«Έχω πει μερικές φορές στον εαυτό μου ότι αν υπήρχε μία μόνο πινακίδα στην είσοδο κάθε εκκλησίας που να απαγόρευε την είσοδο σε οποιονδήποτε με εισόδημα πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό , θα γινόμουν αμέσως χριστιανή» . Σιμόν Βέιλ, Γαλλίδα φιλόσοφος και πολιτική ακτιβίστρια (1909-1943)
Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου.
Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Humphrey Bogart), δεύτερο αντρικό ρόλο
(Claude Rains), μουσική (δράμα ή κωμωδία), φωτογραφία και μοντάζ.
Σκηνοθεσία:
Michael Curtiz
Κύριοι Ρόλοι:
Humphrey Bogart … Richard ‘Rick’ Blaine
Ingrid Bergman … Ilsa Lund
Paul Henreid … Victor Laszlo
Claude Rains … αστυνόμος Louis Renault
Conrad Veidt … ταγματάρχης Heinrich Strasser
Sydney Greenstreet … Κος Ferrari
Peter Lorre … Κος Ugarte
S.Z. Sakall … Carl
Dooley Wilson … Sam
Madeleine Lebeau … Yvonne
Joy Page … Annina Brandel
John Qualen … Berger
Leonid Kinskey … Sascha
Curt Bois … ο πορτοφολάς
Marcel Dalio … Emil
Dan Seymour … Abdul
Ludwig Stossel … Κος Leuchtag
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Julius J. Epstein, Philip G. Epstein, Howard Koch
Παραγωγή: Hal B. Wallis
Μουσική: Max Steiner
Φωτογραφία: Arthur Edeson
Μοντάζ: Owen Marks
Σκηνικά: Carl Jules Weyl
Κοστούμια: Orry-Kelly
Την περίοδο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, ο κυνικός και μοναχικός Ρικ Μπλέιν
βρίσκεται στην εξωτική Καζαμπλάνκα και είναι ιδιοκτήτης του πιο
δημοφιλούς καφέ της πόλης.
Η ζωή του ανατρέπεται όταν ξανασυναντάει,
μέσα από μια σειρά τυχαίων γεγονότων, την Ίλσα, τη γυναίκα που χρόνια
πριν τον είχε πληγώσει βαθιά, όταν τον εγκατέλειψε στο Παρίσι χωρίς
εξηγήσεις.
Όμως η Ίλσα τώρα ζητάει τη βοήθειά του. Δεν είναι πια μόνη
της, αλλά μαζί με τον άντρα της, και τους αναζητούν οι Γερμανοί.
Ο Ρικ
θα πρέπει να αποφασίσει αν θα διεκδικήσει ξανά τον μεγάλο του έρωτα ή θα
τον θυσιάσει αυτή τη φορά για χάρη ενός ανώτερου σκοπού...
Ο Akira Kusaka είναι εικονογράφος / γραφίστας που ζει στην Οσάκα της Ιαπωνίας. Δημιουργεί διαφημίσεις, καλύμματα βιβλίων,εικόνες παιδικών βιβλίων, σχεδιάζει ιστοσελίδες κ.α. Όλα τα έργα του δημιουργούνται ψηφιακά ρουστίκ υφές.Εκτός από το ρόλο του εικονογράφου, παίζει τρομπόνι σε μια μπάντα δύο ανδρών που ονομάζεται "Επισκευή" εστιάζοντας σε ένα πρότζεκτ ποίησης, εικόνας και μουσικής.Ως εκ τούτου, μπορεί να παρατηρήσετε ότι τα έργα τέχνης του προβάλλονται μέσα σε μια ατμόσφαιρα μουσική και ποιητική.
Στη συζήτηση από τις στήλες του Αναγνώστη για την ελληνική πεζογραφία, με αφορμή το άρθρο του Νίκου Μάντη, έχουν ως τώρα κατατεθεί πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις από την Λ.Κονομάρα, τον Κ.Καλφόπουλο και την Β.Αποστολίδου.
Τις διάβασα – όπως και το αρχικό κείμενο του εξαιρετικού πεζογράφου που
πυροδότησε τους προβληματισμούς των άλλων – με πολλή προσοχή. Χωρίς να
πιστεύω πως έχω τις απαντήσεις για όλα τα θέματα που συζητήθηκαν, ας μου
επιτραπεί να προσθέσω και τις δικές μου σκέψεις πάνω στο θέμα.
Όσο αφορά το αξιακό πρόταγμα της κριτικής του Μάντη για την
πεζογραφία μας, η προσωπική μου άποψη είναι πως διαθέτουμε απολύτως
ισότιμη και συχνά ανώτερης ποιότητας πεζογραφία από πολλών άλλων. Όταν
λέω ισότιμη εννοώ πως στο μέτρο της αξιολογικής πλάστιγγας τα ελληνικά
πεζογραφικά έργα δεν είναι χειρότερα από τα περισσότερα ξένα
που με πολύ θόρυβο διαφημίζονται (λογικό) από τους εκδότες, ξένους και
δικούς μας, αλλά επίσης μας έρχονται μέσω μιας πολύ καλά οργανωμένης
προβολής τους. Πολλά υπουργεία πολιτισμού χρηματοδοτούν μεταφράσεις και
προβάλλουν τα βιβλία τους στις εκθέσεις βιβλίου και μέσω των
λογοτεχνικών σελίδων της χώρας τους με διαπρύσιες διαφημίσεις της αξίας
τους. Το ενενήντα τοις εκατό από τα ξένα πεζογραφήματα που μεταφράζονται
και κυκλοφορούν (και, ναι, αγοράζονται ολοπρόθυμα από το ελληνικό
κοινό) είναι μέτρια και συχνά λιγότερο από μέτρια. Η διαφήμιση κερδίζει
το παιχνίδι και στο βιβλίο όπως σε κάθε άλλο εμπορικό προϊόν. Ακόμα και
κάποιων Νόμπελ τα πολυδιαφημισμένα έργα γρήγορα απογοητεύουν τον
αναγνώστη, έστω και αν δύσκολα θα το παραδεχτεί και θα το δηλώσει : δεν
ξέρουν άραγε καλύτερα τόσοι και τόσοι ξένοι λογοτεχνικοί κριτικοί,
αποσπάσματα των οποίων συνοδεύουν τα δελτία τύπου και τα οπισθόφυλλα των
ξένων μυθιστορημάτων ;
Ασφαλέστερο ίσως από το να δηλώσουμε πως η δική μας πεζογραφία (και
κυρίως το μυθιστόρημα για το οποίο γίνεται λόγος) είναι ισάξια της
ξένης, ίσως θα ήταν να προβούμε – σε μια “υποχώρηση της άμυνας” – στην
ομολογία πως στην πλειονότητά της είναι εξίσου μέτρια – και πάντως όχι
χειρότερη.
Ειλικρινά, πόσα πραγματικά αριστουργήματα έχουμε διαβάσει προερχόμενα
από το εξωτερικό τα τελευταία δέκα χρόνια ; Και πόσο σπουδαία
λογοτεχνία γράφεται και διαβάζεται σήμερα στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην
Αγγλία, στην Αμερική (Βόρεια και Νότια) και στις λογοτεχνικά
αναδυόμενες χώρες του Τρίτου Κόσμου ; Και γιατί είναι πιο σημαντική από
την ελληνική ; Σαν αναγνώστης ειλικρινά δεν βλέπω γιατί.
Αν δεν μας διαβάζουν λοιπόν αυτό σημαίνει πως δεν πουλάμε και αν δεν
πουλάμε είναι γιατί δεν μεταφραζόμαστε και αν δεν μεταφραζόμαστε είναι
γιατί δεν υπάρχει πίσω από την ελληνική πεζογραφία ο μηχανισμός
προώθησης και υποστήριξης από τις αρμόδιες κρατικές αρχές, όπως
συμβαίνει στο εξωτερικό, σε χώρες που και “μεγάλες” γλώσσες διαθέτουν
και μέρος της επιρροής τους βασίζουν στην τέχνη την οποία εξάγουν. Τόσο
απλά. Δεν βλέπω γιατί ο Άγγλος ή ο Γάλλος αναγνώστης θα έβρισκε πιο
ενδιαφέρον ένα μυθιστόρημα μιας Νοτιοαφρικανής συγγραφέως απ’ όσο μιας
Ελληνίδας. Η πεζογραφία ασχολείται κατεξοχήν με μια συγκεκριμένη
κοινωνία και αρδεύεται, εμπνέεται και αναπτύσσεται γύρω από την
εντοπιότητα της θεματικής της. Ο Τούρκος πεζογράφος θα γράψει για την
τουρκική κοινωνία, ο Ισλανδός για την ισλανδική, ο Κορεάτης για την
κορεάτικη. Και ο Έλληνας για την ελληνική – δεν υπάρχει εδώ τίποτα το
στενόμυαλο, το “ηθογραφικό” ή το εμμονικό σ’ αυτή την επιλογή. Γράφουμε
για τη δική μας κοινωνία και τη δική μας πραγματικότητα. Και στην τέχνη
μας εναπόκειται το τοπικό να το αναγάγουμε σε οικουμενικό και να το
κάνουμε να αφορά και τον ξένο αναγνώστη.
Το λογοτεχνικό έργο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο και με την εθνική του
γλώσσα, τις αναφορικότητές της, τις συνηχήσεις και τις ιστορικές
συνάψεις της. Ισχύει για κάθε λογοτεχνία και καθιστά κάθε μετάφραση ένα
ελλιπές στοίχημα ακόμα και όταν αυτό, στο μέτρο του εφικτού, κερδίζεται.
Γιατί ο Έλληνας αναγνώστης ελάχιστα θα εισπράξει από τις συνδηλώσεις
της γλώσσας, των αναφορών και των εκφράσεων του Αμερικάνου πεζογράφου,
για να μην πούμε τίποτα και για την κοινωνική πραγματικότητα στην οποία
ένα έργο αναφέρεται. Πόσο Δουβλίνο του Μεσοπολέμου εισρέει στην αντίληψή
μας μέσω των δύο ηρωικών μεταφράσεων του Τζόις που κυκλοφορούν ; Πόση
παρισινή κοινωνία της Μπελ Επόκ μέσω της πανάξιας μετάφρασης του Προυστ
από τον Ζάννα ; Ελάχιστη. Γιατί η λογοτεχνία δεν είναι σενάριο ταινίας,
αφήγηση περιπετειών και απεικόνιση χαρακτήρων. Κουβαλά πίσω της και μέσα
της μια ολόκληρη κουλτούρα και την ιστορία της ανά τους αιώνες –
πράγματα που αν δεν είσαι ομόαιμος του συγγραφέα και δεν μιλάς την ίδια
γλώσσα μαζί του, δεν πρόκειται να αντιληφθείς ποτέ. Η λογοτεχνία
απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο κοινό του τόπου που τη γέννησε και σε
όσους μιλούν τη γλώσσα του συγγραφέα. Οι μεταφράσεις συστήνουν τα έργα
στον ξένο αναγνώστη – αλλά στις περισσότερες των περιπτώσεων πρόκειται
για μια απλή κοινωνική γνωριμία περισσότερο και πολύ σπάνια για μια
βαθιά αγάπη και μια σχέση ζωής.
Ό,τι μεταφράζεται και κυκλοφορεί εκτός της γλωσσικής και πολιτιστικής
ή της κοινωνικής και ιστορικής επικράτειας του πρωτότυπου έργου,
μεταφράζεται ως προώθηση εμπορεύσιμου προϊόντος. Κάθε λαός απολαμβάνει
τη δική του λογοτεχνία – αυτή του μιλά και αυτή τον εκφράζει και τον
ενδιαφέρει. Όταν θέλω να διαβάσω Φόστερ Ουάλας θα το κάνω γιατί η
διαφήμιση κέντρισε την περιέργειά μου και όταν το κάνω θα έχω εισπράξει
ένα μικρό ποσοστό από το πραγματικό περιεχόμενο του βιβλίου. Όσο καλά
και αν είναι τα Αγγλικά μου, όσο βαθύς γνώστης της αμερικάνικης
κοινωνίας και αν τυχαίνει να είμαι.
Καταλήγοντας.
Δεν μεταφραζόμαστε γιατί δεν υπάρχει ο μηχανισμός που προωθεί τα
βιβλία μας στο εξωτερικό. Αυτοί που βρίσκουν πιο σπουδαία τη λογοτεχνία
που έρχεται μεταφρασμένη στα ράφια των βιβλιοπωλείων από την ελληνική,
έχουν και στις δύο περιπτώσεις πέσει θύματα της διαφήμισης. Για τα ξένα
επειδή εισπράττουν αμάσητα τα διαφημιστικά σλόγκαν που τα συνοδεύουν.
Για τα δικά μας επειδή βασίζουν τις επιλογές τους στα ευπώλητα ή στην
αναγνωρισιμότητα των συγγραφέων – μέσω του τύπου, της τηλεόρασης ή της
αρθρογραφίας τους στα περιοδικά.
Αν είπαμε όλα αυτά για την αξία της ελληνικής πεζογραφίας, καιρός να
καταλογίσουμε και τις ευθύνες – όσες υπάρχουν – στους συγγραφείς της.
Πολλοί από τους πολλούς που τελευταία ξεπροβάλλουν κάθε τόσο με ένα
βιβλίο που συζητείται και κάνει εντύπωση, είναι άνθρωποι που θεωρούν την
πεζογραφία εύκολη υπόθεση. Όποιος μπορεί να συντηρήσει το καλό κέφι
μιας παρέας στο μπαρ με διηγήσεις ιστοριών από τη ζωή του, μπορεί,
υποθέτουν, να γράψει και ένα μυθιστόρημα ή μια νουβέλα. Δεν είναι έτσι
όμως. Πολλοί συγγραφείς φαίνεται να μην έχουν διαβάσει αρκετή
λογοτεχνία, κυρίως ελληνική αλλά και ξένη. Φαίνεται από την έλλειψη
κριτηρίου, φαίνεται από την έλλειψη πειθαρχίας και οργάνωσης των
κειμένων τους, φαίνεται από τον ελλιπή επαγγελματισμό που διαθέτουν
(κάτι το οποίο είναι όρος αδιαπραγμάτευτος για έκδοση στο εξωτερικό).
Τσάτρα-πάτρα αρχινάμε να λέμε και δεν ξέρουμε ούτε μας ενδιαφέρει πού θα
καταλήξει όλο αυτό και τι σημασία μπορεί να έχει. Δεν συνέβαινε
παλιότερα όταν οι εκδόσεις πεζογραφημάτων ήταν δύσκολη και ακριβή
υπόθεση και οι εκδότες περνούσαν από την ψιλή κρησάρα τα βιβλία που τους
υπέβαλαν. Συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες που η έκδοση είναι πολύ
πιο εύκολη, όπως και η συγγραφή στο μυαλό κάποιων νέων που το κίνητρό
τους μοιάζει πιο πολύ να είναι “αφού τόσοι άλλοι το κάνουν γιατί όχι κι
εγώ ;” παρά η πραγματική ανάγκη να γράψουν λογοτεχνία. Ο επαγγελματισμός
στο εξωτερικό είναι όρος απαράβατος για να γίνει δεκτό προς έκδοση ένα
μυθιστόρημα. Έτσι όταν ένα ξένο βιβλίο μας απογοητεύει αυτό οφείλεται
στην μέτρια τέχνη του συγγραφέα, στη μικρή αξία της σκέψης και της
στόχευσής του. Όταν ένα ελληνικό μας απογοητεύει, αυτό συνήθως γίνεται
επειδή είναι άτεχνα και άτσαλα γραμμένο – παρά τις αγαθές προθέσεις και
την ένταση των βιωμάτων που ο συγγραφέας του θέλησε να καταθέσει.
Αλλά όταν μιλάμε για πραγματικά μεγάλη τέχνη πρέπει πάντα να
θυμόμαστε αυτό : ότι ανεξάρτητα από την τοπικό της προέλευση, μεγάλη
τέχνη δεν γεννιέται κάθε μήνα.
⚠️Από τον Κουκάκη στον Ανδρουλάκη: Νέα τροπή στην υπόθεση του spyware Predator Στο τελευταίο ρεπορτάζ των Τάσου Τέλλογλου και Ελίζας Τριανταφύλλου:
📌 Οι πολλές παραλείψεις στο πόρισμα της Εθνική Αρχή Διαφάνειας για την παρακολούθηση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.
📌 Μία σημαντική επιβεβαίωση (και δικαίωση) του inside story, που εδώ
και μήνες γράφει με στοιχεία ότι ο Κουκάκης δεν είναι ο μόνος στόχος
[όπως και ότι η λίστα δεν τελειώνει με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ]
📌 Ένα έγγραφο ντοκουμέντο που αποδεικνύει αυτό που η κυβέρνηση
αρνείται: ότι δηλαδή υπάρχει σύνδεση μεταξύ του κύριου προμηθευτή με
προϊόντα τεχνολογίας της Ελληνικής Αστυνομίας και ανθρώπου-κλειδί στην
ελληνική πορεία της εταιρείας πίσω από το spyware.
Guardian: Οι κυρώσεις απέτυχαν, ο Πούτιν είναι σήμερα ακόμη πιο ισχυρός!
Ως την «πιο κακοσχεδιασμένη και αντιπαραγωγική πολιτική στην πρόσφατη
διεθνή ιστορία χαρακτηρίζει τις πρόσφατες δυτικές κυρώσεις εναντίον της
Ρωσίας ο Σάιμον Τζένκινς, ένας από τους παλαιότερους αρθρογράφους της
Guardian.
Όπως γράφει σε χθεσινό του άρθρο, η στρατιωτική βοήθεια
στην Ουκρανία είναι δικαιολογημένη, αλλά ο οικονομικός πόλεμος εναντίον
της Μόσχας είναι αναποτελεσματικός και καταστροφικός για τους ακούσιους
στόχους του. Οι παγκόσμιες τιμές ενέργειας εκτοξεύονται, ο πληθωρισμός
εκτινάσσεται στα ύψη, οι αλυσίδες εφοδιασμού είναι χαοτικές και
εκατομμύρια λιμοκτονούν για φυσικό αέριο, σιτηρά και λιπάσματα. Ωστόσο, η
βαρβαρότητα του Βλαντιμίρ Πούτιν μόνο κλιμακώνεται –όπως και η
επικράτηση του πάνω στους δικούς του ανθρώπους.
Μέσω του άρθρου
του, ο Τζένκινς ασκεί ιδιαίτερα σκληρή κριτική στη Δύση για τις επιλογές
που έχει κάνει σχετικά με τον χειρισμό της στο θέμα της ρωσικής
εισβολής στην Ουκρανία, ενώ μάλιστα, χαρακτηρίζει «αναθεματισμένο» το να
επικρίνει κάποιος τις δυτικές κυρώσεις και δεν διστάζει να αποκαλέσει
«χαζούς» τους αμυντικούς αναλυτές. Τα κέντρα σκέψης στρατηγικής σιωπούν,
συνεχίζει ο αρθρογράφος, ενώ τα «βάζει» και με τους «υποτιθέμενους»
ηγέτες της Βρετανίας, όπως τους αποκαλεί, τη Λιζ Τράους και τον Ρίσι
Σουνάκ, οι οποίοι όπως λέει, ανταγωνίζονται στην πολεμική ρητορική,
υποσχόμενοι ολοένα και πιο σκληρές κυρώσεις χωρίς λόγο. Οι κυρώσεις
είναι η πολεμική κραυγή της σταυροφορίας της Δύσης.
Η
πραγματικότητα των κυρώσεων στη Ρωσία είναι ότι προκαλούν αντίποινα. Ο
Πούτιν είναι ελεύθερος να παγώσει την Ευρώπη αυτόν τον χειμώνα. Έχει
μειώσει την προσφορά από μεγάλους αγωγούς όπως ο Nord Stream 1 έως και
80%. Οι παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου έχουν εκτοξευθεί και η ροή
σιταριού και άλλων τροφίμων από την Ανατολική Ευρώπη προς την Αφρική και
την Ασία έχει σχεδόν ανασταλεί.
Οι εγχώριοι λογαριασμοί φυσικού
αερίου της Βρετανίας αντιμετωπίζουν τριπλασιασμό μέσα σε ένα χρόνο. Ο
κύριος δικαιούχος δεν είναι άλλος από τη Ρωσία, της οποίας οι εξαγωγές
ενέργειας στην Ασία έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, οδηγώντας το ισοζύγιο
πληρωμών της σε πρωτοφανές πλεόνασμα. Το ρούβλι είναι ένα από τα
ισχυρότερα νομίσματα στον κόσμο φέτος, έχοντας ενισχυθεί από τον
Ιανουάριο κατά σχεδόν 50%. Τα περιουσιακά στοιχεία της Μόσχας στο
εξωτερικό έχουν παγώσει και οι ολιγάρχες της έχουν μεταφέρει τα γιοτ
τους, αλλά δεν υπάρχει κανένα σημάδι ότι ο Πούτιν ενδιαφέρεται. Δεν έχει
εκλογικό σώμα να τον ανησυχήσει.
«Πυρά» Τζένκινς και κατά του Τζόνσον
Η
αλληλεξάρτηση των οικονομιών του κόσμου, που τόσο καιρό θεωρείται
όργανο ειρήνης, έχει μετατραπεί σε όπλο πολέμου. Οι πολιτικοί γύρω από
το τραπέζι του ΝΑΤΟ ήταν σοφά επιφυλακτικοί σχετικά με την κλιμάκωση της
στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Κατανοούν τη στρατιωτική
αποτροπή. Ωστόσο, φαίνονται ολοκληρωτικά επινοήματα για την οικονομία.
Εδώ παπαγαλίζουν όλοι τον Dr Strangelove. Θέλουν να βομβαρδίσουν την
οικονομία της Ρωσίας «πίσω στη λίθινη εποχή».
Θα με ενδιέφερε να
μάθω -γράφει ο αρθρογράφος- αν είχε υποβληθεί ποτέ έγγραφο στο υπουργικό
συμβούλιο του Μπόρις Τζόνσον που να προβλέπει την πιθανή έκβαση των
ρωσικών κυρώσεων για τη Βρετανία. Η υπόθεση φαίνεται να είναι ότι αν
βλάψουν τα εμπορικά εμπάργκο, λειτουργούν. Δεδομένου ότι δεν σκοτώνουν
απευθείας ανθρώπους, είναι κατά κάποιο τρόπο μια αποδεκτή μορφή
επιθετικότητας. Βασίζονται σε μια νεο-αυτοκρατορική υπόθεση ότι οι
δυτικές χώρες δικαιούνται να διατάξουν τον κόσμο όπως θέλουν.
Επιβάλλονται, αν όχι μέσω κανονιοφόρων, τότε μέσω των καπιταλιστικών
μυών σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Δεδομένου ότι επιβάλλονται ως
επί το πλείστον σε μικρές, αδύναμες πολιτείες που σύντομα θα βγουν από
τα πρωτοσέλιδα, ο σκοπός τους ήταν σε μεγάλο βαθμό ο συμβολισμός της
«ευθυμίας».
Σπάνιος μελετητής αυτού του θέματος είναι ο Αμερικανός
οικονομικός ιστορικός Νίκολας Μόλντερ, ο οποίος επισημαίνει ότι
περισσότεροι από 30 «πόλεμοι» κυρώσεων τα τελευταία 50 χρόνια είχαν
ελάχιστο, αν όχι αντιπαραγωγικό αντίκτυπο. Έχουν σκοπό να «εκφοβίσουν
τους λαούς να περιορίσουν τους πρίγκιπες τους». Αν μη τι άλλο είχαν το
αντίθετο αποτέλεσμα. Από την Κούβα μέχρι την Κορέα, τη Μιανμάρ στο Ιράν,
τη Βενεζουέλα μέχρι τη Ρωσία, τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν εδραιωθεί,
οι ελίτ έχουν ενισχυθεί και οι ελευθερίες έχουν συντριβεί. Οι κυρώσεις
φαίνεται να ενσταλάζουν σταθερότητα και αυτοδυναμία ακόμη και στο πιο
αδύναμο θύμα τους. Σχεδόν όλες οι παλαιότερες δικτατορίες του κόσμου
έχουν επωφεληθεί από τις κυρώσεις της Δύσης.
«Κραυγαλέα» η αποτυχία της Δύσης
Η
Μόσχα δεν είναι ούτε μικρή ούτε αδύναμη. Ένας άλλος παρατηρητής, ο
ειδικός στη Ρωσία του Ινστιτούτου Βασιλικών Ηνωμένων Υπηρεσιών, Ρίτσαρντ
Κόνολι, έχει καταγράψει την απάντηση του Πούτιν στις κυρώσεις που του
επιβλήθηκαν μετά την κατάληψη της Κριμαίας και του Ντονμπάς το 2014. Ο
στόχος τους ήταν να αλλάξουν την πορεία της Ρωσίας σε αυτές τις περιοχές
και να αποτρέψουν περαιτέρω επιθετικότητα. Η αποτυχία τους δύσκολα θα
μπορούσε να είναι πιο κραυγαλέα. Οι απολογητές το δικαιολογούν επειδή τα
εμπάργκο είναι πολύ αδύναμα. Τα σημερινά, ίσως τα πιο σκληρά που έχουν
επιβληθεί ποτέ σε μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη, μπορεί να μην λειτουργούν
ακόμη, αλλά προφανώς θα λειτουργήσουν με τον καιρό. Λέγεται ότι
λιμοκτονούν τη Ρωσία για μικροτσίπ και ανταλλακτικά drone. Σύντομα θα
έχουν τον Πούτιν να εκλιπαρεί για ειρήνη.
Αν ο Πούτιν ικετεύει, θα
είναι στο πεδίο της μάχης. Στο εσωτερικό, ο Κόνολι δείχνει πώς η Ρωσία
«προσαρμόζεται αργά στις νέες της συνθήκες». Οι κυρώσεις έχουν προωθήσει
το εμπόριο με την Κίνα, το Ιράν και την Ινδία. Έχουν ωφεληθεί «μέσα που
συνδέονται με τον Πούτιν και το κυβερνών περιβάλλον, αποκομίζοντας
τεράστια κέρδη από την υποκατάσταση των εισαγωγών». Οι τοποθεσίες των
McDonald's σε όλη τη χώρα έχουν αντικατασταθεί από μια ρωσική αλυσίδα
που ονομάζεται Vkusno & tochka («Νόστιμο είναι και αυτό»). Φυσικά η
οικονομία είναι πιο αδύναμη, αλλά ο Πούτιν είναι, αν μη τι άλλο,
ισχυρότερος, ενώ οι κυρώσεις συνθέτουν μια νέα οικονομική σφαίρα σε όλη
την Ασία, αγκαλιάζοντας έναν ολοένα ενισχυμένο ρόλο της Κίνας. Ήταν αυτή
η πρόβλεψη;
Εν τω μεταξύ, η Δύση και οι λαοί της έχουν βυθιστεί
σε ύφεση. Η ηγεσία έχει κλονιστεί και η ανασφάλεια εξαπλώθηκε στη
Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και τις ΗΠΑ. Η Γερμανία και η Ουγγαρία
που λιμοκτονούν από το φυσικό αέριο είναι κοντά στο να χορέψουν στο
ρυθμό του Πούτιν. Το κόστος διαβίωσης κλιμακώνεται παντού. Ωστόσο, ακόμη
κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει τις κυρώσεις. Είναι ιεροσυλία να
παραδεχτούν την αποτυχία τους ή να συλλάβουν την υποχώρηση. Η Δύση έχει
παρασυρθεί στη διαχρονική ειρωνεία της επιθετικότητας. Τελικά το πιο
εμφανές θύμα της είναι ο επιθετικός. Ίσως, τελικά, θα έπρεπε να
παραμείνουμε στον πόλεμο.
Χίλιες φορές διχαστικός λόγος παρά
να περπατάμε αγκαζέ με ρατσιστές και με παλιόμουτρα σε αυτή τη ζωή. Δεν
είμαστε όλοι ίδιοι. Δεν είμαστε όλοι ένας όχλος που επευφημεί τον δήμιο.
Γιατί οι 'εμείς' δεν πρόκειται ποτέ να συμπορευτούμε με 'εσάς'.
Δεν σας θέλουμε, δεν σας αντέχουμε, σας σιχαινόμαστε, ούτε που να μας αγγίξετε, ούτε που να μας πλησιάσετε καν.
Από μακριά.
Σας νικάμε.
Άλλαξαν πια οι εποχές και σας νικάμε χαλαρά με το ένα χέρι δεμένο πίσω.
Όλα τα ιερά και τα όσια της μισαλλοδοξίας σας ψυχορραγούν μπροστά στα μάτια σας και εσείς τα κοιτάτε ανήμποροι.
Γιατί ανήμποροι είστε πια. Ο λόγος σας δεν περνάει, τις ιδέες σας τις
συντρίβει ο χρόνος, έρχονται νέοι καιροί. Κι αυτοί οι νέοι καιροί σάς
έχουν γραμμένους.
Και μην αρχίσετε πάλι τις αηδίες περί 'διχαστικού λόγου'.
Χίλιες φορές διχαστικός λόγος παρά να περπατάμε αγκαζέ με ρατσιστές και με παλιόμουτρα σε αυτή τη ζωή.
Χίλιες φορές διχαστικός λόγος παρά να ανεχόμαστε τον ακροδεξιό σας λόγο, το μισογυνισμό σας την ομοφοβία και τη σκατίλα σας.
Χίλιες φορές διχαστικός λόγος παρά να ρουφάτε τον αέρα που αναπνέουμε, να ξερνάτε τη χολή σας στη μπουκιά μας.
Χίλιες φορές διχαστικός λόγος παρά να πατάμε πάνω στις κουράδες σας για να διαβούμε τον δικό μας δρόμο.
Εμείς είμαστε από άλλο ύφασμα κι όχι απ’ το ρετάλι το δικό σας.
Εμείς δε στήνουμε κρεμάλες, εμείς δεν λιθοβολούμε αθώους κι ένοχους,
εμείς δεν λιντσάρουμε. Δεν ξεσκίζουμε τις σάρκες του πεσμένου, του
αδύναμου, του άρρωστου, του κλέφτη, του κακού, του καλού, του μέτριου,
του οποιουδήποτε.
Δεν χτυπάμε παιδιά.
Δεν τρομοκρατούμε ανθρώπους.
Δεν ασελγούμε.
Δεν βιάζουμε.
Δεν ρυπαίνουμε τον κόσμο με την παρουσία μας, δεν δηλητηριάζουμε τους γύρω μας με τη χωματερή της ψυχής μας.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι.
Να τελειώνουμε κάποτε με αυτούς που προσπαθούν να μας κάνουν σαν τα μούτρα τους για να δικαιολογήσουν τη δική τους αισχρότητα.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι.
Δεν είμαστε όλοι ένας όχλος που επευφημεί τον δήμιο.
Δεν παθαίνουμε ονειρώξεις με μαρτυρικούς θανάτους απεργών πείνας,
κρεμάλες στο Σύνταγμα, βασανιστήρια, φάλαγγες κι ακρωτηριασμούς.
Δεν ζητάμε όλοι αίμα και σπέρμα.
Δεν τρεφόμαστε όλοι από την τελευταία κραυγή ενός μελλοθάνατου.
Δεν είμαστε σαν εσένα.
Δεν θέλουμε τον ψόφο σου, δεν θέλουμε τον καρκίνο σου.
Αλλά θα σε πολεμάμε. Και θα σε νικάμε. Και σένα και τη μιζέρια σου.
Οχι γιατί είμαστε τίποτα σπουδαίοι. Μισοί άνθρωποι κι εμείς με
ελαττώματα, με φθόνους και κακίες. Παλεύουμε με τραύματα που
κακοφόρμισαν, διαταραχές που αυτονομήθηκαν, βάσανα που τραβούν ερήμην
μας τον δικό τους δρόμο. Με σας στον ίδιο κόσμο ζούμε, στο ίδιο κράτος,
στην ίδια κοινωνία χαροπαλεύουμε.
Όμως εκεί τελειώνουν οι ομοιότητές μας.
Ευτυχώς για εμάς.
Είστε όλοι εσείς οι βαρύμαγκες που δεν τολμάτε να επιτεθείτε στον πιο
δυνατό: σκύβετε το κεφάλι, μαζεύετε τα κατουρημένα σας και φεύγετε με
την ουρά στα σκέλια. Η λεία της αγέλης είναι ο αδύναμος, ο άρρωστος, το
παιδί, ο ηλικιωμένος, η «αδερφή», το πρεζόνι, ο πρόσφυγας, η πόρνη, ο
ζητιάνος, ο ανήμπορος, το αγοράκι στα φανάρια.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι.
Υπάρχουμε 'εμείς' και υπάρχετε 'εσείς'. Εσείς που, αφού σκοτώσετε τον άλλον στο ξύλο, καταδικάζετε τη «βία απ' όπου κι αν προέρχεται». Εκτός αν προέρχεται από εσάς.
Τέλειωσε πια η παντοκρατορία σας. Την τέλειωσε η πρόοδος, την
τέλειωσαν οι αγώνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την τέλειωσε το αύριο
που κάποιοι χτίζουν με το αίμα της ψυχής τους.
Τέλειωσε πια η παντοκρατορία σας.
Κι εσείς τελειώσατε μαζί της.
«Ηταν οι καλύτεροι καιροί, ήταν οι χειρότεροι καιροί, ήταν τα
χρόνια της σοφίας, ήταν τα χρόνια της ανοησίας, ήταν η περίοδος της
πίστης, ήταν η περίοδος της δυσπιστίας, η εποχή του Φωτός και η εποχή
του Ζόφου, ήταν η άνοιξη της ελπίδας και ήταν ο χειμώνας της απόγνωσης,
είχαμε μπροστά μας τα πάντα, είχαμε μπροστά μας το τίποτε, πηγαίναμε
όλοι ίσια στον Παράδεισο, πηγαίναμε όλοι ίσια στο αντίθετό του».
Κάρολος Ντίκενς, «Ιστορία δύο πόλεων»
Είναι οι καλύτεροι καιροί, είναι οι χειρότεροι καιροί. Αλλά δεν θα τους ζήσουμε μαζί.
Σε αυτή τη δυστοπική κοινωνία της σιωπηρής συναίνεσης, θα μας βρείτε απέναντί σας.
Η συναυλία του Παρισιού, η οποία έχει γίνει με την πάροδο των ετών η παραδοσιακή συνάντηση της 14ης Ιουλίου που διοργανώνεται στο Παρίσι, γιορτάζει με τα μεγαλύτερα κλασικά έργα που ερμηνεύονται από την Εθνική Ορχήστρα της Γαλλίας, τη χορωδία και την Δημόσια Ραδιοφωνία της Γαλλίας με τη συμμετοχή πολλών διεθνών σολίστ: Nadine Sierra (soprano), Lea Desandre (mezzo), Stanislas de Barbeyrac (ténor), Erwin Schrott
(baryton), Leonidas Kavakos (violon), Gautier Capuçon
(violoncelle), Alice Sara Ott et Jérôme Ducros (piano) sont accompagnés
par l’Orchestre National de France (direction Cristian Măcelaru), le Chœur (direction Christophe Grapperon) et la Maîtrise de Radio France (direction Sofi Jeannin).
Όταν το 2005 ήρθε για πρώτη φορά ο Ίρβιν Γιάλομ στην Αθήνα, είχα την τύχη να
παρακολουθήσω την ημερίδα με θέμα «Η τέχνη της ομαδικής ψυχοθεραπείας»,
στην οποία μίλησε ο διάσημος ψυχοθεραπευτής - συγγραφέας. Η είσοδος
ήταν περιορισμένη και το κοινό ήταν βασικά ειδικοί της ψυχικής
υγείας.Την ημερίδα οργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Ομαδικής Ψυχανάλυσης και
Οικογενειακής Θεραπείας, την οποία ίδρυσε το 1983 ο Ματθαίος Γιωσαφάτ,
αμέσως μετά την επιστροφή του από την Αγγλία, και ο ίδιος ήταν ο
οικοδεσπότης του Γιάλομ. Θυμάμαι ότι η ομιλία και οι απαντήσεις του
Γιάλομ ήταν αντιστρόφως ανάλογες της γλαφυρότητας των βιβλίων του και
ένιωσα μεγάλη απογοήτευση. Αλλά κυρίως θυμάμαι το παραλήρημα
χειροκροτημάτων τόσο όταν τέλειωσε την παρέμβασή του ο Γιωσαφάτ όσο και
στη διάρκεια της ομιλίας του. Το χιούμορ και η απίστευτη ικανότητά του
να λέει τα πιο σοβαρά πράγματα με τον πιο απλό τρόπο ήταν απαράμιλλα.
Και δεν είχε γράψει τότε κανένα βιβλίο, δεν είχε δώσει καμία τηλεοπτική
συνέντευξη. Σκέφτηκα, και του το είπα, ότι είναι κρίμα να μην μπορούν να
τον ακούσουν περισσότεροι, πολλοί, όλοι οι άνθρωποι.
Το μικρό
Εβραιόπουλο της Κατερίνης, που γλίτωσε από το πογκρόμ των Ναζί επειδή ο
τηλεγραφητής ειδοποίησε τον πατέρα του και κράτησε για μία ώρα το
τηλεγράφημα - διαταγή, το παιδάκι που έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο
βουνό με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, είχε γίνει ένας σπουδαίος επιστήμονας,
ένας πανεπιστήμονας όπως τον αποκαλούν οι νεότεροι συνάδελφοί του.
Ένα χρόνο αργότερα, το 2006, σχεδόν μόλις είχε δημιουργηθεί ο 105,5 Στο
Κόκκινο, μου έκανε την τιμή να έρθει στο στούντιο και να μιλήσει επί δύο
ώρες με αφορμή τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Φρόιντ. Καθώς η
Αριστερά και η ψυχανάλυση δεν είχαν και δεν έχουν τις καλύτερες σχέσεις,
δεν περίμενα την πρωτοφανή ανταπόκριση των ακροατών σε κείνη τη
συνέντευξη. Αποτέλεσμα της χαρισματικής προσωπικότητας ενός σοφού
ανθρώπου, που μετέδιδε τη σοφία του και τις απίστευτες πολυεπίπεδες
γνώσεις του μιλώντας με τον πιο απλό τρόπο και λόγο, χωρίς τσιτάτα,
αγγλισμούς και ύφος καρδιναλίου.
Στις διαλέξεις του, που κατά
καιρούς παρακολουθούσα, είτε παλιότερα στο ίδρυμα Γουλανδρή- Χορν στην
Πλάκα είτε στο Μέγαρο αργότερα, η κοσμοσυρροή ήταν δεδομένη. Καθόμασταν
ακόμα και στα σκαλάκια, γυναίκες κατά 95% -διότι «οι άνδρες φοβούνται
την ψυχανάλυση, εσείς οι γυναίκες είστε πιο τολμηρές σε όλα»-, και
νιώθαμε ένα υπέροχο συναίσθημα συγγένειας μεταξύ μας. Σαν αυτό που
περιγράφουν οι νέες φεμινίστριες με τον όρο «αδελφή μου». Νιώθαμε
αδελφές και ήμασταν όλες παιδιά του.
Γιατί συνέβαινε αυτό; Γιατί
τώρα, με τον θάνατό του, πλημμύρισε αγάπη ο δημόσιος χώρος και τα σόσιαλ
μίντια, σε σημείο να μου εκμυστηρεύονται συνεργάτες του ότι κι αυτοί
ακόμη εξεπλάγησαν;
Πιστεύω ακράδαντα ότι συνέβη επειδή ακριβώς ο
Ματθαίος Γιωσαφάτ αγαπούσε τους ανθρώπους και σε όλη του τη διαδρομή
προσπάθησε να τους βοηθήσει να μπορούν ν’ αγαπήσουν κι αυτοί. Που είναι,
όπως συνήθιζε συχνά να λέει, «το δυσκολότερο αλλά και το ωραιότερο
πράγμα στη ζωή».
Έλεγε συχνά επίσης ότι το να είσαι μητέρα είναι
το δυσκολότερο «επάγγελμα χωρίς καμιά προετοιμασία» και το «μόνο εφόδιο
που έχει μια μητέρα είναι μια κασέτα στο μυαλό από τη δική της μάνα».
Κι επειδή θεωρούσε, σε αντίθεση με τις βολικές εξιδανικεύσεις, ότι η
ελληνική οικογένεια είναι εξαιρετικά δυσλειτουργική, είχε το όραμα των
Μαθημάτων Ζωής, που ήδη η Εταιρεία του έχει θέσει σε εφαρμογή πιλοτικά.
Μαθήματα ζωής με τη δημιουργία, μέσα στα σχολεία, από το νηπιαγωγείο
ακόμα, κύκλων με ειδικά εκπαιδευμένους δασκάλους, για να διδάσκονται
στην πράξη τα παιδιά τη συνύπαρξη, την αποδοχή του άλλου και την ευλογία
της προσφοράς. «Αν η ψυχοθεραπεία ήταν προληπτική ιατρική», έλεγε, «οι
κοινωνίες μας θα ήταν απείρως καλύτερες».
«Ο άνθρωπος μόνο όταν
προσφέρει είναι ευτυχισμένος» πίστευε ο Ματθαίος Γιωσαφάτ, «σε αντίθεση
με τον ατομισμό και τον καταναλωτισμό που καλλιεργείται τεχνητά και δεν
αποτελεί διέξοδο, ούτε φέρνει ευτυχία σε κανέναν. Όταν προσφέρουμε στον
άλλο και στο κοινωνικό σύνολο, είμαστε ευτυχισμένοι. Στο σύντομο πέρασμά
μας από τη ζωή, αν αφήνουμε ένα ίχνος, τότε έχει νόημα».
Ο
Ματθαίος Γιωσαφάτ άφησε το πολύτιμο ίχνος του όχι μόνο στην ψυχαναλυτική
επιστήμη, που την έβγαλε από τα δογματικά της πλαίσια, και στους
εκατοντάδες ψυχοθεραπευτές που εκπαίδευσε αλλά κυρίως στους χιλάδες
ανθρώπους που βοήθησε να δουν τον εαυτό τους, να τον αναγνωρίσουν και να
προχωρήσουν στη ζωή με θάρρος, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της πορείας
τους.
Ως μία από αυτούς, θα τον αγαπώ και θα τον ευγνωμονώ πάντα.
Εικονογράφηση για το έργο του Λόρδου Βύρωνα "Don Juan".
Χρονολογία έκδοσης
1849
Έκδοση
BYRON, George Gordon, Lord. The Poetical Works of Lord Byron. With notes, and a memoir of the author, Λονδίνο, George Henry and Co., [1849].
Σελίδα
202
Συλλογή
Ελληνική Βιβλιοθήκη - Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης
1. Βύρωνος, «Δον Ζουάν. Απόσπασμα εκ του Τρίτου Άσματος»
μτφ. Κωνσταντίνος Δόσιος
ΠΗΓΗ: ebooks.edu.gr
Α΄.
Χώρα θεία κυκλουμένη υπό νήσων μυροβόλων,
Όπου η Σαπφώ ηγάπα κ' εμελώδει φλογερά,
Ανεπήδησεν η Δήλος, εγεννήθη ο Απόλλων…
Δοξασθείσα εις τας τέχνας και τας μάχας φοβερά!
Ακατάπαυστα το έαρ σε στολίζει, σε θερμαίνει,
Ναι! απώλεσας τα πάντα αλλ' ο ήλιός σου μένει.
Β΄.
Και η μούσα η της Χίου και η μούσα η της Τέω,
Των ηρώων η κιθάρα των ερώτων ο αυλός,
Έφυγον εις ξένους τόπους κ' εγκατέλιπον την έω
Επειδή δεν τας ετίμα ο εδώ αιγιαλός.
Εις αυτάς σιγούν τας νήσους, νήσους πάλαι των Μακάρων
Κ' εξ αυτών ηχεί η δύσις, χώρα τότε των βαρβάρων.
Γ΄.
Τα βουνά την πεδιάδα βλέπουσι του Μαραθώνος,
Και ο Μαραθών τον πόντον της θαλάσσης θεωρεί·
Ων εκεί μίαν ημέραν εσυλλογιζόμην μόνος
Ότι η Ελλάς να γίνη ελευθέρα ημπορεί!
Επειδή, εφρόνουν, όστις των Περσών πατεί τους τάφους
Δεν ηδύνατο να ζήση επί δουλικού εδάφους.
Δ΄.
Ύπερθεν της Σαλαμίνος εις πετρηρεφείς ραχάδας
Βασιλεύς τις εθρονίσθη προς αυτήν παρατηρών.
Έβλεπε δε εις τα κάτω πολλάς πλοίων μυριάδας,
Αναρίθμητα τα πλήθη των στρατών των κρατερών·
Τας δυνάμεις ούτος είχεν αριθμήσει αφ' ημέρας·
Δεν μοι λέγετε πού ήσαν αυταί όλαι το εσπέρας;
Ε΄.
Και πού είναι;… Και πού είσαι συ αυτή πατρίς γλυκεία;
Εις την έρημον ακτήν σου τώρα πλέον δεν ηχεί
Των ηρώων σου το έπος, επειδή τώρα καμμία
Των ηρώων δεν υπάρχει εις τα τέκνα σου ψυχή.
Έπρεπεν αυτή η λύρα, απ' αιώνων θεία λύρα,
Εις εμού να καταντήση του βεβήλου φευ! την χείρα;
ΣΤ΄.
Καλόν ότι επί τούτου του ενδόξου τώρα τόπου
Όπου τον λαόν πιέζει των τυράννων ο ζυγός,
Την αιδώ του πατριώτου όλην επί του προσώπου
Καν αισθάνεται ο φίλος της πατρίδος αοιδός·
Αν φανή τοιούτος τώρα εις την χώραν των Ελλήνων,
Διά τούτους κοκκινίζει δι' εκείνην χύνει θρήνον.
Ζ΄.
Αλλ' αρκεί να κοκκινίζη, να θρηνή το μεγαλείον,
Ενώ έπιπτον εις μάχας οι προπάτορες ημών;
Άνοιξον, ω γη, τα σπλάγχνα κ' εκ του βάθους των μνημείων
Ολιγίστους των αρχαίων στείλ' εδώ Σπαρτιατών·
Τρεις εκ των Τριακοσίων στρατιώτας μόνον στείλε
Και με νέαν δόξαν θέλουν λαμπρυνθή αι Θερμοπύλαι.
Η΄.
Πώς! απόκρισις καμμία; σιγή άκρα των θανόντων;
Όχι, όχι, να ακούω φθόγγους κάτωθεν φωνών,
Ως μακράς βροντάς χειμάρρων ερχομένων και βοώντων,
Κεφαλήν ας ανυψώση μόνο ει των ζωντανών,
Και ερχόμεθα δρομαίοι, και ερχόμεθ' ωπλισμένοι.
Φευ! οι ζώντες σιωπώσιν. Αυτοί είν' αποθαμμένοι.
Θ΄.
Όλα μάταια! — Ας ψαύσω χορδάς πλέον ευφροσύνους·
Φέρετε της Σάμου οίνον, χύνετε αυτόν πολύν,
Οι Αγαρηνοί ας θέλουν τους πολέμους, τους κινδύνους,
Ημείς θέλομεν το αίμα από χίαν σταφυλήν.
Ίδε, ίδε, πώς ορθούται η αγέλη των αχρείων,
Και πώς τρέχει απαντώσα εις το βακχικόν σημείον.
Ι΄.
Υμείς έχετε του Πύρρου και νυν έτι τας ορχήσεις
Και δεν έχετε του Πύρρου φάλαγγα πολεμικήν·
Διατί από τας δύο υμείς ταύτας τας ασκήσεις
Δεν εσώζατε την πλέον ευγενή και ανδρικήν;
Έχετε του Κάδμου έτι την γραφήν σεις την ιδίαν,
Σας την έδωκε φρονείτε, ως καλήν διά δουλείαν;
ΙΑ΄.
Πλήρες θέλω οίνου Σάμου το ποτήριον και πάλιν
Και δεν θέλω αναμνήσεις, λύπην φέρουσι πολλήν.
Δι' αυτού ο Ανακρέων δόξαν έλαβε μεγάλην,
Ναι μεν, του τυράννου ούτος εθεράπευε εν αυλήν,
Αλλ' ο Πολυκράτης Έλλην. Τότε καν ημείς τυράννους
Είχομεν συμπατριώτας, όχι ξένους — Μουσουλμάνους.
ΙΒ΄.
Ήτο και ο Μιλτιάδης τύραννος της Χερσοννήσου,
Της ελευθερίας όμως μέγας υπερασπιστής·
Ας εφαίνετο τοιούτος άλλος τύραννος εξίσου,
Ίσως ήθελε του γένους γίνει ελευθερωτής.
Άλυσις ενός τοιούτου ίσως ήθελ' ημπορέσει
Ως εν σώμ' αδιαρρήκτως ημάς όλους να συνδέση.
ΙΓ΄.
Πλήρες πλήρες οίνου Σάμου το ποτήριον εκ νέου.
Εις τους βράχους του Σουλίου, εις της Πάργας την ακτήν
Λείψανα τινά του γένους ζώσιν έτι του γενναίου,
Όπερ Δωρικαί μητέ ες έφερον εις την ζωήν!
Εξ αυτής της φυλής ίσως των Ηρακλειδών αξίας
Θα φανούν μίαν ημέραν πρόμαχοι ελευθερίας.
ΙΔ΄.
Εις των Φράγκων υποσχέσεις μη στηρίζητε ελπίδας·
Έμπορος ο βασιλεύς των αγοράζει και πωλεί·
Εις των τέκνων σας τας λόγχας και ασπίδας και κοπίδας
Εις αυτά αυτά και μόνο η ελπίς ας στηριχθή.
Από τους αχρείους Τούρκους και τους πονηρούς λατίνους
Όσον δυνατοί κι' αν ήσθε δεινούς τρέχετε κινδύνους.
ΙΕ΄.
Πλήρη πάλιν οίνου Σάμου πλήρη θέλω την φιάλην.
Βλέπω νέας εις τα δένδρα χορευούσας εν σκιά
Και τους μαύρους οφθαλμούς των λάμψιν χύνοντας μεγάλην.
Αλλ' οι ιδικοί μου κλαίουν, χύνουν δάκρυα πικρά,
Επειδή ενώ τας βλέπω, συλλογίζομαι φρυάττων,
Ότι δούλους θα θηλάσουν με τα στήθη τα λευκά των.
ΙΣΤ΄.
Φέρετέ με εις τους στύλους του Σουνίου τους λυγδίνους,
Όπου έρημον το κύμα εις την όχθην θρηνωδεί·
Εκεί θέλω να υψώσω μετ' αυτού κ' εγώ τους θρήνους
Και ως κύκνος ν' αποθάνω, όστις θνήσκων κελαδεί.
Ως πατρίδα μου δεν θέλω δούλην γην, μα ελευθέραν.
Χύσε εις την γην τον οίνον, την φιάλην ρίψε πέραν.
…Είναι γλυκό να ακούς μεσάνυχτα το τραγούδι του γονδολιέρη να χάνεται κάπου μακριά, στα γαλάζια, λουσμένα στο φως του φεγγαριού, νερά της Αδριατικής. Είναι γλυκό να βλέπεις να ανατέλλει του δειλινού το πρώτο αστέρι· γλυκό να ακούς τον άνεμο, νύχτα, μες απ΄ τα φύλλα να περνά. Είναι γλυκό να βλέπεις στον ωκεανό το ουράνιο τόξο ν’ απλώνεται στον ουρανό.
Είναι γλυκό να ακούς του σκύλου σου το γάβγισμα, αγαπημένο καλωσόρισμα στο σπίτι όταν φτάνεις. Είναι γλυκό να ξέρεις πως ένα μάτι θα προσέξει το γυρισμό σου κι ότι πιο λαμπερό θα γίνει, όταν εσύ φανείς. Είναι γλυκό να σε ξυπνάει το κελάηδημα του κορυδαλλού και να σε νανουρίζει ο ήχος της βροχής. Γλυκό το βούισμα των μελισσών, η φωνή των κοριτσιών, το τραγούδι των πουλιών, οι πρώτοι ήχοι των παιδιών, οι πρώτες τους μικρές λεξούλες.
Είναι γλυκό το κλήμα, με τα σταφύλια στη βακχική τους έκσταση να γέρνουνε στη γη, νοτίζοντάς την με τον πορφυρό χυμό τους. Είναι γλυκό να δραπετεύεις αφήνοντας της πόλης τη διασκέδαση για τη χαρά της εξοχής.
Γλυκό για τον φιλάργυρο χρήματα να σωρεύει, γλυκιά για τον πατέρα η γέννηση του πρώτου του παιδιού. Είναι γλυκιά η εκδίκηση, ιδίως για τις γυναίκες, Τα λάφυρα στους στρατιώτες, η λεία για τους πειρατές.
[...]
Είναι γλυκό να κερδίζεις, αδιάφορο το πώς, δάφνες με αίμα ή μελάνι. Γλυκό να τελειώνει ένας καυγάς, αν και το ίδιο είναι γλυκό να τον αρχίζεις, ιδίως με κάποιο φίλο σου πολύ ενοχλητικό. Γλυκό το παλιό κρασί στα μπουκάλια, η μπύρα στα βαρέλια. Αγαπημένοι είναι οι αδύναμοι που υπερασπίζουμε ενάντια στο πλήθος κι αγαπημένα τα μέρη που ζήσαμε παιδιά· πάντα θα τα θυμόμαστε, έστω κι αν όλοι μας έχουνε ξεχάσει.
Όμως ακόμη πιο γλυκό, το πιο γλυκό απ’ όλα είναι ο πρώτος, γεμάτος πάθος έρωτας. Στέκεται μόνος, σαν τον Αδάμ που αναλογίζεται την Πτώση. Το μήλο της γνώσης έχει κοπεί, ξέρουμε πια τα πάντα, και όμως τίποτε δε θα βρούμε στη ζωή να αξίζει πιο πολύ από αυτή την πρώτη αμαρτία, αυτή τη θεϊκή φωτιά, που ο Προμηθέας, πλημμυρισμένη αμβροσία, μας έστειλε στη γη.
______________________
3. ΕΝΑ ΔΟΚΙΜΙΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΚΑΨΑΛΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΒΥΡΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ , ΤΟΝ ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ
Διονύσης Καψάλης. Σάτιρα και Επανάσταση. Οι ειρωνείες του λόρδου Βύρωνα. Σελ. 80. Εκδόσεις Αγρα, 2022
Σατιρική εποποιία
Ο Καψάλης, αξιοποιώντας τη βυρωνική φιλολογία, διέρχεται σύντομα αλλά
κατατοπιστικά την προοδευτική στάση και τη δράση του λόρδου-βουλευτή που
εντέλει, ενώ αποδεικνύεται αριστοκρατικός, «διστακτικός ριζοσπάστης»
κατά τον Beaton, καταλήγει να θεωρείται το πρότυπο του εξεγερμένου και ο
απόλυτος εισηγητής του ρομαντικού χαρακτήρα, γνωστού ως «βυρωνικού»
ήρωα.
Ποια ήταν η πολιτική δράση του Βύρωνα
πριν φτάσει στην επαναστατημένη Ελλάδα και πώς καταλήγει στη χώρα; Ποια
θέση έχει και πώς λειτουργεί η ειρωνεία στο έργο του; Πώς αντανακλάται
–ή όχι;– ένας τέτοιος σύνθετος και αντιφατικός τύπος δημιουργού στους
εμβληματικούς χαρακτήρες των έργων του Γκιαούρ, Τσάιλντ Χάρολντ, κ.ά; Τι
αλλάζει στη συνέχεια και πώς χειρίζεται ανατρεπτικά τον ρομαντικό
εγωτισμό ο Βύρων στο Δον Ζουάν; Τα παραπάνω είναι μερικά από τα
ερωτήματα που θέτει ο Διονύσης Καψάλης στο 76 σελίδων δοκίμιό του
έχοντας επίκεντρο τη βυρωνική ειρωνεία στον Δον Ζουάν, το έργο κορύφωση
και ταυτόχρονα ρήξη με τα προηγούμενα του Βύρωνα.
Το
δοκίμιο θέτει αναγνωστικούς όρους για μια διευρυμένη πρόσληψη του
Βύρωνα σε πολλά επίπεδα λειτουργώντας συνδυαστικά στην εκδίπλωση της
προσωπικότητας του ποιητή και στην εξέλιξη του έργου του και εκθέτοντας
παράγοντες που συνέβαλαν στη συγκρότηση του γεμάτου αντιθέσεις χαρακτήρα
του ποιητή: η πολιτική του δράση ενάντια στην υποκρισία και τον αγγλικό
συντηρητισμό, η φιλία του με τον Σέλεϊ, η πρώιμη επιτυχία του, η
λατρεία του κοινού, η διαχείριση της τρομερής διασημότητας.