Δέκα ερωτήσεις, περισσότερο αφορμές και σπινθήρες για μια συνομιλία, ανάμεσα σ’ έναν επίμονο αναγνώστη κι ένα πρόσωπο της γραφής. Σήμερα ο Ανδρέας Μήτσου απέναντι σ’ ένα ερωτηματολόγιο που επιχειρεί να ψηλαφίσει, εντός κι εκτός αφηγηματικής επιφάνειας, διαθέσεις, εμμονές, αναγωγές
● Γράφετε συνεχώς το ίδιο βιβλίο ή στο έργο σας εντοπίζετε τομές και ασυνέχειες;
Μετέρχομαι διάφορους τρόπους έκφρασης, αλλά φοβάμαι πως γράφω συνεχώς το ίδιο βιβλίο.
● Εκτός από τη λογοτεχνία, τι άλλο καθορίζει και φωτίζει το έργο σας;
Ο,τι επιχειρώ, να αποσείσω την αμεσότητα του πραγματικού, αυτή η απόπειρα καθρεφτίζεται, ελπίζω, στα γραπτά μου. Η αδυναμία μου να κατανοήσω, να αποδεχθώ την τάξη και λειτουργία του κόσμου. Η βιωματική σχέση μου με την «πραγματικότητα», μια απόπειρα, «να φωτίσω τις αιτίες που μ’ αφήνουνε μισό». Εναποθέτω στην αγάπη που έχω λάβει και αυτήν θέλω να μη σπαταλήσω, να συντηρήσω μέσα μου και να τη βαθύνω.
● Υπάρχει κάποιο βιβλίο που βιαστήκατε να παραδώσετε στον εκδότη σας και κάποιο άλλο που το απωθείτε, το «φοβάστε» μέχρι σήμερα;
Όλα για μένα είναι ρυθμός κι αυτόν τον ρυθμό επιδιώκω να επιτύχω, να αναδείξω, γράφοντας. Δεν βιάστηκα, επομένως, να παραδώσω κάποιο βιβλίο στον εκδότη μου. Πάντως συχνά διαισθάνομαι ότι απωθώ πράγματα. Όσο για τον φόβο, αυτός με συνοδεύει, αδιάλειπτα, ωστόσο έχω συμφιλιωθεί με την «έκθεση», την οποία συνεπάγεται ένα βιβλίο για τον συγγραφέα, αν και την έκτασή της τη διαπιστώνω αφού αυτό έχει εκδοθεί.
● Τρεις τίτλοι βιβλίων που σας σφράγισαν στο πέρασμα του χρόνου, εντός και εκτός κειμένου.
Σε εφηβική ηλικία πρωτοδιάβασα την «Πείνα» του Κνουτ Χάμσουν, τα «Ταξίδια του Γκάλιβερ» και τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι. Αυτά αναβιώνω και αυτά επιχειρώ να διαχειριστώ. Τη λύπη και το παράλογο, να συμφιλιώσω τη μνήμη με τη φαντασία –που εγώ τα έχω ένα και το αυτό–, να περπατήσω στο φως μέσα και στα σκοτάδια μου.
● Υπάρχουν αρνητικές κριτικές που σας βοήθησαν και θετικές που υπομειδιάσατε;
Ναι, και χρωστώ χάρη στις αρνητικές κριτικές. Με βοήθησαν. Σέβομαι κι έχω ανάγκη την κριτική, τη θεωρώ απαραίτητο και αναγκαίο όρο της γραφής. «Υπομειδίασα» επίσης σε πολλές θετικές κριτικές, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω ποιον ακριβώς εννοούσαν, σε ποιον απευθύνονταν. Προς τον συγγραφέα, ιδιότητα που εγώ δεν θεωρώ μόνιμη –μόνον ενόσω γράφεις γίνεσαι συγγραφέας, μετά επιστρέφεις στον τρομαγμένο εαυτό σου– ή προς εμένα τον ίδιο, πράγμα που με έφερνε σε αμηχανία.
● Υπάρχει κάποιος παλαιότερος και κάποιος νεότερος Έλληνας συγγραφέας που σας έλκει η γραφή του;
Ασφαλώς, κι ελπίζω να έχω την αυτάρκεια να συνεχίσω να θαυμάζω νεότερους συγγραφείς, όπως θαυμάζω και υποκλίνομαι σε παλιούς και αγαπημένους.
● Σήμερα υπάρχουν λογοτεχνικές συντροφιές που διαμορφώνουν το πνευματικό κλίμα της εποχής;
Ελπίζω να υπάρχουν. Η τέχνη (η κάθε τέχνη) απαιτεί μύστες και μυημένους. Καιρός να αναδιατυπωθεί.
● Για ποιον λόγο η παρουσία της ελληνικής λογοτεχνίας, εκτός συνόρων, είναι τόσο νωθρή και αποσπασματική;
Ίσως να φταίει η γλώσσα μας, λίγοι τη μιλούν. Ίσως η ποιότητα της παραγόμενης λογοτεχνίας μας. Δεν το γνωρίζω.
● Η πολιτική συγκυρία, εντός και εκτός της χώρας, αλλά και η γλώσσα και ο τρόπος της ενημέρωσης, αγγίζουν το συγγραφικό εργαστήρι σας;
Επιθυμώ να αρθρώσω έναν προσωπικό λόγο, να επιτύχω τη «συνάντηση» με τον βαθύτερο εαυτό και να φτάσω έτσι στην πιο μεστή σιωπή μου, σ’ εκείνη την περίφημη «λήθη τού είναι». Ομως, ποιο πουλί μπορεί να κελαηδήσει και να ακουστεί μέσα στον αφόρητο θόρυβο;
● Σας απασχολεί αν, μετά θάνατον, θα σας θυμούνται μέσα από το έργο σας;
Όχι. Η αθανασία είναι παροντική κατάσταση, σε μια οριακή στιγμή πραγματώνεται. Και εδώ πάντα. Το έργο δεν ανήκει σε κανέναν, δεν φυλακίζεται σε ένα όνομα. Εάν εκφράσει κάποιον στο μέλλον, τότε εκείνος γίνεται αυτόματα ο συγγραφέας του. Μόνο τα βιβλία έχουν ζωή, διάρκεια. Το πρόσωπο του συγγραφέα υποστασιοποιείται εκ των υστέρων και παίρνει τη μορφή του καθενός αναγνώστη του. Η μυθοποίηση του πρώτου δημιουργού δεν αφορά την ουσία της λογοτεχνίας, μάλλον τη διαβρώνει και τη νοθεύει, συναινεί στην καπηλεία της.
Ο αναγνώστης, ανάλογα με το ποιόν του, αναγνωρίζει και ονοματίζει τον συγγραφέα. Επομένως, αυτός που παρέδωσε πρώτος το βιβλίο αποκτά χίλιες τόσες ταυτότητες, αμέτρητα πρόσωπα, χάνεται, συρρικνώνεται με τον καιρό.
Ο Α. Μήτσου έχει εκδώσει εννέα συλλογές διηγημάτων, επτά μυθιστορήματα και δύο νουβέλες. Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το βιβλίο του «Τα ανίσχυρα ψεύδη του Ορέστη Χαλκιόπουλου», με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή του «Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια», με το Βραβείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (Ουράνη) για τη συλλογή διηγημάτων «Σφήκες» και με το Βραβείο Αναγνωστών (ΕΚΕΒΙ-ΕΡΤ) για τη νουβέλα του «Ο κύριος Επισκοπάκης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου