Άνθρωπος-κλειδί για τη διεθνή προβολή της ελληνικής εμπειρίας
Ο Αμερικανός συγγραφέας, μεταφραστής και καθηγητής στο Πρίνστον, Εντμουντ Κίλι, που υπήρξε ο μακροβιότερος πρεσβευτής της ελληνικής ψυχής και της νεοελληνικής ταυτότητας, πέθανε χθες στα 94 χρόνια του αφήνοντας πίσω του τεράστιο έργο.
Ο Σεφέρης τον αποκαλούσε Μιχαλάκη Δαμασκηνό, από το χαϊδευτικό «Μάικ» που του έδωσαν επειδή η οικογένειά του έχει ιρλανδικές ρίζες και από τη Δαμασκό, την πόλη όπου γεννήθηκε το 1928. Ο Αμερικανός συγγραφέας, μεταφραστής και καθηγητής στο Πρίνστον, Εντμουντ Κίλι, υπήρξε ο μακροβιότερος πρεσβευτής της ελληνικής ψυχής και της νεοελληνικής ταυτότητας στη διεθνή αρένα και σίγουρα ο αποτελεσματικότερος επειδή η δραστηριότητά του για περισσότερο από εξήντα χρόνια στον χώρο των γραμμάτων είχε πολιτική δυναμική.
Την εποχή που η Ελλάδα μετρούσε τις πληγές του Εμφυλίου και προσπαθούσε να ορθοποδήσει αποτελώντας ένα από τα θέατρα του Ψυχρού Πολέμου, με τις δημοκρατικές δυνάμεις να τσακίζονται από τους παρακρατικούς και έπειτα από τους δικτάτορες, ο Κίλι, γιος και αδελφός Αμερικανών διπλωματών, παντρεμένος με τη Μαίρη Σταθάτου, Ελληνίδα της Αλεξάνδρειας, μετέφραζε, σχολίαζε και ερμήνευε τους μεγαλύτερους Ελληνες ποιητές του 20ού αιώνα αρχίζοντας από τον Καβάφη και τον Σεφέρη.
Από το ’50 μοίραζε τη ζωή του ανάμεσα στην Αθήνα και στο Πρίνστον και έδινε άσυλο και προστασία σε κυνηγημένους όπως ο Ρίτσος, διασφαλίζοντας μέσα από περιοδικά, συγκεντρωτικές εκδόσεις, λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες ή μελέτες την παρουσία του ελεύθερου ελληνικού πνεύματος σε ολόκληρο τον αγγλοσαξονικό κόσμο. Παράλληλα, και μέχρι το 1994, ως καθηγητής στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του αμερικανικού Πανεπιστημίου Πρίνστον ανέθετε διατριβές, έκανε σεμινάρια και διαλέξεις για τα ελληνικά γράμματα, ετοιμάζοντας δεκάδες άλλους μικρούς «πρεσβευτές». Και φυσικά έγραφε μυθιστορήματα και μελέτες που πρόβαλλαν την ελληνική υπόθεση ως εκδοχή της ανθρώπινης περιπέτειας σε μια οικουμενική προοπτική.
Από όλη αυτή τη δραστηριότητα αναδύθηκε εντέλει όχι μια Ελλάδα που ορίζεται από κάποιες αλύγιστες «ελληνικές αξίες», αλλά η διαφορετικότητα και η οικουμενικότητά της. Δεν ήταν αυτονόητα όλα αυτά εκείνη την εποχή που η αμερικανική πολιτική προσπαθούσε να διεισδύσει όσο πιο βαθιά γινόταν στην Ελλάδα προκαλώντας πολλές αρνητικές αντιδράσεις. Κι όμως, όπως είχε σημειώσει ο Ντίνος Σιώτης, ο Εντμουντ Κίλι κατάφερε από την εφηβεία του μέχρι πρόσφατα να ακροβατήσει στα όρια που ενώνουν και χωρίζουν αυτούς τους δύο κόσμους.
Είχε φτάσει οκτώ χρόνων μαζί με τα αδέλφια του, Χιου και Ρόμπερτ -τον κατοπινό πρεσβευτή στην Αθήνα (1985-1989)- στην πολυεθνοτική και πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη του 1936 που μύριζε μπαρούτι αλλά και παλλόταν από ανθρωπιά. Ο πατέρας του είχε διοριστεί πρόξενος και εκείνος ώς το 1939 πέρασε παραδεισένια χρόνια στις αλάνες της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής, κάνοντας παρέα με μια προσφυγοπούλα και μαθαίνοντας «μακεδονίτικα ελληνικά» και κάμποσες βρισιές όπως γράφει στο αυτοβιογραφικό «Ακροβατώντας στα όρια» (Ωκεανίδα 2004).
Εκεί πρωτοανακάλυψε την Ελλάδα «με πολύ ζωτικό τρόπο» μέσα από τη φύση της και τους Αλλους, προτού γνωρίσει τον πολιτισμό της και τους ποιητές της. Και τότε ξεκίνησε η ελληνική περιπέτειά του, μέσα από την οποία, σύμφωνα με τον Γιώργη Γιατρομανωλάκη, υπογράμμισε «το ιδιάζον κράμα ενός ελληνισμού ο οποίος επανεκτιμάται συνεχώς».
Ο Κίλι μπήκε δυναμικά στην οικογένεια των διάσημων νεο-φιλελλήνων συγγραφέων Λόρενς Ντάρελ, Χένρι Μίλερ, Πάτρικ Λι Φέρμορ, Τζον Φάουλς, Κέβιν Αντριους, Φίλιπ Σέραρντ, που μετατόπισαν το διεθνές ενδιαφέρον από την ένδοξη ελληνική αρχαιότητα στην ταπεινή σύγχρονη Ελλάδα «όπου το αλλοτριωμένο άτομο της Δύσης μπορεί να βιώσει τις αληθινές διαστάσεις του ανθρώπου». Ομως η δική του προσφορά -το μεταφραστικό και το πεζογραφικό έργο του αλλά και οι έρευνές του- ήταν πολύ ευρύτερη, μάλλον και σπουδαιότερη, διότι διέδωσε μια σύνθετη εικόνα του νέου ελληνισμού ως ζωντανού οργανισμού που αφομοιώνει το σκοτάδι και το φως και που εξελίσσεται.
Αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του αναδείχτηκε στο μικρό αφιερωματικό βιβλίο «Για τον Εντμουντ Κίλι» (εκδ. Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη, 2011), με κείμενα που υπέγραφαν εκλεκτοί φιλόλογοι και συγγραφείς: Νάσος Βαγενάς, Θανάσης Βαλτινός, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Δημήτρης Δασκαλόπουλος και Ντίνος Σιώτης. Το 2001 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος για την ουσιαστική συμβολή του στη μελέτη και διάδοση του ελληνικού πολιτισμού, ενώ 8 χρόνια νωρίτερα η μετάφρασή του της «Ιθάκης» του Καβάφη διαβάστηκε από την Αμερικανίδα συγγραφέα Μάγια Αγγέλου στην τελετή ορκωμοσίας του Μπιλ Κλίντον ως προέδρου των ΗΠΑ.
Από την πλευρά του, ο Εντμουντ Κίλι είχε ξεκαθαρίσει δημόσια ότι «Ως μυθιστοριογράφος έμαθα περισσότερα από τον Καβάφη, τον Σεφέρη ή τον Ρίτσο, παρά από το σύνολο (με ελάχιστες εξαιρέσεις) των πεζογράφων της αμερικανικής παράδοσης. Κυρίως διδάχτηκα το πάθος τους να αποτυπώσουν τις δραματικές στιγμές της μακράς τους ιστορίας, για να καταλήξουν τελικά σε έναν μεταφορικό λόγο».
Εκείνος που τη δεκαετία του ’60 έστρεψε τα φώτα στην Ελλάδα
Τα δύο εμβληματικά βιβλία του Εντμουντ Κίλι είναι ο «Φόνος στον Θερμαϊκό. Υπατοι, Πραίτωρες και Τύπος στην υπόθεση Πολκ» (ΗΠΑ 1989, εκδ. Γνώση 1991, Ελληνικά Γράμματα 2010) και το «Αναπλάθοντας τον παράδεισο.
Το ελληνικό ταξίδι 1937-1947» (ΗΠΑ 1999, εκδ. Εξάντας).
Πρόκειται για έργα συμπληρωματικά που αποτυπώνουν τις διαφορετικές πτυχές της νεοελληνικής ταυτότητας και συναιρούν με τον καλύτερο τρόπο τις ιδιότητες του Κίλι ως μελετητή της ελληνικής πραγματικότητας και μυθιστοριογράφου που εμπνέεται απ’ αυτήν, «έχοντας πλήρη επίγνωση των στοιχείων της κόλασης που περιέχει η ελληνική εμπειρία» (όπως έχει πει ο Νάσος Βαγενάς).
Το πρώτο είναι «μια σπουδή εξαρτήσεων και σκοπιμοτήτων σε μια κρίσιμη φάση της ιστορίας» (όπως έχει επισημάνει ο Θανάσης Βαλτινός), που αναλύει τη συντονισμένη σκευωρία Ελλήνων, Αμερικανών και Αγγλων για να επιρριφθεί ο φόνος του ανταποκριτή Τζορτζ Πολκ σε μια κρίσιμη στιγμή του Εμφυλίου (1948) στο κατάλληλο εξιλαστήριο θύμα (τον Γρηγόρη Στακτόπουλο), να ενοχοποιηθούν οι κομμουνιστές «χάριν του εθνικού συμφέροντος» και να συγκαλυφθεί ό,τι έγινε.
Και το δεύτερο διασώζει την εικόνα μιας Ελλάδας που δεν υπάρχει πια, εκκινώντας από την εμπειρία των Ντάρελ και Μίλερ που ανακάλυψαν εδώ τον «αληθινό εαυτό» τους. Αξίζει να ξεχωρίσουμε και την «Καβαφική Αλεξάνδρεια: εξέλιξη ενός μύθου» (ΗΠΑ 1977, Ικαρος 1979), που αποτελεί «μια συνολική ερμηνεία του καβαφικού κόσμου» (όπως έχει τονίσει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου