Έχε γεια, νεοφιλελευθερισμέ: Μια συνέντευξη με τον Βόλφγκανγκ Στρέεκ
Με αυτή την έννοια, ο θάνατος των κεντροαριστερών κομμάτων
αυτό-επιβλήθηκε: υποτίμησαν την ικανότητα και αποφασιστικότητα των λαών
τους να υπερασπιστούν σε τελική ανάλυση τον εαυτό τους, αν είναι ανάγκη
στρεφόμενοι και προς νέα «λαϊκιστικά» κόμματα και κινήματα
Τη συνέντευξη πήραν για το King’s Review οι Γιοχάνες Λένχαρντ και Ρεμπέκα Λιού*
Η αναζωογόνηση του έθνους κράτους δεν
χρειάζεται να ταυτίζεται με την εσωστρέφεια. Αντίθετα, αν θέλουμε να
συμβάλουμε στη δικαιοσύνη σε παγκόσμια κλίμακα, πρέπει πρώτα να
διατηρήσουμε το δικό μας σπίτι σε τάξη, αλλιώς θα χάσουμε την υποστήριξη
των συμπολιτών μας
Ερ: Στο πρόσφατο άρθρο σας στο New Left Review χαρακτηρίζετε το νεοφιλελευθερισμό ως «συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου […] παγκόσμια διακυβέρνηση […] εμπορευματοποίηση, και […] την κατάσταση ανταγωνισμού μιας νέας εποχής καπιταλιστικής ορθολογικοποίησης». Διαβλέπετε κάποια πιθανότητα να υπάρξει ο καπιταλισμός χωρίς να είναι νεοφιλελεύθερος; Μπορεί να υπάρξει καλός καπιταλισμός;
Απ: Ο Καπιταλισμός δεν ήταν πάντα νεοφιλελεύθερος: υπήρξε εμπορικός καπιταλισμός, βιομηχανικός, ο παλαιός φιλελεύθερος καπιταλισμός, ο χρηματοοικονομικός καπιταλισμός του Χίλφερντινγκ, ο υπό κρατική διοίκηση καπιταλισμός του New Deal, οτιδήποτε. Όλοι τους ενσωμάτωσαν περίπλοκους συμβιβασμούς μεταξύ τάξεων, εθνών, κοινωνικής ζωής και της προσταγής του κέρδους… Ήταν «καλοί»; Για κάποιους ήταν πάντα, και υπήρχαν φορές, στο απόγειο του σοσιαλδημοκρατικού ταξικού συμβιβασμού, που και οι μισθωτοί μπορούσαν να θεωρήσουν τον καπιταλισμό δίκαιο. Αυτό δεν διήρκησε. Τώρα, αντιμετωπίζουμε αυξανόμενη ανασφάλεια, μειούμενα ποσοστά ανάπτυξης, αυξανόμενη ανισότητα, εκτίναξη χρεών παντού – ένας κόσμος υψηλού ρίσκου ελέγχεται από μια μικροσκοπική ολιγαρχία, ή κλεπτοκρατία, που εργάζεται σκληρά για να αποσυνδέσει τη μοίρα της από το υπόλοιπο των κοινωνιών τις οποίες απομύζησαν από πόρους.
Ερ: Φαίνεται επίσης να εννοείτε ότι ο νεοφιλελευθερισμός συνεπάγεται υποχρεωτικά την υποχώρηση του κράτους υπέρ της ελεύθερης αγοράς. Ωστόσο, ο Paul Sagar έχει ισχυριστεί σε άρθρο του για το King’s Review ότι ο νεοφιλελευθερισμός περιλαμβάνει τη συνεχή παρέμβαση του κράτους, αν και όχι υπέρ των πολιτών του, αλλά των εταιριών. Σε αυτό το ζήτημα στάθηκε επίσης ο Chris Prendergast σε συζήτηση μαζί σας, πάλι για το King’s Review. Υπάρχει κάτι σαν νεοφιλελευθερισμός ο οποίος λειτουργεί όχι σε βάρος της κρατικής εξουσίας, αλλά σε συνεργασία μαζί της;
Απ: Ήμουν κάποιες φορές πρόχειρος σε αυτό το σημείο. Η απομείωση του κράτους είναι μια εγγενώς πολιτική επιχείρηση και η συνέχισή της απαιτεί πολύ κράτος, συνεχή πραγματικά κρατική παρέμβαση. Αυτό που περικόπτεται είναι το δημοκρατικό-αναδιανεμητικό κράτος της σοσιαλδημοκρατίας, όχι το κατασταλτικό-φιλελεύθερο συμπλήρωμα του. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια πολιτική φόρμουλα που πρέπει να επιβληθεί στις κοινωνίες μέσω της πολιτικής εξουσίας. Τη δεκαετία του ’80 ο Andrew Gamble έγραψε ένα βιβλίο για τη Θάτσερ με τίτλο «Η ελεύθερη οικονομία και το ισχυρό κράτος». Αυτό το συνοψίζει. Ο βασικός ιδεολόγος της Θάτσερ, ο Χάγιεκ, υπερ-φιλελεύθερος όπως ήταν, θεώρησε επιτακτικό, για την αγοραία κοινωνία του, η δημοκρατία, όπως την ξέρουμε, να ξεριζωθεί από μια επιθετική κυβέρνηση που να επαγρυπνεί.
Ερ: Στο κείμενό σας στο Inference, ιχνηλατείτε τον πρόσφατο «θάνατο της κεντροαριστεράς», μια πολιτική κίνηση σε όλη τη Δύση κατά τη διάρκεια του ’90, η οποία χαρακτηρίστηκε από την πίστη στη φιλελευθεροποίηση των αγορών. Πώς συνέβαλε ο νεοφιλελευθερισμός στην κατάρρευση της «κεντροαριστεράς» στην Ευρώπη; Είναι η διεθνοποίηση -όχι μόνο των αγορών, αλλά και της διακυβέρνησης-, για παράδειγμα στη μορφή της ΕΕ, μέρος αυτής της κατάρρευσης;
Απ: Σε κάποιο βαθμό τη δεκαετία του ’90, τόσο η κεντροδεξιά όσο και η κεντροαριστερά στην Ευρώπη είχαν καταλήξει στο ότι η μελλοντική ευημερία θα εξαρτιόταν από το άνοιγμα των εθνικών οικονομιών στην παγκόσμια αγορά, συνδυασμένο με «δομικές μεταρρυθμίσεις» των εθνικών θεσμών, ώστε να γίνουν πιο «ανταγωνιστικοί», δηλαδή ελκυστικοί στο ελεύθερο να κινείται διεθνές κεφάλαιο, ειδικά στο χρηματιστικό κεφάλαιο. Έτσι, διεθνοποίηση και νεοφιλελευθερισμός πήγαν χέρι χέρι. Στην Ευρώπη υπήρξε συμφωνία μεταξύ κυβερνήσεων ότι η ΕΕ έπρεπε και μπορούσε να μετατραπεί από το υπερεθνικό κοινωνικό κράτος σε αναμονή, της δεκαετίας του ’70, σε μια μηχανή συντονισμένης φιλελευθεροποίησης. Η χρησιμοποίηση της ΕΕ γι’ αυτό το σκοπό είχε το πλεονέκτημα ότι επέτρεψε στις εθνικές κυβερνήσεις, αριστερές και δεξιές, να αποφύγουν την ευθύνη για την πίεση των αγορών και τις αναθεωρήσεις των θεσμών που αυτές είχαν απελευθερώσει σε βάρος των λαών τους, ισχυριζόμενες ότι τους επιβλήθηκαν από τα πάνω και ότι σε κάθε περίπτωση ήταν μέρος μιας διεθνικής «ευρωπαϊκής ιδέας». Πολύ σημαντικό είναι επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση, που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’90 κάτω από διεθνείς πιέσεις για δημοσιονομική εξυγίανση -για να καθησυχαστούν «οι χρηματοπιστωτικές αγορές» για τη φερεγγυότητα χωρών με αυξανόμενο χρέος-, χρησίμευσε ως όχημα για τη συνταγματοποίηση των εξισορροπημένων προϋπολογισμών των εθνικών κρατών, κάτι που θα ήταν πολύ πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να το πουλήσουν οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις στους ψηφοφόρους τους. Με αυτή την έννοια, ο θάνατος των κεντροαριστερών κομμάτων αυτό-επιβλήθηκε: υποτίμησαν την ικανότητα και αποφασιστικότητα των λαών τους να υπερασπιστούν σε τελική ανάλυση τον εαυτό τους, αν είναι ανάγκη στρεφόμενοι και προς νέα «λαϊκιστικά» κόμματα και κινήματα.
Ερ: Στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, ορίζετε το πρόβλημα της δεξιάς ως κρίσιμο. Όχι μόνο δημιουργούνται νέα ριζοσπαστικά δεξιόστροφα κόμματα, όπως η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), αλλά καταφέρνουν και να επωφεληθούν από το θάνατο της αριστεράς. Περιγράφετε πώς μέλη του πρώην κομμουνιστικού κόμματος (SED) είναι πιθανό τώρα να ψηφίσουν ριζοσπαστικά δεξιά. Μήπως πράγματι η ιδεολογία δεν μετράει πια; Μήπως, ίσως, οι όροι αριστερά και δεξιά δεν είναι οι σωστοί όροι αναφοράς για να περιγραφούν τα δυτικά πολιτικά τοπία;
Απ: Το να είναι κανείς μέλος του πρώην κομμουνιστικού κόμματος δεν λέει και πολλά σε ιδεολογικό επίπεδο. Μιλάμε για ένα κόμμα κομμουνιστικού κράτους. Αλλά είναι αλήθεια, όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και αλλού, ειδικά στη Γαλλία, όπου ένα σχετικό κομμάτι των αριστερών ψηφοφόρων έχει στραφεί προς τη δεξιά. Ο σημαντικότερος λόγος, νομίζω, είναι ότι δεν αισθάνονται πλέον ότι εκπροσωπούνται από τα πρώην κεντροαριστερά κόμματα, που προσχώρησαν στην κεντροδεξιά, λέγοντας στους ψηφοφόρους τους ότι δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν πια εξαιτίας της «παγκοσμιοποίησης» και ότι πλέον έπρεπε να φροντίσουν τους εαυτούς τους: να γίνουν «ευέλικτοι», να «επανεκπαιδευτούν» κλπ. Πιστεύω ότι σε χώρες που καταφέρνουν να παράγουν ηγέτες όπως ο Τζέρεμι Κόρμπυν, μπορεί κανείς να διακρίνει ουσιαστικά την αριστερά από τη δεξιά. Αλλά είναι αλήθεια ότι η προλεταριακή αυτοάμυνα μπορεί να στραφεί προς τα δεξιά. Επιπλέον, ο διεθνισμός, ο αντι-εθνικισμός, και ο «φιλο-ευρωπαϊσμός» μπορεί να μην είναι πια αριστερός, με την έννοια της προστασίας των αδύναμων μελών της κοινωνίας. Μπορεί να έχει γίνει αντικείμενο ιδιοποίησης από μια νέα μεσαία τάξη κατόχων ανθρωπίνου κεφαλαίου, οι οποίοι ζουν σε «παγκοσμιοποιημένες πόλεις» (global cities) και έχουν κουραστεί να τους θυμίζουν ότι πρέπει να αφήσουν τους εαυτούς τους να φορολογηθούν, ώστε να αποτραπεί η μεγέθυνση της απόστασης μεταξύ αυτών και της αντίστοιχης (κοινωνικής) ενδοχώρας.
Ερ: Ο θάνατος της κεντροαριστεράς έχει οδηγήσει και στην άνοδο της Δεξιάς. Σημειώνετε στο άρθρο σας ότι οι λευκές γυναίκες της εργατικής τάξης ψήφισαν πλειοψηφικά τον Τραμπ, ενώ η Κλίντον έχασε ψήφους από τους Αφροαμερικανούς και τους Λατίνους σε σχέση με την εκλογή Ομπάμα το 2008. Πώς γίνεται τόσες πολλές κοινωνικές ομάδες που έχουν συνάφεια με την Αριστερά – η εργατική τάξη, οι μειονότητες, οι γυναίκες – να απομακρύνθηκαν;
Απ: Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση μιας και οι «φυλετικές» πολυπλοκότητες της αμερικάνικης πολιτικής είναι ατέλειωτες. Βασικά πιστεύω ότι σε κάποιο σημείο η υλική στέρηση υπερνικάει την πολιτιστική ταύτιση, ειδικά αν η εναλλακτική λύση - στην περίπτωση αυτή, η Κλίντον – είναι τόσο απωθητική και, ακόμα περισσότερο, όταν είναι αναξιόπιστη. Η συναναστροφή της Κλίντον με τους καλιφορνέζους αστέρες του κινηματογράφου και άλλες διασημότητες, πόσο μάλλον η υλική απληστία της και τα απίστευτα ποσά που συγκέντρωσε για τις εμφανίσεις της στην Wall Street, κάποια στιγμή σίγουρα συνέτριψαν τον ισχυρισμό της πως θέλει να υπερασπιστεί «τους σκληρά εργαζόμενους Αμερικανούς και τις οικογένειές τους». Αυτό λοιπόν που απέμεινε ήταν ο Τραμπ. Νομίζω πως έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι αν ο μηχανισμός των Δημοκρατικών είχε αφήσει τον Μπέρνι Σάντερς να πάρει το χρίσμα, θα είχε κατατροπώσει τον Τραμπ, ιδιαίτερα σε πολιτείες όπως η Αϊόβα, το Ουισκόνσιν και το Οχάιο.
Ερ: Αποκαλείτε όλους τους λαϊκιστές πολιτικούς ανά τον κόσμο ως «Τραμπιστές»: ο Χάιντερ στην Αυστρία, ο Γκλίστραπ στη Δανία, ο Τζόνσον στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Βίλντερς στην Ολλανδία. Τι κοινό έχουν; Ποιο πλαίσιο δημιουργείται έτσι ώστε να κυβερνούν οι Τραμπιστές, ή με άλλα λόγια: ποιον κόσμο πρέπει να αποφύγουμε να δημιουργήσουμε, προκειμένου να αποτρέψουμε τους Τραμπιστές να έρθουν στην εξουσία;
Απ: Υπάρχει μπόλικη τυχαιότητα στην πολιτική –δείτε το παράδειγμά μου για τους Τραμπ - Σάντερς. Στη Γαλλία, μερικές ακόμη ψήφοι να πήγαιναν υπέρ του Μελανσόν στον πρώτο γύρο των φετινών προεδρικών εκλογών και ο δεύτερος γύρος θα ήταν μεταξύ εκείνου και της Λεπέν, με νίκη του Μελανσόν. Πρέπει να εξετάσουμε την υποβόσκουσα δυναμική, περισσότερο από τα ευκαιριακά αποτελέσματα. Και αυτή έχει να κάνει με την ταυτόχρονη κατάρρευση της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς στις περισσότερες «παγκοσμιοποιημένες» πολιτικές οικονομίες της «Δύσης». Άλλες εκφράσεις της ίδιας τάσης περιλαμβάνουν τον κατακερματισμό των κομματικών συστημάτων, τις αυξανόμενες δυσκολίες σχηματισμού κυβερνήσεων συνασπισμού, τη μεγάλη αστάθεια της ψήφου, τα χαμηλά ποσοστά εκλογικής συμμετοχής που επηρεάζουν τα εκλογικά αποτελέσματα υπέρ της μεσαίας τάξης (εκτός αν υπάρχουν νεοεμφανιζόμενοι «λαϊκιστές»). Πρέπει να δούμε αν τα κατεστημένα κόμματα θα μάθουν να συμπεριλαμβάνουν τουλάχιστον κάποια από τα ζητήματα που θέτουν οι «λαϊκιστές», για παράδειγμα τον διεθνή ανταγωνισμό και τη μετανάστευση. Ίσως υπάρχει αυτό που ονομάζουμε «υπεύθυνος εθνικισμός», που τον υπερασπίστηκε πρόσφατα και ο Λάρυ Σάμερς, ποιος θα το περίμενε, ο για καιρό αρχιμηχανικός στο μηχανοστάσιο του χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού. Πρόκειται για μια πολιτική γραμμή που το παλιό Κέντρο θα μπορούσε να υιοθετήσει, ώστε να κρατήσει εκτός τους διάφορους Τραμπ. Όμως, για να είμαστε ειλικρινείς, ίσως έχει συσσωρευτεί ήδη πολύ μίσος, που αναπτύχθηκε και στις δυο πλευρές των «πολιτιστικών πολέμων», και μάλιστα για το φύλο και τη σεξουαλικότητα, ώστε να υπάρξει μια ενιαία αριστερά που να είναι σε θέση να επιστρέψει και να κινητοποιηθεί γύρω από ένα σχέδιο δημοκρατικού καπιταλισμού με κύριο διαχειριστή το κράτος και μάλιστα το εθνικό κράτος.
Ερ: Μετά την εκλογή του Τραμπ, η Αριστερά στην Αμερική τυραννιέται με το ζήτημα της προώθησης των πολιτικών ταυτότητας, που σχετίζεται με μια μακροχρόνια συζήτηση στο εσωτερικό της για τη σχέση μεταξύ οικονομικής και πολιτιστικής πάλης. Ο Μαρκ Λίλα πρόσφατα εναντιώθηκε στην άνοδο των λόγων για το φύλο και τα φυλετικά ζητήματα, θεωρώντας ότι εμπόδισαν την επιτυχία του Δημοκρατικού Κόμματος. Παρομοίως, στο άρθρο σας στο Inference, εκφράζετε αμφιβολίες αναφορικά με την πολιτική αποτελεσματικότητα της επιμονής του Ομπάμα σχετικά με τις τουαλέτες για διεμφυλικά άτομα. Πού τοποθετούνται αυτά τα διαφορετικά κινήματα για κοινωνική αναγνώριση μέσα σε έναν ευρύτερο αντικαπιταλιστικό οικονομικό αγώνα;
Απ: Θα ήθελα να το ξέρω και εγώ αυτό όσο και εσείς. Τείνω να πιστέψω πως μια καπιταλιστική κοινωνία επιδεικνύει αρκετή ανοχή στην ατομικότητα και σ’ αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε πολιτιστική δημιουργικότητα. Βασικά τέτοια ζητήματα είναι κάπως εύκολα να περιλαμβάνονται εντός του σύγχρονου καταναλωτισμού. Το γεγονός πως πολίτες αντιτίθενται στον «γάμο για όλους» ή στις νέες ατομικιστικές εκφράσεις του «φύλου» ή άλλων «τρόπων ζωής» συγκρούεται λιγότερο με τον καπιταλισμό και περισσότερο με την παραδοσιοκρατία. Με αυτήν την έννοια ο καπιταλισμός, επιδιώκοντας αέναα νέους τρόπους κερδοφορίας, είναι εχθρός της παράδοσης. Ίσως όλα αυτά να είναι ζητήματα που αφορούν όχι τον αντικαπιταλισμό, αλλά την αντι-παραδοσιοκρατία, όχι τον σοσιαλισμό, αλλά τον φιλελευθερισμό. Μπορεί ο καπιταλισμός να συνυπάρχει με τον φιλελευθερισμό του λάιφσταϊλ (lifestyle liberalism); Αν με ρωτάς, εύκολα. Στην πραγματικότητα, ο «γάμος για όλους» και παρόμοια αιτήματα κερδίζουν παντού, και συχνά με την ισχυρή υλική υποστήριξη της λεγόμενης «χρηματοοικονομικής κοινότητας». Ίσως κάποια στιγμή τέτοια ζητήματα χάσουν την ικανότητα να συγκαλύπτουν τα θεμελιώδη προβλήματα της πολιτικής οικονομίας σήμερα, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος. Τον ρατσισμό, παρεμπιπτόντως, τον τοποθετώ σε διαφορετική μεριά από το σεξισμό, καθώς είναι πολύ πιο κοντά στον πυρήνα της «τάξης της ανισότητας».
Ερ: Η Αριστερά είναι Νεκρή, Ζήτω η Αριστερά! Μετά τη νίκη του Τραμπ, ο Σλαβόι Ζιζέκ αποδοκιμάστηκε γιατί θεωρήθηκε ότι χαιρέτισε αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα. Υποστήριξε ότι η προεδρική θητεία του Τραμπ άνοιξε χώρο για μια νέα ανανεωμένη Αριστερά ενάντια στην κεντρώα, φιλική προς την αγορά και το κατεστημένο, αδράνεια του Δημοκρατικού Κόμματος. Υπάρχει κάποια ελπίδα για την Αριστερά στην παρούσα κατάσταση; Τι μέλλον έχει η Αριστερά –υπάρχουν δρόμοι για τη νίκη;
Απ: Και πάλι θα ήθελα και εγώ να ξέρω. Ναι, η νίκη του Τραμπ θα μπορούσε να μας διδάξει ότι οι Κλίντον αυτού του κόσμου δε θα σταματήσουν τη σήψη– είναι αντίθετα μέρος της. Αλλά τι είδους μέλλον μπορεί να έχει ή να μην έχει η Αριστερά δεν μπορώ να μαντέψω. Σε γενικές γραμμές τείνω να είμαι απαισιόδοξος αυτόν τον καιρό. Κάποιους από τους λόγους γι’ αυτή μου τη στάση τους έχω σκιαγραφήσει σε ένα πρόσφατο δοκίμιο μου: «Με ποια πλευρά είμαστε; Ο φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός δεν είναι το ίδιο» στο David Coates, (επιμ.) Reflections on the Future of the Left - Agenda Publishing
Ερ: Σημειώνετε ότι ο «διεθνισμός», με την έμφαση του στην παγκοσμιοποιημένη οικονομική και κοινωνική νεωτερικότητα, υπήρξε ένας σημαντικός παράγοντας για τη διάλυση των αρχών της κεντροαριστεράς. Μια πρόσφατη κίνηση του αριστερού λαϊκισμού, ωστόσο, ήταν να ενσωματώσει τη γλώσσα ενός αναζωογονημένου εθνικισμού. Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, για παράδειγμα, διατήρησε μια μακρά αμφιθυμία σε σχέση με την ΕΕ και τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους είπε επί λέξη πως η εκτεταμένη μετανάστευση της ΕΕ έχει καταστρέψει τις συνθήκες για τους βρετανούς εργαζόμενους. Μπορεί να υπάρξει ένας «διεθνισμός» που να ευθυγραμμίζεται με την Αριστερά; Είναι ο μόνος τρόπος για να πάει καλά η Αριστερά, να στραφεί εσωτερικά προς το έθνος-κράτος;
Απ: Δράστε τοπικά, σκεφτείτε παγκόσμια. Οι μόνοι που μπορούν να δράσουν σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η CIA και η Goldman Sachs και μόνο εφόσον δεν υπάρχει αποτελεσματική τοπική αντίσταση. Στον πραγματικό κόσμο, δεν υπάρχει δημοκρατία πάνω από το έθνος-κράτος αλλά μόνο η μεγάλη τεχνοκρατία, το μεγάλο κεφάλαιο και πολλή βία. Η αναζωογόνηση του έθνους κράτους δεν χρειάζεται να ταυτίζεται με την εσωστρέφεια. Αντίθετα, αν θέλουμε να συμβάλουμε στη δικαιοσύνη σε παγκόσμια κλίμακα, πρέπει πρώτα να διατηρήσουμε το δικό μας σπίτι σε τάξη, αλλιώς θα χάσουμε την υποστήριξη των συμπολιτών μας. Οι νεοφιλελεύθεροι έχουν πείσει αρκετούς στην Αριστερά ότι διεθνής αλληλεγγύη σήμερα σημαίνει πως οι εργαζόμενοι σε παλιές βιομηχανικές χώρες πρέπει να επιτρέπουν να τους ανταγωνίζονται στη δουλειά τους εργαζόμενοι σε φτωχότερα μέρη του κόσμου. Στην πραγματικότητα, η διεθνής αλληλεγγύη μεταξύ των εργαζομένων σήμαινε και σημαίνει να οργανωθούμε μαζί για να εμποδίσουμε το κεφάλαιο να μας στρέφει τον έναν εναντίον του άλλου σε «αυτορρυθμιζόμενες», που σημαίνει αρρύθμιστες, «ελεύθερες» αγορές.
*Ο Βόλφγκανγκ Στρέεκ (Wolfgang Streeck) είναι Ομότιμος Καθηγητής στο Ινστιτούτο Max Planck για τη Μελέτη των Κοινωνιών, στην Κολωνία.
Wolfgang Streeck - Wikipedia
**Ο Γιοχάνες Λένχαρντ (Johannes Lenhard) είναι υποψήφιος διδάκτορας Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο King’s College (Cambridge).***Η Ρεμπέκα Λιού (Rebecca Liu) είναι συντάκτρια στο King's Review.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ – ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΟΓΓΑΣ
1 Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο King’s Review. στις 14/12/2017:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου