ΚΑΝΙΣΤΡΟ ΕΚΛΕΚΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
Ένα ποίημα του Κυριάκου Χαραλαμπίδη
που δείχνει την αστασία της λαϊκής βούλησης,
ικανής για τα καλύτερα και τα χειρότερα
σε καιρούς κατ΄επίφαση δημοκρατικούς.
Ενάρετα δημόσια πρόσωπα αποθεώθηκαν
για την προσφορά τους στα κοινά
αλλά και εξέπεσαν οικτρά από το ίδιο
πλήθος, όταν άλλαξαν οι πολιτικοί καιροί
και άρχισαν να πνέουν άνεμοι δημαγωγικοί,
που αμαύρωσαν την ανιδιοτελή προσφορά τους.
Η τραγωδία του Κικέρωνα εξαιτίας της αστασίας
του Ρωμαϊκού λαού θυμίζει έντονα τα ημέτερα
πολιτικά πάθη της τελευταίας δεκαπενταετίας
στη χώρα μας, όπου έντιμοι πολιτικοί έσωσαν
την πατρίδα μας από την οριστική χρεοκοπία,
βάζοντας τάξη στα δημόσια οικονομικά
και καταλύοντας το πελατειακό κράτος
αλλά νικήθηκαν οικτρά από τους ολετήρες
δημαγωγούς που χρεοκόπησαν τη χώρα.
Οι διεφθαρμένοι πολιτικοί, στηριζόμενοι
στην παντοδύναμη ολιγαρχία και τα πανίσχυρα
Μίντιά τους μετέστρεψαν με την ακατάσχετη
προπαγάνδα τους τα φρονήματα του λαού και
επανέκτησαν την εξουσία, που είχαν χάσει
εξαιτίας των βαρύτατων δημόσιων ανομημάτων τους.
Έτσι η χώρα κυβερνάται πλέον από έναν εσμό
αδίστακτων ολιγαρχών που έχουν μετατρέψει
το πολίτευμα σε ομοίωμα δημοκρατίας.
Gerontakos
Κόιντος τῷ Μάρκῳ χαίρειν
Μάρκο, αδελφέ μου,* ξέρε το, πως ο λαός –το έχει ξαναπεί καν δυο χιλιάδες χρόνια πιο ύστερα κι ο Μπέκετ– είναι για τα πανηγύρια. Παρότι εγώ μικρότερος, σε συμβουλεύω: της υπατείας τ’ αξίωμα, που τόσο λαχταράς, μελέτησε τεχνάσματα να το φιλάς· το στόμα υγρό, ν’ αποστηθίζει ρητορείες, να ξεδιπλώνει πλούσιες γενικότητες, κι η άκρη του ματιού τη γλώσσα να τροχίζει. Το μάτι πάντα παίζει πρώτο ρόλο, αν θες του καλυμμένου ψεύδους τις οπτικές αλήθειες δικιές σου να τις κάνεις. Μην το θαρρείς ανήθικο, αφού συ μια ζωή –και τώρα στα σαράντα δυο– έβαλες, πάνω κι απ’ τη μεταφυσική, την πρακτική ανελέητου, ακραίου ανθρωπισμού, π’ αλάφιασε θεούς και κάθε σοφιστεία τους. Αυτά ειν’ τα όπλα σου˙ σε τούτα να τοκίζεις το νόμισμα του Αυγούστου. Μέλλετ’ εμείς οι δυο εδώ στον Πάνω Κόσμο ν’ αναμορφώσουμε και την Ευρώπη, σπέρνοντας στο χιτώνα της παιδιά με κοσμικά οράματα δημοκρατίας.
Στο μέλλον, να το θυμηθείς, σαν θα μου δίνεις στην ώρα τους και συ τις συμβουλές σου, ότι τα πράγματα είναι δανεικά και το καθένα έχει την ακριβή του γνώση – ενδέχεται μ’ αντάλλαγμα θανάτου. Τίποτα δεν κερδίζεται χωρίς να χάσεις κάτι. Ντροπή μου να το λέω εγώ σε σένα! Ξέρεις πολύ καλά τη συνταγή: τριγύρω σου να έχεις υπολογιστές με ειδικά συμφέροντα, να σε στηρίζουν. Κάνε συμβόλαιο με το λαό (κατέχεις τέλεια νομικά) κι απόφευγε, για τ’ όνομα του Ρέμου, και του Ρωμύλου βέβαια τ’ αδελφού του, να σ’ εκλαμβάνουν λαϊκιστή.
Ένα καλό σημείο, που πρέπει να προσέξεις, είναι ν’ αποστηθίζεις πρόσωπα κι ονόματά. Ξέρεις τι πάει να πει τον κάθε Ιάνους, κάθε Κωστή και Κωνσταντή, με το μικρό του όνομα να κράζεις; όχι μονάχα κάθε πατρίκιο ή θεό! Της κολακείας η τέχνη είναι οι στίχοι που πρέπει να εξασκείς πριν κοιμηθείς. Τα βράδια είναι γιομάτα μ’ αστροσύμβολα, εκεί που κατοικούν και μεθοδεύουν οι αναγκαίοι άνθρωποι του χρήματος, μαζί με τον Μερκούριο επιχειρώντας ολόχρυσα τσαμπιά και Σατουρνάλια. Η μάζα, να θυμάσαι, τρέφεται από δαύτα και της αρέσει να καλοπερνά στης φαντασίας τα μέρη. Και δεν ζητά η φτωχή –δεν απαιτεί καθόλου– χρέωση ψευδαισθήσεως ή θεάματος. Αν εντυπωσιάζεις με φανταχτερά θεάματα τον όχλο των Ρωμαίων, θα έχεις με το μέρος σου το πρώτιστο ζητούμενο για στέγασή του και τροφή στο θαύμα.
Με στοχευμένες, τέλος, επιθέσεις ξαμόλησε το φόβο της αστάθειας, μίσθωσε κάποιους, βάλε να διασπείρουν φρικτές για τους αντίπαλούς σου φήμες, πως είναι βουτηγμένοι μες στα σκάνδαλα (θ’ ακολουθήσουν δίκες, να το ξέρουν) κι αλίμονο σε κείνους που υποτίμησαν την αρετή, την έξοχη δική σου. Λησμόνησε για λίγο τον εαυτό σου, χαλάρωσε προσώρας τις αρχές σου και κατά κάποιον τρόπο γίνε τέρας ψεύδους (ανήθικος, δεν εννοώ, αδελφέ μου), γιατί καλά γνωρίζεις πως οι πάντες θροφίζονται απ’ το ψέμα και το προτιμούν· τους δίνει καλή βάση να εξορίζουν ό,τι τους ενοχλεί και τους παιδεύει. Λάμπει το ψέμα σαν μαργαριτάρι μέσα σε τόση μνήμη που πικραίνει. Καλύτερα λοιπόν να τους ρυθμίζεις τη λήθη καταπώς αποθυμούν. Συνύφανέ το δε με την ελπίδα. Θέλω να πω ανέμισέ την, βάψε την με χρώματα του πάθους ζοφερά, κι απόδωσε στους άλλους όλα τα κακά, πλεγμένα στην αυθάδεια, την απάτη, κακοβουλία κι αχαριστία κι ιδιοτέλεια, και τ’ άλλα που ανέκαθεν, κρυφά ή φανερά, τ’ ανθρώπου δαιμονίζουν την ψυχή. Εντέχνως να το κάμνεις, έτσι ώστε την αναδρομική ισχύ τους ν’ απολέσουν, αν τύχει κι έρθουνε αυτοί στην εξουσία και πράξουνε τ’ ανάλογα. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι συμβαίνει. Εκεί π’ ολόχαρα στο πέλαγο αρμενίζεις, ξάφνω σπηλιάδα σ’ ανατρέπει και σε ρίχνει, για να το πω λιανά, στη λάβα του ηφαιστείου. Ψάξε στοιχεία να βρεις για τις σπηλιάδες –καν’ τες, αν πρέπει, φίλες σου και κολλητές σου. Και μέτρα την απόσταση της γνώσης από των αντιπάλων σου τα χέρια.
(Σ.τ.Μ.: Του Μάρκου η αρετή, στερεωμένη σε πρότυπα κυρίως ελληνικά, έμπαινε τώρα σ’ άλλον αγωγό. Το μόνο θετικό, που ο μέγας doctus, –Κικέρων, ευγενής, πολύφθογγος, κι από τα γεννοφάσκια του φιλόσοφος– στην πράξη θα επικύρωνε του λόγου την αξία. Μάλλον τ’ αντίθετο έπρεπε να γίνει· ο Κόιντος να πάρει από τον Μάρκο τα πρώτα του μαθήματα. Μα είπαμε: τα πράγματα είναι δανεικά. Κι αν άγγιξε ταβάνι ο Μάρκος κι έγινε ύπατος μ’ απλή αναλογική (δημοκρατίας ο θρίαμβος), απρόσμενα κερδίζοντας σε ψήφους, ποιο τ’ όφελος που η πλάστιγγα σαν έγειρε, του πήρε άλλος Μάρκος το κεφάλι;)
* Το 63 π.Χ. ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων ζητά την ψήφο των Ρωμαίων για το αξίωμα του υπάτου. Ο αδελφός του Κόιντος του στέλνει επιστολή στην οποία τον συμβουλεύει πώς να κερδίσει την εκλογική μάχη. Είκοσι χρόνια αργότερα, στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, οι δυο αδελφοί εκτελούνται από τον Μάρκο Αντώνιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου