Δεν Υπάρχει Κακό
Sheytan vojud nadarad
There is no evil
2020
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Γερμανία, Ιράν, ΤσεχίαΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μοχαμάντ Ρασούλοφ
ΣΕΝΑΡΙΟ: Μοχαμάντ Ρασούλοφ
ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Μπαράν Ρασούλοφ, Μοχαμάντ Σεντιγκιμέρ, Ζίλα Σάχι, Μαχτάμπ Σερβάτι
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ασκάν Ασκανί
ΜΟΥΣΙΚΗ: Αμίρ Μολουκπούρ
ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 151'
Η Χρυσή Άρκτος του Φεστιβάλ Βερολίνου για το 2020 αφηγείται τέσσερις ιστορίες σχετιζόμενες με την εκτεταμένη χρήση της θανατικής ποινής στο σημερινό Ιράν. Και ο κυνηγημένος από το καθεστώς της χώρας του, Μοχαμάντ Ρασούλοφ («Ένας Ακέραιος Άνθρωπος», «Τα Χειρόγραφα Δεν Καίγονται»), υπογράφει αγέρωχα ένα δυνατό σπονδυλωτό φιλμ που στοχάζεται επίμονα πάνω στο ηθικό βάρος της απόφασης και της (μη) συμμόρφωσης με το σύστημα.
Ιδανικά, σκέφτομαι ότι το κοινό του «There Is No Evil» θα έπρεπε να μπει στην αίθουσα δίχως να έχει ιδέα τι θα δει, μόνο και μόνο για να δεχτεί στη μέγιστη ένταση τον αιφνιδιασμό που χτίζει υποδειγματικά ο Μοχαμάντ Ρασούλοφ
μέχρι το κλείσιμο του πρώτου κεφαλαίου της ταινίας του. Σε έναν ιδανικό κόσμο βέβαια θα εξέλειπαν οι λόγοι για να γυρίσει ο κυνηγημένος από το καθεστώς της χώρας του Ιρανός σκηνοθέτης* φιλμ όπως αυτό ή το «Ένας Ακέραιος Άνθρωπος». Γιατί σε έναν ιδανικό κόσμο δε θα υπήρχε πράγματι το κακό που με ολόπικρη ειρωνεία προσπαθεί ο τίτλος εδώ να ξορκίσει.
Στο «Δεν Υπάρχει Κακό», τέσσερις ιστορίες ανδρών ξετυλίγονται σπονδηλωτά, σε ισάριθμα κεφάλαια. Άγνωστοι μεταξύ τους, συνδεδεμένοι ωστόσο στο σημείο ενός βάναυσου καθήκοντος σχετιζόμενου με τη θανατική ποινή στο σημερινό, αυταρχικό Ιράν. Ένας υποδειγματικός οικογενειάρχης γεμίζει τις ώρες προτού επιστρέψει στην εργασιακή ρουτίνα. Ένας φαντάρος ξαγρυπνά γνωρίζοντας ότι του έχει κληρώσει η διαταγή να εκτελέσει κάποιον κατάδικο, με τυχόν άρνησή του να ισοδυναμεί με στρατοδικείο και μια σειρά άλλων δεινών. Ένας άλλος φαντάρος σε τριήμερη άδεια, πάει να βρει την αρραβωνιαστικιά του στο πατρικό της, όμως τα γενέθλιά της δε θα είναι η μοναδική αφορμή της οικογενειακής μάζωξης. Κι ένας γιατρός που υποδέχεται την ανιψιά του από τη Γερμανία, προτίθεται να της εξηγήσει το λόγο για τον οποίο ζει ουσιαστικά εξόριστος στην επαρχία δίχως δικαίωμα να ασκήσει το επάγγελμά του.
Στο πρώτο και με διαφορά κορυφαίο κεφάλαιο έρχεται να σε καταπιεί ο μακάριος ρεαλισμός
Μέσα από τις παραπάνω ιστορίες, ο Ρασούλοφ εξερευνά πολλαπλώς τον αντίκτυπο της εσχάτης των ποινών στην ιρανική κοινωνία, καταδεικνύοντας μέσω αυτού τη σκληρότητα ενός καθεστώτος με τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό εκτελέσεων ετησίως μετά την Κίνα. Το τι είδους εγκλήματα τιμωρούνται με την εσχάτη των ποινών είναι ένα ερώτημα που εγείρεται, κυρίως στα δύο ενδιάμεσα κεφάλαια. Το τι συνεπάγεται η μη συμμόρφωση με το νόμο, καθώς επίσης τα ψυχολογικά κανάλια εκλογίκευσης όσων συμμορφώνονται με αυτόν είναι ένα άλλο, ευρύτερο ερώτημα που αναλαμβάνει να κυκλώσει την προβληματική του Ρασούλοφ, η οποία θα λέγαμε πως περιστρέφεται εν πολλοίς γύρω από το βάρος της απόφασης. Ο ίδιος άλλωστε γύρισε (και) τη συγκεκριμένη ταινία αρνούμενος να συμμορφωθεί με τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις που του επιβάλλει το καθεστώς του Αχμαντινετζάντ.
Η εστίαση των ιστοριών μπορεί να αφορά σε πρώτο βαθμό τους άρρενες υπηκόους στο Ιράν, όμως η ταινία κάθε άλλο παρά περιορίζεται σε αυτούς. Οι γυναικείοι χαρακτήρες, από τη σύζυγο και την κόρη στο πρώτο κεφάλαιο, τη για την περισσότερη ώρα αθέατη νεαρή σύντροφο του φαντάρου στο δεύτερο, την αρραβωνιαστικιά και τη μητέρα της στο τρίτο, μέχρι την ανιψιά στο τέταρτο (την τελευταία μάλιστα υποδύεται η πρωτοεμφανιζόμενη στο σινεμά κόρη του σκηνοθέτη), είναι εκείνοι που κυκλώνουν τελικά την κατακερματισμένη τραγικότητα ενός εννοιολογικά συνεκτικού πολιτικού δράματος που τιμήθηκε προ διετίας με τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου.
Στο πρώτο και με διαφορά κορυφαίο κεφάλαιο έρχεται να σε καταπιεί ο μακάριος ρεαλισμός. Στο κλειστοφοβικό δεύτερο καιροφυλακτεί μια τάση διαφυγής τόσο μη-ρεαλιστική που καταλήγει σχεδόν ονειρική. Στο τρίτο έχουμε κάποια ψήγματα ποιητικού ρεαλισμού να αγγίζουν τα όρια του μελοδράματος, μια τακτική που εν πολλοίς επαναλαμβάνεται ως ένα βαθμό στο τέταρτο, πιο εκτενές και ασφαλώς πιο φλύαρο κεφάλαιο της συλλογής. Παρά τις όποιες επιμέρους αρρυθμίες και πειραματισμούς ωστόσο, ο Ρασούλοφ δε χάνει στιγμή από τα μάτια του την ηθική πυξίδα της ταινίας του ή την αφηγηματική του δεινότητα, παραθέτοντας με αξιοθαύμαστο προσωπικό κόστος, μεθοδικότητα και διακριτικό εκφραστικό πλουραλισμό οδυνηρές πτυχές από μια καφκικού τύπου αναμέτρηση του ατόμου με το σύστημα. Βασισμένη δυστυχώς στην ασφυκτικά ανελεύθερη πραγματικότητα της χώρας του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου