ΣΥΡΙΖΑ, αναγκαστικά
Έτσι είμαι εγώ.
Παίρνω καθαρή θέση στην ήττα, όχι στη νίκη. Η νίκη δε χρειάζεται κανέναν μας, υπάρχει από μόνη της, φωνάζει και πανηγυρίζει.
Φυσικά, είμαι βαθιά ξενερωμένος. Γιατί αυτά που έγιναν τα είχα δει (δε χρειαζόταν να είσαι και προφήτης για να τα δεις…). Και τα είχα πει. Δημόσια. Καταγεγραμμένα όλα.
-Χρόνια γράφω κατά της απλής αναλογικής, που μπορεί να είναι ζητούμενο ενός μικρού κόμματος αλλά όχι ενός κόμματος εξουσίας.
-Έχω γράψει επανειλημμένα ότι απέναντι σε κάποιον που λέει «καθαρές λύσεις: αυτοδυναμία», δεν πας προτείνοντας κυβερνήσεις συνεργασίας με κόμματα που δε θέλουν ούτε να σε βλέπουν.
-Έχω γράψει επανειλημμένα ότι δεν υπάρχει Κέντρο το οποίο μπορεί να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
-Έχω γράψει επανειλημμένα ότι το να αντιμετωπίζεις με ηπιότητα -σχεδόν μαλθακότητα- ένα μιντιακό σύστημα που θέλει την καταστροφή σου είναι ο σίγουρος δρόμος για την καταστροφή σου.
Και τώρα ΕΝΑ έχω να γράψω: Φουλ επίθεση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συνετρίβη γιατί ήταν τάχα «τοξικός», όπως ισχυρίζονται οι νικητές (που βγήκαν με Μάτι, περικεφαλαίες, κότερο και Σούνιο), αλλά γιατί έγινε μία νερόβραστη σούπα. Μην πούμε καμιά κουβέντα παραπάνω και δυσαρεστήσουμε το… Κέντρο.
Διότι, ξέρετε, εκτός από το Ακραίο Κέντρο που στηρίζει από την πρώτη στιγμή τον Μητσοτάκη, υπάρχει και το Ανύπαρκτο Κέντρο, αυτό που φαντάστηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι η κρίσιμη μάζα για να κερδηθούν οι εκλογές.
Το ξαναλέω: Αριστερά το τιμόνι και φουλ επίθεση.
Αλλά ας μην ανησυχούν στη Νέα Δημοκρατία. Όπως δε με άκουσε κανείς, κανείς δεν πρόκειται να με ακούσει και τώρα.
Όμως η ώρα της κάλπης δεν είναι η ώρα που πας και ρίχνεις μέσα ούτε την ξενέρα σου, ούτε την πικρία σου. Πας και ρίχνεις μέσα το αύριο που θέλεις για τη χώρα σου.
Η δυστοπία που προέκυψε στις 21 Μαΐου, με ένα παντοδύναμο πρώτο κόμμα και ένα αδύναμο δεύτερο, δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί.
Ό,τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί είναι στις 25 Ιουνίου να έχουμε και κυβέρνηση και αντιπολίτευση τους δύο παλιούς συγκυβερνήτες, αυτούς που χρεοκόπησαν τη χώρα.
Και μάλιστα, υπό τις πιο ζοφερές συνθήκες: Κυβέρνηση αυτός που παρακολουθεί και αξιωματική αντιπολίτευση αυτός που παρακολουθείται.
Άρα, σε κάθε κρίσιμη στιγμή, αυτός που άκουσε θα μπορεί να εκβιάζει αυτόν που άκουσε με αυτά που άκουσε.
Αυτό δε θα είναι πολιτικό σύστημα αλλά πολιτικό θρίλερ.
Είναι ακριβώς το σενάριο που θέλουν η Διαπλοκή και η Διαφθορά. Γι’ αυτό παλεύουν: Να μην κυβερνάει μόνο το ένα από τα δύο διεφθαρμένα κόμματα που χρεοκόπησαν τη χώρα, αλλά το ένα να κυβερνά και το άλλο να αντιπολιτεύεται. Ένα παιχνίδι με τράπουλα σημαδεμένη.
Αυτήν ακριβώς την τράπουλα ανακάτεψε ο Αλέξης Τσίπρας το 2015. Και δεν του το συγχώρεσαν ποτέ. Με τέσσερα χρόνια προπαγάνδας, κατάφεραν να τον ρίξουν από το 35,5% στο 31,5%. Με οκτώ χρόνια προπαγάνδας, κατάφεραν να τον πάνε στο 20%.
Γιατί το πολιτικό bullying λειτουργεί με γεωμετρική πρόοδο.
Κοροϊδεύαμε τον Μητσοτάκη όταν έλεγε στη Βουλή «εσείς, κύριε Τσίπρα, μας βάλατε στα Μνημόνια», όμως ο Μητσοτάκης ήξερε τι έκανε: Παραδομένη μπροστά στον μεγάλο υπνωτιστή της μικρής οθόνης, η πλειοψηφία ξέχασε τη φτωχοποίηση του 2010-2015, ξέχασε ποιοι μας έβαλαν στα μνημόνια, ούτε έμαθε ποιος μας έβγαλε, ούτε θυμάται ποιοι χρεοκόπησαν τη χώρα.
Στις 25 Ιουνίου, η Διαφθορά και η Διαπλοκή θέλουν να μηδενίσουν τον χρόνο. Να επαναφέρουν το χρονόμετρο στο 2009. Να καθαγιάσουν όχι μόνο το ένα διεφθαρμένο κόμμα -αυτό το πέτυχαν-, αλλά και τα δύο. Γιατί με δύο κάνεις καλύτερα τις μπίζνες σου απ’ ό,τι με έναν, αυτό είναι κανόνας.
Εγώ τον δρόμο μου τον τράβηξα.
Και εκτέθηκα, και ξαναεκτέθηκα και θα ξαναεκτεθώ.
Και τη ΝΔ πολέμησα, και για αυτούς που οδήγησαν τον Τσίπρα σε ολέθρια στρατηγικά λάθη έγραψα – να είστε σίγουροι ότι αυτοί οι δεύτεροι με αντιπαθούν περισσότερο.
Όμως δεν έχω τίποτα να φοβηθώ και τίποτα να διαπραγματευτώ.
Γι’ αυτό και παίρνω καθαρή θέση:
ΣΥΡΙΖΑ, αναγκαστικά. Και αναγκαία. Για να υπάρχει ένα κοινοβουλευτικό αντίβαρο στη μονοκρατορία του Μητσοτάκη, για να λειτουργεί στοιχειωδώς η Δημοκρατία. Γιατί, αφού παραδώσαμε τα κλειδιά του σπιτιού μας στον Μητσοτάκη, ας δώσουμε τουλάχιστον τα κλειδιά του αυτοκινήτου μας σε αυτόν που ο Μητσοτάκης δε θα ήθελε.