Κυριακή, Μαρτίου 20, 2022

Η Μικρασιατική Καταστροφή και η ισχνή παρουσία της στην ελληνική Ποίηση

 


Εκατό χρόνια τι είναι για την Ιστορία;

Θάλεια Ιερωνυμάκη*


Ο Γιώργος Σεφέρης και ο Ρώμος ΦιλύραςΗ εθνική πατριωτική ποίηση αφανίζεται μαζί με τις χαμένες πατρίδες, το μέγεθος του δράματος ως συλλογικού βιώματος υπερβαίνει τον ποιητικό λόγο.

Η διάψευση της Μεγάλης Ιδέας δεν απασχόλησε ιδιαίτερα την ποίηση. Οι ελάχιστες αναφορές στην ήττα είναι καταγγελτικές. Ο Φιλύρας επιρρίπτει ευθύνες στο «κόμμα ολέθριο κι άτιμο» [«Οι αιχμάλωτοι» (1923): «Ποιήματα. Απαντα τα Ευρεθέντα», Α΄, University Studio Press] και ο Παλαμάς σαρκάζει πρόσωπα, πολιτικές και τον λαό [«Οι Λύκοι» (1922): «Απαντα», Ζ΄, Ιδρυμα Κωστή Παλαμά].

Η ποίηση αναφέρεται περισσότερο στο προσφυγικό δράμα. Ο Παλαμάς θρηνεί για αυτό, αλλά επιχειρεί να υπερβεί τη συμφορά: «μέσ’ στα ξεθεμελιώματα, στου χαλασμού τ’ αχνάρια / γίνεται η δόξα ενός λαού» [«Το τραγούδι των προσφύγων» (1922): «Απαντα», Ζ΄ - και «Χρυσόστομος» (1931): «Απαντα», Θ΄]. Ο Φιλύρας, αντίθετα, επικεντρώνονται στην ανθρώπινη παράμετρο [«Ο Θρήνος των Προσφύγων» και «Εσταυρωμένος» (1923): «Ποιήματα. Απαντα τα Ευρεθέντα», Α΄]. Το δράμα προσεγγίζει με ποικίλους τρόπους ο Καρυωτάκης: αναδεικνύει ελεγειακά τη ματαιότητα του πατριωτισμού («Οταν άνθη εδένατε…»), μαστιγώνει σατιρικά τη «στρατιά της ήττης» («Εις Ανδρέαν Κάλβον») και αποτυπώνει ρεαλιστικά την τραγικότητα και την εξαθλίωση (στο πεζό «Ενας πρακτικός θάνατος») («Ποιήματα και Πεζά», Gutenberg).

Ο ξεριζωμός και η καθημερινότητα των προσφύγων εκφράζονται εκτενώς στους Προσφυγικούς Καημούς (1924) του Σκίπη. Η συναισθηματική εμπλοκή των σύγχρονων με τα γεγονότα ποιητών είναι εμφανής - κυρίως των Μικρασιατών: Μαγγανάρης (το 1988 συντάσσει σχετική ανθολογία), Αγγελος Σημηριώτης, Μιχαήλ Αργυρόπουλος ενδεικτικά. Ο τελευταίος γίνεται η φωνή των προσφύγων: «Η Ψυχή του Τόπου μου είμ’ εγώ / με τις χαροκέντητες φτερούγες» (Τ’ ανιστόρητα, 1925). Η ήττα, η πολιτική αστάθεια και η συνακόλουθη κοινωνική απορρύθμιση διαπερνούν, και αν ακόμη δεν κατονομάζονται, την ποίηση της εποχής.

Η ταυτότητα των χαμένων πατρίδων αναζητείται στο Μυθιστόρημα («Ποιήματα», Ικαρος) και σε μεταγενέστερα ποιήματα του Σεφέρη, ο οποίος αναφέρεται μέσω του μύθου στο δράμα. Ανάλογη χρήση του μύθου αποδίδει στον Καβάφη διαβάζοντας το «Υπέρ της Αχαϊκής Συμπολιτείας πολεμήσαντες» (1922) («Τα Ποιήματα», Β΄, Ικαρος). Στην ποίηση του ’30 η Μικρασιατική Καταστροφή είναι περισσότερο τόπος πνευματικός παρά ιστορικό γεγονός. Ο μεταγενέστερος Ελύτης (μαζί με τη «Μικρή πράσινη θάλασσα») περιδιαβαίνει «στα παράλια της Μικρασίας / κει που κάποτε ο Ηράκλειτος / οιάκισε τον Κεραυνό» (Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας) και αποκαλύπτει μια γενεαλογική συνέχεια: «Εφεσος! Του πάππου του θείου και του φωσφόρου δέκατη τέταρτη γενεά» (Δυτικά της Λύπης) («Ποίηση», Ικαρος). Στην ποίηση του Ρίτσου όμως τα προσφυγικά γίνονται στοιχείο της Αθήνας, ενώ η «προσφυγιά η αλμυροπότιστη» μπαίνει «κάτου απ’ του κόρακα τον ίσκιο» («Η Κυρά των Αμπελιών», Κέδρος) και ενσωματώνεται ως κρίκος της Ρωμιοσύνης.

Στη μεταπολεμική ποίηση η Μικρασιατική Καταστροφή εμφανίζεται σποραδικά. Οι ποιητές απέχουν ηλικιακά από τα γεγονότα και, βιώνοντας το συντριπτικό παρόν του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου, εκφράζουν το σύγχρονο δράμα και αναζητούν μια υπαρξιακή και κοινωνική, και όχι εθνική, ταυτότητα. Το ποίημα «80 χρόνια» του Πάνου Θασίτη («Τα Ποιήματα 1945-1979»: Παρατηρητής, 1990) εξηγεί τις περιορισμένες ποιητικές αναφορές στο 1922:

Κι ο Κωνσταντίνος πέθανε

κι ο Βενιζέλος πάει

κι ο γιος του Κωνσταντίνου, πάει κι αυτός

κι ο γιος του Βενιζέλου.

80 χρόνια τ’ είναι για την Ιστορία

γριούλα απ’ τ’ Αϊβαλί Ευθαλία;

Παιδιά κι εγγόνια όλα θαμμένα

στο 12, το 22, το 41…

Η «γριούλα», η τραγική μοίρα του Ελληνισμού που η επίσημη Ιστορία αποσιωπά, αποκτά μέσα από την επανάληψη της Ιστορίας καθολικό χαρακτήρα.

Αναφορές απαντούν συχνότερα σε ποιητές με μικρασιατική καταγωγή. Ο Γεραλής (Α΄ Μεταπολεμική Γενιά) κρατά ζωντανή τη μνήμη «ανάμεσα σε δυο ημίχρονα» στις «Αναζητήσεις μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού» (Κλειστός Κήπος, 1966) και ο Μάρκογλου (Β΄ Μεταπολεμική Γενιά) λαχταρά, σε μια ιδιότυπη «Οικογενειακή συγκέντρωση» (1980) νεκρών προγόνων, μια αντίστροφη ενσωμάτωση στη μικρασιατική γενιά του: «Φώναζα και ζητούσα μια μόνο λέξη μια μόνη ένδειξη για σημάδι πως μ’ αναγνωρίζουν δικό τους αίμα δική τους φωνή» («Εσχατη υπόσχεση. Ποιήματα 1958-2010», Ενεκεν).

Τα ευάριθμα, άξια λόγου, ποιήματα με αναφορές στη Μικρασιατική Καταστροφή της τελευταίας πεντηκονταετίας απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα: το 1922 δεν απασχόλησε συστηματικά την ποίηση. Η εθνική πατριωτική ποίηση αφανίζεται μαζί με τις χαμένες πατρίδες, το μέγεθος του δράματος ως συλλογικού βιώματος υπερβαίνει τον ποιητικό λόγο, ενώ, τελικά, οι προσωπικές ιστορίες των προσφύγων που ήταν στον πυρήνα τους τραγικά ποιητικές καταγράφηκαν αυτούσιες ή διοχετεύθηκαν στην πεζογραφία.

* Η Θ. Ιερωνυμάκη είναι Δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας και ΕΔΙΠ - Πανεπιστήμιο Πατρών

Δεν υπάρχουν σχόλια: