Δευτέρα, Απριλίου 25, 2022

Ηθοποιός σημαίνει... Χορν!

 https://www.efsyn.gr/sites/default/files/styles/default/public/2022-04/dimitris_xorn.jpg?itok=9KXeOKaM

Ηθοποιός σημαίνει Χορν


Εφημερίδα των Συντακτών (ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ)
24.04.2022
 
Πηγή: efsyn.gr
Ο Ιάσονας Τριανταφυλλίδης στο άλμπουμ του «Η τελειότητα της γοητείας - 100 χρόνια Δημήτρης Χορν», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λυκόφως, ακολουθεί τα βήματα εκείνου που ήταν εξίσου σπουδαίος στο θέατρο, στο σινεμά ή ακόμα και στο τραγούδι (που απεχθανόταν).

«Ηθοποιός σημαίνει φως», αλλά ηθοποιός σημαίνει και Δημήτρης Χορν. Ενας ηθοποιός που κυριαρχούσε στη σκηνή και μαγνήτιζε το κοινό με την ομορφιά και τη φινέτσα, την εξαιρετική φωνή, το ονειροπόλο βλέμμα, την άνεση και την αρμονία στην κίνηση, το ταλέντο του να ερμηνεύει μοναδικά τους πιο απαιτητικούς ρόλους.

Ο Δημήτρης Χορν, Τάκης για τους φίλους, μεγάλωσε μέσα στο θέατρο, αφού πατέρας του ήταν ο καθιερωμένος θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν. Ή ζούσε για το θέατρο, όπως έλεγε, θεωρώντας τον Τρελό στη «Δωδεκάτη νύχτα» τον καλύτερο ρόλο που είχε παίξει.

Οι ταινίες του όμως, που αγαπήθηκαν από το ευρύ κοινό (ποιος δεν έχει δει το «Κυριακάτικο ξύπνημα» του Μιχάλη Κακογιάννη, την «Κάλπικη λίρα» και το «Μια ζωή την έχουμε» του Γιώργου Τζαβέλλα, το «Αλίμονο στους νέους» του Αλέκου Σακελλάριου) μαζί με τα υπέροχα τραγούδια («Πες μου μια λέξη», «Ας είν’ καλά το γινάτι σου» του Μάνου Χατζιδάκι ή «Οι θαλασσιές οι χάντρες» του Μίμη Πλέσσα) που ακόμα τραγουδιούνται, κρατούν φωτεινό το άστρο του.

Καθώς συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση ενός μύθου (1921-1998), ο δημοσιογράφος, κριτικός θεάτρου, συγγραφέας και συνεργάτης της «Εφ.Συν.» Ιάσονας Τριανταφυλλίδης καταγράφει την πορεία του στο βιβλίο «Η τελειότητα της γοητείας - 100 χρόνια Δημήτρης Χορν», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λυκόφως.

Περιλαμβάνει καταγεγραμμένες συνεντεύξεις του Χορν με τον Τριανταφυλλίδη, τις επιτυχίες του στο θέατρο και τον κινηματογράφο, τους μεγάλους του έρωτες, τις συνεργασίες που άφησαν εποχή, τις απόψεις του, τη στάση ζωής. Πλούσιο φωτογραφικό υλικό, ιδιόχειρα σημειώματα, ένα πλήρες χρονολόγιο, μαρτυρίες από σπουδαίους ανθρώπους των τεχνών, όπως οι Μάρω Κοντού, Ρένα Βλαχοπούλου, Κάτια Δανδουλάκη, Νανά Μούσχουρη, Αλέκος Σακελλάριος, Μαρία Ρεζάν, Μάριος Πλωρίτης, Κώστας Γεωργουσόπουλος, Φώτος Λαμπρινός, συμπληρώνουν την έκδοση, την οποία προλογίζουν η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη και η πρόεδρος του Ιδρύματος «Μιχάλης Κακογιάννης» Μεταξία Τσιρταβή (Ξένια Καλδάρα).

Γοητευτικός πάνω και κάτω από τη σκηνή, κομψός, καλλιεργημένος, με ωραίο λόγο και χιούμορ, ο Δημήτρης Χορν κέρδιζε αμέσως τους άλλους. Να, ορισμένα από τα συστατικά της γοητείας του κατά τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη, ο οποίος αποτυπώνει με σεβασμό και σε βάθος όλες τις πτυχές της προσωπικότητάς του μέσα από την προσωπική του συναναστροφή και ματιά:

«Ήταν ξεχωριστός. Σε όλα. Και επίσης βαθιά και ουσιαστικά καλόψυχος άνθρωπος», βοήθησε σιωπηλά πολύ κόσμο, κυρίως συναδέλφους του, αλλά όχι μόνο. «Τα χρήματα για τον Χορν ήταν ένας τρόπος για να περνούν καλά και οι άλλοι κι όχι μόνο ο ίδιος».

«Ηταν καλός φίλος. Υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια τους ανθρώπους που εκτιμούσε και θεωρούσε φίλους του, είτε αυτός ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής -με τον οποίο μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Αλέξη Μινωτή και τον Κάρολο Κουν έκαναν στενή παρέα- είτε ένας άγνωστος στον πολύ κόσμο, χωρίς δύναμη στα χέρια του, άνθρωπος».

«Είχα ακούσει κάποιους να λένε γι’ αυτόν ότι ήταν σνομπ. Μπορεί και να ήταν. Όχι όμως με τον φτηνό τρόπο διαφόρων σουσούδων. Ηξερε να κρίνει από τη συμπεριφορά τους τούς ανθρώπους, να τους εκτιμά, να τους περιφρονεί αναλόγως με τον τρόπο που φέρονταν και από την εν γένει προσωπικότητά τους και σίγουρα όχι με κριτήρια πλούτου ή διασημότητας».

Όταν έκανε το ντεμπούτο του στην αγκαλιά της Κυβέλης

Ο γιος του διακεκριμένου θεατρικού συγγραφέα αλλά και αξιωματικού του Ναυτικού, Παντελή Χορν, και της αρχόντισσας Ευτέρπης Αποστολίδου ήταν φυσικό να μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον θεάτρου, μάλιστα μόλις έξι μηνών εμφανίστηκε στη σκηνή, στην αγκαλιά της νονάς του Κυβέλης, στο έργο του πατέρα του «Οι γειτόνισσες».

Όπως έχει πει στον Ι. Τριανταφυλλίδη, έγινε ηθοποιός για να κάνει πάνω στη σκηνή τα τρία βηματάκια του χορευτικού που συνήθιζαν τότε να κάνουν οι ηθοποιοί της επιθεώρησης, με πρώτη και καλύτερη την Άννα Καλουτά.

Στα 16 του κρυφά από τους γονείς του γράφεται στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο υπηρέτησε για πολλά χρόνια. Συνεργάστηκε με τη Μαρίκα Κοτοπούλη, την κυρία Κατερίνα, έγινε συν-θιασάρχης με τη Μαίρη Αρώνη, τη Βάσω Μανωλίδου, την Έλλη Λαμπέτη, έκανε δικό του θίασο στο «Κεντρικόν» το 1956. Μόλις 63 χρόνων αποφάσισε «αυθόρμητα» να μην ξαναπαίξει. Η τελευταία του παράσταση ήταν με τον «Αρχιμάστορα Σόλνες» του Ίψεν το 1984, ενώ το 1993 ύστερα από παράκληση του παλιού του φίλου Χρήστου Λαμπράκη διάβασε στο Μέγαρο Μουσικής το παραμύθι «Ο Πέτρος και ο λύκος» του Προκόφιεφ.

Δημήτρης Μυράτ, Τζένη Καρέζη, Δημήτρης Χορν

Η καριέρα του στο σινεμά κράτησε μόλις 20 χρόνια με 10 ταινίες, εμπορικές επιτυχίες οι περισσότερες, κι ας μην τις εκτιμούσε ο ίδιος, όπως δήλωνε, παρότι είχε κερδίσει στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1960 αλλά και το ’61 το πρώτο βραβείο ανδρικής ερμηνείας με τις ταινίες του Δημήτρη Ιωαννόπουλου «Μια του κλέφτη» και «Αλίμονο στους νέους» του Αλέκου Σακελλάριου, αντίστοιχα.

«Ηταν ο αγαπημένος ηθοποιός του Φιλοποίμενος Φίνου και ο πρωταγωνιστής της πρώτης ταινίας που έφερε το λογότυπο της Φίνος Φιλμ και είχε τίτλο “Η φωνή της καρδιάς” το 1943», σημειώνει ο Ι. Τριανταφυλλίδης. Ενώ «τον Μιχάλη Κακογιάννη στην ουσία ο Χορν τον έβγαλε στο σινεμά όταν του ζήτησε αν μπορούσε να φτιάξει ένα σενάριο με τρεις ισότιμους ρόλους για τον ίδιο, τη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά για μια ταινία που θα “διαφήμιζε” τη νεοσύστατη τότε συνεργασία των τριών στο θέατρο». Ετσι γεννήθηκε το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» που φούντωσε το πιο διάσημο ειδύλλιο της εποχής.

Η σχέση με την Ελλη Λαμπέτη

Με την Έλλη Λαμπέτη έζησαν έναν θυελλώδη έρωτα, που κράτησε ώς το 1959, όταν εκείνη έφυγε για την Αμερική όπου παντρεύτηκε τον συγγραφέα Φρέντερικ Γουέικμαν. Ο Χορν είχε κάνει δύο γάμους, με τη Ρίτα Φιλίππου το 1942 και την Αννα Γουλανδρή το 1967.

Με την Έλλη Λαμπέτη στο «Κορίτσι με τα μαύρα» το 1956

Με ανάμεικτα συναισθήματα η Λαμπέτη έχει περιγράψει εκείνη την πολυσυζητημένη σχέση: «Mε τον Τάκη ζήσαμε ωραία εφτά χρόνια. Ωραία, βέβαια, είναι ένας λόγος. Ερωτας με δόντια - τρωγόμασταν κι αγαπιόμασταν συγχρόνως. Ήταν τότε, όταν σμίξαμε, που ο Βόκοβιτς είχε πει το περίφημο: “Για να δούμε πώς θα ταιριάξουν οι Βερσαλλίες με τα Βίλλια”. Δηλαδή, ο Χορν με την υψηλή καταγωγή κι εγώ η χωριατοπούλα... Και νομίζω ότι δεν είχε κι άδικο, γιατί η κοινωνική διαφορά μας, η διαφορά αγωγής, επιπέδου, συνηθειών, ήταν μία από τις βαθύτερες αιτίες που τελικά χωρίσαμε.

Εκείνος ήταν κοσμικός. Του άρεσε να διασκεδάζει, να βγαίνει, να έχει έναν ολόκληρο κόσμο γύρω του. Μάγευε με την προσωπικότητά του, άρεσε στις συντροφιές για το χιούμορ του, για τα ευφυολογήματά του. Ήταν πάντα άψογος στην εμφάνιση, τα πουκάμισά του ποτέ έτοιμα, πάντα παραγγελία.

Θαυμάζαμε ο ένας τον άλλον, είχαμε αμοιβαία εκτίμηση για τη δουλειά μας, για το ταλέντο μας. Μας άρεσε αυτή η ζωή, να γυρίζουμε στο σπίτι μαζί, να έχουμε κοινά ενδιαφέροντα. Δεν παντρευτήκαμε αλλά ζήσαμε μαζί εφτά χρόνια. Ερωτευμένοι».

Πάντως στη γοητεία του Χορν υπέκυψε μέχρι και η θρυλική Εντίθ Πιαφ. Γνωρίστηκαν το 1946 όταν είχε έρθει στην Αθήνα για κάποιες εμφανίσεις, τον ερωτεύτηκε ενώ βρισκόταν σε σχέση με τον Ιβ Μοντάν και «του έστελνε τηλεγραφήματα και επιστολές όπου του πρότεινε να πάει στο Παρίσι να ζήσουν μαζί ή να συναντηθούν κρυφά στο Λονδίνο κ.λπ.», σημειώνει στο βιβλίο ο Ι. Τριανταφυλλίδης, παραθέτοντας ένα μικρό μέρος της αλληλογραφίας.

________________________________________

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/el/4/49/%CE%9A%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF_%CE%BE%CF%8D%CF%80%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B1_%28%CE%B1%CF%86%CE%AF%CF%83%CE%B1%29.jpgΜια νέα κοπέλα, η Μίνα, πρωί Κυριακής, πηγαίνει για μπάνιο. Αλλά στην παραλία δυο πιτσιρικάδες της κλέβουν την τσάντα, στην οποία υπάρχει ένα λαχείο. Οι πιτσιρικάδες το πουλάνε στον Αλέξη, έναν φτωχό μουσικό. Στην κλήρωση το λαχείο κερδίζει τον πρώτο αριθμό. Η Μίνα, που θα θυμηθεί τι αριθμό είχε το λαχείο, προσπαθεί να διεκδικήσει τα χρήματα, τα οποία όμως θα πάνε στον Αλέξη, ο οποίος είναι κάτοχος του δελτίου. Νιώθει συμπάθεια για τη Μίνα και θέλει να της δώσει το ένα τρίτο από τα κέρδη. Εκείνη δεν δέχεται, θέλει όλο το ποσό. Θέλει να προσφύγει στη δικαιοσύνη, αλλά ο έρωτας θα την ενώσει με τον Αλέξη.

Σκηνοθεσία:

Μιχάλης Κακογιάννης

Κύριοι Ρόλοι:

Δημήτρης Χορν … Αλέξης Λορεντζάτος

Έλλη Λαμπέτη … Ασημίνα ‘Μίνα’ Λαμπρινού

Γεώργιος Παππάς … Παύλος Καραγιάννης

Τασσώ Καββαδία … Λίζα Καραγιάννη

Μαργαρίτα Παπαγεωργίου … Ειρήνη Λαμπρινού

Σαπφώ Νοταρά … Δις Καίτη

Χρυσούλα Πατεράκη … Κα Λαμπρινού

Γιώργος Ιορδανίδης … Κώστας

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Μιχάλης Κακογιάννης

Μουσική: Ανδρέας Αναγνώστης

Φωτογραφία: Alevise Orfanelli

Μοντάζ: Albert Naguib

Σκηνικά: Γιάννης Τσαρούχης

Κυριακάτικο ξύπνημα - Βικιπαίδεια

________________________________________

 

«Οι θαλασσιές οι χάντρες» και η... κακογουστιά

Απόσπασμα από τη συνέντευξη του Δημήτρη Χορν στον Ι. Τριανταφυλλίδη / «Ο Χατζιδάκις και ο Πλέσσας»

● Η «Οδός Ονείρων» πώς έγινε και τι σημαίνει για σας;

Στην «Οδό Ονείρων» αυτοσχεδιάζαμε όλοι, δεν υπήρχε κείμενο. Ηταν τα τραγούδια του Χατζιδάκι, κι ο Σολομός κάτι είχε κουτσογράψει, εγώ είχα κουτσογράψει κάτι και βγήκε έτσι, και γι’ αυτό και ήταν τόσο φρέσκο, γιατί αυτοσχεδιάζαμε όλοι.

● Και βέβαια τραγουδήσατε εκεί τον «Ηθοποιό». Πώς θυμάστε αυτό το τραγούδι, την ηχογράφησή του και την ερμηνεία του πάνω στη σκηνή;

Η ηχογράφησή του με τυράννησε πάρα πολύ γιατί με πήρε ο Χατζιδάκις μετά την παράσταση, όπως κι όλο τον θίασο, μετά από μια πολύωρη και κουραστική τζενεράλε και πήγαμε στο στούντιο της Φίνος Φιλμ στην πλατεία Βάθη στον Αγιο Παύλο. Εκεί ο Φίνος -και δεν το ξεχνώ αυτό- για χάρη του Χατζιδάκι είχε διαμορφώσει σχεδόν σαν στούντιο και τους τρεις ορόφους του κτιρίου και τους είχε μονώσει απολύτως από κάθε θόρυβο... (...) Θυμάμαι που ο Χατζιδάκις είχε τοποθετήσει τη μεγάλη και εξαιρετική ορχήστρα του σε διάφορα σημεία, στο ισόγειο, στις σκάλες, στον χώρο του φουαγέ και των γραφείων και η ηχογράφηση κάθε τραγουδιού γινόταν μια κι έξω συγχρόνως με αποτέλεσμα το παραμικρό λάθος να μας ανάγκαζε να επαναλαμβάνουμε το ίδιο πράγμα δεν ξέρω κι εγώ πόσες φορές...

● Εγιναν πολλές πρόβες;

Την τελευταία μέρα μού το έδωσε. Παραμονή της πρεμιέρας. Κι είχα πάρει ένα μαγνητόφωνο και άκουγα τη μουσική κι έλεγα τα λόγια. Τα λόγια τα είχε γράψει ο Χατζιδάκις ο ίδιος.

Τόσο της τελευταίας στιγμής; Εκείνη την εποχή ηχογραφήσατε αρκετά τραγούδια, το «Ποιος το ξέρει», δύο τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι...

...το «Ας είν’ καλά το γινάτι σου» και το «Πες μου μια λέξη».

● Από το «Αλίμονο στους νέους». Και τις «Θαλασσιές τις χάντρες».

Μάλιστα δυστυχώς.

● Γιατί δυστυχώς;

Είχα ανάγκη από χρήματα και το έκανα. Εγώ τότε έκανα «Τα καθημερινά του καθημερινού» του Πρετεντέρη. Τα γράφαμε σ’ ένα στούντιο στη Στοά Ορφανίδη. Είχε έρθει ο Πλέσσας ο οποίος είχε γράψει το τραγούδι «Οι θαλασσιές οι χάντρες». Θα το τραγουδούσε η Τζένη Βάνου. Μου είπαν: «Τάκη, δεν το λες μια στιγμή να δούμε πώς ακούγεται;». Και το είπα. Ο ηχολήπτης το έγραψε και τους άρεσε. Οταν ήρθε να το πει η Τζένη Βάνου την έδιωξαν. Εγώ, βέβαια, δεν το τραγούδησα για να γίνει δίσκος. Το είπα για να το ακούσουν αυτοί. Είναι δε και αηδέστατο τραγούδι.

Πώς σας φαίνεται το γεγονός ότι μετά από τόσα χρόνια ακούγεται τόσο πολύ;

Αυτό δείχνει την κακογουστιά των Ελλήνων.

● Ναι, αλλά το τραγουδάνε και το χορεύουν πολλοί νέοι άνθρωποι...

Κακογουστιά.

● Μόνο κακογουστιά;

Μόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: