Δευτέρα, Ιανουαρίου 18, 2021

Ένα νουάρ μυθιστόρημα υψηλής απόλαυσης

 

Το «Πρωσικό μπλε» του Φίλιπ Κερ* δεν είναι απλώς ένα νουάρ μυθιστόρημα, αλλά ξαναζωντανεύει ένα κομμάτι της Ιστορίας μέσα από μία υψηλής αισθητικής λογοτεχνία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΕΣ 
Η στήλη του Γιώργου Βαϊλάκη.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος σε μετάφραση Γ. Μαραγκού. Γράφει ο Γιώργος Βαϊλάκης.

Είναι ο συγγραφέας που έφερε στο προσκήνιο το ιστορικό νουάρ μυθιστόρημα, ο οποίος συνέβαλε στη φήμη του, το ανέδειξε και το εδραίωσε, δημιουργώντας ποικίλους μιμητές του είδους. Όσο για το χρονικό πλαίσιο που διάλεξε ο Φίλιπ Κερ (1956-2018) για να τοποθετήσει τη δράση των περισσότερων έργων του, είναι τα σκοτεινά χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και όλα εκείνα που ακολούθησαν, με φόντο τη ναζιστική Γερμανία. 

Ήταν το 1989, τη χρονιά που έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, όταν κυκλοφόρησαν «Οι βιολέτες του Μάρτη» με ήρωα τον θρυλικό, πια, Μπέρνι Γκούντερ – έναν πρώην αστυνομικό που εργάζεται ως ιδιωτικός ντετέκτιβ. Χώρος δράσης είναι το Βερολίνο το 1936, λίγο πριν από τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, την εποχή που ο Χίτλερ με τους Ναζί συνεργάτες του καταστρώνει μεγαλεπήβολα σχέδια. Ο Μπέρνι Γκούντερ, προσλαμβάνεται από έναν εκατομμυριούχο βιομήχανο προκειμένου να βρει ένα διαμαντένιο κολιέ που έχει κλαπεί. Αλλά, καθώς ξεκινάει την έρευνά του, αντιλαμβάνεται ότι η υπόθεση είναι πολύ πιο μπερδεμένη απ’ ό,τι φαίνεται.

Καλώς ήρθατε στον κόσμο του Φίλιπ Κερ, όπου το φαινομενικά απλό αποδεικνύεται περίπλοκο, με την μεγάλη Ιστορία να επηρεάζει σαρωτικά τα γεγονότα όλων των μικρών ιστοριών που μας αφηγείται ο συγγραφέας – πάντα γεμάτες μυστήριο, ένταση και σασπένς. 

Λίγο μετά, το 1990, εκδόθηκε «Ο χλωμός εγκληματίας» που διαδραματίζεται, πάλι, στο Βερολίνο του 1938. Αυτή τη φορά οι προθέσεις του Χίτλερ για την κατάκτηση του κόσμου είναι εμφανείς, καθώς οι προετοιμασίες για την υλοποίηση των σχεδίων του γίνονται ταχύτατα. Ο Μπέρνι Γκούντερ αναλαμβάνει μία νέα υπόθεση, που έχει σχέση με την εξιχνίαση μιας σειράς δολοφονιών με θύματα νεαρά κορίτσια. Όλα αυτά, όμως, αποτελούν το μέρος ενός σχεδίου που θέλει τις δολοφονίες να τις αποδώσουν σε άλλους, ώστε να ακολουθήσει πογκρόμ και δημεύσεις περιουσιών!

Για ακόμη μία φορά, ο Φίλιπ Κερ χρησιμοποιεί την Ιστορία, όχι ως σκηνικό, αλλά ως συμπρωταγωνίστρια – εκεί όπου το ιδιωτικό, καθορίζεται από το γενικό που τείνει να τα συμπαρασύρει όλα. 

Το τρίτο μέρος της τριλογίας, το «Γερμανικό ρέκβιεμ» εκδόθηκε το 1991 και εκτυλίσσεται στο Βερολίνο εν έτει 1947. Τώρα, η αυτοκρατορία του Χίτλερ δεν υπάρχει και η άλλοτε ισχυρή Γερμανία μετράει τις πληγές του πολέμου. Ο Μπέρνι Γκούντερ, παντρεμένος με τη δασκάλα Κίρστεν, ανακαλύπτει ότι η γυναίκα του τον απατά, ενώ ταυτόχρονα, ένας παλιός του συνάδελφος ζητά τη βοήθειά του, καθώς βρίσκεται φυλακισμένος στη Βιέννη, κατηγορούμενος για το φόνο ενός Αμερικανού λοχαγού.

 Η «Τριλογία του Βερολίνου» έδωσε το έναυσμα στον Βρετανό συγγραφέα να επεκτείνει τις περιπέτειες του Μπέρνι Γκούντερ δημιουργώντας έναν σύγχρονο αρχετυπικό ντετέκτιβ με αναγνωρίσιμες ιδιαιτερότητες που -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- αλληλεπιδρά με την Ιστορία, κινείται στις παρυφές της, καθορίζεται από αυτήν.

Κάπως έτσι, το «Πρωσικό μπλε» που είναι το προτελευταίο βιβλίο που πρόλαβε να γράψει, με ήρωα τον δημοφιλή ντετέκτιβ, έρχεται να δώσει ένα μυθιστόρημα-παρακαταθήκη του είδους, ανασυνθέτοντας την εποχή της Γερμανίας του Χίτλερ με όλη την αναμενόμενη ανηθικότητα, απανθρωπιά και ψυχοπάθεια – πάντα με το δικό του προσεκτικά δομημένο αφηγηματικό στιλ. Εδώ, ο Μπέρνι Γκούντερ βρίσκεται στη Νίκαια, στη Γαλλία το 1956, και συναντά τον Έριχ Μίλκε, υποδιευθυντή της Στάζι – της υπηρεσίας ασφαλείας της κομμουνιστικής Ανατολικής Γερμανίας. Και δέχεται έναν ωμό εκβιασμό: Ή θα πάει στην Αγγλία να σκοτώσει με δηλητήριο μία πράκτορα ή θα πεθάνει ο ίδιος! Σε αυτό το ταξίδι τον συνοδεύει ένας παλιός συνεργάτης του, ο Κορς, για να τον επιτηρεί.

Η αφήγηση μας οδηγεί στη συνέχεια πίσω, στο 1939, λίγο πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο Γκούντερ είναι επιθεωρητής της αστυνομίας και καλείται από μια ηγετική φυσιογνωμία των Ναζί στην παραθεριστική βίλα του Χίτλερ. Έχει μόλις δολοφονηθεί ένας δικός τους και ο εκείνος εκβιάζεται για ακόμη μία φορά: Ή θα βρει τον δολοφόνο εντός ενός μήνα ή θα χάσει τη ζωή του! Και τότε ο Μπέρνι Γκούντερ είχε συνεργαστεί με τον Κορς, αλλά σε εκείνη την περίσταση, ως προϊστάμενός του. Περιττό να αναφέρει κανείς, ότι οι δύο ιστορίες έχουν ένα κοινό δέσιμο.

Ο Φίλιπ Κερ χρησιμοποιώντας ιστορικά εγχειρίδια και πραγματοποιώντας διεξοδική έρευνα, κατορθώνει να αναπλάσει θαυμαστά μια ολόκληρη εποχή, εκείνην της προπολεμικής και της μεταπολεμικής Γερμανίας δίνοντας –για ακόμη μία φορά- μία εξαιρετική αληθοφάνεια στο εγχείρημα. Η ατμοσφαιρική αφήγηση λειτουργεί υποδειγματικά, καθώς αναδεικνύει την αντίθεση που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στο προσωπικό και το πολιτικό, και κυρίως την αδυναμία του ατόμου να καθορίσει όχι μόνο την Ιστορία, αλλά και την προσωπική του ιστορία. Ο Κερ δεν γράφει απλώς ένα νουάρ μυθιστόρημα, αλλά ξαναζωντανεύει ένα κομμάτι της Ιστορίας μέσα από μία υψηλής αισθητικής λογοτεχνία. Και, βέβαια, η υπόθεση δεν παύει να παραμένει ανοιχτή, μέχρι τέλους, σε κάθε ερμηνεία – ακόμα και όταν όλα τα μυστικά μοιάζουν να έχουν εξιχνιαστεί. Άλλωστε η Ιστορία, απλώς συνεχίζεται…

Φίλιπ Κερ
«Πρωσικό μπλε»
Μετάφραση: Γιώργος Μαραγκός
Εκδόσεις:
Κέδρος
Σελίδες: 672

_____________________

 

 
https://5.imimg.com/data5/FB/TL/MY-2275601/prussian-blue-pigment-500x500.jpg

Κεφάλαιο 2

Όπου ο Μπέρνι Γκούντερ συναντάται με τον Έριχ Μίλκε, τον πανίσχυρο υποδιευθυντή της Στάζι. Η συνάντηση του επιθεωρητή με τον πανίσχυρο αρχηγό αποκαλύπτει  πολλά μυστικά για το γερμανικό καθεστώς της εποχής –το οποίο ο συγγραφέας γνωρίζει από πρώτο χέρι– συμπληρώνεται από άλλη μία συγκλονιστική ιστορία, αυτήν τη φορά με φόντο τις κατεχόμενες από τον Χίτλερ βαυαρικές Άλπεις το 1939, που συνδέεται άμεσα με την πρώτη, οδηγώντας σε ένα συγκλονιστικό φινάλε.

Οκτώβριος 1956

Υπολόγισα κάποτε ότι η Γκεστάπο είχε προσωπικό κάτω από πενήντα χιλιάδες άτομα, τα οποία παρακολουθούσαν ογδόντα εκατομμύρια Γερμανούς, αλλά απ' όσα έχω διαβάσει για τη ΛΔΓ, η Στάζι απασχολεί τουλάχιστον τα διπλάσια –και δεν αναφέρω καν τους πληροφοριοδότες ανάμεσα στους πολίτες ή τις γοητευτικές κατασκόπους, που όλοι μαζί ανέρχονταν, σύμφωνα με τις φήμες, περίπου στο ένα δέκατο του πληθυσμού– για να παρακολουθούν μόλις δεκαεφτά εκατομμύρια Γερμανούς. Ως υποδιευθυντής της Στάζι ο Έριχ Μίλκε ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους στη ΛΔΓ. Και όπως ήταν πιθανόν αναμενόμενο από έναν τέτοιο άνθρωπο, είχε προβλέψει ήδη όλες μου τις ενστάσεις σε μια τόσο άκομψη αποστολή, όπως αυτή που είχε περιγράψει, και ήταν έτοιμος να επιχειρηματολογήσει εναντίον τους με την ωμή δύναμη εκείνου που έχει συνηθίσει να γίνεται το δικό του εναντίον ανθρώπων που είναι επίσης αυταρχικοί και επιβλητικοί. Είχα την αίσθηση ότι ο Μίλκε μπορεί και να με άρπαζε απ' τον λαιμό ή να χτυπούσε το κεφάλι μου στο τραπέζι, και φυσικά η βία ήταν σημαντικό στοιχείο του χαρακτήρα του: ως νεαρό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Βερολίνο είχε συμμετάσχει στον πασίγνωστο φόνο δύο ένστολων αστυνομικών.

«Όχι, μην καπνίσεις», είπε, «άκου μόνο. Αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για σένα, Γκούντερ. Μπορείς να βγάλεις χρήματα, να πάρεις καινούργιο διαβατήριο –γνήσιο διαβατήριο Δυτικής Γερμανίας, με διαφορετικό όνομα, για να ξεκινήσεις κάπου απ' την αρχή– και, το πιο σημαντικό απ' όλα, μπορείς να εκδικηθείς την Ανν Φρεντς, και με το παραπάνω, που σε χρησιμοποίησε τόσο αδίστακτα».


«Μόνο και μόνο επειδή εσύ της είπες να μου φερθεί έτσι. Έτσι δεν είναι; Εσύ την έβαλες να τα κάνει όλα αυτά».


«Δεν της είπα να κάνει έρωτα μαζί σου. Δική της ιδέα ήταν. Σε κάθε περίπτωση, σε έκανε παιχνιδάκι της, Γκούντερ. Δεν έχει πια και πολλή σημασία, όμως, σωστά; Την ερωτεύτηκες σφοδρά, ε;»


«Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς τι κοινό έχετε εσείς οι δύο. Δεν έχετε καθόλου αρχές».


«Ισχύει. Αν και στην περίπτωσή της ήταν και μία από τις καλύτερες ψεύτρες που έχω γνωρίσει ποτέ. Και εννοώ την παθολογική έννοια. Πραγματικά, δεν πιστεύω πως ήξερε πότε έλεγε ψέματα και πότε αλήθεια. Όχι ότι πιστεύω πως η ανηθικότητα της εξαπάτησης είχε καμιά σημασία για κείνη. Της αρκούσε να μπορεί να διατηρεί το απόμακρο χαμόγελό της και να ικανοποιεί την ανάγκη της για υλικά αγαθά. Κατόρθωσε να πείσει τον εαυτό της πως δεν το έκανε για τα χρήματα: η ειρωνεία είναι ότι νόμιζε πως είχε ισχυρές αρχές. Κι αυτό την έκανε ιδανική κατάσκοπο. Όχι πως έχει έστω και την παραμικρή αξία η ιστορία της μέχρι τότε.


Φίλιπ Κερ, Πρωσικό Μπλε, Σελ.: 672, Εκδόσεις Κέδρος. Αναμένεται να κυκλοφορήσει στις 28 Σεπτεμβρίου 2020.

Αυτό που είναι σημαντικό –τουλάχιστον για μένα– είναι ότι τώρα κάποιος πρέπει να τη σκοτώσει. Πολύ φοβάμαι πως η MI5 θα απορούσε αν δεν προσπαθούσαμε τουλάχιστον να τη σκοτώσουμε. Κι έτσι όπως τα βλέπω εγώ, αυτός ο κάποιος εύκολα θα μπορούσε να είσαι εσύ. Δεν είναι πως δεν έχεις σκοτώσει ανθρώπους στο παρελθόν, σωστά; Τον Χένιχ, για παράδειγμα. Θέλω να πω ότι μόνο εσύ θα μπορούσες να ήσουν που του φύτεψες μια σφαίρα και το έκανες να φαίνεται πως το είχε κάνει εκείνη».


Ο Μίλκε σταμάτησε για όσο έφερναν το φιλέτο μας και απομάκρυναν το μισοφαγωμένο αστακό.


«Θα το κόψουμε μόνοι μας», είπε απότομα στον σερβιτόρο. «Και φέρε μας ένα μπουκάλι απ' το καλύτερο Bordeaux σας. Σε καράφα βέβαια. Αλλά θέλω να δω το μπουκάλι πρώτα, εντάξει; Και τον φελλό».


«Δεν εμπιστεύεσαι κανέναν, έτσι δεν είναι;» είπα.


«Αυτός είναι ένας απ' τους λόγους που έχω παραμείνει ζωντανός τόσο καιρό».


Όταν έφυγε πια ο σερβιτόρος, ο Μίλκε έκοψε το Σατομπριάν στα δύο, πήρε με το πιρούνι του το μεγαλύτερο μισό, το έβαλε στο πιάτο του και χασκογέλασε. «Προσέχω όμως και τον εαυτό μου, να ξέρεις. Δεν καπνίζω, δεν πίνω πάρα πολύ και μου αρέσει να γυμνάζομαι, επειδή μέσα μου νιώθω ακόμα μαχητής του δρόμου. Ακόμη κι έτσι όμως έχω ανακαλύψει ότι ο κόσμος είναι περισσότερο διατεθειμένος ν' ακούσει έναν αστυνομικό που δείχνει ότι μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του παρά έναν που δεν το δείχνει. Δεν θα το πιστέψεις πόσες φορές χρειάστηκε να εκφοβίσω διάφορους στην Κεντρική Επιτροπή του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος.¹ Σου το ορκίζομαι, ακόμη και ο Βάλτερ Ούλμπριχτ² με φοβάται».

«Έτσι αποκαλείς τον εαυτό σου πλέον, Έριχ; Αστυνομικό;»


«Γιατί όχι; Αυτό είμαι. Γιατί να ενοχλεί κάτι τέτοιο έναν άνθρωπο σαν εσένα, Γκούντερ; Εσένα που ήσουν μέλος της Κρίπο και της Υπηρεσίας Ασφαλείας σχεδόν για είκοσι χρόνια. Κάποιοι από τους τάχα μου αστυνομικούς που σου έδιναν εντολές ήταν ανάμεσα στους χειρότερους εγκληματίες της Ιστορίας: Χάινριχ. Χίμλερ. Νέμπε. Κι εργάστηκες για όλους αυτούς». Κούνησε το κεφάλι του αγανακτισμένος. «Ξέρεις, μια μέρα θα ρίξω μια προσεχτική ματιά στον φάκελό σου στο Κεντρικό Γραφείο Ασφαλείας του Ράιχ και θα δω τι εγκλήματα έχεις διαπράξει, Γκούντερ. Έχω τη σοβαρή υποψία ότι επ' ουδενί δεν είσαι τόσο καθαρός όσο παρουσιάζεις. Ας μην προσποιούμαστε, λοιπόν, πως υπάρχει κάτι που μας χωρίζει όσον αφορά την ηθική ανωτερότητα. Έχουμε κάνει και οι δυο μας πράγματα που ευχόμαστε να μην είχαμε κάνει. Είμαστε όμως ακόμα εδώ».

Ο Μίλκε σώπασε την ώρα που έκοβε το φιλέτο του σε μικρότερα τετράγωνα.


«Παρ' όλα αυτά, δεν ξεχνώ ότι εσύ μου έσωσες τη ζωή σε δύο περιστάσεις».


«Τρεις», είπα με πικρία.


«Τόσες ήταν; Ίσως. Όπως έλεγα λοιπόν. Να τη σκοτώσεις. Να μια καλή ευκαιρία για σένα. Να κάνεις μια καινούργια αρχή. Ευκαιρία να γυρίσεις στη Γερμανία και να ξεφύγεις απ' αυτό το μέρος στην άκρη της Ευρώπης, όπου δεν γίνεται τίποτα και που, για να είμαι ειλικρινής, τα ταλέντα σου πάνε χαμένα. Αν υποθέσουμε ότι διαθέτεις τη σοφία να το καταλάβεις».

Ο Μίλκε έβαλε ένα τετράγωνο κομμάτι φιλέτο στο μεγάλο στόμα του και άρχισε να το μασάει με μανία.


«Έχω διαφωνήσει;» ρώτησα.


«Όχι. Για πρώτη φορά δεν το κάνεις. Που κι αυτό είναι περίεργο».


Σήκωσα τους ώμους.


«Δέχομαι να κάνω αυτό που ζητάς, στρατηγέ. Είμαι άφραγκος. Δεν έχω φίλους. Μένω μόνος μου σ' ένα διαμέρισμα που δεν είναι μεγαλύτερο από παγίδα για αστακούς και η δουλειά μου πρόκειται να σταματήσει τον χειμώνα. Μου λείπει η Γερμανία. Χριστέ μου, μου λείπει ακόμη κι ο καιρός. Αν το τίμημα που πρέπει να πληρώσω για να πάρω τη ζωή μου πίσω είναι να σκοτώσω την Ανν Φρεντς, τότε είμαι κάτι παραπάνω από πρόθυμος να το κάνω».


«Πότε ήταν εύκολο να σε επηρεάσουν, Γκούντερ. Θα είμαι ειλικρινής μαζί σου. Περίμενα μεγαλύτερη αντίσταση. Ίσως μισείς την Άνν Φρεντς περισσότερο απ' ό,τι νόμιζα. Ίσως θέλεις όντως να τη σκοτώσεις. Σ' αυτή την περίπτωση, όμως, η προθυμία δεν είναι αρκετή. Πρέπει να πας στην Αγγλία και να τη σκοτώσεις».


Ο σερβιτόρος επέστρεψε με μια καράφα κόκκινο κρασί και την άφησε πάνω από το τραπέζι μπροστά μας. Ο Μίλκε την πήρε, μύρισε τον φελλό και μετά ένευσε στη θέα του μπουκαλιού Chateau Mouton Rothschild που του έφεραν να επιθεωρήσει.
«Δοκίμασέ το» μου είπε.


Το δοκίμασα και, όπως ήταν αναμενόμενο, ήταν εξίσου καλό με το λευκό που έπινα, ίσως και καλύτερο. Έκανα κι εγώ ένα νεύμα.
«Για να είμαι ειλικρινής, όντως τη μισώ», είπα. «Πολύ περισσότερο απ' όσο περίμενα να τη μισώ. Και ναι, θα τη σκοτώσω. Αν δεν σε πειράζει όμως, θα ήθελα περισσότερες λεπτομέρειες για το σχέδιό σου».


«Οι άνθρωποί μου θα σε συναντήσουν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Νίκαιας κι εκεί θα σου δώσουν το νέο σου διαβατήριο, μερικά χρήματα και εισιτήρια με το Μπλε Τρενο για το Παρίσι. Από κει και θα μετεπιβιβαστείς στο Χρυσό Βέλος για το Καλέ και μετά θα κατευθυνθείς στο Λονδίνο. Με το που θα φτάσεις, θα συναντήσεις κι άλλους ανθρώπους μου. Θα σε ενημερώσουν περαιτέρω και θα σε συνοδεύσουν στην αποστολή σου».

«Εκεί μένει; Στο Λονδίνο;»

«Όχι, μένει σε μια μικρή κωμόπολη στη νότια ακτή της Αγγλίας. Προσπαθεί να αποφύγει την έκδοσή της, αλλά δεν τα καταφέρνει. Η MI5 δείχνει σχεδόν να την έχει εγκαταλείψει. Οι άνθρωποί μου δεν θα σου δώσουν ένα αναλυτικό ημερολόγιο με τις κινήσεις της, ώστε να τη συναντήσεις τυχαία και να κανονίσεις να πιεις ένα ποτό μαζί της».


«Κι αν υποθέσουμε ότι δεν θέλει να με ξαναδεί; Δεν είναι πως αποχαιρετιστήκαμε σαν φίλοι».


«Προσπάθησε να την πείσεις. Χρησιμοποίησε όπλο αν χρειαστεί. Θα σου δώσουμε ένα. Κάν' την όμως να σε ακολουθήσει. Κάπου δημόσια. Έτσι θα σε εμπιστευτεί πιο εύκολα».


«Δεν το καταλαβαίνω. Δεν θέλετε απλώς να την πυροβολήσω;»


«Θεέ μου, όχι. Το τελευταίο που θέλω είναι να συλληφθείς και να τα ξεράσεις όλα στους Βρετανούς. Πρέπει να είσαι πολύ μακριά από την Ανν Φρεντς όταν πεθάνει. Αν όλα πάνε κατ' ευχήν, θα έχεις επιστρέψει στη Γερμανία μέχρι να συμβεί αυτό. Και θα έχεις διαφορετικό όνομα. Καλό δεν θα είναι αυτό για σένα, ε;»


«Και λοιπόν τι, θα δηλητηριάσω το τσάι της, αυτό θέλετε;»


«Ναι. Το δηλητήριο είναι πάντα η καλύτερη λύση σε τέτοιες περιπτώσεις. Κάτι αργό, που δεν αφήνει πολλά ίχνη. Τώρα τελευταία χρησιμοποιούμε θάλλιο. Να ξέρεις, είναι απίστευτα θανατηφόρο. Άχρωμο, άοσμο και άγευστο, και η επίδρασή του ξεκινά ύστερα από δύο μέρες. Όταν γίνει αυτό όμως, είναι ολέθριο. Ο Μίλκε χαμογέλασε βάναυσα. «Πού ξέρεις, ίσως να έχεις καταπιεί κι εσύ λίγο με το κρασί που απολάμβανες. Θέλω να πω, δεν θα το καταλάβαινες ακόμη κι αν ίσχυε αυτό. Θα μπορούσα να είχα βάλει τον σερβιτόρο να βάλει το δηλητήριο στο μπουκάλι και γι' αυτό τον λόγο να έβαλα εσένα να το δοκιμάσεις και δεν το δοκίμασα εγώ. Βλέπεις πόσο εύκολο είναι;»
Κοίταξα αμήχανα το ποτήρι με το Chateau Mouton Rothschild και ακούμπησα τη γροθιά μου στο τραπέζι.


Ο Μίλκε ήταν φανερό ότι θα απολάμβανε το πόσο άβολο αισθανόμουν.


«Στην αρχή θα νομίζει ότι την πονάει το στομάχι της. Και μετά ‒ να, πρόκειται για έναν αργόσυρτο, οδυνηρό θάνατο, είμαι σίγουρος ότι χαίρεσαι που το ακούς. Θα ξερνάει για μια-δυο μέρες και μετά θ' αρχίσουν έντονοι σπασμοί και μυϊκοί πόνοι. Ύστερα ακολουθεί μια πλήρης αλλαγή προσωπικότητας, παραισθήσεις και ταραχή: τέλος, εμφανίζονται αλωπεκία, τυφλότητα και αβάσταχτος πόνος στο στήθος, και μετά το τέλος. Θα δες να το δεις.


Πίστεψε με, πρόκειται για κόλαση. Ο θάνατος, όταν έρθει, είναι λύτρωση».


«Υπάρχει αντίδοτο;»


Έριχνα ακόμα κλεφτές ματιές στο κρασί που έπινα κι αναρωτιόμουν πόσα απ' αυτά που μου είχε πει ο Μίλκε ήταν αλήθεια.


«Μου έχουν πει ότι το πρωσικό μπλε, αν ληφθεί από το στόμα, αποτελεί αντίδοτο»


«Το χρώμα;»


«Ουσιαστικά, ναι. Το πρωσικό μπλε είναι μια συνθετική χρωματική ουσία που λειτουργεί με κολλοειδή διασπορά, ανταλλαγή ιόντων, κάτι τέτοιο. Δεν είμαι χημικός. Ωστόσο πιστεύω ότι είναι ένα απ' αυτά τα αντίδοτα που είναι ελάχιστα λιγότερο οδυνηρά απ' το δηλητήριο και το πιθανότερο είναι ότι μέχρι να πάρουν χαμπάρι σε ένα αγγλικό νοσοκομείο ότι η Ανν Φρεντς έχει δηλητηριαστεί με θάλλιο και προσπαθήσουν να της δώσουν πρωσικό μπλε, θα είναι ήδη πολύ αργά για κείνη».


«Χριστέ μου» είπα και πήρα τα τσιγάρα μου στο χέρι.

Έβαλα ένα στο στόμα και ήμουν έτοιμος να το ανάψω, όταν ο Μίλκε το άρπαξε και το πέταξε σε μια γλάστρα χωρίς να πει συγγνώμη.

«Όπως είπα όμως, μέχρι να πεθάνει, εσύ θα είσαι ασφαλής στη Δυτική Γερμανία. Απλώς όχι στο Βερολίνο. Δεν μου κάνεις στο Βερολίνο, Γκούντερ. Εκεί σε ξέρει πολύς κόσμος. Νομίζω πως η Βόννη ή το Αμβούργο σου ταιριάζουν καλύτερα. Και το πιο σημαντικό είναι ότι θα με βόλευε κι εμένα αν πήγαινες εκεί».


«Θα πρέπει να έχεις εκατοντάδες πράκτορες της Στάζι σε όλη τη Δυτική Γερμανία, στρατηγέ. Σε τι θα χρησίμευα εγώ;»


«Έχεις συγκεκριμένες δεξιότητες, Γκούντερ. Ένα χρήσιμο παρελθόν για όσα έχω κατά νου. Θέλω να ιδρύσεις μια οργάνωση νεοναζί. Με το φασιστικό σου παρελθόν δεν θα είναι δύσκολο. Η άμεση αποστολή σου θα είναι να βεβηλώσεις ή να καταστρέψεις εβραϊκούς χώρους σε όλη τη Δυτική Γερμανία ‒ πολιτιστικά κέντρα, κοιμητήρια και συναγωγές. Μπορείς επίσης να πείσεις ή και να εκβιάσεις τους παλιούς συντρόφους σου στο Κεντρικό Γραφείο Ασφαλείας να γράψουν γράμματα στις εφημερίδες και στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, απαιτώντας την απελευθέρωση των ναζί εγκληματιών πολέμου ή διαμαρτυρόμενοι έναντι στη δίκη άλλων».


«Τι έχεις εναντίον των Εβραίων;»


«Τίποτα».


Ο Μίλκε έχωσε στο παμφάγο στόμα του άλλο ένα κομμάτι σοκολάτα δίπλα στο κομμάτι φιλέτο που βρισκόταν ήδη εκεί: ήταν σαν να μοιραζόμουν το δείπνο μου με το βραβευμένο γουρούνι κάποιου Πρώσου αγρότη, καθώς έτρωγε τον πολτό απ' τα καλύτερα αποφάγια της οικογένειας.


«Τίποτε απολύτως. Αυτό όμως θα αυξήσει την αξιοπιστία της δικής μας προπαγάνδας ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εξακολουθεί να είναι ναζιστική. Εξάλλου, ο Αντενάουερ ήταν εκείνος που αποκήρυξε τη διαδικασία αποναζικοποίησης και εισήγαγε νόμο ο οποίος έδινε αμνηστία σε ναζί εγκληματίες πολέμου. Εμείς απλώς βοηθούμε τον κόσμο να δει ό,τι ήδη υπάρχει».


«Φαίνεται πως τα έχεις σκεφτεί όλα, στρατηγέ».


«Αν δεν το έκανα εγώ, το έχει κάνει κάποιος άλλος. Κι αν δεν το έχουν κάνει, θα πληρώσουν για να γίνει. Μη σε ξεγελούν όμως οι καλοσυνάτοι τρόποι μου, Γκούντερ. Μπορεί να είμαι διακοπές, αλλά έχω πάρει το θέμα απολύτως σοβαρά. Και το καλό που σου θέλω, το ίδιο να κάνεις κι εσύ».


Έστρεψε το πιρούνι του προς το μέρος μου σαν να σκεφτόταν να το χώσει στο μάτι μου και ένιωσα μια ανακούφιση που στην άκρη του είχε ακόμα ένα κομμάτι κρέας.


«Γιατί αν δεν το έχεις κάνει, φρόντισε να γίνει αμέσως, αλλιώς δεν θα ξημερώσει αύριο για σένα. Τι λες λοιπόν; Το έχεις πάρει σοβαρά;»


Ένευσα καταφατικά.


"Ναι, το έχω". Θέλω να δω την Αγγλίδα σκύλα νεκρή όσο κι εσύ, στρατηγέ. Πιθανότατα περισσότερο. Κοίτα, θα προτιμούσα να μην μπω σε λεπτομέρειες για όσα συνέβησαν μεταξύ μας, αν δεν σε πειράζει. Ακόμα με πληγώνει το ζήτημα. Θα σου πω όμως το εξής: το μόνο που με πειράζει απ'όσα μου έχεις πει μέχρι στιγμής είναι ότι δεν θα είμαι εκεί για να τη δω να υποφέρει. Γιατί αυτό θέλω. Τον πόνο και τον χαμό της. Απάντησα λοιπόν στην ερώτησή

1) Πρόκειται για το Κομμουνιστικό Κόμμα που κυβέρνησε την Ανατολική Γερμανία (Σ.τ.Μ.).

2) Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος κατά την περίοδο 1950-1971.

Το απόσπασμα  δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Ο Φίλιπ Κερ δεν μένει πια εδώ, πέθανε χθες ο αγαπημένος συγγραφέας  αστυνομικών ιστοριών - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ

*Φίλιπ Κερ - Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Philip Glass - Songs From Liquid Days (Live) : Όταν ο μουσικός μινιμαλισμός ερωτεύτηκε την Ποίηση

Το Songs from Liquid Days(1986 είναι μια συλλογή τραγουδιών που συνέθεσε ο συνθέτης Philip Glass σε στίχους των Paul Simon, Suzanne Vega, ...