Το Βrexit ως σειρά του Netflix
Το βρετανικό κοινοβούλιο έδωσε πρόσφατα στην ανθρωπότητα μια εικόνα ασυνήθιστη για πολλούς, μιας πρωθυπουργού που κάθεται άβολα ανάμεσα στους υπουργούς της, και σε απόσταση αναπνοής από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και υψώνει τη φωνή της μέχρι να τη χάσει προκειμένου να ακουστεί. Αυτό το άβολο συναίσθημα είναι στην πραγματικότητα η δύναμη της αγγλικής δημοκρατίας: μιας εξουσίας προς την οποία η αντιπολίτευση μιλά ως ίση προς ίση, είναι όμως ταυτόχρονα υποχρεωμένη να εξηγεί τι θα έκανε αν ήταν στη θέση της.
Τους τελευταίους μήνες κατέρρευσε σε απευθείας μετάδοση αυτό που ήταν κάποτε πρότυπο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ανίκανοι να ξεπεράσουν τις διαφορές τους, το κοινοβούλιο και η πολιτική τάξη της Βρετανίας μετατράπηκαν, σύμφωνα με τον πολύ σοβαρό Economist, σε «laughing stick», περίγελο. Το αγγλικό πολιτικό σύστημα, που έχει σχεδιαστεί για να υπάρχουν η εξουσία και η αντιπολίτευση, η Αριστερά και η Δεξιά, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο τελευταίο δηλητηριώδες φιλί της Ευρώπης, που προκαλεί σε κάθε στρατόπεδο αντιπαραθέσεις εξίσου έντονες με εκείνες ανάμεσα στα στρατόπεδα.
Ας κάνουμε μια ανακεφαλαίωση των προηγουμένων επεισοδίων. Όταν, αντίθετα με όλες τις προβλέψεις, οι οπαδοί του Brexit νίκησαν πριν από τρία χρόνια, η Τερέζα Μέι δήλωσε: «Brexit σημαίνει Brexit». Συγχέοντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με τη δική της νομιμότητα, προκήρυξε πρόωρες εκλογές, και τις έχασε. Για να κυβερνήσει, πρέπει λοιπόν να έχει την υποστήριξη του Ενωσιακού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας.
Η νέα σεζόν ξεκινά έτσι από το Όλστερ. Το ιρλανδικό ζήτημα, το οποίο κανείς δεν σκέφτηκε στη διάρκεια της εκστρατείας, θα σκάσει στο πρόσωπο του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου. Οι κάτοικοι της Βόρειας Ιρλανδίας έχουν ένα ειδικό καθεστώς: μπορούν να πηγαίνουν στον Νότο χωρίς να διασχίζουν σύνορα. Το πρόβλημα με το Brexit είναι ότι επαναφέρει τα σύνορα ανάμεσα στις δύο Ιρλανδίες. Τι μπορεί να γίνει λοιπόν;
Για να αποφευχθούν δύο κακές λύσεις, η επαναφορά των συνόρων ανάμεσα στις δύο Ιρλανδίες ή η δημιουργία ενός εσωτερικού συνόρου ανάμεσα στο Όλστερ ή την Αγγλία, διαπιστώθηκε γρήγορα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έπρεπε να εγκαταλείψει την τελωνειακή ένωση, τουλάχιστον αμέσως. Η Μέι συνειδητοποίησε τι σήμαινε αυτό. Το σχέδιο της συμφωνίας της με τον Μισέλ Μπαρνιέ ορίζει ότι η τελωνειακή ένωση θα διατηρηθεί ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ μέχρι να βρεθεί λύση για τα ιρλανδικά σύνορα.
Οι Brexiteers θεωρούν πως αυτό αποτελεί υποχώρηση και δεν σταμάτησαν να θέτουν εμπόδια. Η αντιπολίτευση των Εργατικών, υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν, αντιτίθεται κι εκείνη σε αυτή τη συμφωνία, αλλά για τους ακριβώς αντίθετους λόγους: θέλει μια τελωνειακή ένωση, υπό την προϋπόθεση να είναι μόνιμη! Αυτή η διαφωνία, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε έναν συμβιβασμό αγγλικού τύπου, προκάλεσε αντίθετα μια έκρηξη υποκρισίας άξια μιας σειράς του Netflix. Ύστερα από τρία χρόνια προδοσιών, παραιτήσεων και χτυπημάτων κάτω από τη μέση, η Μέι κατάλαβε το προφανές: ότι δεν είναι δυνατόν να βρεθεί οποιαδήποτε λύση αν δεν υπάρξει συνεννόηση με τους Εργατικούς.
Αυτή η διαπίστωση ήρθε κάπως αργά σε σχέση με το αρχικό χρονοδιάγραμμα και είναι άγνωστο πού θα οδηγήσει. Κι όμως, ήταν εύκολο να εκτιμηθεί από την αρχή ότι ήταν η μόνη λύση, με δεδομένους τους συσχετισμούς στο εσωτερικό και των δύο κομμάτων.
Τι δίδαγμα μπορεί κανείς να αντλήσει από αυτή τη σάγκα που δείχνει να μην τελειώνει ποτέ; Αυτό που θέλουν οι Ευρωπαίοι να φανεί είναι πως κοστίζει πολύ να φύγεις από την Ένωση. Δεν είναι κακή ιδέα, μόνο που η αγγλική κακοφωνία συνδέεται άρρηκτα με το ιρλανδικό ζήτημα, το οποίο δεν είναι γενικεύσιμο. Αυτό που, αντίθετα, φάνηκε πολύ καθαρά είναι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, προσπαθώντας να διαπραγματευθεί νέες εμπορικές συμφωνίες, προσέκρουσε γρήγορα σε τοίχο. Ούτε η Κίνα ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες έδειξαν ενθουσιασμό να εμπλακούν σε τέτοιες διαπραγματεύσεις.
Δεν είναι εύκολο να κινείται κανείς μόνος σε έναν κόσμο όπου η άνοδος του προστατευτισμού καθιστά τις εμπορικές συμφωνίες εύθραυστες. Αυτό είναι το κεντρικό παράδοξο που αποκάλυψε το Brexit: η άνοδος του κυριαρχισμού είναι ακριβώς αυτό που κάνει την Ευρώπη απαραίτητη για να βρει κάποιος τη θέση του στον σημερινό κόσμο. Το Ηνωμένο Βασίλειο, που άλλοτε κυβερνούσε τον πλανήτη και του πρόσφερε ως μοντέλο το πολιτικό του σύστημα, συνειδητοποίησε πλέον αυτή τη σκληρή πραγματικότητα.
(*) Ο Ντανιέλ Κoέν είναι διευθυντής του οικονομικού τμήματος της Ecole Normale Superieure
.:BiblioNet : Cohen, Daniel
Πηγή: L’Obs / Μετάφραση: ΑΠΕ - ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου