ΤΣΑΝΑΚΟΓΛΕΙΦΤΕΣ (2)
Αλκίφρων
Ἀλκίφρων (περ. 2ο-3ο αἰ. μ.Χ.). Ἐρωτικὸς ποιητὴς, ἐπιστολογράφος καὶ σοφιστής. Ἰδιαίτερα γνωστὸς γιὰ τὶς δύο ἐπινοημένες ἐπιστολές του τοῦ Μένανδρου πρὸς τὴ Γλυκέρα.
Ο σοφιστής και ρήτορας Αλκίφρων έζησε και έγραψε
στις αρχές τού τρίτου μετά Χριστόν αιώνα. Σχετικά με τον βίο του γνωρίζουμε
ελάχιστα πράγματα, αλλά από το πολύτιμο και εκτενές έργο του – το οποίο
εντάσσεται στο φιλολογικό είδος τής «επιστολογραφίας» – σώζονται περίπου εκατό
επιστολές, χωρισμένες σε τέσσερις ομάδες: «Αγροτικές», «Αλιευτικές»,
«Παρασιτικές» και «Εταιρικές» (βλέπε και στο παράρτημα).
Τα περιστατικά, τα οποία περιγράφονται στις
επιστολές τής κάθε ομάδας, θεωρούνται προϊόντα τής φαντασίας τού Αλκίφρονα,
αφού όλα τα κείμενα τού ρήτορα είναι ετεροχρονισμένα και τοποθετούνται σε
παλαιότερες εποχές. Ωστόσο, τα ήθη, τα έθιμα, οι συνήθειες και οι παραδόσεις
εκείνων των καιρών παρουσιάζονται με απαράμιλλη πιστότητα, ενώ η καθημερινή ζωή
τού αρχαίου κόσμου – κυρίως των φτωχών ανθρώπων, των περιθωριακών και των
απόκληρων τής κοινωνίας – αντικατοπτρίζεται με ιδιαιτέρως μεγάλη ακρίβεια.
Οι παράσιτοι
Οι πιo γνωστοί ανεπάγγελτοι άνδρες τής αρχαίας
εποχής ήταν οι περίφημοι παράσιτοι. Άνθρωποι τής φτωχολογιάς, είτε απόκληροι
και περιθωριακοί είτε εκ πεποιθήσεως ράθυμοι και οκνηροί, εμφανώς διεφθαρμένοι
και πρόστυχοι, μέλη τού υποκόσμου των μεγάλων πόλεων, ενίοτε παράνομοι και
κακοποιοί, κάποιες φορές κατάσκοποι και καταδότες, άλλοτε πονηροί και θρασείς,
οι παράσιτοι – όπως δηλώνει και η ονομασία τους – σιτίζονταν δωρεάν στις
κατοικίες των πλουσίων, κυρίως, συμπολιτών τους, κατά την διάρκεια των εορταστικών
συμποσίων, των δεξιώσεων και των πολυτελών δείπνων, προσφέροντας – ως
αντάλλαγμα γιά το λίγο ή πολύ, καλής ή κακής ποιότητας φαγητό που αποκόμιζαν –
άφθονο γέλιο στην συντροφιά τού οικοδεσπότη. Το σώμα και η αξιοπρέπειά τους
βρισκόταν συνεχώς στην διάθεση των συνδαιτημόνων, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν
τους παράσιτους ως ποταπά ανδρείκελα, προσβάλλοντας, λερώνοντας, χτυπώντας,
εξευτελίζοντας και γελοιοποιώντας τους χωρίς οίκτο και χωρίς αναστολές.
Ο παρασιτισμός δεν αποτελούσε χαρακτηριστικό μόνον
τής αρχαίας εποχής ή αποκλειστικά τής ελληνικής κοινωνίας. Η προσφορά γέλιου ή
διασκέδασης ή εξυπηρετήσεων άλλου είδους – κολακεία, πληροφόρηση, παρακολούθηση
προσώπων, κατασκοπεία αντιπάλων, προμήθεια ερωτικών συντρόφων και λοιπά – με
ανταμοιβή «ένα κομμάτι ψωμί» ήταν και εξακολουθεί να παραμένει προσφιλής και
μοναδική δραστηριότητα πολλών άνεργων ή οκνηρών ανθρώπων σε όλα τα μήκη και τα
πλάτη τής γης.
Εξάλλου, οι παράσιτοι – και ιδιαιτέρως αυτοί τής
σύγχρονης εποχής – δεν είναι υποχρεωτικά φτωχοί, ράθυμοι ή αναξιοπαθούντες
συνάνθρωποί μας, ούτε προσφέρουν τις ποικίλες υπηρεσίες τους «αντί πινακίου
φακής». Στις μέρες μας, η ιδιότητα τού παράσιτου καλύπτεται πίσω από ένα πλήθος
χαριτωμένων λέξεων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι όροι «σύμβουλος»,
«στέλεχος», «ειδικός», «παράγοντας» και πολλοί άλλοι, εφόσον – βέβαια – αυτές
οι ιδιότητες αποδίδονται καταχρηστικά και υστερόβουλα και μόνον στους γνήσιους
«απογόνους» τού Εντεροπεινάλα, τού Σαγωνά, τού Πιατογλείφτη, τού Χυτροβούτα και
όλων εκείνων των «ηρώων» τής αρχαιότητας, για τους οποίους θα μιλήσουμε αμέσως
παρακάτω.[...]
Οι επιστολές των παρασίτων
Οι επιστολές των παρασίτων είναι
συνολικά σαράντα δύο. Το περιεχόμενό τους δεν είναι αυστηρά και μόνον ευτράπελο
ή φαιδρό. Ενίοτε γίνεται κοινωνιολογικό, ψυχολογικό ή αυτοκριτικό.
Τα ονόματα των αποστολέων και των
παραληπτών είναι κωμικά και σχετίζονται άμεσα με τις βασικές –
«γαστροκεντρικές» – δραστηριότητες των παρασίτων. Δεν είμαστε σε θέση να
γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν οι πρωταγωνιστές των επιστολών υπήρξαν πραγματικά
πρόσωπα, ένα είδος λαϊκών ηρώων τής αρχαιότητας, ή αν αποτελούσαν θρύλους τού
φτωχού λαού ή – τελικά – αν ήταν γεννήματα τής πλούσιας φαντασίας τού
Αλκίφρονα.
Οι περισσότερες επιστολές σώζονται
ακέραιες. Από την προτελευταία, αντίθετα, διαθέτουμε μόνον μία πρόταση, μάλλον
την αρχική, ενώ σε κάποιες άλλες παρουσιάζονται χάσματα κειμένου (σημειώνονται
με [...]). Ωστόσο, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε εντελώς εκείνη την άποψη, που
αντιμετωπίζει τα σωζόμενα κείμενα ως αποσπάσματα εκτενέστερων επιστολών, οι οποίες
δεν έχουν φτάσει ολόκληρες μέχρι τις μέρες μας.
Αθανάσιος
Α. Τσακνάκης, Φιλόλογος
– Θεολόγος
ΔΕΙΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : ΑΛΚΙΦΡΩΝ - "ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΣΙΤΩΝ"
4
Ο Ετοιμόψητος στον Ζουμορούφη
Μπρρρρ!
Ακόμα τρέμω όσο σκέφτομαι τη χθεσινή μέρα. Ποιος , άραγε, αγαθός
δαίμονας , ποιος από μηχανής θεός με γλίτωσε στο τσακ, ενώ τραβούσα
κατευθείαν για τα θυμαράκια ;
Αν, για καλή μου τύχη , δε με υποχρέωνε ο γιατρός Αρκεσίλαος να σηκωθώ με το ζόρι απ΄το συμπόσιο , όταν με είδε να έχω το κακό μου χάλι , σχεδόν να χαροπαλεύω, και αν δεν πρόσταζε κάποιον μαθητή του να με φέρει σηκωτό στο σπίτι, να με βάλει με το ζόρι να κάνω εμετό κι έπειτα να με φλεβοτομήσει για να μου πάρει αίμα, θα είχα τινάξει τα ροδοπέταλα χωρίς να το καταλάβω.
Αν, για καλή μου τύχη , δε με υποχρέωνε ο γιατρός Αρκεσίλαος να σηκωθώ με το ζόρι απ΄το συμπόσιο , όταν με είδε να έχω το κακό μου χάλι , σχεδόν να χαροπαλεύω, και αν δεν πρόσταζε κάποιον μαθητή του να με φέρει σηκωτό στο σπίτι, να με βάλει με το ζόρι να κάνω εμετό κι έπειτα να με φλεβοτομήσει για να μου πάρει αίμα, θα είχα τινάξει τα ροδοπέταλα χωρίς να το καταλάβω.
Όλα
αυτά μου τα σκάρωσαν εκείνοι οι λακκόπλουτοι*,
που με ανάγκασαν να πιω τον άμπακο και να φάω τον αγλέουρα! Ο ένας
με μπούκωνε με λουκάνικα, ο άλλος μού ’χωνε στο στόμα κομματάρες κρέατα
, ο τρίτος μου πασάριζε , αντί για κρασί, σιναπόζουμο , γάρο από
ψάρια και ξίδι, που τα είχε ανακατέψει σ΄ένα πιθάρι... στο τέλος τα
έβγαλα όλα από μέσα μου γεμίζοντας τα κρασοπίθαρα και τιγκάροντας έως
τα χείλη τα κατουρλοκάνατα. Το αποτέλεσμα ήταν να απορεί ο Αρκεσίλαος
πώς κατάφερα
να στριμώξω στο στομάχι μου τόση πολλή σαβούρα.
Αφού
όμως οι θεοί -σωτήρες και προστάτες μας- με γλίτωσαν ξεκάθαρα από
του Χάρου τα δόντια , τώρα θα αναζητήσω μια δουλειά και θα τραβήξω για
τον Πειραιά. Θα κάνω το χαμάλη κουβαλώντας φορτία από
τα πλοία ως τις αποθήκες . Έτσι θα βγάζω το ψωμί μου. Καλύτερα να
γεμίζω το στομάχι με ψωμί βουτηγμένο σε θυμαρόμελο και ξίδι,
εξασφαλίζοντας όμως τη ζωούλα μου , παρά να απολαμβάνω ποτά και
φασιανούς, με αντάλλαγμα τον βέβαιο ξαφνικό μου θάνατο.
* λακκό-πλουτος, ὁ, αυτός που πλούτισε βρίσκοντας θησαυρό κρυμμένο σε λάκκο.Μεταφορικά: όποιος πλούτισε χωρίς να το αξίζει, ο νεόπλουτος.
Μετάφραση: Gerontakos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου