Τρίτη, Δεκεμβρίου 04, 2007

Προσυπογράφουμε

Ο εθνικός ταλιμπανισμός

Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος
Ό,τι όλα αυτά τα  χρόνια  αντιμετωπιζόταν ως  γραφικό φολκλόρ,  ό,τι το  νομιμοποιούσε η  ταυτότητα μιας  παράδοσης, η  δήθεν χάρη του  ατίθασου  κουμπουροφόρου  με τις μαντινάδες,  έχει μεταλλαχθεί σε  έναν πρώτης τάξεως  καρκινικό όγκο




Ό,τι όλα αυτά τα χρόνια αντιμετωπιζόταν ως γραφικό φολκλόρ, ό,τι το νομιμοποιούσε η ταυτότητα μιας παράδοσης, η δήθεν χάρη του ατίθασου κουμπουροφόρου με τις μαντινάδες, έχει μεταλλαχθεί σε έναν πρώτης τάξεως καρκινικό όγκο
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΣΕ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ
ΕΠΙΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ
ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΧΑΣΙΣΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ
ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ. ΤΟΥΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
ΟΛΟΚΛΗΡΕΣ ΣΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ ΤΩΝ ΤΑΛΙΜΠΑΝ
ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΟΥΤΣΕΚΑ,
ΓΙΑ Ν΄ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΟΛΟΜΒΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΑΦΗ
ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ

Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι εν λόγω κάτοικοι της εν λόγω περιοχής κρύβουν στις στάνες τους και στις αποθήκες τους αντί για ζωοτροφές, Καλάσνικοφ, ρουκέτες και λοιπά εκρηκτικά. Αυτά είναι τα εργαλεία του επιτηδεύματός τους και απ΄ αυτήν την άποψη κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για έλλειψη σοβαρότητας. Το πρόβλημα δεν είναι ότι σε διάφορες χαράδρες της ίδιας περιοχής οι εν λόγω κάτοικοι πετούσαν τα σπασμένα ΑΤΜ που είχαν εξαφανιστεί από διάφορα υποκαταστήματα τραπεζών. Το εμπόριο χρειάζεται χρηματοδότηση και από τη στιγμή που καμία τράπεζα δεν είναι διατεθειμένη να δανειοδοτήσει αυτήν τη δραστηριότητα οι επιτηδευματίες αναγκάζονται να βρουν άλλες διεξόδους. Κανείς σοβαρός Έλληνας επιχειρηματίας δεν δέχεται να διακινδυνεύσει τα κέρδη του επανεπενδύοντάς τα στην αγορά.
Το πρόβλημα δεν είναι τα εκατομμύρια ευρώ που βρέθηκαν κατατεθειμένα στους τραπεζικούς λογαριασμούς των εργατικών ποιμένων. Στην παγκοσμιοποιημένη οικουμένη μας το μαύρο χρήμα, ως γνωστόν, κινείται ευκολότερα από τους ανθρώπους που αναγκάζονται να υποστούν, για λόγους ασφαλείας, ένα σωρό ελέγχους.
Το πρόβλημα δεν είναι οι Πόρσε που κυκλοφορούν χωρίς πινακίδες, τα χιλιάδες χτισμένα τετραγωνικά και οι πισίνες. Στους ελληνικούς δρόμους ένα σωρό αυτοκίνητα κυκλοφορούν χωρίς πινακίδες και το μαύρο χρήμα, εν τέλει, δεν διαφέρει και τόσο από το λευκασμένο: υπάρχει για να καλύπτει τις ανάγκες όσων το κατέχουν. Το πρόβλημα δεν είναι ότι η ίδια η Αστυνομία συναλλάσσεται με τους χασισοκαλλιεργητές. Είναι, νομίζω, ηλίου φαεινότερον πως αν οι εν λόγω επιτηδευματίες δεν είχαν την πρόνοια να συνεργαστούν με ορισμένους αστυνομικούς, δεν θα είχαν καταφέρει να ασκήσουν τόσα χρόνια και με τόση επιτυχία τις δραστηριότητές τους. Θα πρέπει κι αυτό να πιστωθεί στη σοβαρότητά τους.
Το πρόβλημα δεν είναι καν ότι ορισμένοι πολιτικοί στην καλύτερη περίπτωση έκαναν τα στραβά μάτια και στη χειρότερη θώπευαν και ενθάρρυναν τους επιτηδευματίες. Φρόντιζαν για την ανάπτυξη της περιοχής και στο κάτω κάτω η στάση τους θα μπορούσε να αιτιολογηθεί αν σκεφθεί κανείς πως δημοκρατία δεν υπάρχει χωρίς ψηφοφόρους, όμως οι ψηφοφόροι μπορούν να μεταμορφωθούν στην αχίλλειο πτέρνα της.
Αν και, για να ΄μαι ειλικρινής, δεν αντιλαμβάνομαι τη σπουδή του κυρίου Παυλόπουλου να αναγγείλει αναπτυξιακά μέτρα για την περιοχή. Μήπως ο ίδιος πιστεύει ότι αν κάποιοι είχαν φροντίσει να εγκαταστήσουν εγκαίρως ΚΑΠΗ στα Ζωνιανά, τότε η περιοχή Μυλοποτάμου θα είχε γλιτώσει από τους μαφιόζους της;
Το πρόβλημα δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, θα μου πείτε, όμως σίγουρα κάπου υπάρχει ένα πρόβλημα. Διότι τα ορεινά της Κρήτης διαφέρουν, ή εν πάση περιπτώσει, νομίζουμε πως διαφέρουν από τα ορεινά του Αφγανιστάν. Διότι η Ελληνική Αστυνομία, όσο ανίκανη και διεφθαρμένη κι αν είναι, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίσθηκαν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ή τουλάχιστον νομίζουμε πως δεν μπορεί.
Διότι δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνική ζωή στο λυκόφως της ανομίας. Όπως και δεν υπήρξε ποτέ κοινωνική ζωή η οποία να κατάφερε να εξαλείψει την παρανομία. Μόνο που ο παράνομος έχει συνείδηση του νόμου τον οποίον παραβαίνει, ενώ αυτός που ζει σε καθεστώς ανομίας απλώς δεν αναγνωρίζει την ανάγκη ύπαρξης του νόμου.
Διότι δεν μπορεί ο κύριος εκείνος ο οποίος εμφανίζεται κάθε βράδυ στα παράθυρα στον ρόλο του «αθώου Ζωνιανού» να λέει «εμείς οι Κρητικοί πολεμήσαμε τους κατακτητές όπως κανένας Στερεοελλαδίτης δεν τόλμησε να το κάνει» κι αυτή να είναι η απάντηση στην ερώτηση: Μα δεν βλέπατε τόσα χρόνια τις φυτείες;
Ούτε μπορεί να θεωρείται φυσιολογική η οπλοφορία και να κατατάσσεται, στην καλύτερη περίπτωση, στην παραβατικότητα, όπως η παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη ή η ρίψη απορριμμάτων έξω από τους κάδους του Δήμου Αθηναίων.
Έτσι γίνεται στα Ζωνιανά, έτσι γίνεται στην Κρήτη, έτσι γίνεται εδώ, έτσι γίνεται εκεί γιατί έτσι είναι ο ένας, και έτσι είναι ο άλλος, διότι έτσι είμαστε εμείς, έτσι είναι τα πράγματα, έτσι είναι ο άνθρωπος και ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Κι έτσι μπαίνουμε, μετά βαΐων και κλάδων στο καθεστώς της βαρβαρότητας.
Διότι το πρόβλημα είναι πως ό,τι όλα αυτά τα χρόνια αντιμετωπιζόταν ως γραφικό φολκλόρ, ό,τι το νομιμοποιούσε η ταυτότητα μιας παράδοσης, η δήθεν χάρη του ατίθασου κουμπουροφόρου με τις μαντινάδες, έχει μεταλλαχθεί σε έναν πρώτης τάξεως καρκινικό όγκο. Και το πρόβλημα είναι πως η αντιμετώπισή του, όχι η αστυνομική, η κοινωνική, μέχρι στιγμής περισσότερο τον ενθαρρύνει και σίγουρα δεν δείχνει να έχει τα μέσα για να τον περιορίσει, ή έστω να τον απομονώσει.

Ο ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Αυτό που ζούμε αυτές τις μέρες, ο τρόπος με τον οποίον εκφράζεται όλη αυτή η υπόθεση των Ζωνιανών, μοιάζει με το αποπαίδι κάποιου κακοφορμισμένου ναρκισσισμού. Είναι ο ναρκισσισμός της ταυτότητας. «Εμείς μπορούμε να κάνουμε τα χειρότερα εγκλήματα, αλλά δεν είμαστε εγκληματίες σαν όλους τους άλλους εγκληματίες γιατί είμαστε αυτοί που είμαστε». Είναι ο ναρκισσισμός μιας παράδοσης η οποία πιστεύει πως μπορεί να απολαύσει τα αγαθά του σύγχρονου κόσμου χωρίς να χάσει ούτε σταγόνα από τα δικαιώματά της.
Αλλού, όπως στους Ταλιμπάν, τα δικαιώματά της τα νομιμοποιεί η θρησκευτική της πίστη. Εδώ τα νομιμοποιεί η μαντινάδα. Τραγουδάνε μαντινάδες, άρα είναι σαν και εμάς. Και στο κάτω κάτω τι θέλουν τα παιδιά; Να οδηγούν μια Πόρσε γουστάρουν, όπως όλοι μας.
Περισσότερο από τον φόβο είναι αυτή η συγκατάβαση που έχτισε το οικοδόμημα των Ζωνιανών.
Μόνον οι χριστιανοί, όσοι καλοπροαίρετοι, και οι μαρξιστές, όσοι αφελείς, πιστεύουν πως μπορούν να εξαλείψουν το κακό από τον κόσμο. Εμείς οι υπόλοιποι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διατηρήσουμε την εγρήγορση της συνείδησής μας απέναντί του. Και γι΄ αυτό το πρόβλημα δεν είναι μόνον τα Ζωνιανά.
Και γι΄ αυτό όλες αυτές τις ημέρες, ό,τι κι αν ακούμε, όσο ηχηρό κι αν είναι, υπονομεύεται από τη σκιά της κοινωνικής αδράνειας, από τη βεβαιότητα πως ό,τι κι αν γίνει, τίποτε δεν πρόκειται να γίνει.
Κι αυτό είναι το πρόβλημα.
ΤΑ ΝΕΑ (Βιβλιοδρόμιο), 1/12/2007

Δεν υπάρχουν σχόλια: