ΟΛΑ ΕΝΑ ΨΕΜΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
4 Μαϊου
Τι άλλο θα δουν τα μάτια μου; Μετά την ποίηση, το θέατρο,τις φιλολογικές μελέτες, τις μεταφράσεις, τώρα ήρθε η σειρά του μυθιστορήματος. Ο Π. γράφει… αστυνομικό! Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης…Βόλτα μοναχική στις όχθες της Τράπεν Σέε. Χαρά θεού! Το ηλιοβασίλεμα με βρήκε να ταϊζω τις πάπιες και τους κύκνους. Μελαγχολία! Μήπως πρέπει ν’ αρχίσω να μαδάω μαργαρίτες;
1
Το δωμάτιο είναι μικρό και επιπλέον βρόμικο. Τυπικός εκπρόσωπος γαλλικών ξενοδοχείων τέταρτης κατηγορίας. Ελάχιστα φτηνά έπιπλα της δεκαετίας του εβδομήντα, έτοιμα να διαλυθούν στα εξ ων συνετέθησαν , κρεβάτι στρωμένο με σεντόνια φθαρμένα , σκεπασμένο με ένα κόκκινο πάπλωμα , που έχει χάσει προ πολλού τη γυαλάδα του. Τα ίχνη των άφθονων λεκέδων επάνω τους δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για την πηγή της προέλευσής τους .Ακουμπώ το σάκο δίπλα στο κομοδίνο και πέφτω με τα ρούχα στο κρεβάτι , που διαμαρτύρεται βγάζοντας υστερικές κραυγές . Ανάβω την πίπα μου . Καπνίζω κοιτάζοντας τη σκονισμένη οθόνη της προϊστορικής τηλεόρασης που αναπαύεται σ’ ένα σκεβρωμένο ράφι .
Είμαι θεονήστικος. Τα τελευταία σάντουιτς που είχα ετοιμάσει στο σπίτι μού τέλειωσαν στην Ντιζόν. Φτάνοντας στην Αντίμπ ήταν αργά και τα σούπερ μάρκετ κλειστά . Δεν έχω διάθεση να καταφύγω στην εύκολη λύση των Μακ Ντόναλτς. Όσο για γαλλικό εστιατόριο ούτε λόγος . Τα χρήματά μου είναι περιορισμένα και πρέπει να τη βγάλω σπαρτιάτικα. Πετάγομαι όρθιος. Ανοίγω τη βαλίτσα , βγάζω ένα τριανταπεντάρι Κολτ και ένα κουτάκι σφαίρες.Τα χώνω κάτω από το στρώμα και βγαίνω από το δωμάτιο προς αναζήτηση τροφής .
Η πόλη είναι γεμάτη ζωή. Το αντίθετο με τις γερμανικές πόλεις , που το βράδυ μοιάζουν με νεκροταφεία. Χιλιάδες λαμπιόνια ντύνουν με πολύχρωμα πουάν τους δρόμους. Οι βιτρίνες των καταστημάτων δημιουργούν παραμυθένιες ψευδαισθήσεις , τα δημόσια κτίρια και τα μνημεία τέμνουν ολόφωτα το παγωμένο σώμα της νύχτας. Στις προσόψεις των μεγάρων πλαστικοί Αγιοβασίληδες επιχειρούν να μπουκάρουν στο εσωτερικό τους. Άνθρωποι κάθε ηλικίας σουλατσάρουν στα πεζοδρόμια χειρονομώντας και μιλώντας ζωηρά. Η πόλη έχει βάλει τα καλά της , για να γιορτάσει με λαμπρότητα τα Χριστούγεννα του σωτηρίου έτους 1999.
Πονώ . Όχι σωματικά . Γι΄ αυτό ο πόνος είναι πιο οξύς. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που περνώ τόσο άσχημες γιορτινές μέρες. Τα μαγικά χέρια πρώτα της μάνας μου κι αργότερα της Αρετής μεταμόρφωναν το σπίτι σε παράδεισο. Στολίδια, δώρα , μελωδίες από τα καρουζέλ που με μανία κούρδιζα και μ' έκαναν να μη θέλω να το κουνήσω από κει μέσα . Οσφραινόμουν μαγεμένος τις μυρουδιές από την κανέλα και τη βανίλια , τσιμπολογούσα τους κουραμπιέδες και τα πολίτικα σαραγλιά , βυθιζόμουν στην πολυθρόνα με τον Ντίκενς στο χέρι .
Η εικόνα της μάνας μου. Τι να κάνει τώρα η μάνα μου; Της φέρονται, άραγε, καλά στον οίκο ευγηρίας που την κλείσαμε μετά το δεύτερο εγκεφαλικό;
Δυο τετράγωνα πέρα από το ξενοδοχείο χώνομαι σ’ ένα λιβανέζικο ίμπις . Παραγγέλλω γύρο κοτόπουλο με κουσκούς και μεταλλικό νερό. Στην επιστροφή για το ξενοδοχείο αγοράζω μια τοπική εφημερίδα.
Μπαίνω στην άθλια μπανιέρα, που έχει να καθαριστεί από την εποχή του Νώε, και κάνω ένα καυτό ντους. Αλλάζω εσώρουχα . Αντί πιζάμας προτιμώ την αθλητική μου φόρμα.
Σβήνω το φως του κομοδίνου. Προσπαθώ να χαλαρώσω , αλλά η υπερένταση από το ταξίδι είναι γαντζωμένη ακόμη στα νεύρα του . Σηκώνομαι και ψάχνω στο σακ βουαγιάζ μου . Βγάζω το γουόκμαν και μερικά σιντί .
Ξαπλώνω πάλι στο κρεβάτι και βάζω στο γουόκμαν την πρώτη μπαλάντα για πιάνο, Op.23, του Σοπέν . Τα γεγονότα των δύο τελευταίων εβδομάδων με έχουν συντρίψει, σκέφομαι, ενώ προσπαθώ να χαλαρώσω. Ο θάνατος της Αρετής τίναξε στον αέρα τα υπολείμματα αισιοδοξίας που διατηρούσα όσο διάστημα αυτή πάλευε στο νοσοκομείο να κρατηθεί στη ζωή.
*
Η γυναίκα μου έσβησε στις δύο και τριάντα εφτά το μεσημέρι της Παρασκευής, στις 10 Δεκεμβρίου , τη στιγμή που δέκα καθηγητές φαγώνονταν σαν τα λυσσασμένα σκυλιά, επιβεβαιώνοντας στην πράξη ότι εν συνεδριάσει ουδείς έστι μωρότερος των διδασκάλων! Όχι πως δεν προσπάθησα να κρατήσω το επίπεδο της συζήτησης σε πολιτισμένο πλαίσιο, αλλά οι συσσωρευμένες αντιπάθειες μεταξύ των συναδέλφων μετέτρεψαν γρήγορα το μικρό χώρο του γραφείου σε αρένα.
Η χολερική Τσιπουρίδου και ο ιησουίτης θεολόγος Διαλυνάς, εκπρόσωπος κατά τα άλλα της Νέας Θεολογίας, στράφηκαν ανοιχτά εναντίον μου. Στο πλευρό τους συμπαρατάχθηκαν ο ανεκδιήγητος Ντολματζής και η θλιβερή αντικαταστάτρια της Αρετής, η Φιλόλογος Κατίνα Κριθαράκη, που ο μελωμένος της λόγος ήταν σκέτο δηλητήριο .
Ήταν φανερό ότι τα είχαν κάνει πλακάκια μεταξύ τους .Ο πυρήνας της αντίδρασής τους αφορούσε τον "ελευθέριο" τρόπο διοίκησης του σχολείου και την εμπλοκή μας σε δραστηριότητες που… απασχολούσαν μαθητές και καθηγητές κατά τον ελεύθερο χρόνο τους και τους αποπροσανατόλιζαν από το κύριο έργο τους .
Ο Διαλυνάς ανέλαβε το ρόλο της εμπροσθοφυλακής . Έβγαλε στην αρχή ένα δεκάρικο μιλώντας για τη σημασία της πειθαρχίας στην ομαλή σχολική ζωή. Ύστερα καυτηρίασε το πνεύμα χαλάρωσης που επικρατούσε στο σχολείο και αναφέρθηκε στην ανάρμοστη συμπεριφορά των μαθητών προς το πρόσωπο ορισμένων ευσυνείδητων καθηγητών, πράγμα που ευνοούνταν από το καθεστώς ατιμωρησίας που είχα επιβάλει εγώ . Τέλος, με το αηδιαστικό πομπώδες του ύφος άρχισε να θρηνωδεί για την κατάργηση της πρωινής προσευχής, γεγονός όχι μόνο προσβλητικό για τα εκπαιδευτικά ήθη αλλά και αντεθνικό, αφού έβαλλε ευθέως εναντίον των ιερών και των οσίων της φυλής.
Το Διαλυνά διαδέχθηκε η Τσιπουρίδου, η οποία δήλωσε ότι την έβρισκαν απολύτως σύμφωνη όσα μου είχε προσάψει ο προλαλήσας συνάδελφος. Χαρακτήρισε μάλιστα τον τρόπο διοίκησης του σχολείου ως πρωτοφανή ελιτισμό αυταρχικού τύπου . Στράφηκε προς το μέρος μου:
- Οι άμετρες φιλοδοξίες σας, που καλύπτονται από τη μάσκα της αυθεντίας, τυραννούν τους μαθητές και τους εμποδίζουν να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στα μαθήματά τους, αφού είναι συνεχώς απασχολημένοι με δραστηριότητες , που κατ’ ευφημισμόν θα μπορούσαμε να τις ονομάσουμε πολιτιστικές. Αν θέλετε να προσφέρετε , κύριε Παραλίκα, πραγματικές υπηρεσίες στο σχολείο, τότε πρέπει να παραιτηθείτε .
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκαν και οι φιλιππικοί του Ντολματζή και της Κριθαράκη, η οποία μάλιστα ζήτησε να γίνει μια ευρεία σύσκεψη για τα προβλήματα του σχολείο , με τη συμμετοχή του Συντονιστή Μέσης Εκπαίδευσης και του προέδρου του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων.
Η πρόταση της Κριθαράκη προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση της Ελπίδου, η οποία είπε ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να μεταφέρουμε τα όποια προβλήματα του σχολείου προς τα έξω . Θα δίναμε έτσι το δικαίωμα να ανακατευτούν και άλλοι σε ζητήματα που έπρεπε να επιλυθούν με εσωτερικές διευθετήσεις. Όσο για τον πρόεδρο του Συλλόγου Γονέων δε μάσησε καθόλου τα λόγια της :
«Η μορφωτική του ανεπάρκεια αλλά και ο εριστικός χαρακτήρας του τον καθιστούν εντελώς ακατάλληλο να εκφέρει μιαν αξιόπιστη άποψη για θέματα διοικητικού και παιδαγωγικού περιεχομένου. Συνάδελφοι, με ενοχλεί αφάνταστα το γεγονός να γίνεται τιμητής της εργασίας μας ένας άνθρωπος με τόσο σοβαρά μειονεκτήματα.».
Μαζί της συντάχθηκαν ο Σαρηγιαννίδης και ο καθηγητής των Αγγλικών. Ο πρώτος είπε ότι πρώτη φορά στην επαγγελματική του ζωή είχε βρεθεί σε ένα περιβάλλον τόσο ουσιαστικό , όσον αφορά την προσφορά πολιτιστικών ερεθισμάτων στους μαθητές, αλλά και τόσο δημοκρατικό και αντιγραφειοκρατικό , από την πλευρά της Διεύθυνσης.
« Η στάση σας , συνάδελφοι, είναι όχι μόνο ακατανόητη αλλά και προδίδει φανατισμό και εμπάθεια .
Η αντίδραση των θιγομένων ήταν εκρηκτική . Πετάχτηκαν επάνω και άρχισαν να φωνασκούν απαιτώντας από το Σαρηγιαννίδη να ανακαλέσει αμέσως . Η Κριθαράκη, απειλούσε ότι θα συνέτασε επιστολή διαμαρτυρίας προς το Συντονιστή Εκπαίδευσης στη Στ. και η Τσιπουρίδου απειλούσε με μήνυση.
Εκείνη τη στιγμή μου τηλεφώνησαν από το νοσοκομείο. Ήταν ο ίδιος ο διευθυντής της χειρουργικής πτέρυγας που με κάλεσε να πάω επειγόντως στο νοσοκομείο. Διέλυσα αμέσως τη συνεδρίαση και , αγνοώντας τις διαμαρτυρίες της χολερικής τετράδας , έφυγα σε κατάσταση πανικού για το νοσοκομείο.
Βγήκα από το νοσοκομείο σαν μεθυσμένος. Πήγα στο σπίτι , έκλεισα τα παράθυρα και έπεσα στην μπερζέρα , χωρίς να είμαι σε θέση να κάνω το παραμικρό. Επί ώρες άκουγα ένα αγγλικό συγκρότημα που έπαιζε ελισαβετιανή μουσική . Αιωρούμουν πάνω από έναν γκρεμό κρεμασμένος από το πόδι. Το σκοτάδι είχε μεταβληθεί σε κινητή άμμο που με ρουφούσε σιγά σιγά . Η τελεσίδικη από δω και μπρος σιωπή του σπιτιού με γέμιζε τρόμο. Κοίταζα τα αντικείμενα που με αγάπη μάζευε επί χρόνια η Αρετή. Από δω και μπρος αυτά τα παλιά έπιπλα , οι γκραβούρες και τα χαλιά θα αποτελούσαν τα δικά μου ενθύμια θανάτου…
Το πράγμα όμως δε χωρούσε αναβολή. Έπρεπε , τελικά, να ασχοληθώ με τις τυπικές υποχρεώσεις της κηδείας , που αφορούσαν πια εμένα και όχι ξένους ανθρώπους , καθήκοντα που πριν από μερικούς μήνες θεωρούσα αδιανόητο ότι θα συμβούν σε μένα. Το πουλί του θανάτου πετούσε τώρα από πάνω μου, σκίαζε με τις απαίσιες φτερούγες του τη δική μου ζωή.
Άρχισα τα τηλεφωνήματα. Η αγγελία του θανάτου της Αρετής έπεσε σαν κεραυνός σε συγγενείς και φίλους. Τρόμαξα με το μέγεθος της οδύνης που προκάλεσε η απώλειά της. Με συντάραξε ο απροκάλυπτος θρήνος τους, οι κραυγές απελπισίας που ακούγονταν από το ακουστικό και τρυπούσαν τα αυτιά μου.
Ανακοίνωσα στους συγγενείς της Αρετής ότι σκόπευα να τη θάψω στη Γερμανία . Ήμουν υποχρεωμένος να σεβαστώ τη διακηρυγμένη σε όλους επιθυμία της πως ήθελε, σε περίπτωση θανάτου της, να ταφεί χωρίς παπάδες στον τόπο όπου θα συνέβαινε το μοιραίο. Η απόφαση αυτή έπεσε σαν βόμβα στο περιβάλλον της . Η πεθερά μου με πήρε στο τηλέφωνο και με καταράστηκε. Ο αδελφός της Θανάσης εξεμάνη :
«Να πας να γαμηθείς , κάθαρμα , που θα μου πεις εμένα ότι ήταν επιθυμία της Αρετής να ταφεί σαν το σκυλί. Αυτό είναι ιεροσυλία ! Δε θα κάνεις τίποτε, το ακούς, αλλιώς ορκίζομαι ότι θα σε καθαρίσω. Έρχομαι αμέσως επάνω να την πάρω. Η Αρετή θα ταφεί στα χώματά μας. Σ’ αυτές τις στιγμές το αίμα είναι εκείνο που μιλάει. Εγώ είμαι ο αδελφός της κι εσύ ένας ξένος!»
Υποχώρησα . Όχι επειδή φοβήθηκα τις κατάρες της πεθεράς μου και τις απειλές του Θανάση, αλλά γιατί με συγκλόνισαν η φράση του Εγώ είμαι ο αδελφός της κι εσύ ένας ξένος! Στο αεροπλάνο δεν ανταλλάξαμε ούτε μία λέξη . Η νεκρόκασσα μεταφέρθηκε στο πατρικό τους σπίτι . Η ταφή έγινε το ηλιόλουστο απόγευμα της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου στο νεκροταφείο του Ευόσμου. Απόρησε με το πλήθος που πήρε μέρος στην κηδεία. Ανάμεσα στους πολυάριθμους συγγενείς και φίλους ξεχώριζε το αναπηρικό καροτσάκι της χαροκαμμένης μάνας της Αρετής, που βογγούσε ασταμάτητα . Δε γύρισε να μου πει ούτε μια λέξη συμπάθειας. Ο θάνατος δεν μπόρεσε να μαλακώσει το μένος της μικρόψυχης αυτής γυναίκας εναντίον μου . Ίσα ίσα το αύξησε περισσότερο . Από την αρχή του δεσμού μας δε χώνεψε αυτόν το λοξία , που αναστάτωσε τη ζωή της Αρετούλας της, και την απομάκρυνε από τους συγγενείς της.
Στη Θεσσαλονίκη έμεινα δύο μόνο μέρες. Κι αυτές σε ένα άθλιο ξενοδοχείο στο Βαρδάρη. Στο σπίτι μου δεν πάτησα το ποδάρι μου , λες και φοβόμουν ότι μόλις θα έμπαινα μέσα αυτό θα τιναζόταν στον αέρα. Πριν επιστρέψω στη Γερμανία πέρασα από ένα μαρμαρογλυφείο και παράγγειλα την ταφόπλακα . Έβαλα να γράψουν την επιγραφή Εδώ αναπαύεται η Αρετή Παραλίκα, Ελληνίδα του Κόσμου,που έδωσε στο ωραίο ζωή , Ετών 39, που όμως δε δέχτηκαν οι δικοί της, έγινε ένας ολόκληρος καυγάς, στο τέλος υποχώρησα και άφησα να γράψουν ό,τι ήθελαν. Ύστερα τους διαολόστειλα και έφυγα για πάντα από τον κόσμο τους.
Στη Γερμανία κλείστηκα στο σπίτι και έκοψα κάθε επικοινωνία με τους πάντες. Έβγαινα μόνο σαν τον υπνοβάτη, για να πάω στο σχολείο. Δίδασκα μηχανικά. Λες και δεν είχα μαθητές μπροστά μου αλλά ένα άσπρο ντουβάρι, όπως ο βαρυποινίτης στο κελί του . Προχώρησα ακόμα πιο πολύ. Ανέθεσα καθήκοντα Διευθυντή στην Ελπίδου και δεν ξαναπάτησα στο γραφείο μου ούτε στην αίθουσα των καθηγητών. Δε θέλησα καν να μάθω τι απόγινε με την περίφημη συνεδρίαση.
Συμπεριφερόμουν αυτιστικά . Πήγαινα στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς , ψώνιζα τα απολύτως απαραίτητα και ξαναγυρνούσα στην απόλυτη σιωπή του έρημου σπιτιού. Έβγαλα το τηλέφωνο από την πρίζα, δεν άνοιγα την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, δεν άνοιγα καν την αλληλογραφία εκτός από τους λογαριασμούς. Παραμέλησα την εμφάνισή μου. Τα γένια μου θέριεψαν. Από την απλυσιά βρομούσα πατόκορφα. Το μόνο που έκανα ήταν να κάθομαι σε μια γωνιά με ένα ποτήρι τσίπουρο στο χέρι και να ξεκουκίζω το κομπολόι μου επί ώρες ολόκληρες κοιτώντας το κενό.
Δύο μέρες προτού να σταματήσουν τα μαθήματα για τις διακοπές των Χριστουγέννων με επισκέφθηκε ένας αστυνομικός. Μου εξήγησε ότι ο επιθεωρητής Λάιμερ προσπάθησε επανειλημμένα να έρθει σε τηλεφωνική επαφή μαζί μου , αλλά η γραμμή ήταν συνεχώς απασχολημένη. Μου έστειλαν επίσης με το ταχυδρομείο δύο κλήσεις , αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι αναγκάστηκαν να στείλουν άνθρωπο , για να με αναζητήσει. Με παρακάλεσε να τον συνοδεύσω αμέσως στην Αστυνομία.
Ο Λάιμερ μου έσφιξε θερμά το χέρι. Εξέφρασε την οδύνη του την απώλεια της συζύγου μου κι όλες εκείνες τις τυπικούρες των δημοσίων υπαλλήλων που κατά βάθος δε δίνουν δεκάρα για τον πόνο των ανθρώπων. Ύστερα μπήκε κατευθείαν στο θέμα. Είχε λάβει ένα καινούριο φαξ από την αστυνομία της Αντίμπ, σε απάντηση της επιστολής που είχε στείλει,σχετικά με την πορεία των ερευνών της υπόθεσης μου. Τα αποτελέσματα δυστυχώς δεν ήταν ενθαρρυντικά. Εξακολουθούσαν να βρίσκονται στο σκοτάδι.
Ρώτησα το Λάιμερ αν υπήρχαν πιθανότητες για την ανακάλυψη των δραστών . Κούνησε το κοντοκουρεμένο κεφάλι του με απαισιοδοξία . Kατά τη γνώμη του η επίθεση είχε γίνει από ερασιτέχνες μικροκακοποιούς , πράγμα που καθιστούσε ιδιαίτερα δύσκολο το έργο της εξιχνίασης.
- Τα τελευταία χρόνια ανθεί το φαινόμενο του περιφερόμενου κακοποιού, γεγονός που στο παρελθόν το γνώριζε μόνο η Αμερική. Θυμάστε , ασφαλώς, τις ταινίες on the road με τους νεαρούς που διψούν για περιπέτεια και καλή ζωή. Κλέβουν αυτοκίνητα, ληστεύουν βενζινάδικα και κάνουν επιθέσεις σε ανύποπτους διαβάτες, απλώς και μόνο επειδή τους γυάλισε το ρολόι ή καδένα τους. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών κρατών έχουμε και στην Ευρωπαϊκή Ένωση αύξηση της εγκληματικότητας αυτού του είδους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε βέβαια και τους τοξικομανείς …
- Λέτε ότι και στην περίπτωσή μας συνέβη κάτι τέτοιο;
- Ενδεχομένως να ήταν δύο αλητόβιοι νεαροί, που έκλεψαν τη μοτοσικλέτα σε μια άλλη πόλη και κατέβηκαν στα νότια, για να γευτούν την κοσμοπολίτικης ζωή της Κυανής Ακτής. Η βιντεοκάμερα στα χέρια της γυναίκας σας πρέπει να ήταν ένα καλό κίνητρο . Αποφάσισαν λοιπόν να δράσουν αστραπιαία. Έτσι γίνονται συνήθως αυτά τα πράματα. Αν η σύζυγός σας δεν είχε προσπαθήσει να κρατήσει την κάμερα, ίσως τώρα…
Σταμάτησε ψάχνοντας τα λόγια του. Τελικά αποφάσισε να αφήσει τη φράση μισοτελειωμένη και, μετά από κάποια δευτερόλεπτα σιωπής, στράφηκε στη συσκευή ενδοεπικοινωνίας και πάτησε ένα πλήκτρο. Ακούστηκε η φωνή της γραμματέως του. Ο Λάιμερ της ζήτησε χαμηλόφωνα να καλέσει στο γραφείο του τον Υπαστυνόμο Ράντιγκερ .
Στράφηκε πάλι σε μένα :
- Επ΄ ευκαιρία, θα ήθελα να δείτε και τον Υπαστυνόμο Ράντιγκερ, σχετικά με τη διάρρηξη του διαμερίσματός σας.
Στράφηκε σε μια στοίβα χαρτιά που είχε μπροστά του , θέλοντας προφανώς να δείξει ότι δεν είχαμε τίποτε άλλο να πούμε για την υπόθεση της Αντίμπ.
Βούλιαξα στην πολυθρόνα . Η ζέστη που επικρατούσε στο γραφείο και ο ήχος του μεγάλου ρολογιού, που βρισκόταν στον τοίχο πάνω από το κεφάλι του Λάιμερ, μου δημιούργησαν ένα γλυκό αποκάρωμα , που διακόπηκε από ένα διακριτικό χτύπημα στην πόρτα . Εμφανίστηκε ένας κοντόσωμος μελαχρινός τύπος , που κρατούσε έναν πράσινο φάκελο. Ήταν ο Ράτινγκερ, ο επικεφαλής του τμήματος διαρρήξεων , ο οποίος δεν είχε εμφανιστεί στο σπίτι μου τη βραδιά που έγινε η κλοπή , επειδή βρισκόταν σε άδεια.
Ο υπαστυνόμος άνοιξε το φάκελο . Προς το παρόν, είπε άχρωμα, η υπηρεσία του δεν εντόπισε κανένα από τα κλοπιμαία στους χώρους που συνήθως αυτά διακινούνται και, το κυριότερο, η αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων μέσω του υπολογιστή έδειξε ότι , πλην των αποτυπωμάτων της συζύγου του , δε βρέθηκε κανένα ίχνος που να συνδέεται με κακοποιούς καταχωρημένους στο ηλεκτρονικό τους αρχείο. Οι δράστες ασφαλώς φορούσαν γάντια. Για την αποτελεσματικότερη όμως διεξαγωγή της έρευνας , με παρακάλεσε να δώσω ορισμένα συμπληρωματικά στοιχεία.
Έβγαλε από το φάκελο ένα έγγραφο.
- Αυτός είναι ο κατάλογος των αντικειμένων που δηλώσατε ότι εκλάπησαν από το σπίτι σας. Περιλαμβάνει χρήματα, πορσελάνες και βιντεοκασέτες. Όσον αφορά τα χρήματα ξεχάστε τα . Αλλά τα υπόλοιπα θα μπορούσαν να βρεθούν , αν είχαμε μια λεπτομερέστερη περιγραφή τους. Λόγου χάρη, τι παρίσταναν οι πορσελάνες , σχήματα , διαστάσεις , εργαστήρια κατασκευής . Επίσης θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να μάθουμε το περιεχόμενο των βιντεοκασετών.
Αντέδρασα .
- Κύριε υπαστυνόμε, θα σας μιλήσω με ειλικρίνεια. Στην κατάσταση που είμαι το τελευταίο πράγμα που με ενδιαφέρει είναι η σύλληψη των διαρρηκτών. Διακαής όμως επιθυμία μου είναι η τιμωρία των δολοφόνων της γυναίκας μου. Όσο οι υπάνθρωποι αυτοί μένουν ατιμώρητοι , δε θα μπορέσω να ησυχάσω.
Ο Ράτινγκερ έξυσε το κεφάλι του, ενώ ο Λάιμερ διέκοψε την ανάγνωση του εγγράφου, στο οποίο ήταν βυθισμένος, και μου χαμογέλασε με κατανόηση.
- Ως άνθρωποι καταλαβαίνουμε την οργή σας, είπε ο Ράτινγκερ. Ως αστυνομικοί όμως , μια και η υπόθεση της κλοπής έχει δημόσιο ενδιαφέρον, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε την έρευνα. Σας παρακαλώ να πάρετε στο σπίτι σας τον κατάλογο των αντικειμένων και να προσθέσετε ό,τι νομίζετε ότι μπορεί να μας χρησιμεύσει ως διαφωτιστικό στοιχείο.
- Εντάξει, αφού δε γίνεται αλλιώς! Μην περιμένετε όμως πολλά . Ελάχιστα πράγματα θυμάμαι από τις πορσελάνες . Η συλλογή τους αποτελούσε αποκλειστική υπόθεση της γυναίκας μου, η οποία συνήθως τις αγόραζε γυρνώντας χωρίς την παρουσία μου στα παλιατζίδικα και τις διάφορες Φλόμαρκτ. Όσο για τις κασέτες, αυτές περιείχαν , κατά κύριο λόγο, επισκέψεις σε πόλεις και μουσεία στη Γερμανία και άλλες χώρες.
Βγαίνοντας από την Αστυνομία ένιωσα να με κυριεύει μια τρελή ιδέα . Αντί να πάρω το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι, κατευθύνθηκα προς το κέντρο. Στη γωνία της Οστ με την Έλμερστρασε μπήκα σε ένα οπλοπωλείο με την επιγραφή Φαρ Ουέστ. Στάθηκα στις προθήκες με τα επαναληπτικά και, αφού τα περιεργάστηκα για λίγο, στράφηκα στον υπάλληλο και τον ρώτησα υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσα να αγοράσω ένα όπλο. Ο υπάλληλος μου διευκρίνισε ότι οπωσδήποτε χρειαζόταν ειδική άδεια από την Αστυνομία. Αν ανήκα στην κατηγορία των ατόμων υψηλού κινδύνου , κανένα πρόβλημα . Αλλιώς έπρεπε να στραφώ σε κάτι άλλο. Ίσως ένα καλό αεροβόλο, που…
Βγήκα από το κατάστημα. Διέσχισα το κέντρο της πόλης και χώθηκα στην τούρκικη συνοικία, που βρίσκεται δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό. Μπήκα στο ντονεράδικο Anatolia. Ο ιδιοκτήτης του , Τουργκούτ στο όνομα, ήταν ένας διαχυτικός σμυρνιός, με ρίζες κρητικές, που συζούσε επί χρόνια με μια Θεσσαλονικιά και γνώριζε φαρσί τα ελληνικά . Το ντονέρ ήταν η βιτρίνα που κάλυπτε τις παντοειδείς εκδουλεύσεις του σε όσους είχαν προβλήματα με το νόμο και επιπλέον ήταν το άντρο των παράνομων στοιχημάτων της πόλης . Συνεργαζόταν με ένα Ρωμιό από το Μ. και τα μάζευε χοντρά από Έλληνες και Τούρκους. Στο παρελθόν πήγαινα που και που στο μαγαζί και έπαιζα κανένα τσετελάκι , κυρίως όμως μου άρεσε να πίνω την μπίρα μου ακούγοντας τον Τουργκούτ να μου αφηγείται απίθανες ιστορίες της ζωής των προγόνων του στην Κρήτη.
Κάθισα σε ένα τραπέζι . Παράγγειλα γύρο γαλοπούλας και μπίρα. Ο Τουργκούτ περίμενε διακριτικά να τελειώσω το φαγητό μου κι ύστερα τράβηξε μια καρέκλα και κάθισε δίπλα μου. Είχε ανάγκη να πει σε κάποιον τον πόνο του. Μεγάλος μπελάς η Εφορία . Σκεφτόταν να κηρύξει πτώχευση. Θα άνοιγε άλλο μαγαζί , αλλά αυτή τη φορά στο όνομα της ερωμένης του.
- Το μεγάλο όμως πρόβλημα , κύριε Πέτρο , δεν είναι η Εφορία , αλλά η Βούλα . Χρόνια ήταν στο πλάι μου και δεν είχε βγάλει κιχ. Τώρα που με πατάει η Εφορία στο λαιμό , μουλάρωσε και με εκβιάζει. Ή την παντρεύομαι ή δε βγάζει στο όνομά της την άδεια για το νέο μαγαζί. Και το χειρότερο, θέλει να γίνω και χριστιανός! Θα με σφάξουν οι δικοί μου!
Άφησα τον Τουργκούτ να ξεθυμάνει και ύστερα πέρασα στα δικά μου. Του διηγήθηκα μέσες άκρες το περιστατικό της Αντίμπ και το θάνατο της Αρετής. Του ανέφερα επίσης τα σχετικά με τη διάρρηξη του σπιτιού μου. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η ανησυχία ότι μπορούσε να μου συμβεί κανένα κακό . Πιθανόν κάποιος παρανοϊκός είχε βάλει στο μάτι και μένα . Το ανέφερα, βέβαια, στην Αστυνομία , αλλά εκείνοι δε συμμερίζονταν τους φόβους μου . Γι΄ αυτό έπρεπε να πάρω τα μέτρα μου. Κατέληξα ότι χρειαζόμουν επειγόντως ένα πιστόλι. Ήξερα ότι μπορούσα να τον εμπιστευτώ και γι΄ αυτό απευθύνθηκα προσωπικά σ΄ αυτόν.
Ο μισοφέγγαρος συγκινήθηκε με το δράμα μου και μου υποσχέθηκε ότι θα έκανε ό,τι μπορούσε , για να με εξυπηρετήσει. Μου ζήτησε όμως να του ορκιστώ απόλυτη εχεμύθεια, σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά.
- Οι καιροί έχουν γίνει δύσκολοι, καρντάς Πέτρο . Οι μπάτσοι όλης της Γερμανίας έχουν βάλει στο μάτι την πόλη μας το τελευταίο διάστημα και ιδιαίτερα τους Τούρκους. Βασικό κέντρο διακίνησης ναρκωτικών και άσπρων κώλων , λένε… Λες και οι άλλοι είναι αγγελούδια! …Θα σου βρω ένα καλό μαραφέτι, αλλά να ξέρεις ότι, αν συμβεί τίποτε, δε σε ξέρω δε με ξέρεις! Αλλιώς θα με στείλουν πακέτο στην Ισταμπούλ!
Έτρωγα σίδερα ως την ημέρα που έκλεισε το σχολείο για τις διακοπές. Έκανα μερικά ψώνια για το ταξίδι και αγόρασα ένα κινητό τηλέφωνο. Την παραμονή της αναχώρησής μου τηλεφώνησα στην Ιωάννα . Της είπα ότι θα περνούσα, μέσω ενός τουριστικού γραφείου, μερικές μέρες στη Γαλλία . Χρειαζόμουν αλλαγή περιβάλλοντος , γιατί το σπίτι με έπνιγε . Της ευχήθηκα Καλή χρονιά και της έδωσα το νούμερο του κινητού , σε περίπτωση που θα συνέβαινε τίποτα σοβαρό.
*
Τα βλέφαρά μου βαραίνουν. Κλείνω το Γουόκμαν και γυρίζω πλευρό. Πριν σφαλίσω τα μάτια αισθάνομαι ότι κάτι δεν πάει καλά με το στομάχι μου. Ανάμεσα σε εναλλαγές βύθου και ξύπνιου βλέπω το ίδιο καταραμένο όνειρο, που εμφανίζεται κάθε βράδυ μετά το θάνατο της Αρετής. Τρέχω πάνω στο στενό κράσπεδο ενός τεράστιου τούνελ . Βαριά τροχοφόρα περνούν με δαιμονισμένη ταχύτητα από δίπλα. Η ατμόσφαιρα είναι θολή από τα καυσαέρια . Πίσω μου ακούγονται φωνές. Κάποιοι με κυνηγούν. Και το χειρότερο είναι ότι οι διώκτες μου κερδίζουν ολοένα έδαφος . Το στομάχι μου σφίγγεται σαν γροθιά. Στο βάθος του τούνελ διακρίνω το αμυδρό φως από μια σκάλα διαφυγής. Αναθαρρώ .Μαζεύω το κορμί μου και εκτινάσσομαι σαν αιλουροειδές. Γαντζώνομαι στα κάγκελα . Ύστερα ένα καινούριο σάλτο. Πατάω τώρα γερά σε μια σχάρα. . Ανεβαίνω μερικά σκαλιά και κρύβομαι σε μια εσοχή. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Οι φωνές πλησιάζουν . Εμφανίζεται μια ομάδα ανθρώπων που κρατούν φακούς. Τους στρέφουν προς το μέρος μου. Οι φωτεινές δέσμες πέφτουν επάνω μου και με διαπερνά ένας οξύς πόνος. « Εδώ είναι ο πούστης !» , φωνάζει κάποιος. « Βαράτε τον το γαμιόλη!» , ακούγεται μια άλλη φωνή .
Ξυπνώ. Το στομάχι μου πονάει φριχτά. Σηκώνομαι από το κρεβάτι και ορμώ προς στην τουαλέτα. Βάζω το δάχτυλο στο στόμα και γαργαλάω την επιγλωττίδα. Ο εμετός με ανακουφίζει λιγάκι, αλλά ακολουθεί το μαρτύριο των επώδυνων κενώσεων , που με καθηλώνουν για πολλή ώρα στη λεκάνη. Επιστρέφω με κομμένα γόνατα στο κρεβάτι και προσπαθώ να ηρεμήσω. Μάταια όμως. Κάθε λίγο και λιγάκι τρέχω στην τουαλέτα και βγάζω τα άντερά μου. Για να μην πάθω αφυδάτωση, πίνω συνεχώς νερό από τη βρύση, που το ταλαιπωρημένο πεπτικό μου σύστημα το βγάζει απ’ όλες τις οπές . Φαύλος κύκλος!
Τα ξημερώματα βγαίνω με τρεμάμενα πόδια από το ξενοδοχείο . Ανακαλύπτω ένα μαροκινό καφενείο και παραγγέλλω ένα διπλό μαύρο τσάι με μπόλικο λεμόνι και μερικές φρυγανιές. Το στομάχι μου δέχεται με ανακούφιση το ζεστό υγρό και δεν αντιδρά στη στερεή τροφή . Επιστρέφω στο ξενοδοχείο , αφού αγοράζω πρώτα από ένα αρτοποιείο μερικά κρουασάν και δύο μπουκάλια μεταλλικό νερό.
Σωριάζομαι ξερός από την εξάντληση στο κρεβάτι. Όταν ξυπνώ , το δωμάτιο φωτίζεται από τις επιγραφές των καταστημάτων που βρίσκονται απέναντι από το ξενοδοχείο. Ο στομαχόπονος έχει εξαφανιστεί. Διψώ τρομερά και πίνω μονορούφι το περιεχόμενο του ενός μπουκαλιού. Κάνω ένα καφτό μπάνιο και ντύνομαι μασουλώντας τα κρουασάν που αγόρασα το πρωί.
Το κουδούνισμα από το κινητό, που είναι ακουμπισμένο σε μια γωνιά για να φορτιστεί, με αιφνιδιάζει. Εμβρόντητος ακούω τη φωνή της Αναστασίας να με καλησπερίζει. Βρίσκεται σε ένα ξενοδοχείο στη Νίκαια για μια δημοπρασία . Στην απορία μου πώς με ανακάλυψε, γελά και μου εξηγεί ότι τηλεφώνησε πολλές φορές στο σπίτι μου , αλλά έβγαινε συνέχεια ο τηλεφωνητής. Ανησύχησε και πήρε την Ιωάννα. Αυτή λοιπόν την πληροφόρησε ότι θα περνούσα τις διακοπές μου στη Γαλλία και της έδωσε το νούμερο του κινητού που μόλις είχα αγοράσει.
Νοιάζεται για την υγεία μου . Τη διαβεβαιώνω ότι όλα πάνε καλά . Αποφεύγω να δώσω το στίγμα της πόλης που βρίσκομαι και τη ρωτώ πώς πάνε οι δουλειές της.
- Όχι σπουδαία πράγματα. Φέτος οι τιμές είναι απλησίαστες . Έχουν αποθρασυνθεί όλοι τους με το Μουρλένιουμ και αποφάσισαν να ξεπουπουλιάσουν τους συλλέκτες. Ξέρεις τι μου είπε ένας τετραπέρατος Μπορντελέζ για ένα πορσελάνινο σκατουλάκι του 1910; Μαντάμ , είναι λίγο ακριβό, αλλά σκεφτείτε ότι σε λίγα εικοστετράωρα θα έχει επάνω του εκατό ολόκληρα χρόνια!
- Πότε επιστρέφεις στη Γερμανία;
- Πιστεύω ότι ως τις 28 θα έχω ξεμπερδέψει. Θεέ μου , βαρέθηκα τα ταξίδια! Θέλω να περάσω αυτή τη φορά την αλλαγή του χρόνου στο σπίτι μου. Ήσυχα , πολύ ήσυχα. Με ένα καλό βιβλίο, άφθονη κλασική μουσική και ένα ποτήρι Μπρουνέλο στο χέρι… Κλείνω όμως τώρα, γιατί αρχίζει η δημοπρασία…Αν χρειαστείς τίποτα, πάρε με στο τηλέφωνο. Το νούμερό μου είναι…
Περνώ στη μνήμη τον αριθμό της Αναστασίας και την αποχαιρετώ ευχόμενος καλή επιτυχία στις αγορές της . Βάζω στην τσέπη του μπουφάν το κινητό βρίζοντας τον εαυτό μου για την επιπόλαιη ενέργειά μου να δώσω το νούμερο μου στην Ιωάννα . Σηκώνω το στρώμα και παίρνω το πιστόλι , που το χώνω κι αυτό στην εσωτερική τσέπη του μπουφάν . Ανοίγω την πόρτα. Λίγα λεπτά αργότερα μπαίνω στο αυτοκίνητό μου, στο υπόγειο πάρκιν του ξενοδοχείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου