Άβρα Αυδή: ένα αφήγημα
ΤΟ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΕΝΟ ΣΤΗΘΟΣ Άρτεμις Εφεσία
Δεν μ΄αγαπάει πια. Δεν γυρνάει να με κοιτάξει εδώ και χρόνια. Σαν να μην υπάρχω. Σαν να μην είμαι δικό της. Ντρέπεται για μένα. Με θυμήθηκε μόνο τώρα, στα δύσκολα. Κι όμως παλιά ήμουνα το καμάρι της. Μια μέρα, τότε που ήταν παιδί και έψαχνε το σώμα της, ανακάλυψε ένα μικρό σημάδι στον δεξιό μαστό.
-Μαμά, έχω ένα σημάδι στο στήθος μου που μοιάζει με μήλο, φώναξε ανήσυχη.
-Είναι το τυχερό σου, γλυκιά μου. Αυτό που σε κάνει ξεχωριστή, την καθησύχασε η μαμά.
Όταν άρχισα να μεγαλώνω με εξέταζε συνεχώς παίρνοντας πόζες στον καθρέφτη, μια ανφάς και μια προφίλ. Όσο μεγάλωνα, τόσο με καμάρωνε. Ήμουνα ο κρυφός θησαυρός της και με φρόντιζε πολύ. Γυμναστική με βαράκια και push-ups, κρύα ντους, μασάζ με παγάκι, κομπρέσες με χαμομήλι και λεβάντα. Έγινα στρογγυλό στητό και σφιχτό. Οι θηλές μου τεντώνονταν σαν νά ‘θελαν να τρυπήσουν το σουτιέν και τη μπλούζα να βγούν έξω, να γνωρίσουν τον κόσμο. Αυτή όμως με φύλαγε καλά. Φορούσε συνήθως μπλούζα κλειστή με λαιμόκοψη που με έπνιγε. Μόνο πού και πού έβαζε το μαύρο φόρεμα με το στρογγυλό ντεκολτέ και μ’άφηνε να ξεμυτίσω λίγο και να χαρώ τον θαυμασμό ανδρών και γυναικών που με χάιδευαν με τα βλέμματά τους.
Έλεγε πως με κρατούσε παρθένο, μακριά απ΄τα μάτια του κόσμου. Ήθελε να με χαρίσει δώρο στον άντρα των ονείρων της. Άργησα να καταλάβω τι σήμαινε αυτό. Με φανέρωσε μόνο στον άντρα που αγάπησε. Την πρώτη νύχτα του γάμου ξεγυμνώθηκε μόνη της και άστραψε στα μάτια του η ομορφιά μου. Θαμπώθηκε και μ΄άγγιξε απαλά. Ήταν τόσο τρυφερό το άγγιγμά του που δάκρυσα. Ποτέ δεν με φίλησε, δεν με έγλυψε, δεν με δάγκασε, δεν με ζούληξε, όπως τα άλλα μέλη του σώματός της. Όταν σταματούσαν οι σπασμοί και το λαχάνιασμα, έχωνε το κεφάλι του ανάμεσα στους μαστούς μου, «ανάμεσα στους λόφους του παραδείσου», και κοιμόταν γλυκά.
Της ζήτησε να με ζωγραφίσει. Την έβαλε να σταθεί ξέστηθη κοντά στο παράθυρο, έτσι που να πέφτει το φως πλάγια επάνω μου. Καθώς στεκόμασταν ακίνητοι για ώρες αναρωτιόμουνα γιατί με ζωγραφίζει, τι θέλει από μένα, ποια είναι η σχέση μας. «Συλλογισμένο στήθος» ήταν ο τίτλος που έδωσε στον πίνακά του. Μάντεψε άραγε τις σκέψεις μου;
-Τώρα έκανα πραγματικά δικό μου το δώρο σου, της είπε ακουμπώντας απαλά τα δυο του χέρια πάνω στους μαστούς μου.
-Ό, τι είναι δικό μου είναι και δικό σου, αγάπη μου, του απάντησε βυθίζοντας το βλέμμα της στο γκριζοπράσινο των ματιών του.
Ήμουνα το χρυσό νήμα της αγάπης τους και τους τύλιγα στο κουβάρι μου.
Δεν πέρασε ούτε ένας μήνας και έμεινε έγκυος. Στον δεύτερο μήνα οι θηλές μου και η άλως άρχισαν να μεγαλώνουν. Φούσκωνα, φούσκωνα, φούσκωνα. Μέσα σε τέσσερις μήνες τριπλασιάστηκα. Δεν ήξερε τι να κάνει. Πού να με χωρέσει. Αγόρασε σουτιέν τρία νούμερα μεγαλύτερο. Κι εγώ τα είχα χαμένα, άλλαζα απότομα μέγεθος, σχήμα, μορφή. Ο μαστικός αδένας και οι γαλακτοφόροι πόροι μάκρυναν, δούλευαν συνεχώς, κάτι συνταρακτικό συντελούνταν μέσα μου. Ένιωσα πως ετοιμαζόμουνα για το πιο σημαντικό γεγονός της ζωής μου. Και συνέχισα να φουσκώνω. Ένα βράδυ είδα ένα όνειρο. Η έγκυος ήταν ξαπλωμένη ανάσκελα πάνω στη χλόη, γυμνή, ατενίζοντας το γαλάζιο του ουρανού. Ανάσαινε βαθιά και σιγά σιγά οι μαστοί μου φούσκωναν, έγιναν δύο μπαλόνια που την ανασήκωσαν απαλά στον αέρα, ανεβαίναμε, ανεβαίναμε, ώσπου που οι θηλές μου άγγιξαν τον ουρανό. Παράξενο όνειρο.
Πάνω στον ένατο μήνα ήρθε η πολυπόθητη μέρα της γέννας. Τη λυπόμουνα που σφάδαζε από τους πόνους και ταυτόχρονα χαιρόμουνα. Πλησίαζε η μεγάλη στιγμή, ήμουνα έτοιμο για την ύψιστη λειτουργία μου. Την πρώτη φορά που μ’άρπαξε το στόμα του βρέφους πόνεσα είναι αλήθεια. Του έδωσα λίγες σταγόνες πρωτόγαλα, με ρουφούσε, με ρουφούσε, έβγαινε κι άλλο. Ήταν πολύ ζωηρό. Ρουφούσε αχόρταγα, με δάγκανε με τα ούλα του και μού ‘κανε πληγές. Με έπιανε ρίγος από τον πόνο, αλλά έκανα υπομονή. Με τις φροντίδες της λεχώνας που μου έβαζε κομπρέσες με χαμομήλι και μαλακτικές αλοιφές οι πληγές έκλεισαν σε λίγες μέρες. Το γάλα μου ξεχείλιζε. Περίμενα πώς και πώς να ακουμπήσει το βρέφος το κεφαλάκι του πάνω μου και να το ρουφήξει. Η ελαφριά ανάσα του άπλωνε μια ζεστασιά στον μαστό μου που ανάβλυζε σαν πηγή ζωής.
Ευφροσύνη.
Λένε πως η ευτυχία είναι στιγμές. Η δική μου κράτησε δύο μήνες.
-Αποφάσισα να κόψω τον θηλασμό, του είπε ξαφνικά μια μέρα. Θέλω να πάω στη δουλειά.
Πάγωσα. Είδα ένα μαχαίρι να κόβει τους μαστούς μου. Οι επόμενες μέρες ήταν επώδυνες. Το γάλα μου μαζεύονταν ολοένα και περισσότερο και οι μαστοί μου βάρυναν. Αναζητούσα το στόμα του βρέφους να με λυτρώσει. Έβλεπα στο όνειρό μου το γάλα μου να πετάγεται με ορμή σαν χείμαρρος και να πλημυρίζει το σπίτι. Οι μαστοί μου κοκκίνησαν, έκαιγαν, πρήστηκαν, πονούσα αφόρητα. Το γάλα μου πέτρωσε.
Φάρμακα, θεραπεία της μαστίτιδας, αποθηλασμός. Σιγά σιγά τακτοποιήθηκαν όλα. Η μάνα συνήλθε, τάιζε με έτοιμο γάλα το μωρό που συνήθισε εύκολα το μπιμπερό, και πήγαινε καθημερινά στη δουλειά. Για μένα όμως τα πράγματα είχαν αλλάξει εντελώς. Τα είχα δώσει όλα στην ύψιστη αποστολή μου και τώρα ένιωθα πως με πέταξαν σαν στυμμένη λεμονόκουπα. Η μάνα, όταν με είδε στον καθρέφτη πεσμένο και ζαρωμένο από την περιπέτεια που τράβηξα, με σκέπασε βιαστικά και με απαρνήθηκε οριστικά. Δεν άφησε καν να με δει ο άντρας της. Αυτός τον πρώτο καιρό με έψαχνε στο σκοτάδι, με ακουμπούσε απαλά, και αναζητούσε μάταια τους λόφους του παραδείσου. Μετά με ξέχασε.
Ύστερα ήρθαν χαλεποί καιροί. Απιστίες, ζήλειες, καυγάδες, χωρισμός.
Και να που σήμερα βρισκόμαστε στην αίθουσα αναμονής του διαγνωστικού κέντρου βιοπαθολογίας για μαστογραφία. Μετά την επίσκεψη στον γυναικολόγο είναι πολύ ανήσυχη. Ο γιατρός εντόπισε κάτι ύποπτο στην κλινική εξέταση και την επέπληξε για την αμέλειά της.
-Κυρία μου, αν κατάλαβα καλά, μου λέτε ότι μετά τη γέννα δεν έχετε ασχοληθεί καθόλου με την υγιεινή του στήθους σας. Δεν το έχετε ψηλαφήσει ούτε εσείς ούτε ο γυναικολόγος σας και δεν έχετε κάνει ποτέ υπέρηχο ή μαστογραφία. Λυπάμαι πολύ. Αυτό δεν το περίμενα από μια μορφωμένη γυναίκα όπως εσείς.
Δεν του απάντησε. Τι να του πει, ότι ήθελε να με ξεχάσει, ότι προσπαθούσε να διαγράψει την πονεμένη μας ιστορία;
Η μαστογραφία ήταν μια δοκιμασία. Η νοσηλεύτρια τράβηξε άγαρμπα τον μαστό μου και τον άπλωσε, σαν νά ‘ταν ένα κομμάτι ύφασμα για σιδέρωμα, στον μαστογράφο. Το ζούληγμα ήταν οδυνηρό.
-Τα αποτελέσματα θα τα πάρετε αύριο, κυρία.
Δεν κοιμήθηκε από την αγωνία. Μήπως είναι αργά τώρα; Κι αν έχει καρκίνο; Κι αν της κάνουν μαστεκτομή; Από χθες την κυνηγάει μια εικόνα που είδε παλιά. Μια γυναίκα που μεταφέρει σε δίσκο τους κομμένους της μαστούς, σαν να σερβίρει δύο μήλα. Η Αγία Αγάθη του Θουρμπαράν.
Περάσαμε εκείνο το βράδυ αγκαλιά. Με χάιδευε και έκλαιγε. Μόλις ξύπνησε το πρωί έτρεξε στο κομπιούτερ και αναζήτησε το λήμμα. Διάβασε επί τροχάδην τις ιστορικές πληροφορίες για το μαρτύριο της Αγίας. Συγκράτησε το μόνο που την ενδιέφερε∙ η Αγία Αγάθη λατρεύεται ως «ιάτειρα μαστικών παθήσεων». Ανακουφίστηκε. Όταν παραλάβαμε τα αποτελέσματα ήταν ψύχραιμη. Άνοιξε τον φάκελο μόλις μπήκαμε στο σπίτι και τσίριξε από χαρά.
-ΚΑΛΟΗΘΕΣ!
Δεν έχω ιδέα τι πα’ να πει ινωαδένωμα, αλλά είναι καλόηθες.
Ξεντύθηκε βιαστικά μπροστά στον καθρέφτη και πέταξε το σουτιέν. Στάθηκε και με κοίταξε εξεταστικά. Το βλέμμα της έπεσε στο σημάδι στον δεξιό μαστό. Με το δάχτυλό της ζωγράφισε το περίγραμμά του και μονολόγησε.
-Έχει μεγαλώσει το μήλο. Ωρίμασε. Καλά έλεγε η μάνα μου πως είναι το τυχερό μου.
Το βλέμμα της μαλάκωσε, χάιδεψε και τους δύο μαστούς και πρόσθεσε.
-Αυτό το στήθος είναι δικό μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου