Λυμπεροπούλου Κατερίνα
Εδουάρδος Σακαγιάν: Τους είμαι δυσάρεστος και δεν με βάζουν στο σαλόνι...
Εδουάρδος Σακαγιάν: Τους είμαι δυσάρεστος και δεν με βάζουν στο σαλόνι...
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:.tovima.gr/ 27/01/2013
O Eδουάρδος Σακαγιάν στο ατελιέ του.
Μπορεί να θεωρείται μια
από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης παραστατικής ελληνικής
ζωγραφικής, ο Εδουάρδος Σακαγιάν όμως θεωρεί ότι ο κόσμος της τέχνης τον
έχει κατατάξει στο περιθώριο. Ο αρμενικής καταγωγής ζωγράφος, που
μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ Παρισιού και Αθήνας, μιλάει για τα παιδικά
του χρόνια, τις σπουδές του στο εργαστήριο του Κρεμονίνι και την
απόφασή του να μην κάνει... μπλουζάκια, ποτηράκια και πολλαπλά
αντικείμενα για χριστουγεννιάτικα δώρα, με αποτέλεσμα να μην έχει μπει
στο εμπόριο η ζωγραφική του. Και όλα αυτά με αφορμή τη νέα του έκθεση
στην γκαλερί Καλφαγιάν όπου κυριαρχούν τα ανθρώπινα σώματα και οι
«χρυσές» παύσεις.
Γεννήθηκα: Στη Θεσσαλονίκη τη δεκαετία του '60 με αρμενική καταγωγή και τουρκική υπηκοότητα. Βίωσα ένα μπάχαλο διγλωσσίας και δίπολου, μια πραγματικότητα που ούτε οι ίδιοι οι γονείς μου ήξεραν πώς να διαχειριστούν - παρ' ότι ήταν άνθρωποι καλλιεργημένοι. Αντί να πάμε σινεμά τις Κυριακές, ο πατέρας μου έπαιρνε το κραγιόν της μητέρας μου κι έκανε καταπληκτικά σχέδια. Η δε μητέρα μου έφερνε φωτογραφίες από αμερικανικά περιοδικά που μας έστελνε ένας θείος από τις ΗΠΑ, εικόνες του Μιχαήλ Αγγέλου και του Βελάσκεθ. Σε περίοπτη θέση στο σπίτι ήταν το πορτρέτο του προπάππου Σακαγιάν, ενός βενετού ζωγράφου, το οποίο έχει διασωθεί από την αυλή του Πασά. Στα 14 μου χρόνια που ήθελα να γίνω ζωγράφος θυμάμαι ότι με προβλημάτιζε πολύ αν το πορτρέτο αυτό είναι ζωγραφική ή φωτογραφία. Και κοιμόμουν και σκεφτόμουν τι σπουδαίο θα ήταν να μπορώ να κάνω το ίδιο καλά τα πορτρέτα των γονιών μου - ίσως διότι είχα άγχος ότι θα φύγουν από τη ζωή. Η ζωγραφική ήταν για μένα ένα καταφύγιο.
Γεννήθηκα: Στη Θεσσαλονίκη τη δεκαετία του '60 με αρμενική καταγωγή και τουρκική υπηκοότητα. Βίωσα ένα μπάχαλο διγλωσσίας και δίπολου, μια πραγματικότητα που ούτε οι ίδιοι οι γονείς μου ήξεραν πώς να διαχειριστούν - παρ' ότι ήταν άνθρωποι καλλιεργημένοι. Αντί να πάμε σινεμά τις Κυριακές, ο πατέρας μου έπαιρνε το κραγιόν της μητέρας μου κι έκανε καταπληκτικά σχέδια. Η δε μητέρα μου έφερνε φωτογραφίες από αμερικανικά περιοδικά που μας έστελνε ένας θείος από τις ΗΠΑ, εικόνες του Μιχαήλ Αγγέλου και του Βελάσκεθ. Σε περίοπτη θέση στο σπίτι ήταν το πορτρέτο του προπάππου Σακαγιάν, ενός βενετού ζωγράφου, το οποίο έχει διασωθεί από την αυλή του Πασά. Στα 14 μου χρόνια που ήθελα να γίνω ζωγράφος θυμάμαι ότι με προβλημάτιζε πολύ αν το πορτρέτο αυτό είναι ζωγραφική ή φωτογραφία. Και κοιμόμουν και σκεφτόμουν τι σπουδαίο θα ήταν να μπορώ να κάνω το ίδιο καλά τα πορτρέτα των γονιών μου - ίσως διότι είχα άγχος ότι θα φύγουν από τη ζωή. Η ζωγραφική ήταν για μένα ένα καταφύγιο.
Σπούδασα: Στη Σχολή Καλών Τεχνών με δασκάλους τον
Μόραλη και τον Μυταρά, μια δύσκολη Σχολή που δεν αποτελεί έναν χώρο στον
οποίο μπορεί κανείς να βρει τον δρόμο του για να ζωγραφίσει. Υπάρχει
ένα όριο στη γνώση. Στο Παρίσι όπου βρέθηκα αργότερα με υποτροφία στην
Ecole des beaux Arts στο εργαστήριο του Κρεμονίνι ήταν πιο πολλές οι
περιπέτειες. Επιπλέον, εκεί επιτρεπόταν το χάος. Και ο Κρεμονίνι πρέπει
να πω ότι μου ταίριαζε λόγω της αγωνίας και της έντασης που είχε.
Επέλεξα: Να μοιράζω σήμερα τον χρόνο μου μεταξύ Παρισιού και Αθήνας. Εχω σπίτι στο Παρίσι, εκθέτω εκεί, ζωγραφίζω και ενημερώνομαι. Είναι μια επιλογή μου να βρίσκομαι ανάμεσα στις δύο πόλεις. Ενας καλλιτέχνης οφείλει να διαλέγει τον τόπο όπου μένει.
Δημιούργησα: Δέκα έργα και τρία γλυπτά. Ολα τους
είναι ατιτλοφόρητα. Δεν ξέρω πού καταλήγουν αυτά τα έργα και τι
αναπαριστάνουν. Εχουν να κάνουν κυρίως με σώματα και το εσωτερικό του
σώματος. Δυστυχώς έχω μια έμμονη ιδέα για έρωτα - και όχι για πόλεμο.
Επειδή υπάρχουν και γεννητικά όργανα, οι περισσότερες σχετικές ερωτήσεις
που δέχομαι είναι περί σεξουαλικότητας. Εντάξει, μπορεί να ισχύει κι
αυτό ως μέρος της ζωής αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
Διαπίστωσα: Οτι τα έργα αυτής της έκθεσης τα
συνδέει η παύση, το κενό, που είναι ζωγραφισμένη χρυσή. Σε αυτά τα έργα
υπάρχει ένα κενό - όπου υπάρχει - το οποίο είναι μια παράλογη και
παράταιρη επιφάνεια, σχεδόν δαιμονική. Το χρυσό είναι ένα πράγμα που δεν
καθορίζεται. Οι ζωγραφισμένες επιφάνειες από την κίνηση αυτής της
επιφάνειας αποκτούν μια άλλη ιστορία. Σε άλλες εποχές έχει εκφράσει
πολυτιμότητα. Εγώ χρησιμοποιώ το χρυσό διότι αυτός ο καθρέφτης του φωτός
μού προκαλεί έναν ίλιγγο και μια αγωνία, ακόμα κι όταν δεν έχω δουλέψει
με φύλλο αλλά με χρυσομπογιά.
Θεωρώ: Οτι δεν είναι κυνική η αναπαράσταση των
γεννητικών οργάνων από τα οποία προέρχεται η ζωή μου και η ζωή όλων.
Εχει και κάτι ιερό. Και γι' αυτόν τον λόγο ανέφερα ότι τα έργα αυτής της
έκθεσης είναι ακατάλληλα για ανηλίκους επειδή βρίσκομαι σε μια σύγχυση
και δεν ξέρω τι επιτρέπεται και τι όχι. Ο κόσμος έχει έναν υποκριτικό
πουριτανισμό. Και για να μην υπάρξει ένα μπέρδεμα με αυτόν τον
πουριτανισμό τήρησα τους κανόνες.
Πιστεύω: Οτι θεωρούμαι ένας ζωγράφος δυσάρεστος.
Δεν με βάζουν στο σαλόνι. Είμαι δυσάρεστος γιατί δεν έχω βεβαιότητες. Η
διαφορετικότητά μου και ένας παλμός αταξινόμητος επίσης με κάνουν
δυσάρεστο. Δεν είναι σαφές αυτό που λέω, έχω ρήξη με την παράδοση και...
έτσι αισθάνομαι. Δεν είμαι ούτε διδακτικός, ούτε ερωτικός και προσπαθώ
να με σώσει μόνο αυτό το ερωτικό στοιχείο. Εχω μια ελευθερία που ίσως
ενοχλεί. Και σαν άνθρωπος δεν έχω πολλούς φίλους. Μάλλον δημιουργώ
εχθρούς. Ξέρετε, σε αυτή τη σειρά μαζί με τα γυμνά ερωτικά σώματα
υπάρχουν και γυμνά πτώματα. Εγώ δεν μπορώ να κάνω ταξινόμηση. Αφήνω,
λοιπόν, ελεύθερα τα πράγματα στην ανάγνωση, την επιθυμία και τις φοβίες
του καθενός. Εγώ παραδίδω την υποκειμενικότητα και την τρέλα που είχα
για να κάνω τα έργα μου - με τις χαρές και τις λύπες μου, τις φρίκες και
τις ηδονές μου - στους άλλους. Και οι άλλοι έχουν σχεδόν την υποχρέωση
να συμμετέχουν. Αλλιώς θα πρέπει να φύγουν.
Αρνούμαι: Να κάνω ποτηράκια, μπλουζίτσες και
πολλαπλά αντικείμενα για χριστουγεννιάτικα δώρα. Δεν έχουν γίνει
μεταξοτυπίες τα έργα μου. Δεν έχει μπει στο εμπόριο η ζωγραφική μου,
παρ' ότι μερικοί κρετίνοι ονομάζουν ποπ αρτ τη ζωγραφική μου. Υπάρχει
ένα εμπόριο το οποίο καθορίζει την τέχνη και εγώ είμαι στο περιθώριο. Με
ανέχονται, με κοιτούν με μισό μάτι και υπάρχει μια ανοχή για να μη γίνω
μάρτυρας. Κατά βάθος... είμαι μάρτυρας. Αν σκεφτεί κανείς ότι κάποιοι
συνομήλικοί μου πουλιούνται 5 και 3 εκατομμύρια ευρώ κι εγώ με το ζόρι
μπορώ να πάρω 3.000-5.000 ευρώ από αυτά τα έργα καταλαβαίνετε ότι δεν
είναι ρόδινα τα πράγματα.
Αναγνωρίζω: Οτι υπήρχαν συλλέκτες που
παρακολούθησαν τη δουλειά μου στο παρελθόν. Εκτοτε δεν έχω κάποιον που
να είναι συγκεντρωμένος σε ό,τι κάνω. Τα μουσεία και η γενικότερη
κατάσταση δεν με περιέχουν και δεν βλέπω τον λόγο γιατί εξάλλου. Η
ενθάρρυνση που είχα από τους θεσμούς σε όλη την πορεία μου ήταν
ελάχιστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου