Κυριακή, Μαρτίου 06, 2022

τῇ] γλυ­κυ­τάτῃμου [νίννῃ]/για την πο­λυα­γα­πη­μέ­νη μου [για­γιά...]

 Νέκυια ή η σαρκοφάγος της οδού Ολυμπιάδος

Νέκυια ή η σαρκοφάγος της οδού Ολυμπιάδος

 


Απέ­χω πε­ρί­που 300 μ. ΒΔ από αυ­τή τη σαρ­κο­φά­γο, λε­κά­νη (γούρ­να) σε οθω­μα­νι­κή βρύ­ση. Το διευ­κρι­νί­ζω για­τί εδώ γύ­ρω εί­ναι και μια άλ­λη, πά­λι λε­κά­νη, αλ­λά εν­σω­μα­τω­μέ­νη σε με­γα­λο­πρε­πέ­στε­ρη βρύ­ση, στο κέ­ντρο της συ­νοι­κί­ας Τσι­νά­ρι, απέ­να­ντι από την πα­σί­γνω­στη δια­τη­ρη­τέα τα­βέρ­να. Και μια άλ­λη στη Δη­μη­τρί­ου Πο­λιορ­κη­τού, ανε­βαί­νο­ντας αρι­στε­ρά.

Η σαρ­κο­φά­γος χρο­νο­λο­γεί­ται από το 2ο μι­σό του 2ου αι. μ.Χ. μέ­χρι το 1ο μι­σό του 3ου και εί­ναι δη­μο­σιευ­μέ­νη στο Theodosia Stefanidou-Tiveriou, Die lokalen Sarkophage aus Thessaloniki, Mit epigraphischen Beiträgen von Pantelis Nigdelis und einem Anhang von Yiannis Maniatis und Dimitris Tambakopoulos, Sarkophag-Studien 8 (Ruhpolding 2014), με αριθ­μό 125.

Ό,τι σώ­ζε­ται από την επι­γρα­φή της:

[- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -τῇ] γλυ­κυ­τάτῃμου [νίννῃ - - - - ca. 7 - - -]. ἐὰνδέ­τιςἕτε­ρο­ςτολ­μήσῃἐπανῦξ[εἤμε­τα­τε]θῆνέ­μουτὴννί­νην (!), 4 δώ­σι­προ­στεί­μουτῷἱερω[τά]τῳ [τα]μίῳ v vX v ͵β (δι­σχί­λια) v φ´ (πε­ντα­κό­σια). Vacat […]

für meine liebste [Großmutter …]. Wenn es aber jemand wagen sollte, den Sarkophag zu öffnen oder die Großmutter [umzu]betten, soll er der heiligsten Schatzkammer 2500 Denare Strafe zahlen.

Νέκυια ή η σαρκοφάγος της οδού Ολυμπιάδος

Δη­λα­δή (μτ­φρ. στα ελ­λη­νι­κά από τη μτ­φρ. στα γερ­μα­νι­κά):

[…] για την πο­λυα­γα­πη­μέ­νη μου [για­γιά...]. Αν κα­νείς θα τολ­μού­σε να ανοί­ξει την σαρ­κο­φά­γο ή να με­τα­κι­νή­σει τη για­γιά σε άλ­λο κρε­βά­τι, να πλη­ρώ­σει 2.500 δη­νά­ρια πρό­στι­μο στο ιε­ρό­τα­τον Τα­μεί­ον (θη­σαυ­ρο­φυ­λά­κιο).

Το μνη­μείο ήταν γνω­στό στη βι­βλιο­γρα­φία ήδη από το 1876. Πριν από τρια­ντα­ριά χρό­νια με­τα­φέρ­θη­κε στην άκρη για να δια­πλα­τυν­θεί η Ολυ­μπιά­δος. Οι σαρ­κο­φά­γοι ανή­κουν στα ση­μα­ντι­κό­τε­ρα εί­δη μνη­μεί­ων της ρω­μαϊ­κής επο­χής, βρί­σκο­νται σε όλα σχε­δόν τα μή­κη και τα πλά­τη της αυ­το­κρα­το­ρί­ας και η με­λέ­τη τους πα­ρέ­χει ση­μα­ντι­κό­τα­τες πλη­ρο­φο­ρί­ες για την ιστο­ρία της τέ­χνης, την κοι­νω­νία, την οι­κο­νο­μία, την ποί­η­ση, το λε­ξι­λό­γιο, τα λα­το­μεία και την τε­χνο­λο­γία τους, τις θρη­σκευ­τι­κές πε­ποι­θή­σεις. Τις πα­ράγ­γελ­ναν βέ­βαια πλού­σιοι της επο­χής εκεί­νης. Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα κέ­ντρα του ρω­μαϊ­κού κό­σμου δια­θέ­τουν corpus σαρ­κο­φά­γων. Στη Θεσ­σα­λο­νί­κη σώ­θη­καν πολ­λές δε­κά­δες που φυ­λάσ­σο­νται στις αυ­λές του Aρ­χαιο­λο­γι­κού μου­σεί­ου στο Γε­νί Τζα­μί, του νέ­ου αρ­χαιο­λο­γι­κού μου­σεί­ου, στην αυ­λή της Ρο­τό­ντας, μία στο νε­κρο­τα­φείο των Προ­τε­στα­ντών, ανε­βαί­νο­ντας για το νο­σο­κο­μείο Άγ. Δη­μή­τριος αρι­στε­ρά και βέ­βαια πολ­λές, σε δεύ­τε­ρη χρή­ση, ως λε­κά­νες πε­ρι­καλ­λών βρυ­σών που έγι­ναν για να κα­λύ­ψουν κοι­νω­φε­λείς ανά­γκες κα­τά τη διάρ­κεια της Οθω­μα­νι­κής πε­ριό­δου. Ει­δι­κά συν­θε­τι­κά κεί­με­να των Στε­φα­νί­δου-Τι­βε­ρί­ου και Νί­γδε­λη για τις σαρ­κο­φά­γους της Θεσ­σα­λο­νί­κης και όχι μό­νο, μπο­ρεί κα­νείς να δια­βά­σει στον οδη­γό της μό­νι­μης υπαί­θριας έκ­θε­σης στο Αρ­χαιο­λο­γι­κό Μου­σείο της Θεσ­σα­λο­νί­κης (Π. Αδάμ-Βε­λέ­νη, Δ. Τερ­ζο­πού­λου (επιμ.), Αγρός, οι­κία, κή­πος, τό­πος, τά­φος, ΥΠ­ΠΟΤ-ΑΜΘ, εκδ. Ζή­τη, Θεσ­σα­λο­νί­κη 1912, 123 κ.εξ. και 139 κ.εξ.).

Ήταν θαμ­μέ­νη, με­τα­ξύ του 150 και 250 μ.Χ., μία για­γιά… Πη­γαί­νο­ντας ή γυ­ρί­ζο­ντας πολ­λές φο­ρές έχω κα­θί­σει στη μια της γω­νία να πά­ρω μία ανά­σα από τον πό­νο στη μέ­ση και αμέ­σως με­τα­βάλ­λε­ται σε χο­ά­νη ει­σό­δου στον Άδη. Πρώ­τα έρ­χε­ται η μα­μά μου εξα­κο­λου­θώ­ντας να μου λέ­ει «πού ήρ­θες να μεί­νεις εδώ βρε παι­δά­κι μου, εδώ μό­νο με­θυ­σμέ­νοι κα­τε­βαί­νουν από τα κά­στρα ψη­λά, τους έβλε­πα και έτρε­μα τό­τε», ύστε­ρα έρ­χο­νται δε­κά­δες νε­κροί που προ­σπα­θούν να μου μι­λή­σουν και εγώ ση­κώ­νο­μαι να στα­μα­τή­σω τα αυ­το­κί­νη­τα μή­πως και πα­τή­σουν κα­νέ­να, ύστε­ρα θυ­μά­μαι ότι εί­ναι αέ­ρας και ξα­να­κά­θο­μαι. Πολ­λές φο­ρές λέω σε με­ρι­κούς όσα δεν πρό­λα­βα να τους πω. Απά­ντη­ση δεν παίρ­νω. Έρ­χε­ται και η για­γιά, από τό­τε που έμα­θα τι λέ­ει η επι­γρα­φή, μ’ ένα φα­ντα­χτε­ρό φου­λά­ρι και με χρυ­σή πε­ρί­τε­χνη καρ­φί­τσα. Ύστε­ρα, όλοι μα­ζί, όπως ένα με­γά­λο κο­πά­δι από μαύ­ρα που­λιά, γί­νο­νται σίγ­μα τε­λι­κό που ανε­βο­κα­τε­βαί­νει με τα­χύ­τη­τα αστρα­πής ως που χά­νε­ται στον ου­ρα­νό.

[ Ευ­χα­ρι­στώ την ομότ. κα­θη­γή­τρια αρ­χαιο­λο­γί­ας στο ΑΠΘ Θ. Στε­φα­νί­δου-Τι­βε­ρί­ου για την ου­σια­στι­κή της βο­ή­θεια ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητά με τον Τάσο Αποστολίδη για το νέο του graphic novel «Αριστοτέλης» με εικονογράφηση Αλέκου Παπαδάτου

Tάσος Αποστολίδης:«Η φιλοσοφία του Αριστοτέλη έχει να κάνει με την πραγματική ζωή, με το τώρα» Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον Τάσο Απ...