Ήρθε η στιγμή η Αριστερά να αναζωογονήσει τη δημοκρατία;
ΝΗΣΙΔΕΣ
Chantal Mouffe: Για έναν αριστερό λαϊκισμό, Μετάφραση: Αντώνης Γαλανόπουλος, Εκδόσεις Επέκεινα
Η επιτυχία της Δεξιάς δεν πρέπει να ενθαρρύνει την Αριστερά να προσπαθήσει να διεκδικήσει το κέντρο, αλλά να προσφέρει μια διαφορετική λαϊκιστική λύση.
Στο βιβλίο της «Για έναν αριστερό λαϊκισμό», η Chantal Mouffe υποστηρίζει ότι η σύγχρονη «λαϊκιστική στιγμή» αποτελεί μια ευκαιρία της Αριστεράς να καταπολεμήσει τον δεξιό λαϊκισμό, με τις εξουσιαστικές τάσεις του, στο όνομα της ριζοσπαστικής δημοκρατίας, για να υπάρξει μια δημοκρατική αναζωογόνηση.
Με πολύ σωστό τρόπο εξηγεί την έννοια του λαϊκισμού που έχει παρεξηγηθεί στις μέρες μας και του δίνει έναν διαφορετικό ορισμό, εμφανίζοντάς τον ως μια στρατηγική που χωρίζει την κοινωνία μεταξύ των μη προνομιούχων και των εχόντων την εξουσία.
Η λαϊκιστική στιγμή σηματοδοτεί την κρίση του νεοφιλελεύθερου ηγεμονικού σχηματισμού. Η χρήση του όρου «λαϊκισμός» μπορεί να παρερμηνευτεί από πολλούς αναγνώστες αν δεν αντιληφθούν την εννοιολογική χρήση που κάνει η συγγραφέας.
Στη δεκαετία του 1980, υποστηρίζει δικαιολογημένα, οι πολιτικές ελίτ εγκατέλειψαν τα σοσιαλδημοκρατικά κράτη πρόνοιας για ένα οικονομικό μοντέλο ελεύθερης αγοράς που σήμερα γνωρίζουμε ως νεοφιλελευθερισμό. Η κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς αντικατέστησε εκείνη του κράτους, εγκαινιάζοντας ένα μόνιμο καθεστώς απορρύθμισης, ιδιωτικοποιήσεων και δημοσιονομικής λιτότητας. Ετσι, ο νεοφιλελεύθερος «κτητικός ατομικισμός», όπως υποστηρίζει η Mouffe, διείσδυσε στην κοινωνία.
Αυτό άνοιξε τον δρόμο για την Ακροδεξιά και τους εθνικολαϊκιστές, οι οποίοι αμφισβήτησαν τις ελίτ και τη «μεταδημοκρατία» ως σύστημα. Το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας και το Κόμμα της Ελευθερίας της Αυστρίας, για παράδειγμα, υποστήριζαν να «επιστρέψει το πολίτευμα στον λαό». Η κλασική λαϊκιστική διχοτόμηση του «εμείς εναντίον τους» προφανώς είχε νόημα για πολλούς ψηφοφόρους, γι’ αυτό και τα δεξιά κόμματα διαμαρτυρίας ευημερούσαν.
Η Mouffe, βασισμένη σε παραδείγματα, όπως τους Podemos στην Ισπανία, τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, το Momentum των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο και την εκστρατεία του Μπέρνι Σάντερς το 2016, καθώς και στο δικό της έργο, υποστηρίζει ότι οι αριστεροί μπορούν να «χρησιμοποιήσουν» τον λαϊκισμό προς όφελός τους. Για να το κάνουν αυτό, πρέπει να χαράξουν και πάλι οξείες γραμμές μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, χωρίς να αποφεύγουν τη μάχη με το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο όπως κάνει μεγάλο μέρος της σύγχρονης Αριστεράς, ελπίζοντας να «της πετάξουν μερικά ψίχουλα». Αυτός ο συμβιβασμός επέτρεψε στην Ακροδεξιά να επιτεθεί στο status quo και να κατακτήσει τις ψήφους των πολλών δυσαρεστημένων πολιτών.
Η πολιτική θεωρητικός εξηγεί πως η επιτυχία της Δεξιάς δεν πρέπει να ενθαρρύνει την Αριστερά να προσπαθήσει να διεκδικήσει το κέντρο, αλλά να προσφέρει μια διαφορετική λαϊκιστική λύση, ενσωματώνοντας τον προοδευτισμό και τα κινήματά του. Σε αντίθεση με τον δεξιό λαϊκισμό, ο οποίος συγκροτεί τον λαό μέσω ξενοφοβικής ή «εθνικής» ρητορικής, ο αριστερός λαϊκισμός μπορεί να εκφράζει την κοινωνική δικαιοσύνη και την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης και της υποταγής.
Αυτή την κατάσταση, που χαρακτηρίζεται «λαϊκιστική στιγμή», οι αριστεροί την αγνοούν με δική τους ευθύνη. Κατά τη λαϊκιστική στιγμή η πολιτική έχει γίνει παθιασμένη, συγκρουσιακή, οργισμένη και απρόβλεπτη και αποτελεί ευκαιρία της Αριστεράς να επικρατήσει έναντι της Δεξιάς.
Έτσι, η βασική προϋπόθεση είναι η Αριστερά να εγκαταλείψει το νεοφιλελεύθερο status quo, το οποίο μπορεί κάποτε να ήταν ελκυστικό, και να του επιτεθεί. Παράλληλα, όμως, ο αγώνας δεν μπορεί να περιορίζεται στην τάξη, στο φύλο ή στη φυλή, αλλά να «συνδυάσει όλους τους δημοκρατικούς αγώνες κατά της μεταδημοκρατίας». Αντί να αποκλείουμε a priori τους ψηφοφόρους των δεξιών λαϊκιστικών κομμάτων, πρέπει να προσπαθήσουμε να αναγνωρίσουμε τον δημοκρατικό πυρήνα που βρίσκεται στις ρίζες πολλών από τα αιτήματά τους».
Το ερώτημα που δημιουργείται είναι αυτό της πολιτικής ταύτισης: πώς οι άνθρωποι γίνονται μέρος ενός «εμείς»; Αφού η δημοκρατία εξαρτάται από τη συμμετοχή των πολιτών, τότε έχει μεγάλη σημασία το πώς πείθουμε τους ανθρώπους να συμμετέχουν. Δεν προκαλεί καμία εντύπωση πως η Mouffe εστιάζει στο συναίσθημα και μας απομακρύνει από τις εσωτερικές ιδεολογικές αντιπαραθέσεις της αριστερής πολιτικής και μας οδηγεί στην πράξη. Παραδόξως για έναν πολιτικό θεωρητικό, φαίνεται να αναγνωρίζει ότι η θεωρία είναι ελάχιστα χρήσιμη σε τέτοιες καταστάσεις, δεδομένου ότι διαμορφώνονται πολλά από τα απρόοπτα της κάθε κατάστασης. Η μάχη για την επίτευξη μιας νέας κοινής λογικής περιλαμβάνει την κομματική πολιτική, την κοινωνία των πολιτών και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι απλοί άνθρωποι αισθάνονται αλλά και σκέφτονται.
Βέβαια, η Mouffe δεν προσφέρει καμία καθοδήγηση για το πώς ο αριστερός λαϊκισμός μπορεί να πολεμήσει και να πετύχει, ούτε και μας διαβεβαιώνει ότι θα το κάνει. Παρ’ όλα αυτά, η άποψή της είναι εύστοχη και αξιόλογη. Οι ίσες αποστάσεις στον βωμό της ψηφοθηρίας πρέπει να τελειώσουν και είναι ανάγκη να τεθούν σοβαρές διαχωριστικές γραμμές προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική ανατροπή στο τωρινό πολιτικό κατεστημένο. Αν η Αριστερά θέλει να αποκτήσει γερές βάσεις και να εφαρμοστούν οι πολιτικές της, οφείλει να ξεπεράσει παγιωμένες τακτικές, να υιοθετήσει τον προοδευτισμό και να μιλήσει για όλα τα αιτήματα του λαού, καταγγέλλοντας τα μοντέλα μεταδημοκρατίας που έχουν δημιουργηθεί. Η ανοχή του νεοφιλελευθερισμού και η εν μέρει αποδοχή και υιοθέτησή του φανερώνουν πως η Αριστερά προς το παρόν συμβιβάζεται.
Το βιβλίο της μπορεί να αποτελέσει έναν κινητήριο προβληματισμό για το πού οδεύει η σύγχρονη Αριστερά και γιατί απέτυχε να εκφράσει τον λαό σε πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις. Στους αναγνώστες γεννιέται το ερώτημα για το πώς θα καταφέρει η Αριστερά να αδράξει την ευκαιρία και μέσα από μια «λαϊκιστική στιγμή» να δημιουργήσει ένα καινούργιο πλαίσιο δημοκρατικής αναζωογόνησης.
*Φοιτητής πολιτικών επιστημών και διεθνών σχέσεων, ακτιβιστής και δημοσιογράφος
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
«Στην αφετηρία αυτού του βιβλίου βρίσκεται η πεποίθησή μου ότι είναι επείγον να κατανοήσει η Αριστερά τη φύση της σημερινής συγκυρίας και την πρόκληση που αντιπροσωπεύει η «λαϊκιστική στιγμή». Γινόμαστε μάρτυρες μιας κρίσης του νεοφιλελεύθερου ηγεμονικού σχηματισμού και αυτή η κρίση ανοίγει τη δυνατότητα για την οικοδόμηση μιας πιο δημοκρατικής τάξης [order]. Για να μπορέσουμε να αδράξουμε αυτήν την ευκαιρία, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε τη φύση των μετασχηματισμών που συντελέστηκαν τα τελευταία τριάντα χρόνια και των συνεπειών τους για τη δημοκρατική πολιτική.
[…] Το κεντρικό επιχείρημα αυτού του βιβλίου είναι ότι για να παρέμβουμε στην ηγεμονική κρίση είναι απαραίτητο να χαράξουμε ένα πολιτικό σύνορο και ότι ο αριστερός λαϊκισμός, νοούμενος ως μια στρατηγική δια του λόγου οικοδόμησης του πολιτικού συνόρου μεταξύ του «λαού» και της «ολιγαρχίας», αποτελεί, στην παρούσα συγκυρία, τον τύπο της πολιτικής που απαιτείται για την ανάκτηση και την εμβάθυνση της δημοκρατίας.
[…] Μια αριστερή λαϊκιστική στρατηγική ανταποκρίνεται στις προσδοκίες πολλών ανθρώπων, αναγνωρίζοντας τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζει ο δημοκρατικός λόγος στο πολιτικό φαντασιακό των κοινωνιών μας και δημιουργώντας, γύρω από τη δημοκρατία ως ηγεμονικό σημαίνον, μια αλυσίδα ισοδυναμίας μεταξύ των πολυποίκιλων αγώνων κατά της υποταγής. Υποστηρίζω ότι τα επόμενα χρόνια ο κεντρικός άξονας της πολιτικής σύγκρουσης θα είναι μεταξύ του δεξιού και του αριστερού λαϊκισμού.
Και ως εκ τούτου, οι ξενοφοβικές πολιτικές που προωθεί ο δεξιός λαϊκισμός θα είναι δυνατόν να καταπολεμηθούν μέσω της κατασκευής ενός «λαού», μιας συλλογικής βούλησης που θα προκύψει από την κινητοποίηση κοινών συναισθημάτων για την υπεράσπιση της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.»
**Η Chantal Mouffe γεννήθηκε στο Βέλγιο το 1943. Σπούδασε φιλοσοφία και πολιτική επιστήμη στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβαίν, στο Παρίσι και στο Έσεξ. Είναι καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο Κέντρο για τη Μελέτη της Δημοκρατίας του Πανεπιστημίου Westminster (Λονδίνο). Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία της: «Ηγεμονία και Σοσιαλιστική Στρατηγική: Προς μια ριζοσπαστική δημοκρατική πολιτική» (Εκδόσεις Επέκεινα, 2021), που έγραψε μαζί με τον Ernesto Laclau, «Το δημοκρατικό παράδοξο» (Πόλις, 2008) και «Επί του Πολιτικού» (Εκκρεμές, 2010). Στα βιβλία της περιλαμβάνονται και τα: «The Return of the Political» (1993), «Agonistis» (2013), «Podemos: In the Name of the People» (2016), που έγραψε μαζί με τον Inigo Errejon. Το τελευταίο της βιβλίο «Towards a Green Democratic Revolution» κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2022 από τις εκδόσεις Verso. Έχει επίσης επιμεληθεί τους συλλογικούς τόμους: «Gramsci and Marxist theory» (1979), «Dimension of radical democracy: Pluralism, citizenship and community» (1992), «Deconstruction and pragmatism» (1996), «The challenge of Carl Schmitt» (1999).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου