Φάκελος Κύπρου: Εθνική τραγωδία σε δύο πράξεις
κάνω τον πόνο σου να πω και προσκυνώ και μένω.
Εσύ της θάλασσας ρυθμός, ολάνθιστο κλωνάρι,
πώς σου μαδήσαν τ΄άνθια σου διπλοί, τριπλοί βαρβάροι.
Τι θλιβερά που σεργιανάν τριγύρω σου τα ψάρια
κι αντίχριστοι να παίζουνε την τύχη σου στα ζάρια.
Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα
Ύμνος και Θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα.
Γιάννης Ρίτσος, 1974
... Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά την κυπριακή τραγωδία και τριάντα χρόνια μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων, ο “Φάκελος της Κύπρου” ρίχνει φως σε μία από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες του σύγχρονου Ελληνισμού. Καταστροφική ανικανότητα ή επιμελώς μελετημένη εξύφανση και εφαρμογή ενός σχεδίου για τη διχοτόμηση του νησιού;
Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί, πρωταγωνιστές και θύτες της κυπριακής τραγωδίας, δεν κατηγορήθηκαν και δεν δικάστηκαν ποτέ, για το ότι άφησαν τη “μικροκόρη” της Μεσογείου αβοήθητη και μόνη στις ορέξεις του Αττίλα, υπό την ένοχη σιωπή και αδράνεια των μεγάλων δυνάμεων. Άλλωστε... για το ελληνικό κράτος δεν υπήρξε πολεμική σύγκρουση στην Κύπρο, ενώ η λέξη “Κύπρος” στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, προστέθηκε μόλις πριν λίγα χρόνια.
O ιστορικός, μέλος της ειδικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων για την έκδοση των τόμων του Φακέλου, Πέτρος Παπαπολυβίου, μιλά στο News 24/7 για την αξία του αρχειακού υλικού, που ξεδιπλώνεται σε κάτι περισσότερο από 2.000 σελίδες, καθώς ανοίγει μετά από δεκαετίες, ως ένδειξη σεβασμού σε όσους βίαια είδαν τις ζωές τους να συνθλίβονται, σε εκείνους που έχασαν περιουσίες και αγαπημένους και στη μνήμη όλων όσοι έπεσαν, πολεμώντας για την ελευθερία και ανεξαρτησία της Κύπρου.
Και μπορεί οι προσωπικές “αλήθειες” καθενός από τους μάρτυρες, όπως κατατέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής, να μας απομακρύνουν από την κατάκτηση της απόλυτης ιστορικής αλήθειας, σε κάθε περίπτωση όμως, οι 4 τόμοι του “Φακέλου” αποκαλύπτουν τις ευθύνες της “Τριανδρίας” των επίορκων αξιωματικών που συνέλαβε την ιδέα, οργάνωσε το σχέδιο, διέταξε και εκτέλεσε το πραξικόπημα για την ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, καθώς και όσα έγιναν ή δεν έγιναν για την αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής.
“Πρόκειται για τα Πρακτικά των συνεδριάσεων και τις δεκάδες μαρτυρικές καταθέσεις στην ειδική Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων, στην Αθήνα, που άρχισε τις εργασίες της το 1986 και τις περάτωσε το 1988. Εκτός από τα πορίσματα των αντίστοιχων επιτροπών της Βουλής των Ελλήνων και της Βουλής των Αντιπροσώπων, που δημοσιεύονται στον πρώτο τόμο, στη συνέχεια δημοσιεύονται αυτούσιες οι καταθέσεις όπως εντοπίστηκαν. Οι πρώτες ηχογραφημένες, στο σχετικό αρχείο που φυλασσόταν στα υπόγεια της Βουλής των Ελλήνων, και οι υπόλοιπες δακτυλόγραφες. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τότε που έληξαν οι εργασίες της Επιτροπής, τον Οκτώβριο του 1988, το υλικό παρέμενε απρόσιτο για τους ερευνητές, σαν ένα επτασφράγιστο μυστικό. Αυτό συνδέεται, κατά την άποψή μου, με την αντιμετώπιση του Κυπριακού και ιδιαίτερα με τα γεγονότα του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής στην περίοδο της Μεταπολίτευσης. Όπως είναι γνωστό, δεν δικάστηκε κανείς για τα γεγονότα της Κύπρου. Δικάστηκαν και καταδικάστηκαν οι πρωταίτιοι και στελέχη της στρατιωτικής δικτατορίας για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και τα βασανιστήρια στην επταετία”.
“Τυπικά δεν δόθηκε αμνηστία, αλλά ‘αναβολή της έναρξης των διώξεων’. Αυτή διατηρείται μέχρι σήμερα”, εξηγεί ο κ. Παπαπολυβίου και προσθέτει:
“Είναι ενδιαφέρον να γίνει η σύγκριση με ό,τι έγινε ύστερα από την προηγούμενη εθνική καταστροφή του 1922, που γνωρίζουν όλοι οι Νεοέλληνες. Τότε, μετά την επικράτηση των στρατιωτικών, τον Σεπτέμβριο του 1922, επιλέχθηκε να γίνει η συνοπτικών διαδικασιών “δίκη των εξ”, με την οποία καταδικάστηκαν σε θάνατο οι θεωρηθέντες ως πρωταίτιοι. Για την Κύπρο, στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, έγινε το εντελώς διαφορετικό. Η αναστολή των διώξεων, δεν γνωρίζω εάν μπορεί να ερμηνευτεί ως πράξη ‘μεγαλοθυμίας’, είχε, όμως, ως ουσιαστικό αποτέλεσμα να κρυφτούν όλα κάτω από το χαλί: τόσο η σημασία των όσων έγιναν στην Κύπρο, όσο και οι τεράστιες ευθύνες, που βαραίνουν συγκεκριμένα άτομα. Σήμερα, 44 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, ζούμε την επιβεβαίωση μιας βασικής αρχής του δικαίου: ότι η ατιμωρησία, είτε για πταίσμα, παράπτωμα, ή έγκλημα προκαλεί με τον καιρό τερατογενέσεις και την αποθράσυνση των ενόχων. Σήμερα ακούγονται ολοένα και συχνότερα φωνές που αθωώνουν τη δικτατορία για το έγκλημα που έγινε στην Κύπρο και από την άλλη πλευρά, ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού δεν έχει μάθει ποτέ, τι ακριβώς συνέβη το καλοκαίρι του 1974 και τις τεράστιες ευθύνες της δικτατορίας και κατ’ επέκταση και αναλογία και του ελληνικού κράτους.
Δηλαδή, εξαιτίας της ατιμωρησίας και της συλλογικής άγνοιας ή λήθης της νεοελληνικής κοινωνίας, στην οποία συνέβαλαν και τα κλειστά αρχεία, οι βασικοί υπαίτιοι της κυπριακής τραγωδίας, οι θύτες, παρουσιάζονται ως θύματα δήθεν πλεκτάνης και διαφόρων θεωριών συνωμοσίας. Και αυτά αφορούν μια εθνική καταστροφή, μια στρατιωτική ήττα, την προσφυγιά δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, τη συνεχιζόμενη κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον θάνατο εκατοντάδων στρατιωτικών και αμάχων. Θύματα αυτής της σιωπής είναι και οι Ελλαδίτες Ελδυκάριοι, που πολέμησαν στην Κύπρο: η ελληνική Πολιτεία για χρόνια δεν αναγνώριζε καν την πολεμική συμμετοχή τους κι ούτε τους έχει τιμήσει όπως έπρεπε το ελληνικό και το κυπριακό κράτος. Την ώρα που υπήρξαν εκατοντάδες οπλίτες, υπαξιωματικοί και αξιωματικοί της ΕΛΔΥΚ που πολέμησαν με ηρωισμό και αυτοθυσία, προσπαθώντας να αποκρούσουν την τουρκική εισβολή. Όλοι αυτοί δεν ήταν βέβαια ‘προδότες’, ούτε όλοι ήταν αναμεμειγμένοι στη συνωμοσία που είχε προηγηθεί για το πραξικόπημα. Όμως, ως ‘παράπλευρες πτυχές’, θεωρήθηκαν ‘κλειστά ζητήματα’ και μπήκαν στο ράφι. Μαζί με όλα αυτά, στο ίδιο ‘ράφι’, μπήκε ουσιαστικά και η Κύπρος”.
Πώς εξηγείται όμως η “επικράτηση” της ατιμωρησίας, με την απόφαση αναστολής των ποινικών διώξεων να εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια υπουργών; Και γιατί στρατιωτικοί - πρωταγωνιστές του πραξικοπήματος για την ανατροπή του Μακαρίου παρέμειναν στις θέσεις τους και μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή;
“Αυτό ήταν επόμενο, επειδή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν μπορούσε όταν ήρθε, εκείνες τις πρώτες δύσκολες μέρες και ώρες της Μεταπολίτευσης, να αλλάξει άρδην και ολοκληρωτικά τη στρατιωτική ηγεσία και ιεραρχία. Κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο και θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα προβλήματα. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ο ίδιος ζούσε τις πρώτες εβδομάδες με τον φόβο μήπως τον ανατρέψουν ή τον δολοφονήσουν σκληρά στελέχη της δικτατορίας. Σταδιακά, οι πλείστοι εκ των πρωταγωνιστών της δικτατορίας εκδιώχθηκαν από τις ένοπλες δυνάμεις. Όπως φαίνεται, όμως, υπήρξαν και αξιωματικοί που παρέμειναν στο στράτευμα και συνέχισαν να προάγονται, ενώ είχαν διαδραματίσει ρόλο στο πραξικόπημα και στην αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής, που δεν άρμοζε στην αποστολή και στα καθήκοντά τους, για να το πούμε κομψά. Αυτό αγγίζει ένα μεγάλο ζήτημα που συνδέεται με τη συμπεριφορά και τις σχέσεις της μεταπολιτευτικής πολιτείας απέναντι στον θεσμό του στρατού”, εξηγεί ο κ. Παπαπολυβίου.
“Το σημαντικότερο όμως, κατά την άποψή μου, που αφορά άμεσα την Κύπρο, δεν είναι τόσο θέμα προσώπων, το πόσοι και ποιοι θα δικάζονταν, αλλά το αποτέλεσμα: Με το να ανασταλούν τον Μάρτιο του 1975, οι διώξεις για την Κύπρο, ουσιαστικά έκλεισε και ο λεγόμενος ‘Φάκελος της Κύπρου’. Δεν έμαθε κανένας ποτέ, μέχρι σήμερα, τις ελληνικές ευθύνες, στηριγμένος σε αρχειακό υλικό που να προέρχεται από επίσημα ελληνικά έγγραφα και αρχεία”.
Ακολουθεί απόσπασμα από τον Α’ Τόμο του Φακέλου - Πορίσματα
[...................................]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου