Τοξικά λύματα δηλητηριάζουν τον Θερμαϊκό
Βιομηχανικά και αστικά απόβλητα έχουν μετατρέψει τη θαλασσινή αγκαλιά της Θεσσαλονίκης σε χαβούζα
( για μεγέθυνση, κάντε κλικ στην εικόνα)
Σε χαβούζα βιομηχανικών αποβλήτων και βοθρολυμάτων έχει μετατραπεί ο Θερμαϊκός, σύμφωνα με έρευνες που καταγράφουν την ανεξέλεγκτη περιβαλλοντική καταστροφή στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου.
Σε χαβούζα βιομηχανικών αποβλήτων και βοθρολυμάτων έχει μετατραπεί ο Θερμαϊκός, σύμφωνα με έρευνες που καταγράφουν την ανεξέλεγκτη περιβαλλοντική καταστροφή στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου.
Αδιάψευστος μάρτυρας οι φωτογραφίες που αποκαλύπτουν «ΤΑ ΝΕΑ», όπου απεικονίζονται αγωγοί εργοστασίων στην περιοχή του αεροδρομίου να απορρίπτουν λύματα απευθείας στα νερά του ήδη επιβαρημένου οικοσυστήματος. Επιπλέον, αστικά λύματα από την Τάφρο του Φοίνικα καταλήγουν στον κόλπο καθώς η μονάδα βιολογικού καθαρισμού λειτουργεί ανεπαρκώς.
«Αν και το πρόβλημα της ρύπανσης στον Θερμαϊκό έχει καταγραφεί πολλές φορές στο παρελθόν, οι αρμόδιοι δεν λαμβάνουν άμεσα μέτρα για να αποτραπεί η καταστροφή. Δεν χρειάζονται άλλες έρευνες- αυτό που χρειάζεται είναι η άμεση παρέμβαση των αρμοδίων καθώς η απειλή για τη δημόσια υγεία είναι μεγάλη», λέει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Βιολογίας του ΑΠΘ κ. Αθανάσιος Κούκουρας, επικεφαλής της έρευνας που συνέκρινε την αύξηση της ρύπανσης στον Θερμαϊκό μέσα σε χρονικό διάστημα 30 χρόνων. Στη συγκεκριμένη έρευνα αποδεικνύεται ότι οι εκτάσεις της βαριάς ρύπανσης στην περιοχή του κόλπου έχουν πενταπλασιαστεί από το 1976 έως το 2006, ενώ οι εκτάσεις όπου δεν εμφανίζεται καθόλου ζωή αυξήθηκαν κατά τρεις φορές. Πιο συγκεκριμένα, το 1976 ως αζωικές περιοχές εμφανίζονταν μόνο η παραλιακή ζώνη του βιομηχανικού Καλοχωρίου και η περιοχή κάτω από τον Λευκό Πύργο όπου απορρίπτονταν τα οικιακά απόβλητα. Το 2006 η «νεκρά θάλασσα» του Καλοχωρίου είχε επεκταθεί νότια και βόρεια σε ακτίνα χιλιομέτρων, ενώ στον Λευκό Πύργο η αζωική περιοχή είχε μεγαλώσει και μετατοπιστεί πέντε χιλιόμετρα προς το κέντρο του κόλπου. Ωστόσο, ο βιολογικός καθαρισμός της Θεσσαλονίκης λειτουργούσε ήδη δέκα χρόνια την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας. Επιπλέον, η βαριά ρύπανση έχει επεκταθεί σε ολόκληρο τον άνω Θερμαϊκό ξεκινώντας νότια από τις εκβολές του Αλιάκμονα, έως και το ακρωτήριο Μεγάλο Έμβολο στα ανατολικά.
«Αν και το πρόβλημα της ρύπανσης στον Θερμαϊκό έχει καταγραφεί πολλές φορές στο παρελθόν, οι αρμόδιοι δεν λαμβάνουν άμεσα μέτρα για να αποτραπεί η καταστροφή. Δεν χρειάζονται άλλες έρευνες- αυτό που χρειάζεται είναι η άμεση παρέμβαση των αρμοδίων καθώς η απειλή για τη δημόσια υγεία είναι μεγάλη», λέει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Βιολογίας του ΑΠΘ κ. Αθανάσιος Κούκουρας, επικεφαλής της έρευνας που συνέκρινε την αύξηση της ρύπανσης στον Θερμαϊκό μέσα σε χρονικό διάστημα 30 χρόνων. Στη συγκεκριμένη έρευνα αποδεικνύεται ότι οι εκτάσεις της βαριάς ρύπανσης στην περιοχή του κόλπου έχουν πενταπλασιαστεί από το 1976 έως το 2006, ενώ οι εκτάσεις όπου δεν εμφανίζεται καθόλου ζωή αυξήθηκαν κατά τρεις φορές. Πιο συγκεκριμένα, το 1976 ως αζωικές περιοχές εμφανίζονταν μόνο η παραλιακή ζώνη του βιομηχανικού Καλοχωρίου και η περιοχή κάτω από τον Λευκό Πύργο όπου απορρίπτονταν τα οικιακά απόβλητα. Το 2006 η «νεκρά θάλασσα» του Καλοχωρίου είχε επεκταθεί νότια και βόρεια σε ακτίνα χιλιομέτρων, ενώ στον Λευκό Πύργο η αζωική περιοχή είχε μεγαλώσει και μετατοπιστεί πέντε χιλιόμετρα προς το κέντρο του κόλπου. Ωστόσο, ο βιολογικός καθαρισμός της Θεσσαλονίκης λειτουργούσε ήδη δέκα χρόνια την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας. Επιπλέον, η βαριά ρύπανση έχει επεκταθεί σε ολόκληρο τον άνω Θερμαϊκό ξεκινώντας νότια από τις εκβολές του Αλιάκμονα, έως και το ακρωτήριο Μεγάλο Έμβολο στα ανατολικά.
Πρόστιμα... λάιτ
«Αν πιάσεις το ίζημα στην παραλία του Καλοχωρίου, τα χέρια σου καίνε από τις τοξικές ουσίες λόγω των απορρίψεων ανεπεξέργαστων βιομηχανικών αποβλήτων», αναφέρει ο κ. Κούκουρας. Χαρακτηριστικό πάντως είναι το γεγονός ότι από τις αρχές του 2004 έως τον Αύγουστο του 2007 οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος διεξήγαγαν 42 επιθεωρήσεις σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες του Νομού Θεσσαλονίκης, ενώ η Νομαρχία στο ίδιο χρονικό διάστημα επέβαλε πρόστιμα ύψους 114.600 ευρώ. Σύμφωνα με τον καθηγητή Βιολογίας του ΑΠΘ, τα υψηλά επίπεδα ρύπανσης στον Λευκό Πύργο πιθανότατα οφείλονται στη λειτουργία αγωγών που συνεχίζουν να ρίχνουν ανεπεξέργαστα βο θρολύματα στον Θερμαϊκό, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί η σύνδεση στο κεντρικό αποχετευτικό σύστημα της Θεσσαλονίκης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφονται υψηλές τιμές μικροβιακών φορτίων από το 1996, οπότε και ξεκίνησε η λειτουργία της μονάδας βιολογικού καθαρισμού της συμπρωτεύουσας: Από τα δεδομένα του συστήματος παρακολούθησης της μικροβιακής ποιότητας του θαλασσινού νερού του Θερμαϊκού Κόλπου κατά την περίοδο 2000-2005, προκύπτει ότι το 2005 στο 60% των σταθμών επιφανείας η τιμή των κοπρανωδών στρεπτόκοκκων υπερέβη περιστασιακά τις ανώτερες τιμές της ευρωπαϊκής οδηγίας. Βάσει των αποτελεσμάτων ενός άλλου συστήματος παρακολούθησης, αυτού των κυτταρικών βιομαρτύρων, παρατηρείται «ομογενοποίηση» των επιπέδων ρύπανσης μεταξύ των δειγματοληπτικών σταθμών του Θερμαϊκού. Σύμφωνα με την έρευνα, τα συγκεκριμένα αποτελέσματα χαρακτηρίζονται ανησυχητικά διότι έρχονται σε αντίθεση με αυτά της περιόδου 1996-1998, οπότε και υπήρχε σαφής διαφοροποίηση των επιπέδων ρύπανσης ανάμεσα στις ανατολικές και τις δυτικές ακτές του κόλπου.
Δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφονται υψηλές τιμές μικροβιακών φορτίων από το 1996, οπότε και ξεκίνησε η λειτουργία της μονάδας βιολογικού καθαρισμού της συμπρωτεύουσας: Από τα δεδομένα του συστήματος παρακολούθησης της μικροβιακής ποιότητας του θαλασσινού νερού του Θερμαϊκού Κόλπου κατά την περίοδο 2000-2005, προκύπτει ότι το 2005 στο 60% των σταθμών επιφανείας η τιμή των κοπρανωδών στρεπτόκοκκων υπερέβη περιστασιακά τις ανώτερες τιμές της ευρωπαϊκής οδηγίας. Βάσει των αποτελεσμάτων ενός άλλου συστήματος παρακολούθησης, αυτού των κυτταρικών βιομαρτύρων, παρατηρείται «ομογενοποίηση» των επιπέδων ρύπανσης μεταξύ των δειγματοληπτικών σταθμών του Θερμαϊκού. Σύμφωνα με την έρευνα, τα συγκεκριμένα αποτελέσματα χαρακτηρίζονται ανησυχητικά διότι έρχονται σε αντίθεση με αυτά της περιόδου 1996-1998, οπότε και υπήρχε σαφής διαφοροποίηση των επιπέδων ρύπανσης ανάμεσα στις ανατολικές και τις δυτικές ακτές του κόλπου.
Βαρέα μέταλλα
Σύμφωνα με έρευνα του Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, στα ιζήματα του πυθμένα του Θερμαϊκού παρατηρούνται ιδιαίτερα αυξημένες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων, όπως μόλυβδος, ψευδάργυρος, χρώμιο και χαλκός, τα οποία ακόμα και σε ελάχιστες ποσότητες χαρακτηρίζονται τοξικά. Οι πηγές των ρύπων βάσει των στοιχείων της έρευνας εντοπίστηκαν στη βιομηχανική ζώνη, σε εκροές αστικών αποβλήτων και γεωργικών εκπλυμάτων, σε τοπικούς χείμαρρους αλλά και στις εκβολές του Αξιού, του Λουδία και του Αλιάκμονα όπου απορρίπτουν τα απόβλητά τους βιομηχανίες. Ειδικότερα, πολύ επιβαρημένες σε ποσότητες ψευδαργύρου και χαλκού χαρακτηρίστηκαν οι περισσότερες περιοχές δειγματοληψίας, ανάμεσα στις οποίες αρνητικό ρεκόρ σημείωσαν οι θαλάσσιες περιοχές Καλοχωρίου, Λευκού Πύργου, Αρετσού, Αεροδρομίου, Νέας Μηχανιώνας αλλά και οι εκβολές του Αλιάκμονα. Όσον αφορά τις συγκεντρώσεις χρωμίου, υψηλότατες τιμές εντοπίστηκαν στο Καλοχώρι λόγω της βιομηχανικής δραστηριότητας, ενώ οι υψηλότερες συγκεντρώσεις μολύβδου καταγράφηκαν στα ανατολικά και νοτιοανατολικά του κόλπου.
Στην τροφική αλυσίδα
Μόλυβδος από το νέφος καταλήγει στη θάλασσα
«ΟΙ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ αιωρούμενων σωματιδίων στον αέρα της Θεσσαλονίκης ξεπερνούν κατά 70% τα όρια που τίθενται από την Ευρωπαϊκή Ένωση», επισημαίνει στα «ΝΕΑ» η κ. Κωνσταντίνη Σαμαρά, αναπληρώτρια καθηγήτρια Χημείας στο ΑΠΘ. Στην έρευνα της κ. Σαμαρά καταγράφεται ότι η κυριότερη πηγή μικροσωματιδίων είναι η κυκλοφορία των αυτοκινήτων, με τα πετρελαιοκίνητα να συμμετέχουν από 19% έως 39%, τα συμβατικά από 13% έως 17% και τα καταλυτικά από 11% έως 15%. Οι μεγάλες συγκεντρώσεις ατμοσφαιρικού μόλυβδου που εντοπίζονται κυρίως στο κέντρο της πόλης οφείλονται στα συμβατικά αυτοκίνητα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας. «Πέρα από τις συνέπειες στην υγεία των κατοίκων, ο μόλυβδος που αιωρείται στον αέρα της Θεσσαλονίκης με τη βροχή καταλήγει στον Θερμαϊκό και αυξάνει ακόμα περισσότερο την περιεκτικότητα σε βαρέα μέταλλα», αναφέρει ο κ. Αθανάσιος Κούκουρας από τη Βιολογική Σχολή του ΑΠΘ.ΤΑ ΝΕΑ,4/12/2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου