Σάββατο, Δεκεμβρίου 15, 2018


Αποτέλεσμα εικόνας για tax evaders«Εφόσον το κάνουν οι άλλοι, γιατί όχι εγώ»;




Η άποψη που υπερισχύει στη διεθνή βιβλιογραφία αναφορικά με την φοροδιαφυγή και τον λόγο που αυτή διαπράττεται, υποστηρίζει ότι η θεωρία της Αντιλαμβανόμενης Αποτροπής αρκεί για να ερμηνεύσει στάσεις και συμπεριφορές.
Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι ενεργούν σε αυτό που πιστεύουν για σωστό, ανεξάρτητα από πόσο ακριβής και εμπεριστατωμένη είναι η αντίληψή τους ως προς αυτό. Εφόσον τους παρέχεται η ευκαιρία ή έχουν τη δυνατότητα να διαπράξουν μια παραβατική πράξη, τότε ζυγίσουν τα υποτιθέμενα οφέλη της πράξης τους σε σχέση με τις θεωρούμενες ζημίες εξαιτίας της.
Αυτή η γνωσιακή διαδικασία αντίληψης, βοηθιέται από την ανωτέρω θεωρία για την ερμηνεία και εκλογίκευση της απόφασης. Παρόλα αυτά, ως επί το πλείστον, οι παραβάτες δεν έχουν πλήρη γνώση των πιθανών ζημιών και ωφελειών που σχετίζονται με την πράξη τους.
Σ’ ένα βαθμό, η αντίληψή τους επηρεάζεται από την εικόνα (πραγματική, ιδεατή ή φημολογούμενη) που έχουν τα αποτελέσματα μιας παράνομης ενέργειας σε άλλους ανθρώπους. Για παράδειγμα, πόσο εύκολα ή δύσκολα αποκαλύφθηκαν, ποια ήταν τα «απόνερα» της σύλληψης, ποια η τιμωρία τους. Επιπλέον, ζυγίζουν τα υπέρ και τα κατά της παράνομης ενέργειας, έχοντας την τάση να κοιτάζουν δίπλα τους. Δηλαδή, τι έχουν κάνει οι άλλοι, πως το έχουν κάνει, ποιος ο αντίκτυπος.
Ως προς την φοροδιαφυγή, εάν πιστεύουν ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό της κοινότητας φοροδιαφεύγει, τότε κατ’ αυτούς, η επικινδυνότητα αποκάλυψης και τιμωρίας είναι μεγάλη και η αποτρεπτική εσωτερική τους δύναμη ισχυρή – οι εσωτερικές τους αντιστάσεις είναι ισχυρές («το κάνουν οι άλλοι, όχι όμως εγώ»). Αντίθετα, εάν θεωρούν ότι η πλειοψηφία της κοινότητας φοροδιαφεύγει, τότε η δική τους απόφαση να κάνουν το ίδιο όπως και οι άλλοι, ενέχει ελάχιστη επικινδυνότητα («εφόσον το κάνουν οι άλλοι, γιατί όχι εγώ;»). Είναι λογικό να θεωρούμε ότι οι αντιλήψεις για την έκταση της φοροδιαφυγής, είναι άμεσα επηρεασμένες και σχετιζόμενες με την απειλή τιμωρίας, τα ηθικά διλλήματα και την επιθυμία να διαπράξει κάποιος φοροδιαφυγή στο μέλλον. Αυτές οι αντιλήψεις, πρέπει να εκλογικεύονται, να έχουν μια κατ’ επίφαση λογική εξήγηση, έτσι ώστε να ακολουθεί η απόφαση φοροδιαφυγής. Όσο οι εσωτερικοί μας μηχανισμοί, θέτουν επιπλέον ερωτήματα που δυσκολεύονται να μας δώσουν ικανοποιητικές και πειστικές απαντήσεις, τότε η απόφαση για φοροδιαφυγή αναβάλλεται για ένα απώτερο μέλλον.
Σημαντικό ρόλο στην παραπάνω απόφαση παίζει η αντίληψη που έχουμε για την απειλή της επίσημης τιμωρίας (πόσο μεγάλο και επιβαρυντικό είναι το πρόστιμο – χρηματικό ή/και ποινικό) και σε δεύτερο επίπεδο, την απειλή της κοινωνικής κατακραυγής (στιγματισμός και αρνητική φήμη).
Η δεύτερη, αναλύεται σε δύο διαστάσεις: (α) Στην εταιρική απειλή της φήμης, που είναι σημαντική και έχει μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας για την επιχείρηση που «συλλαμβάνεται» να φοροδιαφεύγει, καθώς αυτή ερμηνεύεται σε οικονομική ζημία και σε προβλήματα στον ανταγωνισμό και στη βιωσιμότητα. (β) Στην κοινωνική κατακραυγή, που δεν είναι άμεσα μετρήσιμη, χειροπιαστή και έχει μεγάλη υποκειμενικότητα (άλλοι θεωρούν την αποκάλυψη του φοροφυγά σημαντικά και άλλοι αδιάφορη). Όσο η κοινωνία θεωρεί ότι η φοροδιαφυγή είναι γενικά κάτι κακό, αλλά όχι κατακριτέο και εκτός ηθικού πλαισίου, τόσο η κοινωνική κατακραυγή είναι αδύναμη και αμελητέα.
Γενικά ο κίνδυνος μείωσης της κοινωνικής αποδοχής και της επιχειρηματικής πελατείας, είναι σημαντικοί παράγοντες ώστε να αποτραπεί η φοροδιαφυγή. Αυτός όμως, αφορά σε μια μελλοντική απόφαση και όχι στην τωρινή, όπου τα θεωρούμενα ως άμεσα οφέλη από την φοροδιαφυγή, υπερισχύουν των ενδεχόμενων μελλοντικών ζημιών.
Ο κίνδυνος από τις άμεσες οικονομικές ποινές, δηλαδή τα πρόστιμα για την φοροδιαφυγή, ενώ είναι ορατός και απτός, συνάμα είναι μετρήσιμος. Αυτό σημαίνει ότι, εφόσον η οικονομική αποτίμηση του τωρινού οφέλους της φοροδιαφυγής, ξεκάθαρα υπερβαίνει την πιθανότητα επιβολής προστίμου στο μέλλον, σε συνδυασμό με το ύψος του προστίμου, τότε η απόφαση για παραβατική συμπεριφορά είναι σχεδόν βέβαιη.
Από την άλλη πλευρά, η απειλή για άτυπες κυρώσεις, π.χ., φήμη, κατακραυγή, απαξίωση, φέρνει αποτελέσματα στην απόφαση για φορολογική συμμόρφωση, εφόσον, (α) η κοινωνία είναι αντίθετη στο παραβατικό φαινόμενο της φοροδιαφυγής, (β) η φορολογική διοίκηση έχει δείξει στοιχεία δικαιοσύνης και φορολογικής συνέπειας και (γ) οι πολίτες βλέπουν απτά οφέλη από την αύξηση των δημοσίων εσόδων και την αναδιανομή του εισοδήματος.
Το ερώτημα που θέτει ο καθένας μας στον εαυτό του, «γιατί να μην κάνω εγώ, αυτό που κάνουν οι άλλοι;» έχει αξία και σηματοδοτεί μια διαφορετική αντίληψη για την ζωή και τον ρόλο μας στο κοινωνικό γίγνεσθαι, εφόσον «αυτό που κάνουν οι άλλοι» είναι κάτι καλό, νόμιμο, ηθικό και αναδεικνύει το κοινωνικό όφελος και όχι την ατομική ιδιοποίηση. Δυστυχώς όμως, στη σημερινή κοινωνία, το παραπάνω ερώτημα έχει αναφορές σε αρνητικές και παραβατικές συμπεριφορές και στάσεις ζωής που δεν δίνουν αξία στο σύνολο και στην κοινότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: