Η Βάσω Κιντή επιτελεί τον τέλειο ορισμό του ολοκληρωτισμού (και της ανοησίας)
του Άκη Γαβριηλίδη
Είναι γνωστό φαινόμενο ότι όσοι αλλάζουν στρατόπεδο[1] και εντάσσονται σε ένα άλλο, και μάλιστα αντίπαλο προς το προηγούμενό τους, γίνονται φανατικότεροι από όσους ήταν ήδη σε αυτό από καιρό· είτε για να πείσουν τους νέους ομοϊδεάτες τους, είτε για να κόψουν τις γέφυρες και να αυτοδεσμευτούν ότι δεν πρόκειται να διαπράξουν νέα αποσκίρτηση προς τα πίσω, ή προς κάπου αλλού.
Σε αυτό το πλαίσιο, έχει γίνει εδώ και καιρό σαφές ότι κάποιοι πρώην αριστεροί θα είναι μάλλον οι τελευταίοι που θα εγκαταλείψουν τον Μητσοτάκη.
Έστω και έτσι, όση κατανόηση και αν επιδείξουμε, δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε ένα αίσθημα πάνω απ’ όλα ντροπής για τον τρόπο με τον οποίο εκθέτουν τον εαυτό τους και τη νοημοσύνη τους μερικοί/-ές από αυτές τις πρώην αριστερές. Ας πούμε η Βάσω Κιντή, η οποία εδώ και χρόνια δε σταματάει να πετάει την μία αντιδραστική κοτσάνα μετά την άλλη, επικαλούμενη μάλιστα και την πανεπιστημιακή της ιδιότητα –της ιδίας ή/και άλλων.
Τελευταίο της κατόρθωμα, ένα σημείωμα το οποίο ανήρτησε σε ΜΚΔ και αναμετέδωσαν διάφορα ηλεκτρονικά δημοσιεύματα του προπαγανδιστικού μηχανισμού του Μαξίμου, με το οποίο έσπευδε να υπερασπιστεί την πρωτοφανή δήλωση του νέου διοικητή της ΕΥΠ προς την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας κατά την οποία «a priori κανείς δεν εξαιρείται» από την δυνατότητα άρσης του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών. Στηλιτεύοντας όσους εξέφρασαν ενστάσεις για την ωμή αυτή δήλωση, χωρίς να κατονομάζει κάποιον αλλά φωτογραφίζοντας κυρίως τον Δημήτρη Χριστόπουλο, η καθηγήτρια φιλοσοφίας έσπευσε να μας εξηγήσει ότι ο κ. διοικητής δεν εννοούσε τίποτα κακό, αλλά ότι αυτό το είπε
εννοώντας προφανώς ότι καμία κατηγορία ανθρώπων (π.χ., πολιτικοί) δεν εξαιρείται εκ των προτέρων — πρέπει να υπάρχουν βάσιμοι λόγοι–, και αυτό που «κατάλαβαν» στον Συριζα είναι ότι είμαστε όλοι κατ’ αρχήν ύποπτοι και η εξαίρεση θα ήταν να μην παρακολουθείται το τηλέφωνό μας. Είναι σαν να λες ότι κανείς Έλλην πολίτης δεν εξαιρείται a priori από το να θέσει υποψηφιότητα για βουλευτής κι εσύ να καταλαβαίνεις ότι είμαστε όλοι βουλευτές. Καθαρά χειριστική προπαγάνδα.
O Αλτουσέρ, (με τον οποίο ούτως ή άλλως η Κιντή δεν είχε ποτέ ουσιαστική σχέση, ακόμη και όταν είχε τυπική), έλεγε ότι οι φιλόσοφοι πάντα πέφτουν στο πηγάδι. Είναι όμως ιδιαίτερα κωμικό το θέαμα κάποιου ο οποίος παίρνει φόρα, και δασκαλίστικό ύφος, για να «εξηγήσει» στους αδαείς τι δεν κατάλαβαν, και τελικά αυτό που λέει είναι ότι η γη είναι επίπεδη.
Μα ακριβώς, κυρία Βάσω μου, αυτό λέμε: σε ένα φιλελεύθερο-δημοκρατικό καθεστώς, όπως υποτίθεται ότι είναι αυτό που έχουμε, και που εσείς παριστάνετε ότι υπερασπίζεστε, κανείς δεν εξαιρείται από την προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας του, όχι φυσικά από την άρση αυτής της προστασίας την οποία συνιστούν οι παρακολουθήσεις! Διαβάζουμε τι γράφουμε; Ειδικοί λόγοι, όχι απλώς «βάσιμοι» αλλά έκτακτοι λόγοι εθνικής ασφάλειας, πρέπει να υπάρχουν προκειμένου να στερηθεί κάποιος το κατά τα άλλα αυτονόητο αυτό δικαίωμα, όχι για να «εξαιρεθεί από την άρση του» όπως λέτε εσείς κάνοντας το άσπρο μαύρο.
Το πόσο σαλάτα τα έχει στο μυαλό της, ή/ και το πόσο αθεράπευτα ολοκληρωτικός είναι πλέον ο τρόπος σκέψης της Κιντή, φαίνεται από τον εσφαλμένο παραλληλισμό που κάνει στην επόμενη πρόταση, συγκρίνοντας κυνικά ένα πολιτικό δικαίωμα με την παραβίαση ενός δικαιώματος. Όχι και πάλι, κυρία Βάσω μου, δεν είναι σαν να λες ότι κανείς δεν εξαιρείται από το να θέσει υποψηφιότητα για βουλευτής, ασχέτως τι καταλαβαίνει κάποιος άλλος απ’ αυτό!
Η δυνατότητα να θέσει κανείς υποψηφιότητα είναι ένα δικαίωμα. Έχετε ακούσει ποτέ τη λέξη; Δικαίωμα. Δηλαδή μία δυνατότητα, η πραγμάτωση της οποίας, σύμφωνα τουλάχιστον με το ισχύον φιλελεύθερο σενάριο, εξαρτάται από την βούληση του ενδιαφερομένου και μόνο, και γίνεται προς το συμφέρον του ή με σκοπό την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
Η δυνατότητα να μαθαίνει κάποιος μπάτσος τι λες στα τηλεφωνήματα, στα μέιλ, ακόμα και στις προφορικές συζητήσεις στο σπίτι σου, από την άλλη, δεν είναι δικαίωμα, αλλά παραβίαση ενός δικαιώματος. Είναι πραγματικά αποκαρδιωτικό να χρειάζεται να εξηγεί κανείς τόσο στοιχειώδη πράγματα σε ανθρώπους που παριστάνουν τους πανεπιστημιακούς δασκάλους.
Εάν λοιπόν κάποιοι, όπου και αν βρίσκονται αυτοί, άκουσαν τη δήλωση του κ. πρέσβη και την θεώρησαν ολοκληρωτική, κατάλαβαν απολύτως ορθά. Ούτως ή άλλως, το μόνο λάθος που (φαντάζεται ότι) επισημαίνει η Κιντή στην ερμηνεία αυτή είναι η υποτιθέμενη σύγχυση της δυνατότητας με την πραγματικότητα: δεν είναι όλοι βουλευτές, αλλά όλοι μπορούν να γίνουν βουλευτές. Άρα, μας λέει η Βάσω, αυτό που είπε ο ΚΥΠατζής δεν είναι ότι όλοι παρακολουθούνται, αλλά ότι όλοι είναι δυνατό να παρακολουθηθούν. Όμως, πρόκειται εδώ για μια υπεράσπιση που επιβεβαιώνει πλήρως αυτό που θέλει να αρνηθεί. Διότι ο ολοκληρωτισμός έγκειται ήδη ακριβώς στο δυνάμει· δεν απαιτείται το ενεργεία. Δημοκρατικό –τουλάχιστον με τον τρέχοντα ορισμό του όρου- δεν είναι το καθεστώς στο οποίο όλοι είναι βουλευτές, αλλά εκείνο στο οποίο όλοι μπορούν να γίνουν βουλευτές. Το δυνάμει αρκεί.
Κατά τον ίδιο τρόπο, ένα καθεστώς το οποίο δηλώνει ρητά ότι επιφυλάσσει στον εαυτό του την εξουσία να στερεί από όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες του τις ατομικές τους ελευθερίες, χωρίς να τους κοινοποιεί καμία αιτιολογία και χωρίς καν εκείνοι να το πληροφορούνται, είναι ήδη ολοκληρωτικό.
Αυτό το καθεστώς υπερασπίζεται η Βάσω Κιντή.
[1] Η χρήση της λέξης «στρατόπεδο» εδώ δεν είναι δική μου επιλογή, αλλά ακολουθεί τη λογική των ανθρώπων για τους οποίους μιλάω. Εγώ δεν θεωρώ ότι η υιοθέτηση αυτής ή της άλλης πολιτικής τοποθέτησης συνιστά ένταξη σε ένα στρατόπεδο. Εκείνοι όμως θεωρούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου