Σάββατο, Μαρτίου 02, 2019

Aλλ’ είναι της γαλής ψυχή η υπερηφάνειά της...

Οι Γάτες των Φορτηγών
 
Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν,
που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί,
κι αυτή, σαν απ’ τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι,
περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί. 
 *
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες,
και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά,
μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει,
είναι γι’ αυτούς σα μια γλυκιά γυναίκεια συντροφιά. 
 *
Είναι περήφανη κι οκνή, καθώς όλες οι γάτες,
κι είναι τα γκρίζα μάτια της γιομάτα ηλεκτρισμό·
κι όπως χαϊδεύουν απαλά τη ράχη της, νομίζεις
πως αναλύεται σ’ ένα αργό και ηδονικό σπασμό. 
 *
Στο ρεμβασμό και στο θυμό με τη γυναίκα μοιάζει
κι οι ναύτες περισσότερο την αγαπούν γι’ αυτό·
κι όταν αργά και ράθυμα στα μάτια τούς κοιτάζει,
θαρρείς έναν παράξενο πως φέρνει πυρετό. 

Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα,
για του σιδέρου την κακήν αρρώστια φυλαχτό,
χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
να την φυλάξουν απ’ το μαύρο θάνατο μ’ αυτό. 
 *
Γιατί είναι τ’ άγρια μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα
κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο το τραβά,
κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σ’ ένα σημείο κοιτώντας
φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά. 
 *
Λίγο πριν απ’ το θάνατον από τους ναύτες ένας,
―αυτός οπού ‘δε πράματα στη ζήση του φριχτά―
χαϊδεύοντάς την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
κι ύστερα μέσ’ στη θάλασσα την άγρια την πετά. 
 *
Kαι τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λυγά η καρδιά τους,
πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή,
γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει,
σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή.
Νίκος Καββαδίας



Ο γάτος μου
Ο γάτος μου
έχει όλα τα ελαττώματα
και τις αδυναμίες μου.
Νωχελής και ακαμάτης
νυχτόβιος και ονειροπόλος
του αρέσει να μυρίζει το σκοτάδι.
Σπάταλος στα χάδια
ρίχνεται στο κορίτσι μου
χώνεται στα πόδια της
κι όταν τον διώχνω
μου παρασταίνει τον τίγρη.
Συχνά τον γελοιοποιώ
και τότε αγριεύει
σηκώνουνται στη ράχη του οι τρίχες
και μου δείχνει τα νύχια του.
Όταν οι καλεσμένοι μου
μιλάνε για πολιτική
πλήττει και κοιμάται στο χαλί.
Δεν μου επιτρέπει να βλέπω τηλεόραση
κι έμαθε με την ουρά του
να μου κλείνει το κουμπί.
Ωστόσο δεν χώνει την ουρά του πουθενά.
Δειλός και άτολμος
δεν ανεβαίνει ποτέ στα κεραμίδια.
Αγαπάει τις όμορφες γάτες
αλλά κανείς δεν ξέρει
πού σμίγει τις φιλενάδες του.
Αλχημιστής απολαύσεων
αριστοτέχνης εκπλήξεων
σκηνοθέτης της σκιάς του
κυνηγάει πεταλούδες.
Με εκλιπαρεί να τον προσέξω
μα εγώ τον αποφεύγω επίτηδες
και τον παρακαλώ να με αφήσει ήσυχο
να γράψω αυτό το ποίημα για το γάτο μου
που με βασανίζει χρόνια.
Μου γυρίζει τότε την πλάτη
και χάνεται στο σκοτάδι.
Και βέβαια δεν με ζηλεύει καθόλου
για τις επιδόσεις μου στην Ποίηση.
Θέλει να μοιράζεται το πιάτο μου
αλλά δεν του κάνω ποτέ το χατίρι
κι ας λένε πως η Ποίηση
είναι το πιάτο που μοιράζεται
ο ποιητής με το γάτο του.

Γιώργης Παυλόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια: