Παρασκευή, Δεκεμβρίου 13, 2013

Ευαισθησία συγγραφέως

Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος  

Αλκυονίδες*
 [Διήγημα]
 
Θεωρούσα την Αλκυόνη απλώς τοπωνύμιο: έναν θερινό προορισμό σε μιαν απέραντη ακρογιαλιά του Ιονίου (η αμμουδιά έβριθε από ευμεγέθεις, λευκές αχηβάδες), όπου έφθανες με τον τοπικό συρμό και, περπατώντας ανάμεσα σε άμμους, ή και σε πραγματικούς αμμόλοφους, με τον ήλιο να σου τσουρουφλίζει τα πόδια και να σε βαράει κατακούτελα, κατέφευγες σε κάποια συστάδα από αλίφιλες λόχμες, προκειμένου να γδυθείς και να φορέσεις το μαγιώ σου για την παρακείμενη θάλασσα.
Χρόνια αργότερα διάβασα τον μύθο για αυτό το θαλασσοπούλι, την κόρη τού Ιδα και της Μάρπησσας ―πώς γεννούσε, δηλαδή, τα αυγουλάκια της στην άμμο, Γενάρη μήνα μες στο καταχείμωνο, πλην ερχόταν το άγριο κύμα και τα κατέστρεφε όλα, ενίοτε με τα πουλάκια που στο μεταξύ είχαν αρχίσει να εκκολάπτονται. Ο Δίας, τότε, την λυπήθηκε και διέταξε τους ανέμους να σταματούν να φυσάνε, κάθε χρόνο επί δύο εβδομάδες, και να υπάρχει καλοκαιρία τον Γενάρη ―τέτοια πρόνοια εκείνοι οι θεοί.
Πέραν του μύθου, με συνάρπασε και η φράση, με την οποία καταγράφεται το γεγονός μετά τον Αριστοτέλη από τον Αιλιανό ―φράση που παραμένει ένα χαρίεν γλωσσικό και ποιητικό επίτευγμα: «Κυούσης δε Αλκυόνος ίσταται τα πελάγη, ειρήνην δε και φιλίαν άγουσιν άνεμοι».
Ιστανται, λοιπόν, τα πελάγη και κάθε χρόνο, χάριν αυτού του πουλιού (ή, μήπως, χάρις σε αυτό το πουλί;) απολαμβάνουμε και εμείς τις χλιαρές Αλκυονίδες ημέρες.
Τα καλοκαίρια, στην Πάρο, νιώθω ιδιαίτερη εύνοια όταν, στη θάλασσα, ακούω ξαφνικά τις κοφτές και λαχανιασμένες φωνές αλκυόνων και βλέπω εν συνεχεία 5-6 από αυτά τα πουλιά, με το γαλαζοπράσινο φτέρωμα και την καφετιά κοιλιά, να πετάνε σε απρόβλεπτες τροχιές, ελισσόμενα με ασφάλεια ανάμεσα στα βράχια και να εξαφανίζονται αστραπιαία ―για να επανεμφανιστούν και πάλι απροσδοκήτως, πάντοτε όμως με σημείο εκκινήσεως (αν είναι δυνατόν!) την περιοχή του διπλανού χωριού Μάρπησσα…
Παρά το αστραπιαίο πέταγμά τους, το μικρό τους μέγεθος (μοιάζουν με χελιδόνια) και το ευτυχές γεγονός ότι δεν τρώγονται, ορισμένοι τυφεκιοφόροι, με στολές παραλλαγής ή μη, τα καταφέρνουν και ξεπαστρεύουν κάθε τόσο κάποιο πουλί.
Τα πιο τυχερά τραυματίζονται ―και τα ακόμη πιο τυχερά μεταφέρονται από κάποιον διερχόμενον στην «Αλκυόνη», δηλαδή στο Κέντρο περίθαλψης αγρίων ζώων, που χάρις στο πάθος και την αυταπάρνηση ελαχίστων ανθρώπων λειτουργεί υποδειγματικά από χρόνια στο νησί.
Το επισκέπτομαι πού και πού αυτό το Κέντρο. Εκατοντάδες πυροβολημένα ζώα και πουλιά περιθάλπονται εκεί, και τα περισσότερα αποδίδονται και πάλι υγιή στους φυσικούς τους χώρους. Οχι όμως όλα ―μερικά θα πεθάνουν, άλλα έχουν καταστεί ανάπηρα διά βίου.
Αυτή η προσφορά του Κέντρου έχει ένα όλως ιδιαίτερο ηθικό βάρος: την ειδική φροντίδα για τα ανάπηρα πουλιά, αυτά που ποικίλοι τυφεκιοφόροι (κλώνοι του καλού ηθοποιού και σκηνοθέτη, αλλά ημιπαράφρονος πιστολέρο Κλιντ Ηστγουντ) έχουν καταδικάσει, ελαφρά τη καρδία, να μην ξαναπετάξουν στο υπόλοιπο του βίου τους.
Στην τεχνητή λίμνη που έχει κατασκευασθεί παρατηρώ τα ανάπηρα υδρόβια πουλιά. Μερικά είναι τυφλά, βουτάνε στα νερά, τρώνε, περιφέρονται μοναχικά, κάπως απόκοσμα.
Σε μια διπλανή λιμνούλα βολοδέρνουν οι ανάπηροι γλάροι ―προσφιλής στόχος μελλοντικών Νεμρώδ.
Το πιο θλιβερό, όμως, θέαμα είναι τα ανάπηρα αρπακτικά ―αυτοί, οι μεγαλειώδεις βασιλείς των ορέων και των αιθέρων, έχουν καταδικασθεί από τον έσχατο μικρόψυχον μικρόνοα να πεθάνουν σε ένα κλουβί, οι περισσότεροι τυφλοί, μερικοί παραπατώντας από βαρείς τραυματισμούς στο κεφάλι. Στην ακτινογραφία ενός θεϊκού χρυσαετού μετράμε 22 σκάγια στον εγκέφαλο…
Φεύγοντας, αποχαιρετώ μια μικρή αλκυόνη Alcedo atthis που, αποθεραπευόμενη, ετοιμάζεται να ξαναπετάξει προς τα πελάγη. Ο τυφλός γάιδαρος (από γεράματα, αυτός) που με υποδέχτηκε κατά την είσοδο, με συνοδεύει μέχρι την εξώπορτα, περπατώντας λοξά, οσφραινόμενος τον αέρα και ψαύοντάς με κάθε τόσο (κάπως άγαρμπα) με τη μουσούδα του, για να με εντοπίζει.
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος
Πάρος, 1/11 2012
 Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα των Συντακτών, 16/11/12
*********************

*Αλκυόνη (πτηνό) - Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια: