Τετάρτη, Φεβρουαρίου 23, 2022

Οι κόσμοι που έρχονται... για καλό ή για κακό; Ανάλυση μιας πραγματικότητας που δεν καταλαβαίνουμε και ενός μέλλοντος που μας τρομάζει....

Το κείμενο του δικού μας Βασίλη Ρόγγα που δημοσιεύουμε σήμερα με γύρισε πίσω σε παλιές εποχές, όταν ένας σημαντικός αριθμός επιστημόνων και διανοουμένων δεν επεδίωκαν τη μεγάλη δημοσιότητα με εξυπνακίστικα σχόλια σε εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας, και οι εξ αυτών νέοι και νέες του πανεπιστημιακού χώρου δεν είχαν ως μόνο σκοπό της ζωής τους να προαχθούν σε επίκουρους-όπως έλεγε απαξιώνοντας τον καριερισμό ο Ελεφάντης-αλλά έδιναν κόπο και χρόνο στην παραγωγή όμορφων άρθρων, χρήσιμων για τον προβληματισμό των αριστερών εκείνης της παλιάς εποχής, που δημοσιεύονταν στο παλιό περιοδικό «Ο Πολίτης».

Θεώρησα σκόπιμο να θυσιάσω, με την προηγούμενη παράγραφο, κάποιο χώρο αυτού του δισέλιδου παρά να αναφερθώ στο περιεχόμενο του μικρού δοκιμίου του πολιτικού επιστήμονα και υποψήφιου διδάκτορα Ρόγγα. Περιορίζομαι να πω ότι αυτό θέτει προς συζήτηση θέματα επίκαιρα για τους «κόσμους που έρχονται», για να επαναλάβω τον εύστοχο τίτλο του. Χωρίς, κατ’ ανάγκη να συμφωνούμε με το σύνολο όσων γράφει ο millennian συγγραφέας, να κρατήσουμε την τελευταία φράση του κειμένου του: «Ας τα σκεφτούμε σοβαρά όλα αυτά».

 

Χ.Γο.

 

 

 

 

Σε ένα από τα εμβληματικά βιβλία του1 ο Χανς Τζόας, θεωρητικός του ρεύματος του πραγματισμού, καταπιάνεται με το ζήτημα της γένεσης των αξιών. Πιστεύει, λοιπόν, πως η παραμελημένη αυτή θεματική από την κοινωνιολογία χρειάζεται να επανεξεταστεί και δίνει από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου την απάντησή του για την προέλευση των αξιών: «οι αξίες προκύπτουν από τις εμπειρίες αυτοδιαμόρφωσης καθώς και υπέρβασης του εαυτού». Και λίγο παρακάτω, για να το κάνει ακόμα πιο περίπλοκο, συνεχίζει: «οι αξιακές δεσμεύσεις σαφώς δεν προκύπτουν από συνειδητές προθέσεις, κι ωστόσο βιώνουμε το συναίσθημα του δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο που συνοδεύει μια ισχυρή αξιακή δέσμευση όχι ως περιορισμό, αλλά ως την υψηλότερη έκφραση της ελεύθερης βούλησής μας». Ο Σεβαστάκης,2 αναλύοντας τις ιδέες του Τζόας, μας πληροφορεί πως «το κλειδί για την κατανόηση της έννοιας ‘αξία’ βρίσκεται εδώ στη βούληση, η οποία πρέπει να διαχωρίζεται αναλυτικά και ουσιαστικά από την επιθυμία και τις προτιμήσεις […] Οι αξίες αποτελούν ‘δευτέρου βαθμού’ αποτιμήσεις: είναι κανόνες για την αποτίμηση άλλων κανόνων, ποιότητες που εκτιμούν και κρίνουν άλλες ποιότητες».

Τέτοιες κατηγοριοποιήσεις δεν συνδέονται με τις εννοιακές αναπαραστάσεις όσων μετέχουν της μαρξιστικής παιδείας. Οι συνεπαγωγές ή/και στρεβλώσεις της στο σχήμα «βάση – εποικοδόμημα» είναι το συχνότερο αποτέλεσμα, όταν δεν λαμβάνουν υπόψιν τη γκραμσιανή σκευή. Ωστόσο, το δυσεπίλυτο ζήτημα του παλλόμενου πρωτείου, είτε της εμπρόθετης δράσης, είτε των εμπεδωμένων δομών3 στη διαμόρφωση των κόσμων, κι άρα των αξιών μας, από μόνο του αρκεί για να μας μπερδεύει ή συνιστά έναν ακόμα ψευδή δυισμό της νεωτερικότητας. Ίσως το πρόβλημα, όπως το τοποθετεί ο Νόρμπετ Ελίας, να συνίσταται στο γεγονός ότι ενώ έχουμε τη δυνατότητα να αποτυπώνουμε στατικότητες, δεν μπορούμε με την ίδια ευκολία να περιγράφουμε τις ροές και τις σχέσεις.

 

Νεοφιλελεύθερες (απ)αξίες

 

Όμως ας δούμε πιο πρακτικά το ζήτημα και μετά να το συνυφάνουμε εκ νέου με τη θεωρία. Στη σημερινή εποχή, γίνεται προσπάθεια να ελεγχθεί ακόμα πιο πολύ από τους πολιτικοοικονομικά κυρίαρχους η αξιακή αγορά, δηλαδή η πιάτσα που ορίζει τι πρέπει να είμαστε και να κάνουμε. Χρόνο με το χρόνο, σφίγγει ο κλοιός της αλγοριθμοποίησης, δηλαδή της ολοένα και πιο αγοραίας επανακατεύθυνσης των επιθυμιών μας έτσι ώστε να σκορπίζονται οι ατομικότητες. Κι είναι δολερός ο τρόπος που γίνεται αυτό γιατί οι αξίες που επικαθορίζουν αυτές τις προτιμήσεις είτε τιμαριοποιούνται (λόγου χάρη, το pinkwashing4) αναστέλλουν την οιονεί κανονιστική τους ισχύ από την ένταση της μεταμοντέρνας σχετικοποίησής τους.

Θα έλεγε κανείς πως οι συγκαιρινές κοινωνίες του (αυτο)ελέγχου5 αξιοδοτούν θετικά μια ρευστή ατομικότητα που όλο και στεγνώνει από τη διαρκή επιδίωξη της ευτυχίας (μέσω της ευτυχιοκρατίας)6, την ενδοσκόπηση ως πανάκεια (μέσω της εμμονικής ψυχολογιοποίησης των πάντων) και την προσπάθεια αυξανόμενης επίδοσης (στη δουλειά, στο «κρεβάτι», στην υγεία, στη γυμναστική). Κι επειδή όλες αυτές οι αξιογενέσεις του ύστερου καπιταλισμού είναι αδύνατον να συναντηθούν με την πραγματικότητα- μια αληθινή γκιλοτίνα του Χιούμ- χώρια που καταλαμβάνουν όλο το χρόνο μας, έχουν ως αποτέλεσμα την επικράτηση αισθημάτων ανεπάρκειας, εξάντλησης και ματαίωσης. Σε τελική ανάλυση άλλοι το έχουν κι άλλοι όχι, αυτή είναι η σύγχρονη ιδεολογία, η αξία της απαξίας.


 

Αναδυόμενες ηθικοπολιτικές δεσμεύσεις

 

Κι όμως όσα αγοραία επιβάλλονται, με το καρότο ή το μαστίγιο, δεν είναι αναπόδραστα. Νέες αξίες συνεπαίρνουν τους ανθρώπους τα τελευταία χρόνια, υπερβαίνοντας την «κόλαση του Όμοιου»7, το μεγαλοπρεπές τίποτα που συμπυκνώνεται στο μότο «είμαι αυτό που είμαι»8. Έτσι, η δημόσια υγεία τον καιρό του κορονοϊού καταξιώθηκε στα μάτια των ανθρώπων. Οι συντριπτικά περισσότεροι θέλουν την ενίσχυσή της γιατί αντιλαμβάνονται πως μόνη αυτή μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Οι ανειδίκευτοι εργάτες και εργάτριες συχνά εικονοποιούνταν ως ανάξιοι ή ως άξιοι της μοίρας τους από την κυρίαρχη πολιτισμική παραγωγή, λίγο χαζούληδες, ή κουτές. Τώρα οι επίπονες συνθήκες εργασίας τους γίνονται εργατική, αλλά και καταναλωτική, συνείδηση και η υλική και ηθική τους αποζημίωση κερδίζει τις καρδιές όλων. Άλλωστε, έχουμε πλέον ιδία γνώση πως αν δεν υπήρχαν οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στα σουπερ-μάρκετ, οι ντελιβεράδες και οι οδοκαθαριστές δε θα μπορούσαμε να επιζήσουμε και μέσα στην καραντίνα και μετά από αυτή. Η Μεγάλη Παραίτηση γίνεται παγκόσμιο και ισχυρό κύμα αμφισβήτησης των 40 χρόνων νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις: ή θα μας πληρώνετε καλά για να εργαζόμαστε ανθρώπινα ωράρια κι όχι «996»9 ή παραιτούμαστε. Οι φράσεις «Εμείς σε πιστεύουμε Γεωργία», «Έχει συμβεί και σε μένα» είναι η κοινή γλώσσα αγανάκτησης και ενδυνάμωσης μαζί, είναι η αντιπατριαρχική ματιά που αντιπαρατίθεται στο «αντρικό βλέμμα»10. Η απαξίωση της καριέρας ως κύριος τρόπος της ατομικής και κοινωνικής καταξίωσης, η οικολογική έμφαση ως πρώτο ζήτημα στην πολιτική ατζέντα, η ένθερμη στήριξη προεικονιστικών πολιτικών και οριζόντιων οργανωτικών συγκροτήσεων, οι προσπάθειες για ηθική κατανάλωση και, ακόμα περισσότερο, ο περιορισμός της, η woke κουλτούρα, δηλαδή το να έχεις επίγνωση για σημαντικά γεγονότα φυλετικής αλλά και κοινωνικής δικαιοσύνης, αποτελούν τις πλέον σύγχρονες ηθικοπολιτικές δεσμεύσεις.

 

 

Η συγκρότηση του Υποκειμένου και ο κίνδυνος δημιουργίας «Αποκειμένων»

 

Κάποιος κακεντρεχής θα μπορούσε να αντιτάξει πως τα παραπάνω είναι μόδες, ρομαντικοποιημένες εκδοχές του νεαρόκοσμου που φλεξάρει ηθική για να παίρνει like στα social media. Θα ήταν έτσι, κι ορισμένες φορές είναι και έτσι, αν α) δεν είχαν στον πυρήνα τους το ψυχικό άλγος που φέρει η έλλειψη νοήματος, β) δεν έφεραν εν σπέρματι τον τρόμο της υλικής έκπτωσης και γ) οι νέες αξιακές δεσμεύσεις δεν συνοδεύονταν από πράξεις.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο, η καλπάζουσα απομάγευση του κόσμου μας πάνω από έναν αιώνα δεν οδήγησε ούτε στον δημοκρατικό ορθολογισμό, ούτε σε μια κάποια νιτσεϊκή εκδοχή υπεράνθρωπης εκτίναξης. Αντίθετα, η ναρκισσιστική υποκειμενικότητα στο μεταμοντέρνο κόσμο παράγει την «κούραση να είσαι ο εαυτός σου»11 και, συνεκδοχικά, θυματοποίηση, υπερσυναισθηματισμό12 και σπάσιμο του κοινωνικού δεσμού. Η κατάθλιψη «είναι το αναπόδραστο τίμημα του ανθρώπου που έγινε κύριος του εαυτού του»,13 χωρίς να έχει τα μέσα για να μπορεί όντως να καταφέρει κάτι τέτοιο.

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σημείο, καμιά αυτοπραγμάτωση δεν μπορεί να συμβεί όταν υπάρχει τόσο μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ και εντός των χωρών. [..............................................]

Οι κόσμοι που έρχονται | Εφημερίδα η Εποχή

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Duy Huynh: δημιουργός αιθέριων χαρακτήρων που λικνίζονται μέσα σε ένα σουρεαλιστικό ή ονειρικό σύμπαν

Ο Philippe Entremont είναι ο βιρτουόζος του πιάνου που παίζει Satie και  Debussy. Η τέχνη είναι του Βιετναμέζου Duy Huynh, του οποίου οι ...