«Φλεξάρω, στακάρω και έχω sauce»: Το σύντομο λεξικό της ελληνικής trap σκηνής
«Τα λεμόνια κάνω λεμονάδα, τους αφρούς κάνω σαπουνάδα», έλεγε σε ένα απ’ τα διασημότερα κομμάτια του ο αείμνηστος Madclip, ο πρώτος legend της ελληνικής τραπ σκηνής, προκαλώντας μικρές εγκεφαλικές εκρήξεις σε όποιον έκανε την απέλπιδα προσπάθεια να καταλάβει τι εννοεί ο ποιητής. Σε γενικές γραμμές, η trap μουσική αποτελεί ένα μυστήριο, ειδικά για τους μεγαλύτερους, τόσο για τον τρόπο που κατάφερε και ρίζωσε στα αυτιά των νέων ως το επόμενο κύμα της ελληνικής ραπ μουσικής, όσο και για τους κώδικες, τις φράσεις και τη μυστήρια αργκό που χρησιμοποιεί με μισά αγγλικά-μισά ελληνικά.
Δεν είναι ανεδαφικές οι ανησυχίες για τον σεξισμό, την επιθετικότητα και την παρανομία που προωθεί όλη αυτή η φάση, αλλά είναι εξίσου ανεδαφικό να θεωρούμε ότι εάν ένας πιτσιρικάς «ερεθίζεται» από ένα drill κομμάτι (δηλαδή ένα τραγούδι με βίαιο περιεχόμενο), που μιλάει για ντρόγκια και γκάνια, ενδέχεται λόγω αυτού να πάρει τον «λάθος δρόμο».
Σε κάθε είδος entertainment, υπάρχει πάντα η απόσταση μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας. Αρκεί να θυμηθούμε ότι αντίστοιχες αγωνίες είχαν εκφραστεί για τα βίαια video games.
Πάμε λοιπόν να δούμε μερικούς από τους στίχους διάσημων trap τραγουδιών, που φυσικά πέρασαν από τις Τάσεις του ελληνικού YouTube, και να λύσουμε τους γρίφους που κρύβουν οι λέξεις τους.
Το λεξικό της ελληνικής trap
- «Kάνω κουμάντα, χαστλάρω τα πάντα», Madclip
Hustler: Καπάτσος, μπαγαπόντης, άνθρωπος της πιάτσας που έμαθε να προσαρμόζεται.
- «400 χρόνια τώρα είναι καιρός να φλεξάρω / Χειροπέδα iced out όχι η άλλη των μπάτσων», Billy Sio
Φλεξάρω: Επιδεικνύω, μοστράρω, εκ του αγγλικού flex.
Χρησιμοποιείται και ως αμετάβατο, εννοώντας το γενικότερο attitude του
πλούτου και της κυριαρχίας.
Ice: Λόγω χρώματος και διαύγειας, ο πάγος παραπέμπει
είτε σε ασημένια κοσμήματα καρατίων ή σε «καθαρές» ναρκωτικές ουσίες
(κρύσταλλοι).
- «Στακάρω μέχρι να χτυπήσουμε το μύριο», Madclip
Στακάρω: Συγκεντρώνω, αποθηκεύω. Προέρχεται από gaming ορολογία.
Μύριο: Συντόμευση της λέξης εκατομμύριο.
- «Ειμαι G / Ξες αυτο τι θα πει / Σκαω με το team / Και δίνω διαταγή / Πεσε κάτω (κάτω) / Εχω το flow παρτο», Diablo
G: Συντομογραφία του gangster και σε πιο άγρια έκδοση είναι OG, δηλαδή original gangster. Δεν πρέπει να συγχέεται με το gg, που σημαίνει όλα καλά (από την gaming ορολογία: good game), ούτε με τα τζι (gr) ή τα τζιτζίκια, που είναι τα γραμμάρια.
- «Σκάμε μες το χώρο κι όλοι μένουν παγωτό», Fly Lo
Σκάω (κάπου): Εμφανίζομαι (κάπου) με αέρα και αυτοπεποίθηση.
Μένω παγωτό: Μένω άναυδος, παγώνω.
- «Η δικιά σου στο DM», FY
DM: Συντομογραφία του direct message στο Instagram.
- «Στην Καλαμπάκα ψήνω σοκολάτα / Τούβλα, μεγάλα κομμάτια και στα τηλέφωνα λέω σερενάτα», iLLEOo
Ψήνω σοκολάτα: Συμπιέζω σε συγκεκριμένη θερμοκρασία τη γύρη της κάνναβης για να παράξω μπάρες από χασίς.
Σερενάτα: Συνθηματικό για σοκολάτα.
- «Μη μου μιλάς για το struggle / Τους πέρασα πάνω στο χρόνο», Madclip
Struggle: Μόχθος, προσπάθεια για να επιβιώσει κάποιος ή να ανέβει.
- «Δεν τρέχω στο ραπ τρέχω μόνο για βέρια / Αν βγεις δεν έρθεις θα βγούνε μαχαιριά / Τρέχω μόνο για κασέρια», Ricta
Βέρια: Συντόμευση της λέξης νταραβέρια, δηλαδή παράνομες συναλλαγές. Συνώνυμο του ντίλια, από το αγγλικό deals.
Κασέρια: Χρήματα, συνθηματικό για το κασέ.
- «Δεν έχει sauce έχει κύβο maggi», Light
Έχω sauce: Κατέχω τον αέρα, το στιλ.
- «Θέλουνε beef, ανυπομονούμε / Να έρθουν από κοντά να τα πούμε», Thug Slime
Beef: Κόντρα, η οποία συνήθως εκτονώνεται μουσικά με τα κομμάτια που είναι γνωστά ως diss (από το disrespect).
- «Με σπονσοράρει το pyrex / Μαγειρεύω τρέχω συνέχεια με τα sportex», Ivan Greko
Μαγειρεύω: Ανακατεύω χημικές ουσίες για να παράξω ναρκωτικά, τύπου μεθαμφεταμίνη. Συχνά, το pyrex αναφέρεται συνθηματικά ως βασικό εργαλείο αυτής της διαδικασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου