ΝΙΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ*
Διερμηνεία στη Νυρεμβέργη και στο Νταρφούρ
Από το ιστολόγιο του συγγραφέα:
sarantakos.wordpress.com [Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία/Το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και… όλα τα άλλα]
Ως γνωστόν, το ιστολόγιο ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη μετάφραση (έτσι βγάζουμε το ψωμί μας άλλωστε). Η φίλη μας η Μαρία είχε την καλή ιδέα να πληκτρολογήσει μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο της Nataly Kelly και του Jost Zetzsche (όπως κι αν προφέρεται) «Για να μην είμαστε χαμένοι στη μετάφραση» (Πεδίο, 2017, αγγλικός τίτλος Found in Translation) σε μετάφραση-προσαρμογή της Ελένης Τζιάφα, ένα βιβλίο αφιερωμένο στους απανταχού στον κόσμο μεταφραστές και διερμηνείς. Ο τίτλος του βιβλίου κάνει βέβαια λογοπαίγνιο με τον τίτλο της ταινίας Lost in Translation της Σοφίας Κόπολα, που έχει γίνει παροιμιώδης στα ελληνικά (Χαμένοι στη μετάφραση) και νομίζω ότι ο ελληνικός τίτλος του βιβλίου είναι πετυχημένος κι ας μην (ή μάλλον: ακριβώς επειδή δεν) ακολουθεί κατά λέξη τον αγγλικό.
Ήδη έχουμε παρουσιάσει άλλα δύο αποσπάσματα από το βιβλίο αυτό. Ένα για τις μεταφράσεις θρησκευτικών κειμένων τον Απρίλιο κι άλλο ένα για τις μεταφράσεις εμπορικών ονομασιών. Σήμερα θα δούμε αποσπάσματα από το 2ο κεφάλαιο, που έχει τίτλο Μετάφραση, πόλεμος και ειρήνη και που κυρίως ασχολείται με τη διερμηνεία στον διπλωματικό τομέα και στην πολιτική – τα δύο βασικά κείμενα της ενότητας περιγράφουν τα διλήμματα ενός διερμηνέα της δίκης της Νυρεμβέργης και ενός ντόπιου διερμηνέα στο Νταρφούρ.
Μπαίνουμε έτσι στα χωράφια του αδελφού κλάδου, των διερμηνέων, κάτι που σπάνια κάνω, διότι για μένα η διερμηνεία είναι αχαρτογράφητο έδαφος. Παρόλο που τα δυο μας επαγγέλματα ασχολούνται, και τα δύο, με τη μεταφορά κειμένου από μια γλώσσα σε μιαν άλλη, γραπτά οι μεν και προφορικά οι δε, και παρόλο που ο πολύς κόσμος συχνά τα μπερδεύει (είναι πολύ συνηθισμένο να αποκαλούν «μεταφραστή» τον διερμηνέα που βρίσκεται πλάι στους πολιτικούς σε μια συνάντηση κορυφής), η άσκηση της διερμηνείας διαφέρει πολύ από την άσκηση της μετάφρασης. Τους διερμηνείς, μάλιστα, τους θαυμάζω και μου φαίνεται ότι κάνουν θαύματα, έτσι που δουλεύουν σε πραγματικό χρόνο και κάτω από πίεση που μου φαίνεται τρομακτική -προσωπικά, ελάχιστες φορές έχω κάνει διερμηνεία και μάλιστα σε εντελώς ερασιτεχνική βάση. Θεωρώ τη δικιά τους δουλειά δυσκολότερη από τη δική μου, και πιστεύω πως ένας καλός διερμηνέας θα τα καταφέρει αν κληθεί να μεταφράσει γραπτό κείμενο, ενώ το αντίστροφο αμφιβάλλω αν ισχύει.
Τέλος πάντων, παραθέτω το κείμενο που είχε την καλή διάθεση να πληκτρολογήσει η φίλη μας η Μαρία, και αφηγούμαι στο τέλος και μια εμπειρία δική μου.
Διερμηνεία υψίστης σημασίας στη Νυρεμβέργη
Ήξερα ότι είχαμε κάτι διαφορετικό, από τότε ακόμη που ήμουν πέντε χρονών. Δεν είχα παππούδες, θείες, θείους ή ξαδέρφια. Τα άλλα παιδιά μού έλεγαν: «Α, είσαι Γερμανίδα. Είσαι Ναζί». Αισθανόμουν βαθιά θλίψη, μια μεγάλη απώλεια. Αισθανόμουν ξένη σε μια ξένη χώρα. Περνάει και στην επόμενη γενιά αυτό το βαρύ πένθος και ο θυμός για τη σκλαβιά και το θανατικό. [1]
Ήταν αλήθεια – εν μέρει τουλάχιστον. Υπήρχε κάτι που έκανε τη μικρή Νέτι και τις αδερφές της να διαφέρουν από τα άλλα παιδιά στη γειτονιά της στο Σικάγο. Ήταν Γερμανίδα και η οικογένειά της πράγματι είχε κάποια σχέση με τους Ναζί – όχι όμως αυτή για την οποία τα άλλα παιδιά την κορόιδευαν στην αυλή του σχολείου. Ο πατέρας της Νέτι, ο Πίτερ Λες (Peter Less), συνέβαλε ουσιαστικά, ώστε οι ναζί εγκληματίες πολέμου να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης (με τη νομική έννοια, τουλάχιστον). Ως διερμηνέας στη δίκη της Νυρεμβέργης, στο Διεθνές Στρατιωτικό Δικαστήριο που συγκροτήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Αμερικανούς, τους Βρετανούς και τους Γάλλους, ο Πίτερ Λες έκανε διερμηνεία για το σύνολο των είκοσι τεσσάρων κατηγορουμένων ηγετών της ναζιστικής Γερμανίας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Πίτερ δεν κατέστησε απλώς δυνατό να πραγματοποιηθεί όλο αυτό σε μια κρίσιμη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτό που είναι σχεδόν αδιανόητο είναι ότι εκείνοι οι άνθρωποι των οποίων υπήρξε η φωνή – κάθε μέρα επί δέκα ολόκληρους μήνες – ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο της μητέρας του. Και του πατέρα του. Και της γιαγιάς του. Και της μοναδικής του αδερφής. Ολόκληρη η οικογένειά του είχε εξοντωθεί στο Άουσβιτς. Ο Πίτερ έδωσε φωνή στους δολοφόνους στο δικαστήριο, ενώ στεκόταν μόλις λίγα μέτρα μακριά τους.
Πώς τα κατάφερε; «Πρέπει να αφήνεις τα συναισθήματά σου πίσω και να γίνεσαι μηχανή», μας εξήγησε ο Πίτερ. «Αλλιώς δεν μπορείς να λειτουργήσεις. Δεν μπορείς να κάνεις αυτό που σε προσέλαβαν να κάνεις». H ικανότητα του Πίτερ να ελέγχει τα συναισθήματά του του έδωσε τη δύναμη να παίξει έναν καίριο ρόλο στον τρόπο με τον οποίο γράφτηκαν εκείνες οι σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Έκανε διερμηνεία στις δίκες των Χέρμαν Γκέρινγκ (Hermann Göring) και Ρούντολφ Ες (Rudolph Hess) μεταξύ άλλων. Όταν τον ρώτησαν πώς άντεχε να βρίσκεται κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους, ο Πίτερ εξήγησε: «Δεν ήταν εύκολο. Καθόμουν στην ίδια αίθουσα με τους ανθρώπους που κατά πάσα πιθανότητα σκότωσαν τους γονείς μου, αλλά δεν μπορούσα να αφήσω τα συναισθήματά μου να εμπλακούν στη δουλειά μου. Ορκίστηκα να κάνω όσο το δυνατόν πιο πιστή διερμηνεία, να μεταφέρω τις ιδέες του ομιλητή στο κεφάλι του ακροατή. Αυτό λοιπόν κάναμε». Ο Λες ήταν μόλις είκοσι πέντε ετών εκείνη την εποχή.
Το ψυχικό τραύμα ωστόσο ήταν βαθύ. Πολλοί διερμηνείς ήταν τόσο αναστατωμένοι που δεν μπορούσαν να συνεχίσουν τη διερμηνεία. Ενώ άλλοι παραιτήθηκαν εντελώς από το πόστο τους, ο Πίτερ προσέγγισε τη δουλειά του με έναν απροσδόκητο τρόπο, αντιμετωπίζοντας τους ναζί εγκληματίες πολέμου ως ανθρώπινα όντα: «Εξακολουθούν να είναι άνθρωποι. Στην πραγματικότητα ήταν εξαιρετικά ευφυείς. Θα ήταν ένα επικίνδυνο λάθος να τους κάνουμε να ακούγονται σαν να μην ήταν». Συχνά ο Πίτερ είχε αμφιβολίες αν στ’ αλήθεια τον χρειάζονταν ως διερμηνέα. «Καταλάβαιναν αγγλικά, αλλά ήταν πλεονέκτημα γι’ αυτούς να περιμένουν τη μετάφραση, ώστε να έχουν χρόνο, για να σκεφτούν πριν απαντήσουν».
Ωστόσο ο Πίτερ μας εξήγησε ότι γι’ αυτόν η δουλειά ήταν ευκολότερη για έναν πολύ σημαντικό λόγο – ως Γερμανός και ο ίδιος, κατανοούσε την κουλτούρα. «Είχα μεγάλο πλεονέκτημα, γιατί γνώριζα τους Γερμανούς. Ήξερα τον τρόπο που σκέφτονται οι Γερμανοί, την ψυχή τους, που είναι κάτι πιο ευρύ από τη γλώσσα. Ήξερα πώς λειτουργεί το μυαλό τους».
Ο Λες όμως έπρεπε να μάθει επίσης πώς λειτουργούσε ο εξοπλισμός κι αυτό δεν ήταν εύκολη δουλειά. Η μέθοδος διερμηνείας που θα χρησιμοποιούνταν – η ταυτόχρονη διερμηνεία – απαιτούσε από τους διερμηνείς να ακούν και να μιλούν ταυτόχρονα. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε στη Νυρεμβέργη μια νέα τεχνολογία[2]. Ευτυχώς ο Λες είχε μαθητεύσει στη Σχολή Διερμηνέων (École d’Interprètes), ένα τμήμα χρηματοδοτούμενο από το ίδρυμα Ροκφέλερ στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, το οποίο πρωτοστάτησε στην ανάπτυξη της νέας τεχνολογίας και στις τεχνικές ταυτόχρονης διερμηνείας. Ο Λες αποφοίτησε λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια μέρα κάποιοι αμερικανοί στρατιωτικοί κατέφθασαν στη σχολή και εξέτασαν καμιά δωδεκαριά άτομα. Προσέλαβαν τρεις συμπεριλαμβανομένου του Λες. Την επόμενη μέρα πέταξε για Νυρεμβέργη.
Σήμερα είναι γνωστό ότι οι διερμηνείς που αναλαμβάνουν τέτοιου είδους διερμηνείες, με αντικείμενο που προκαλεί οδύνη, μπορεί να βιώσουν μετατραυματικό στρες. Οι διερμηνείς που εργάζονται σε διεθνή δικαστήρια εγκλημάτων πολέμου έχουν αυξημένες πιθανότητες να χρειαστούν ψυχολογική υποστήριξη. Τέτοιου είδους υποστήριξη δεν παρεχόταν στους διερμηνείς που υπηρέτησαν στη Νυρεμβέργη. Η ψυχολογική υποστήριξη δεν ήταν ακόμη διαδεδομένη, ενώ ο Φρόιντ είχε πεθάνει μόλις το 1939.
Παρά το ειδεχθές περιεχόμενο των λόγων που έπρεπε να μεταφράζει, ο Λες μιλά ήρεμα και ταπεινά για την εμπειρία στη Νυρεμβέργη. Χαμογελά μάλιστα, καθώς θυμάται μια παρανόηση για την οποία αστειεύεται λέγοντας ότι «σχεδόν οδήγησε στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Το περιστατικό μοιάζει αρκετά αθώο. Ο Λες απλώς μετέφρασε τη φράση: «Τι έκανε η Ρωσία;». Ωστόσο κατάλαβε ότι έκανε ένα σοβαρό λάθος, όταν ένας Ρώσος αξιωματικός πετάχτηκε αμέσως και άρχισε να κουνά τα χέρια του στον αέρα. Η φράση στην πραγματικότητα ήταν, όπως ακούστηκε στο δικαστήριο, ως εξής: «Τι έκανε ο Ράσερ;».
Η φράση αναφερόταν στον Γερμανό στρατηγό Ράσερ (Rascher) και όχι στη Ρωσία. Ο Λες απλώς είχε παρακούσει. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πώς μπορεί να συμβεί αυτό σε κάποιον που ακούσει και μιλά σε δύο γλώσσες ταυτόχρονα και κάτω από τρομερή πίεση, χρησιμοποιούσε για πρώτη φορά μια εντελώς πρωτοποριακή τεχνολογία (αυτή που χρησιμοποιούμε και σήμερα) και εργαζόταν στην πρώτη του πραγματική δουλειά μετά την αποφοίτησή του. Αυτή ήταν και η τελευταία του δουλειά. Με την εργασία του στη Νυρεμβέργη η διερμηνεία που έκανε θα του έφτανε για μια ζωή – και για πολλές ζωές ακόμη θα λέγαμε – συμπεριλαμβανομένης της ζωής όλων των αγαπημένων του που έχασε εξαιτίας αυτών για τους οποίους έκανε τη διερμηνεία.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου