Κυριάκος Μητσοτάκης, τα πούπουλα και τα σκάνδαλα
- The Press Project - Ειδήσεις, Αναλύσεις, Ραδιόφωνο, Τηλεόραση
Κάθε έργο που πληροί κάποια κριτήρια ποιότητας, λειτουργεί ως φορέας μιας άτυπης μαθητείας. Μας δείχνει πώς γίνεται καλά μία δουλειά και έτσι εκ των πραγμάτων μαθαίνουμε και εμείς να την κάνουμε κάπως καλύτερα. Με αυτήν την έννοια, η παρακολούθηση των γραπτών του Δημήτρη Ψαρρά μάς δείχνει τι μπορεί να είναι η δημοσιογραφία και ταυτοχρόνως τι δεν είναι η δημοσιογραφία στο 99% των περιπτώσεων σήμερα.
Έτυχε να καλέσουμε στο στούντιο τον Δημήτρη Ψαρρά να μιλήσει για το καινούργιο του βιβλίο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, την ίδια στιγμή που το διαδίκτυο είχε κατακλυστεί από ειρωνικά σχόλια για μία δημοσίευση που σχολίαζε τις διατροφικές συνήθειες του πρωθυπουργού με μία απίθανη ιστορία για γουρουνοπούλα σε ψαροταβέρνα και μία πιθανότατα πλαστή ιστορία για δεκατιανό με 7 αμύγδαλα την ημέρα, που αποτελεί αντιγραφή μιας υποτιθέμενης συνήθειας του Ομπάμα που ο πρωθυπουργός μας ή οι σύμβουλοί του αποφάσισαν να αξιοποιήσουν επικοινωνιακά. Η αντιπαραβολή ήταν άμεση και αποκαρδιωτική.
Στη δημοσιογραφία του Δημήτρη Ψαρρά αποκτάμε το σπάνιο δώρο να μαθαίνουμε κάτι που δεν γνωρίζαμε. Όσο απλοϊκό και αν ακούγεται αυτό, είναι πολύτιμο. Η δημόσια σφαίρα έχει κατακλυστεί πια από σύντομα σχόλια που κυκλοφορούν ενίοτε με ευφυΐα και οξυδέρκεια, εν ριπή οφθαλμού στο διαδίκτυο. Όμως αν η δημοσιογραφία κάνει μόνο αυτό, να σχολιάζει το ήδη γνωστό, το ερώτημα είναι ποιος ακριβώς θα ερευνά τα γεγονότα που σχολιάζουμε;
Ξεκινώ από ένα παράδειγμα πολύ χαρακτηριστικό, που προέρχεται σχεδόν από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου. Θυμόμαστε όλοι τον πρωθυπουργό να αναφωνεί «Γιατί γελάτε, κύριοι;» την ώρα που έχει εκτεθεί για ακόμη μία φορά λέγοντας την ουρανομήκη μπούρδα ότι ήταν πολιτικός κρατούμενος ως βρέφος και συμπληρώνοντας «δεν ήσασταν οι μόνοι που πολεμήσατε».
Ενώ δεν υπάρχει κανείς στον κόσμο της Αριστεράς που να μη θυμάται τον πολιτικό κρατούμενο-βρέφος, το βιβλίο του Ψαρρά μάς προσφέρει τους καρπούς μιας φρέσκιας δημοσιογραφικής έρευνας σε σχέση με αυτό.
Δημοσιεύει για πρώτη φορά τα έγγραφα της Ασφάλειας με τα οποία διατάσσεται ο κατ’ οίκον περιορισμός της οικογένειας Μητσοτάκη. Διαβάζουμε λοιπόν εκεί ότι υπήρχε ειδική πρόβλεψη προκειμένου στη διάρκεια αυτών των εβδομάδων που η οικογένεια Μητσοτάκη παρέμεινε στο σπίτι, να μπορούν να πηγαινοέρχονται τα δουλικά:
«Η μήτηρ της Μαρίκας Μητσοτάκη, συζ. Κων/νου, ως και το υπηρετικόν προσωπικόν (παιδαγωγός, καμαριέρα, μαγείρισσα, κηπουρός, υπηρέτης, συμφώνως προς υφισταμένας διαταγάς ημών, κινούνται ελευθέρως» (σ.39).
Συμπληρώνεται η αφήγηση του Ψαρρά από μία δήλωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στο ραδιόφωνο της Ντόιτσε Βέλε ότι αυτό διήρκεσε μόλις τρεις εβδομάδες, και αμέσως μετά και από μία αφήγηση του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ηλικία 28 ετών, που περιγράφει στη βιογράφο του πατέρα του, Νίτσα-Λουλέ Θεοδωράκη, ότι αυτά ήταν τα πιο ξέγνοιαστα χρόνια που έχουν περάσει: «παίζαμε, μιλούσαμε, κάναμε εκδρομές. Είχαμε οικογενειακή θαλπωρή».
Η συνταγή για μία τέτοια δημοσιογραφική δουλειά δεν είναι πολύπλοκη. Λέγεται διάβασμα και οι καρποί της είναι πολύτιμοι ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές διαφωνίες. Όμως η άσκηση μιας τέτοιας δημοσιογραφίας αποτελεί είδος υπό εξαφάνιση, διότι οι χρόνοι παραγωγής τέτοιων κειμένων δεν μπορούν ποτέ να συντονιστούν με την ταχύτητα με την οποία διεξάγονται οι συζητήσεις στο διαδίκτυο σήμερα. Έτσι υπάρχει ένας πειρασμός που δεν προκύπτει μόνο από τη ματαιοδοξία των δημοσιογράφων ως ατόμων, αλλά διαπερνά σε συστημικό επίπεδο τη λειτουργία των Μέσων Ενημέρωσης, διεθνώς. Όσο περισσότερο συζητείται ήδη ένα θέμα, τόσο καλύτερα θα επιπλεύσει στον αφρό των καθημερινών trends ένα σχετικό σχόλιο.
Αφού εξήγησα τι με γοητεύει στον τρόπο δουλειάς του Ψαρρά, να δούμε λίγο πιο συγκεκριμένα το βιβλίο. Δύο νομίζω ότι είναι οι ιδέες που διαπερνούν ολόκληρο το βιβλίο και συγκροτούν τον πυρήνα του φαινομένου Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο ένας άξονας είναι η φράση πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης «δεν διαθέτει διακριτές πολιτικές απόψεις».
Πιστεύω ότι είναι μία απολύτως δίκαιη αποτίμηση της πολιτικής του διαδρομής και ταιριάζει πολύ με το προφίλ ενός ανθρώπου χωρίς στιβαρή προσωπικότητα – εξού και οι συνεχείς λεονταρισμοί και τα ευφυολογήματα με τα οποία νιώθει ότι κατατροπώνει τους αντιπάλους του- που κινείται ανέτως μεταξύ αυτοαποκαλούμενου φιλελευθερισμού και ανέμελης ανοχής ανοιχτά φιλοχουντικών στελεχών και συμβούλων.
Αυτοπροσδιορίζεται δηλαδή ως φιλελεύθερος, αλλά παραλαμβάνει την αγία τριάδα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού (Γεωργιάδης, Πλεύρης, Βορίδης) και κάνει μία ιστορική τομή ακόμη και για τη Νέα Δημοκρατία, όπως υποστηρίζει ο Ψαρράς, καταργώντας την απόλυτη αντίθεση της στη δικτατορία μεταπολιτευτικά, με το να υποδέχεται αλλά και να αναδεικνύει στελέχη με ανοιχτά φιλοχουντικό παρελθόν.
Λιγότερο γνωστή πτυχή αυτής της τάσης είναι το επαινετικό σχόλιο για τον φίλο του Τάκη Μιχαλόλια, αδελφο του Νίκου Μιχαλολιάκου ή την περίπτωση του Κ. Λούλη, γ.γ. τουρισμού και υμνητή της χούντας, ή του Ν. Γκατζογιάννη, που γράφει βιβλίο για τη χούντα ευχαριστώντας τη που μας έσωσε από τους κομμουνιστές.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό του Κυριάκου Μητσοτάκη που προκύπτει ανάγλυφα από το βιβλίο αφορά την υπόθεση του λαϊκισμού. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του πολιτικού αφηγήματος που θεωρεί πως η αντίσταση στο λαϊκισμό είναι κάποιας μορφής λουδοβίκεια αδιαφορία για τον λαό κατά τη διακυβέρνηση. Αντίσταση στον λαϊκισμό είναι να επιτίθεσαι στα εισοδήματα της καθαρίστριας και να κόπτεσαι για την κατάργηση των ορίων στις αμοιβές των διευθυντικών στελεχών των ΔΕΚΟ (σ.121) .
Ταυτοχρόνως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας άνθρωπος δεν έχει διστάσει ποτέ και σε κανένα σημείο να πετάξει στα σκουπίδια τις απόψεις του προκειμένου να προσαρμοστεί σε αυτό που του υπαγορεύουν οι δημοσκόποι. Φυσικά, δεν υπάρχει πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα υποταγής στον λαϊκισμό, από τη στάση του στο Μακεδονικό, όπου περάσαμε στη σιωπηλή αποδοχή των Πρεσπών αφού πρώτα απολαύσαμε φιλιππικούς βουλευτικής λύσσας εναντίον του προδότη Τσίπρα. Με άλλα λόγια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εναντιώνεται ρητορικά στον λαϊκισμό, την ώρα που εμπράκτως αποτελεί τον πιο χαρακτηριστικό εκπρόσωπό του.
Σημαντικό κομμάτι του βιβλίου καταλαμβάνει η (ντροπιαστική για τον πρωθυπουργό) αποδόμηση αυτής της τόσο σημαντικής και βραβευμένης νεανικής εργασίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, την οποία αναδημοσίευσε σε μετάφραση και θεωρεί ως σήμερα «έργο ζωής».
Αναφέρεται εκεί στην εξωτερική πολιτική και τις πιέσεις που αυτή δέχεται από το εσωτερικό ακροατήριο και μας εξηγεί πώς το ΠΑΣΟΚ τόλμησε να πολιτικοποιήσει ένα στρατηγικό ζήτημα όπως είναι οι βάσεις.
Στο δικό μας λεξιλόγιο βεβαίως πολιτικοποίηση αυτού του στρατηγικού ζητήματος σημαίνει πολύ απλά ότι θα επιθυμούσε και ο λαός να γνωρίζει και να αποφασίζει τι κάνει στρατιωτικά η χώρα μας. Θα ήταν πολύ χρήσιμο, για να πάρουμε ένα πρόσφατο παράδειγμα, να είχε μπει κανείς στον κόπο να μας εξηγήσει αν η χώρα μας στέλνει όπλα στην Ουκρανία και τι όπλα είναι αυτά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπηρετεί τη λογική του διαχωρισμού των λεγόμενων “εθνικών θεμάτων” (σ.86) από την πολιτική σφαίρα, που σημαίνει ότι εκείνος μπορεί ως ηγέτης να αποφασίσει σε συνεργασία με τους συμβούλους του πού θα ξοδεύουμε το 1/4 του χρέους της χώρας μας για εξοπλισμούς, ενδεχομένως και πού θα βρεθούν Έλληνες στρατιώτες, και εμείς θα ασχολούμαστε με τις διατροφικές του συνήθειες.
Ξεκινώντας λοιπόν το βιβλίο από το βρεφικό αστείο για την αντίσταση στη Χούντα, περνώντας από την αξιοθρήνητη εργασία που βραβεύεται από το Χάρβαρντ (να θυμίσουμε εδώ τους δεσμούς που διατηρεί και η Γιάννα Αγγελοπούλου με το Harvard, μια που συζητάμε για διανοούμενους που έχουν διαπρέψει στο εξωτερικό), συνεχίζει με τη Siemens και το μακεδονικό και φτάνει ως τη σημερινή εποχή. Είναι μια ιστορία βαμβακερής προστασίας εξ απαλών ονύχων, για την οποία ο πρωθυπουργός δεν διαθέτει καν τη στοιχειώδη πολιτική φρόνηση να σιωπά, όπως κάνει εύλογα η αδερφή του για τα ίδια θέματα, που προφανώς μεγάλωσε με την ίδια προστασία αλλά δεν βγήκε να πει ότι δεν βασανίστηκε μόνο η Αριστερά.
Παρότι το βιβλίο είναι γραμμένο σε πολύ ήπιους τόνους -πολύ ηπιότερους από αυτό το άρθρο, φυσικά-, και δεν υπάρχει πουθενά ειρωνεία του προσώπου του πρωθυπουργού, με εξαίρεση ίσως κάποιες διακριτικές μπηχτές για την αγάπη του προς τα ταξίδια, το έργο φιλοτεχνεί το πορτρέτο ενός πολιτικού ο οποίος περιγράφεται ως πάρα πολύ λίγος.
Σε αρκετά σημεία εμφανίζονται τρανταχτές γκάφες του πρωθυπουργού, όπως όταν λέει ότι λυπάται που μια καθαρίστρια του ΟΣΕ παίρνει όσα ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, για να εισπράξει την απάντηση από τη βουλεύτρια Δ. Χαραλαμπίδου ότι στον ΟΣΕ δεν έχουν καθαρίστριες, είναι δανεικές, με μισθούς 300 ευρώ. Ομοίως, όταν πρότεινε μείωση του εισαγωγικού μισθού στο Δημόσιο στα 586 ευρώ, χωρίς να έχει λάβει υπόψη του ότι στον ιδιωτικό τομέα δεν είχαν κοπεί τα δώρα Χριστουγέννων Πάσχα και το επίδομα αδείας, άρα οι ιδιωτικοί υπάλληλοι έπαιρναν 14 μισθούς.
Αν προσθέσει κανείς τα επαγγελματικά ναυάγια, δηλαδή πχ ότι η εταιρεία Iven της οποίας ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, υποχρεώθηκε να επιστρέψει τα χρήματα που είχε λάβει στο πλαίσιο του Γ’ ΚΠΣ, διότι είχε εντάξει στο πρόγραμμα ενίσχυσης εταιρείες που δεν πληρούσαν τα κριτήρια, αντιλαμβανόμαστε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν διαθέτει κάποια αξιοζήλευτη πορεία. Έχει όμως πολύ θετικές δημοσιογραφικές κριτικές για την πορεία του.
Πολλοί επιμένουν στο ζήτημα της επάρκειας, ανακινώντας την απορία αν έχει νόημα να κατακεραυνώνουμε τον πρωθυπουργό για τις ικανότητές του, την εργατικότητά του ή την ευφυΐα του, την ώρα που το μόνο πρόβλημά μας μαζί του είναι η πολιτική του.
Ως προς αυτό, ο Ψαρράς αναφέρει πειστικά στον πρόλογο ήδη του βιβλίου ότι υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων για τους οποίους δεν έχει καμία σημασία αν μας γεμίζουν το μάτι ως προσωπικότητες, διότι όποια και αν είναι η άποψη που έχουμε για αυτούς, αλλάζουν το τοπίο της σημερινής πολιτικής, «έδωσαν τον τόνο στις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ετών», όπως λέει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει βέβαια την επιρροή ενός Τραμπ, αλλά έχει και αυτός το κεντρικό χαρακτηριστικό του φαινομένου Τραμπ: τον συνδυασμό αφέλειας και καταστροφής.
Το βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά είναι απολαυστικό και φέρνει όπως πάντα καινούργια στοιχεία, καρπούς προσωπικής έρευνας, στο φως. Το συνιστώ ενθέρμως.
Μια καριέρα. Η πολιτική διαδρομή του Κυριάκου Μητσοτάκη
Δημήτρης Ψαρράς, εκδ. Νήσος, σ. 256
Δείτε τη συζήτηση που έγινε με τον συγγραφέα στο ραδιόφωνο του TPP:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου