19/6/22
Αιμίλιος Χουρμούζιος
Ένας λαμπρός, πλην, ξεχασμένος διανοητής
Της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη*
Το
κριτικό, δοκιμιακό και μεταφραστικό έργο του Αιμίλιου Χουρμούζιου (
1904-1973)** εκδότη του περιοδικού Νέα Επιθεώρηση, κυκλοφόρησε από τις
«Εκδόσεις των φίλων»,
Τα βιβλία των εκδόσεων Εκδόσεις των Φίλων ebooks.gr
με διευθύνοντα επιμελητή τον Κώστα Τσιρόπουλο
(ιδρυτή του περιοδικού Ευθύνη), σε επτά τόμους, που συμπληρώνουν την
τρίτομη μελέτη του Ο Παλαμάς και η εποχή του και τη μελέτη του Ευγένιος
Ο’ Νηλ, ένας εικονοκλάστης του θεάτρου. Η ζωή του - το έργο του - η
πίστη του.
Η
έκδοση αυτού του πολύτομου έργου έγινε πριν από μισό αιώνα, όταν ακόμη η
λογοτεχνία, χωρίς διαφήμιση και εκδοτικές πολυτέλειες, εξακολουθούσε να
είναι και να αναγνωρίζεται ως ένα βαρυσήμαντο πολιτιστικό γεγονός,
λαμβάνον χώρα σε προστατευμένους θύλακες της κοινωνικής ζωής, όπου οι
Τέχνες και τα Γράμματα θεωρούνταν εκ των ων ουκ άνευ συντελεστές της
προαγωγής και ανόδου της χώρας. Η συμβολή του Αιμίλιου Χουρμούζιου σ΄
αυτήν υπήρξε ουσιαστική και αποφασιστική, αν όχι για τις τελευταίες δύο
δεκαετίες του 20ού αι., σίγουρα, πάντως, για τις δυο επερχόμενες του
21ου αι.
Και
καθώς το ενδιαφέρον για διδακτορικές διατριβές για τα δοκίμια του Κωστή
Παπαγιώργη πληθαίνουν, αν κάποιος αναρωτηθεί «γιατί άραγε;», θα
σπεύσουν να του θυμίσουν τον ιερό κανόνα της ευκολίας της ανάγνωσης
κειμένων με ειδική θεματολογία∙ κανόνα που ευλαβικά σεβάστηκε ο
Παπαγιώργης στα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν το μεγάλο σε ουσία έργο
του Χουρμούζιο, καταδικασμένο από έλλειψη ενδιαφέροντος στην αφάνεια,
είναι θαμμένο στη σιωπή, μιας και αναγνώστες και επίδοξοι μελετητές του
καιρού μας, παγιδευμένοι στη βιασύνη και στη λειψή συγκέντρωση,
διατηρούν ως κόρη οφθαλμού έναν προσγειωτικό έως κυνικό ρεαλισμό, άσχετο
με τον «ρομαντικό ρεαλισμό» που διέκρινε ο Χουρμούζιος ως θέση και
στάση όσων αληθινών συγγραφέων προέκυψαν, στις δεκαετίες που ξεφύτρωσαν
μέσα από τις στάχτες και τα ερείπια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Με
στοχαστικό λόγο, που ανακόπτει λυρισμούς και ρητορισμούς, είχε ως αρχή
να αποδίδει κατά το δυνατόν πληρέστερα και ακριβέστερα τους
προβληματισμούς του σε θέματα που η σοβαρότητα και το κατεπείγον τους
απασχολούσαν τον νου και την πένα του. Είναι ενδεικτικό το είδος
ορισμένων κειμένων που μεταφράζει, ως χρήσιμων εργαλείων για τη βασική
συγκρότηση των διανοητών.
Κι
ενώ βιοπορίσθηκε από τη δημοσιογραφία, την άσκησε ως κοινωνική και
εθνική αποστολή, που προαπαιτεί εκτός από συνεχή ενημέρωση και
ευρυμάθεια, θεωρητική και κριτική σκέψη συγκροτημένη με στέρεο τρόπο,
ώστε να λειτουργεί ως ιδεολογία/ θεωρία/ μέθοδος, ικανή να στηρίζει την
εμπειρική εποπτεία της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.
Γύρω
από αυτό τον άξονα, καμωμένο από το πιο γερό μέταλλο, κινούνται οι
βιβλιοκριτικές και τα στοχαστικά του δοκίμια για ζητήματα εθνικής και
προσωπικής συνείδησης, ιδεολογίας και κοσμοαντίληψης, που διαποτίζουν το
μυθιστόρημα, όπως και για θέματα σχέσης μορφής, περιεχομένου, θέματος,
και ύφους, συναισθηματικής και αισθητικής συγκίνησης∙ όλα τόσο
διασαφηνισμένα που αιφνιδιάζουν τον τωρινό αναγνώστη, με την πυκνότητα
και το βάθος ενός στοχασμού από πρώτο χέρι, με τον ευρύ προοπτικό τους
ορίζοντα και την αντοχή τους. Γιατί αυτός ο αναγνώστης είναι συνήθως
βέβαιος για τη πνευματική υπεροχή του σε σχέση με παλαιότερους κριτικούς
και μελετητές. Φυσικά, αυτός ο κανόνας ισχύει δια των πάρα πολλών
εξαιρέσεών του, αφού ο σημερινός Έλληνας διανοούμενος μένει τυφλός, αν
δεν μαθητεύσει κοντά σε ζωντανούς ή νεκρούς δασκάλους, και εν
προκειμένω, μιας από τις λίγες αληθινά ανοδικές περιόδους, όπως η
περίοδος 1955-1966, που τη φορά της καταβαράρθρωσε η μαύρη επταετία.
Μεταξύ
άλλων, λοιπόν, ο σημερινός υπερ-εγκεφαλικός αναγνώστης χρειάζεται να
διαβάσει τις θεωρητικές θέσεις και τους προβληματισμούς του Χουρμούζιου
για την σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, σε κείμενα που δημοσίευσε το 1963,
ύστερα από πλήθος κριτικά δοκίμια που έγραψε, από τα πρώτα σχεδόν
χρόνια της μετεμφυλιακής και ψυχροπολεμικής δεκαετίας του 1950, για ό,τι
καλύτερο είχε να επιδείξει η μεσοπολεμική λογοτεχνία μας ( Αλκ.
Γιαννόπουλος, Μ. Καραγάτσης, Φ. Κόντογλου, Στρ. Μυριβήλης Άγ. Τερζάκης,
Ζ. Παπαντωνίου, Θ. Πετσάλης,) ενώ συγχρόνως αναζητούσε για το ελληνικό
μυθιστόρημα διόδους εξόδου από την κρίση στην οποία το καταδίκαζε ένας
κοσμοπολιτικός υποκειμενισμός, που άφηνε τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία
«να μοιάζει ξεριζωμένη χωρίς να έχει ρίζα!.. Γι’ αυτό και μέσα στο
σίφουνα του σημερινού κόσμου, φαίνεται παραδαρμένη κι αβοήθητη. Μοιάζει
με κάποια καχεκτικά φυτά που μπορούν να παίρνουν μπόι, αλλά δεν έχουν
πλούσια ρίζα για να δέσουν κορμό. Κι όμως αυτή η λογοτεχνία , που έδειξε
πόσο μεγάλη είναι η δρασκελιά της , αφού μπόρεσε να γεφυρώσει τόσα
χάσματα ανάμεσα στην απλοϊκή ηθογραφία και στη σημερινή μεταπολεμική
ψυχολογία που παρωθεί σε τόσες κοσμοπολίτικες ακροβασίες, αν ήθελε κάπως
να σταθεί, θα μπορούσε ίσως να βρει τον καιρό να κοιτάξει μέσα στην
ψυχή της. Εκεί θα βρει ό,τι σήμερα της λείπει. Γιατί τώρα κρατάει ένα
γυαλί και θαρρεί πως κοιτάζει μέσα στην ψυχή του κόσμου, ενώ δε βλέπει
παρά το δέρμα του..."
Αλλά
θα επανέλθουμε με τις ιδέες του Αιμίλιου Χουρμούζιου για την ελληνική
λογοτεχνία, τον Homo Hellenicus και την κίνηση των ιδεών του.
*Η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη είναι ομότιμη καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΑΠΘ και πεζογράφος
Αλεξάνδρα Δεληγιώργη - Βικιπαίδεια
Νίκος Εγγονόπουλος, Ο Μερκούριος Μπούας, 1971, λάδι σε μουσαμά, 55 x 45 εκ, Συλλογή Ιδρύματος Ωνάση |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου