Anna Akhmatova*, “Ποίημα δίχως ήρωα” (Μτφ: Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©), Αρμός, 2010-Προδημοσίευση
«Είκοσι ολόκληρα χρόνια έγραφε το «Ποίημα δίχως ήρωα» η Άννα Αχμάτοβα Άννα Αχμάτοβα - Βικιπαίδεια). Είκοσι ολόκληρα χρόνια η ποιήτρια στροβιλίζονταν στους σιγανούς ανέμους της ψυχικής ενδοχώρας. Είκοσι ολόκληρα χρόνια εγκαταβίωνε στον κόσμο της ζωντανής μνήμης και της νεφελώδους ανάμνησης.[...]Το «Ποίημα δίχως ήρωα» είναι, κατά την ίδια την Αχμάτοβα, «μια κοσμηματοθήκη με τριπλό πάτο». Είναι ένα ποίημα τριών επιπέδων. Το πρώτο επίπεδο είναι η συνάντηση με το παρελθόν, ο θρήνος των νεκρών. Μια νύχτα μαγική η ηρωίδα καλεί τις «γλυκές σκιές» και τότε στη σκηνή εμφανίζονται οι βασικοί συντελεστές μιας νύχτας μεταμφιεσμένων στην Πετρούπολη την δεκαετία του 1910. Είναι η Όλγα Γκλέμποβα Σουντέικινα, ο Βιατσεσλάβ Κινάζεφ που αυτοκτόνησε εξαιτίας του έρωτα του γι’ αυτήν, ο Αλεξάντρ Μπλοκ. Στο δεύτερο επίπεδο ο αναγνώστης διακρίνει τη φωνή της εποχής, τα μόλις διακρινόμενα βαριά βήματα του Κομάντορ. Πρωταγωνιστής του ποιήματος όμως είναι ο χρόνος, γι’ αυτό και εν τέλει το ποίημα, απομένει δίχως ήρωα. Στο τρίτο όμως επίπεδο ανάγνωσης, μπορούμε να διεισδύσουμε στις συμπαντικές διαδρομές της ψυχής, να διακρίνουμε το θεοσοφικό τρίγωνο «Θεός – χρόνος – άνθρωπος», πράγμα που προσδίδει στην ποιητική αυτή σύνθεση ένα βαθύ φιλοσοφικό και ηθικό περιεχόμενο.[.....]»
Πηγή: Anna Akhmatova, “Ποίημα δίχως ήρωα” (Μτφ: Δημήτρης Β ...) - Ποιείν
(ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ)
Посвящение
27 декабря 1940
…………………………………
…а так как мне бумаги не хватило,
Я на твоем пишу черновике.
И вот чужое слово проступает
И, как тогда снежинка на руке,
Доверчиво и без упрека тает.
И темные ресницы Антиноя1
Вдруг поднялись - и там зеленый дым,
И ветерком повеяло родным…
Не море ли?
Нет, это только хвоя
Могильная, и в накипанье пен
Все ближе, ближе…
Marche funebre…
Шопен…
Ночь. Фонтанный Дом
Αφιέρωση
27 Δεκεμβρίου 1940
Βσ. Κ.
………………………………..
… κι αφού είχα έλλειψη χαρτιού
Στο πρόχειρο τετράδιό σου γράφω.
Μια λέξη ξένη φαίνεται,
Σαν κάποτε μια του χιονιού νιφάδα,
Και λιώνει αθώα και γλυκά πάνω στο χέρι.
Κι οι μαύρες τ’ Αντίνοου βλεφαρίδες
άξαφνα σηκωθήκαν – κι’ εκεί
ένας πράσινος καπνός,
Φυσά ένα αεράκι γνώριμο…
Μην είναι η θάλασσα;
Όχι, πάνω στους τάφους μόνο τα φύλλα
Δέντρων κωνοφόρων είναι και η σαπίλα των ριζών
Ολοένα και πιο κοντά, πιο κοντά ….
Marche funebre …
Σοπέν…
_____________________________________
Νύχτα. Σπίτι στη Φοντάνα
Второе посвящение
О.С.
Ты ли, Путаница-Психея,
Черно-белым веером вея,
Наклоняешься надо мной,
Хочешь мне сказать по секрету,
Что уже миновала Лету
И иною дышишь весной.
Не диктуй мне, сама я слышу:
Теплый ливень уперся в крышу,
Шепоточек слышу в плюще.
Кто-то маленький жить собрался,
Зеленел, пушился, старался
Завтра в новом блеснуть плаще.
Сплю -
она одна надо мною, -
Ту, что люди зовут весною,
Одиночеством я зову.
Сплю -
мне снится молодость наша,
Та, е г о миновавшая чаша;
Я ее тебе наяву,
Если хочешь, отдам на память,
Словно в глине чистое пламя
Иль подснежник в могильном рву.
25 мая 1945
Фонтанный Дом
Αφιέρωση δεύτερη
Ο.Σ.
Εσύ είσαι Αράχνη – Ψυχή
Που με ασπρόμαυρη βεντάλια
Αέρα μου κάνεις σκυμμένη πάνω μου.
Μυστικά θέλεις να μου πεις
Πως πέρασε το Καλοκαίρι
Και περιμένεις την επόμενη άνοιξη.
Μην μου υπαγορεύεις, τ’ ακούω κι εγώ:
Μια βροχή ζεστή χτυπάει τη στέγη,
Ψίθυρους ακούω από τον κισσό.
Κάποιος μικρός αποφάσισε να ζήσει
Πρασίνισε, φούντωσε, προσπάθησε
Αύριο σε νέο αστραφτερό αντίσκηνο
Θα κοιμηθώ –
μόνη, μονάχη με τον εαυτό μου.
Εκείνο που οι άνθρωποι άνοιξη ονομάζουν,
Εγώ το λέω μοναξιά.
Κοιμάμαι –
Και ονειρεύομαι τη νιότη μας,
Εκείνη, τη στιγμή που έφυγε
Στον ξύπνιο μου,
Αν θέλεις, στην δίνω να θυμάσαι,
Σα να ‘ναι φλόγα καθαρή μέσα στη λάσπη,
σα γαλανθός στου μνήματος την άκρη.
25 Μαΐου 1945
Σπίτι στη Φοντάνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου