήσουν να μαζευτούν στον ουρανό της Ευρώπης.
Μετά την άνοδο του ναζισμού στην εξουσία, ο Μπέκμαν εγκαταλείπει τον ρεαλισμό για να καταφύγει στη μυθολογία και στον συμβολισμό. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ζωγράφος από το 1930 περίπου διάβαζε πολύ ελληνική και ινδική μυθολογία και προσπαθούσε να βρει αναλογίες με τα χριστιανικά σύμβολα. Οι συνθέσεις του, οι οποίες συχνά παίρνουν τη μορφή εντυπωσιακών τριπτύχων, φέρνουν στο προσκήνιο ένα αινιγματικό σύμπαν όπου συναντιώνται κλόουν και θεατρίνοι, τέρατα, ήρωες και αλλόκοτα ζώα. Τα έργα του επικαλούνται την τραγικότητα της ανθρώπινης κατάστασης που την κυβερνά αμείλικτα ένα σκληρό πεπρωμένο.
Στον πίνακα «H πτώση», που ο Μπέκμαν ζωγράφισε στην Αμερική το 1950, τη χρονιά του θανάτου του, ανακεφαλαιώνει τη φιλοσοφία του. Ανάμεσα σε δύο ουρανοξύστες, ένας άνδρας μυθικά γυμνός πέφτει, με το κεφάλι προς τα κάτω, σε μια τιρκουάζ θάλασσα. Άλμα στο κενό για να συναντηθεί, όπως ο Ίκαρος, με τον θάνατο ή σωτήρια μετενσάρκωση; H αμφιβολία επιτρέπεται.
«Μπαίνουμε σε δύσκολους καιρούς…»
«Ο Μαξ Μπέκμαν, κατά περίεργο τρόπο, παραμένει απομονωμένος τόσο στη γερμανική τέχνη των αρχών του 20ού αιώνα όσο και στην ιστορία του Μοντερνισμού. Γιατί παρά τη στιλιστική και θεματική του συγγένεια με τον εξπρεσιονισμό και τον «Νέο Πραγματισμό», η ιδεολογική του άποψη ήταν ριζικά διαφορετική: μόνος ανάμεσα στους ρεαλιστές ζωγράφους της γενιάς του, πίστευε στο χρέος του καλλιτέχνη να απεικονίσει την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου». Οι παρατηρήσεις αυτές για τον Μπέκμαν γράφηκαν στο ειδικό σημείωμα για τον ζωγράφο του καταλόγου της έκθεσης «H γερμανική τέχνη τον 20ό αιώνα» που έγινε στο Λονδίνο το 1985.
O ίδιος ο Μπέκμαν είχε γράψει, συγκλονισμένος από την εμπειρία του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου: «O πόλεμος πάει προς το θλιβερό του τέλος… Μπαίνουμε σε δύσκολους καιρούς… Πρέπει να μοιραστούμε όλη τη δυστυχία που έρχεται. Να δώσουμε την καρδιά και τα νεύρα μας στις φοβερές κραυγές πόνου των φτωχών, απελπισμένων ανθρώπων… Να τους δώσουμε μια εικόνα της μοίρας τους, κι αυτό μπορεί κανείς να το κάνει μόνον όταν τους αγαπά…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου