Αιματοβαμμένη Λευκορωσία
—του Γιώργου Τσακνιά
για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα—
Η Λευκορωσία, μαζί με την Ουκρανία, την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής, ανήκει γεωγραφικά σε μια περιοχή που ο Τίμοθι Σνάιντερ εύστοχα ονόμασε «Αιματοβαμμένες χώρες»* («Bloodlands»). Εκατομμύρια άνθρωποι βρέθηκαν επί μιάμιση δεκαετία μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν, στο έλεος (το ποιο;) πότε του ενός και πότε του άλλου. Με ψύχραιμες εκτιμήσεις, 14 εκατομμύρια άμαχοι έχασαν τη ζωή τους στις Αιματοβαμμένες χώρες, μεταξύ του 1932 (λιμός στην Ουκρανία αλλά και, σε μικρότερη έκταση, στη Λευκορωσία, ως συνέπεια της βίαιης κολεκτιβοποίησης) και του τέλους του Β΄ Π.Π., το 1945. Επαναλαμβάνω, ότι μιλάμε για αμάχους· ο αριθμός δηλαδή περιλαμβάνει τα 6 εκατομμύρια των Εβραίων του Ολοκαυτώματος αλλά όχι το πλήθος των νεκρών ενόπλων του Κόκκινου Στρατού. Οι χώρες αυτές αποτελούσαν κατά τον Χίτλερ τον «ζωτικό χώρο» προς τον οποίο θα έπρεπε να επεκταθούν οι Γερμανοί· ο Χίτλερ εκτιμούσε ότι, μετά τη νίκη του στον πόλεμο, λογικά θα έπρεπε να εκλείψουν (μάλλον διά της ασιτίας) περίπου 30 εκατομμύρια Σλάβοι (Ρώσοι, Λεκορώσοι, Ουκρανοί κ.λπ.) πολίτες, προκειμένου να χωρέσουν άνετα οι Άριοι αγρότες (οι Εβραίοι εννοείται ότι θα είχαν ήδη εξοντωθεί).
Παράλληλα, όσο ο Χίτλερ έκανε αυτούς τους υπολογισμούς χωρίς φόβο και πάθος, ο Στάλιν, εξίσου ψυχρά, έκανε μικρές γενοκτονίες, εθνοκαθάρσεις και μετακινήσεις πληθυσμών (ολόκληρων λαών, δηλαδή), προκειμένου να επιτύχει την επιθυμητή εθνική και κοινωνική ισορροπία στις δυτικές περιοχές της ΕΣΣΔ, οι οποίες ήταν κρίσιμες και γεωπολιτικά αλλά και ως σιτοβολώνας (άλλο αν το ’32 αποφάσισε ότι όλο το σιτάρι πρέπει να εξάγεται και με τα έσοδα να εισαχθούν τα αναγκαία για την εκβιομηχάνιση, κι ας πέθαιναν εκατομμύρια αγρότες κυριολεκτικά από την πείνα). Ακολούθησε ο Μεγάλος Τρόμος του 1937-’38 (εκκαθαρίσεις), που επηρέασε όλη την ΕΣΣΔ μεν, αλλά κατά κύριο λόγο τις δυτικές περιοχές της. Μετά, ήρθε το σύμφωνο Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ, η μοιρασιά της Πολωνίας, η προσάρτηση της Βαλτικής στην ΕΣΣΔ — με τις συνακόλουθες εκκαθαρίσεις και μετακινήσεις πληθυσμών, φυσικά. Και, βέβαια, το έγκλημα του Κατύν — η ομαδική δολοφονία από τη NKVD (μετέπειτα KGB) 22 χιλιάδων Πολωνών, που κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ για να γλιτώσουν από τον Χίτλερ.
Αυτά πριν ακόμα από τον πόλεμο. Γιατί μετά άρχισε η πραγματική εξαχρείωση — δολοφονίες εκατομμυρίων αμάχων από τους Ναζί, των πολιτών του Λένινγκραντ στη διάρκεια της πολιορκίας, των αιχμαλώτων στρατιωτών (πάνω από ένα εκατομμύριο Σοβιετικοί αφέθηκαν να πεθάνουν από ασιτία σε στρατόπεδα), η φρίκη του Ολοκαυτώματος που ξεκίνησε με τις μαζικές εκτελέσεις Εβραίων στο Μπαμπι Γιαρ της Ουκρανίας για να συνεχιστεί στα στρατόπεδα θανάτου της Πολωνίας, με θύματα Εβραίους, Ρομά, ομοφυλόφιλους και αναπήρους… Ακολούθησε η ήττα των Ναζί, ο εγκλεισμός των νικητών του Κόκκινου Στρατού σε στρατόπεδα από τον Στάλιν μέχρις ότου σιγουρευτεί για τη νομιμοφροσύνη τους και νέοι λιμοί (αν και με λιγότερα θύματα), στην Ουκρανία, τη Λευκορωσία και τη Μολδαβία.
Φαίνεται πως οι «Αιματοβαμμένες χώρες» ήταν πραγματικά άτυχες, πέραν του ότι βρέθηκαν στο λάθος σημείο και αποτέλεσαν το μήλον της έριδος μεταξύ δυο ολοκληρωτικών καθεστώτων και δύο ηγετών χωρίς ηθικό φραγμό. Και λέω άτυχες, γιατί είναι ακριβώς οι ίδιες περιοχές που επλήγησαν περισσότερο από το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ το 1986. Τουλάχιστον το Τσερνόμπιλ είχε κι ένα «καλό» για τη Λευκορωσία: το Νόμπελ λογοτεχνίας στη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς (έχει γράψει το Τσερνόμπιλ, το Τέλος του Κόκκινου Ανθρώπου και το Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας**) το 2015 — στο σημείο αυτό, να θυμίσουμε πως η Αλεξίεβιτς το 2020 έγινε μέλος του Συντονιστικού Συμβουλίου της ενωμένης αντιπολίτευσης της Λευκορωσίας υπό την Σβετλάνα Τιχανόβσκαγια και στις 28 Σεπτεμβρίου εγκατέλειψε τη χώρα, φοβούμενη την εκδικητικότητα του καθεστώτος Λουκασένκο. Όταν έφυγε, ήταν το τελευταίο μέλος του Συμβουλίου που δεν βρισκόταν στη φυλακή ή στην εξορία.
Πρώην υποδιευθυντής κολεκτίβας, ο Αλεξάντερ Λουκασένκο αναδείχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ως πολέμιος της διαφθοράς. Επικράτησε κατηγορώντας τους αντιπάλους του για υπεξαιρέσεις που ουδέποτε αποδείχτηκαν και εξελέγη πρόεδρος της Λευκορωσίας το 1994 με ατζέντα «φέρτε πίσω τα κλεμμένα». Έκτοτε, δεν έπαψε να επανεκλέγεται.
Πολλά λοιπόν και ποικίλα τα εγκλήματα στις «Αιματοβαμμένες χώρες» — και σαφώς με διαφορετικούς δράστες. Υπήρχαν βέβαια (πάντα υπάρχουν) κοινά στοιχεία στην «τεκμηρίωση»: τα θύματα ήταν πάντοτε «προδότες» και «πράκτορες», είτε του «εβραιομπολσεβικισμού» είτε του «πολωνικού ιμπεριαλισμού» (!) κ.ο.κ. Εκατομμύρια άνθρωποι βρέθηκαν επί σειρά ετών μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Πολλοί χρειάστηκε να διαλέξουν, ενίοτε υπό τρομερή πίεση· άλλοι δεν μπόρεσαν καν να διαλέξουν, διάλεξαν άλλοι γι’ αυτούς. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που απελευθερώθηκαν από ένα στρατόπεδο, μόνο και μόνο για να κλειστούν σε ένα άλλο, ως ύποπτοι συνεργασίας με το καθεστώς που πρόλαβε να τους αιχμαλωτίσει πρώτο. Εκατομμύρια προσωπικές τραγωδίες και δράματα παίχτηκαν παράλληλα, διασταυρώθηκαν ή και όχι. Πολλά έχουν γίνει γνωστά από αφηγήσεις και μαρτυρίες· άλλα —τα περισσότερα— δεν θα τα μάθουμε ποτέ. Σε κάθε περίπτωση, οι μεγάλες ιστορικές και ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των δύο καθεστώτων δεν (επιτρέπεται να) δημιουργούν ηθικές διαφοροποιήσεις και όσον αφορά τα θύματα και τη μνήμη τους. Εκεί οφείλουμε να είμαστε και δίκαιοι και ειλικρινείς — και ας αποφεύγουμε, από την ασφαλή μας απόσταση, να χαρακτηρίζουμε ανθρώπους εύκολα ως «νεοναζί» ή ως «σταλινικούς», έστω από στοιχειώδη σεβασμό στα πραγματικά θύματα.
Η χρονική απόσταση θα έπρεπε να επιτρέπει αυτή τη δικαιοσύνη και τον σεβασμό. Στο κάτω κάτω, εδώ και τριάντα χρόνια δεν υπάρχει ΕΣΣΔ. Έτσι, οι πρώην χρήσιμοι ηλίθιοι της Δύσης δεν είναι πλέον χρήσιμοι. Αυτό, βέβαια, δεν τους εμποδίζει να παραμένουν απλώς ηλίθιοι και να στηρίζουν ανθρώπους σαν τον Λουκασένκο.
* Το ομώνυμο βιβλίο του Τίμοθι Σνάιντερ κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.
** Και τα τρία βιβλία της Αλεξίεβιτς που αναφέρονται εδώ κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη.
Εικόνα εξωφύλλου: «Στην πατρίδα μου» (1943)
Έργο του Μαρκ Σαγκάλ, Εβραίου του Λευκορωσίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου