Τρίτη, Απριλίου 30, 2019

Όσοι δεν προσπαθούμε να γίνουμε Έλληνες, ούτε είμαστε ούτε θα γίνουμε ποτέ Έλληνες!



«Εμείς και οι Έλληνες». Από τον Δημήτρη Δημητριάδη

Πηγή: lifo.gr

Παραλλάσσοντάς τον, δανείζομαι τον τίτλο από το κείμενο του Ph. Lacoue-Labarthe «Ο Χέλντερλιν και οι Έλληνες», ένα κείμενο που, με τη συγγενική του θεματογραφία, διατρέχει υπόγεια το δικό μου, όπως το διατρέχει και το κείμενο του Dominique Grandmont «Η Ελλάδα του Καβάφη», το οποίο υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την οργάνωση και διατύπωση των παρακάτω σκέψεών μου. Από το κείμενο του Lacoue-Labarthe κρατώ επίσης την προμετωπίδα του Heiner Muller στην οποία θα επανέλθω αργότερα.
Ο κληρονόμος αναλογίζεται την κληρονομιά του από τη στιγμή που απειλείται με την απώλειά της. Ο κίνδυνος να τη χάσει ή να αποδειχθεί ότι δεν του ανήκει κινητοποιεί τον μηχανισμό της ιδιοποίησης μέσα του.
Ό,τι θεωρείται δεδομένο και εξασφαλισμένο αποκλείει τη στοχαστική αναφορά σε αυτό.
Ξεκινώντας από αυτή την παρακινδυνευμένη διαπίστωση, δίνεται η ευκαιρία να προσφύγουμε από την περιφέρεια στο κέντρο, από την περίμετρο στην καρδιά του προβλήματος, από τον εφησυχασμό στην ανησυχία. Να τολμήσουμε, όχι χωρίς συνέπειες, την ακρότητα.
Την θανάσιμη έξοδο.
Όσοι δεν προσπαθούμε να γίνουμε Έλληνες, ούτε είμαστε ούτε θα γίνουμε ποτέ Έλληνες.
Έτσι λοιπόν, η παραπάνω διαπίστωση μας εισάγει κατευθείαν στη ζώνη του κινδύνου. Περνούμε, σχεδόν συνειρμικά, στην ετερότητα.
Η ετερότητα είναι, στην προκειμένη περίπτωση, η Ελλάδα.
Η Ελλάδα αποκλείει την ταύτιση μαζί της.
Αποκλείει την ταυτότητα.
Και όλα τα παράγωγά της. Την οικειότητα, τη συγγένεια, την κατοχή, την ασφάλεια.
Εμείς, κάτοικοι αυτής της γεωγραφικής περιοχής, μόνον ως ξένοι δικαιούμαστε να αντιμετωπίζουμε τους Έλληνες.
Να τους αντιμετωπίζουμε ως ξένους.
Εμείς ως μη Έλληνες.
Ως μη Έλληνες εμείς τι είμαστε;
Κάτοικοι μιας γεωγραφικής περιοχής που κατοικήθηκε από ανθρώπους που προσπάθησαν να γίνουν κάτι. Η προσπάθεια αυτή και οι καρποί της τους έκαναν Έλληνες.
Εμείς δεν καταβάλλουμε καμία παρόμοια προσπάθεια. Επειδή πιστεύουμε ότι είμαστε Έλληνες.
Δεν είμαστε Έλληνες.
Το δεδομένο και το εξασφαλισμένο αποκλείουν την προσπάθεια.
Ο αποκλεισμός της προσπάθειας μάς αποκλείει από το να γίνουμε Έλληνες.
Όσοι δεν προσπαθούμε να γίνουμε Έλληνες, ούτε είμαστε ούτε θα γίνουμε ποτέ Έλληνες.
Να ένας πολύ σοβαρός λόγος για να μην επιστραφούν ποτέ τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Η μη επιστροφή τους θα πρέπει να συνιστά εθνικό στόχο διότι έτσι επιτυγχάνεται η ευεργετική ρήξη στη συνέχεια, η θραύση του κεκτημένου. Ο κληρονόμος διαπιστώνει ότι οφείλει να αγωνιστεί προκειμένου να του αναγνωριστεί το δικαίωμα κυριότητας πάνω στη θεωρούμενη ως δεδομένη και εξασφαλισμένη κληρονομιά του. Διαπίστωση τραγικού μεγέθους.
Η Ελλάδα δεν ανήκει στους Έλληνες.
Αυτό είναι το τραγικό μέγεθος.
Οι Έλληνες είναι Έλληνες επειδή και όταν η Ελλάδα δεν τους ανήκει.
Το ανάποδο σλόγκαν, δημαγωγικό και παραπλανητικό, στην πραγματικότητα αντιλαϊκό και στην ουσία ανθελληνικό, ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του σημερινού μηδενός, κολάκευε το ατταβιστικό αίσθημα κυριότητας επιστεγάζοντας, με την αγοραία μαυλιστικότητά του, τη βολεμένη και ανέξοδη βεβαιότητα του αυτοβαυκαλιζόμενου κατέχοντος.
Διότι, πίσω από την ύπουλη φτήνια αυτού του σλόγκαν, κρυβόταν ο απεριχώρητος τρόμος της απώλειας.
Μιας απώλειας συντελεσμένης.
Οι Έλληνες δεν ανήκουν στην Ελλάδα.
Οι Έλληνες δεν είναι Έλληνες.
Τι είναι, λοιπόν;
Το τίποτε.
Ιδού το χαρμόσυνο άγγελμα.
Το τίποτε.
Με αυτό παρέχεται η κοσμογονική δυνατότητα να αρχίσει επιτέλους κάτι.
Ελλοχεύει όμως και ο κίνδυνος να παραμείνουν όλα εκεί που είναι.
Στον ανέξοδο βαυκαλισμό του κατέχοντος.
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν πως θα συμβεί το δεύτερο.
Η καθησυχασμένη βεβαιότητα ότι η κληρονομιά μάς ανήκει αδιαφιλονίκητα, καθιερώνει την εθνική στειρότητα ως κυρίαρχη συμπεριφορά, την αγκίστρωση στα κεκτημένα ως άρχουσα νοοτροπία, τον μηρυκασμό των στερεοτύπων ως ασφάλεια συνέχειας.
Προτάθηκαν όλα τα σχήματα ερμηνείας αυτής της συνέχειας, ιδεολογικά και γεωφυσικά.
Ολοκληρώθηκαν και απέτυχαν όλα. Κατέληξαν σε αδιέξοδα. Παρήγαγαν ψευδαισθήσεις. Διένειμαν ανυπόστατους ρόλους. Απέδωσαν ψευδείς τίτλους. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εξαπάτησαν καλλιεργώντας την αυτοτέλεια του προσωπείου πάνω στην ανυπαρξία προσώπου.
Δεν παράγεται πολιτισμός με την αναπαραγωγή του δεδομένου.
Δεν παράγεται πολιτισμός με τον μηρυκασμό του εξασφαλισμένου.
Θεμελιώδης εκπρόσωπος της γενιάς που πρότεινε κι αυτή μια δική της Ελλάδα, ως εκδοχή ιδιοποίησης της Ελλάδας, αναρωτήθηκε:
«Μήπως όλα αυτά που σκεφτήκαμε για την Ελλάδα ήσαν ψέματα, κατασκευάσματα του μυαλού μας;».
Ιδού η καρδιά του προβλήματος.
Παραμένει ακόμη ανέγγιχτη.
Επειδή το άγγιγμά της είναι αφόρητο.
Δεν είμαστε τίποτε.
Μόνον αυτή η βεβαιότητα παράγει ενέργεια, μόνον αυτή κινητοποιεί, ωθεί στην προσπάθεια να προσπελαστεί ο στόχος.
Ποιος είναι αυτός;
Να γίνουμε Έλληνες.

Με τι τρόπο;
Αναγνωρίζοντας σε εκείνους τον ξένο.
Αν μας ενδιαφέρει.
Όντας ίδιοι, δηλαδή ταυτόσημοι με εκείνους, δεν είμαστε κανείς. Κανείς δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, ίδιος με τους Έλληνες. Κανείς δεν είναι Έλληνας.
Γίνεται ή προσπαθεί να γίνει.
Παραμένοντας ανελλιπώς ξένος.
Με την ιδιότητα του ξένου, συγκαταλεγόμαστε, αν το θέλουμε, στη χορεία εκείνων που θέλουν να τείνουν προς την Ελλάδα.
Το ότι ζούμε στα ίδια χώματα δεν σημαίνει τίποτε. Στην πραγματικότητα φιλοξενούμαστε. Εκείνοι, οι Έλληνες, μας φιλοξενούν.

Το ότι στα θεμέλια του σπιτιού μας υπάρχουν θαμμένα τα σπίτια αρχαίων τραγικών δεν σημαίνει τίποτε. Δεν αρκεί αυτό για να μας κάνει τραγικούς, ή συγγενείς και συνεχιστές των τραγικών. Η τραγικότητα είναι υπόθεση άλλων θεμελίων που δεν τα υποψιάζονται όσοι έχουν τάξει τη ζωή τους και το έργο τους στη θλιβερή κολακεία ενός δήθεν λαϊκού αισθήματος το οποίο οι ίδιοι καρπώνονται με ανεξάντλητη απληστία και εγωπαθή μονομανία.
Το ότι βλέπουμε από το μπαλκόνι μας την Ακρόπολη δεν σημαίνει τίποτε. Η θέα δεν συνιστά εγγύηση ταυτότητας. Το τοπίο δεν αποτελεί τεκμήριο συνέχειας. Δεν μας εισάγει στο πνεύμα που γέννησε τη μυθοποίηση του τοπίου. Τη μεταποίηση της γεωγραφίας από φύση σε ποίηση.
Το ότι μιλούμε την ίδια γλώσσα επίσης δεν σημαίνει τίποτε. Τη γλώσσα πρέπει να την σκέφτεται κανείς για να την μιλήσει. Πρώτα σκέφτομαι τη γλώσσα και μετά την μιλώ. Ποιος σκέφτεται τη γλώσσα εδώ; Ποιος κάτοικος αυτής της γεωγραφικής περιοχής μιλά τη γλώσσα επειδή πρώτα την σκέφτεται;
Με την κατάρρευση των επικαλυμμάτων αποκαλύπτεται το σταθερό ζητούμενο, η δημιουργία τρόπων μεταποίησης του μη υπάρχοντος σε υπάρχον.
Διάπλαση μορφών.
Προσέγγιση απροσέγγιστου στόχου.
Ξανά από την αρχή.
Πάλι και πάλι.
Ως εκ του μηδενός.
Σύλληψη του ανέφικτου.
Παραβίαση του ορίου που διαχωρίζει αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε από εκείνο που στην πραγματικότητα δεν είμαστε.
Είναι μία απόπειρα ελληνική.
Για να είναι ένας λαός δημιουργικός, οφείλει να ζήσει την έλλειψη εκείνου που τον έκαναν να πιστεύει πως είναι. Και να δημιουργήσει τους τρόπους με τους οποίους θα καλύψει την έλλειψη. Έτσι δημιουργούνται πολιτισμοί. Με την κάλυψη του κενού. Ανέφικτη κάλυψη.
Όμως αυτό το ανέφικτο συνιστά την αληθινή προσπάθεια. Η ανέφικτη κάλυψη της έλλειψης και του κενού.
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν ότι η έλλειψη και το κενό όχι μόνον δεν θα καλυφθούν, αλλά ότι θα εξακολουθούν να μη βιώνονται ως έλλειψη και ως κενό.
Aρα δεν χρειάζεται να γίνει καμία προσπάθεια.
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν πως αυτό που έχουμε το έχουμε αναμφισβήτητα, πως αυτό που είμαστε το είμαστε αναμφισβήτητα.
Ο ορισμός της γραφικότητας και της μικρόνοιας.
Τίποτε δεν έχουμε και τίποτε δεν είμαστε.
Στο τίποτε αυτό προσφέρεται η πιο χαρμόσυνη αγγελία, ο μόνος αληθινός ευαγγελισμός.
Τι λέει;
Λέει: Αυτή είναι η πραγματική αφετηρία, ξεκινήστε, μπορείτε τα πάντα, αποπαγιδευτείτε, σπάστε τις εμπλοκές, τολμήστε την απεμπλοκή από τα ψεύδη και τα προσωπεία, μη φοβάστε, υπάρχουν κι άλλα πρόσωπα και άλλες αφηγήσεις, περάστε από τα στερεότυπα στην άπλαστη λάσπη, από το παγωμένο βλέμμα στο κοίταγμα της αβύσσου. Πλάστε τη φωτιά.
Τρομερό το αίτημα.
Ζητά δημιουργικότητα.
Διακινδύνευση. Τόλμη.
Ζητά ζωή.
Ζητά παραδοχή μιας προσπάθειας κατά την οποία θα πρέπει να ιδιοποιηθούμε το ελληνικό ως έτερο. Το έτερο ως ελληνικό.
Γιγαντομαχία.
Διότι το ελληνικό δεν είναι έμφυτο ούτε εμφυτεύσιμο· δεν είναι φυσικό· δεν κληρονομείται, δεν μεταβιβάζεται, δεν κατοχυρώνεται, δεν διασφαλίζεται, δεν καταχωρείται.
Το ελληνικό δεν είναι ευρήματα ανασκαφών και διεκδικήσεις αρχαιοτήτων· δεν είναι κομπορρημοσύνη μεταπρατών και διαπραγματεύσεις κυβερνητικών παραγόντων· δεν είναι εξαγγελίες υπουργείων και τουριστικοί πομφόλυγες.
Το ελληνικό είναι επίκτητο.
Κατακτάται, εάν ευοδωθεί η προσπάθεια της κατάκτησής του.
Μπορούμε να γίνουμε ελληνικοί;
Γίνεται κανείς ελληνικός όταν αρχίσει να στέκεται αντίκρυ στους Έλληνες.
Στέκομαι αντίκρυ, σημαίνει, ανάμεσα σ’ εμένα και στο άλλο υπάρχει απόσταση.
Κάτι περισσότερο: ρήξη, χάσμα.
Ρήξη μας χωρίζει από τους Έλληνες.
Χάσμα χάσκει ανάμεσα σ’ εμάς και την Ελλάδα.

[....................................]
 
ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ


 
 
Επιμέλεια: Πάνος Μιχαήλ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη

  Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη pelop.gr  Πελοπόννησος Newsroom ...