Οι ένοχες σιωπές για τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη - 200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση
Για τα απομνημονεύματα του στρατηγού Γιάννη Μακρυγιάννη έχουν γραφεί αμέτρητα διθυραμβικά σχόλια από εξέχουσες πνευματικές μορφές του τόπου μας, για τη λογοτεχνική τους κυρίως αξία και όχι τόσο για την ιστορική. Ανάμεσα όμως και σε αυτούς που έγραψαν κολακευτικά σχόλια για τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, υπήρξαν αρκετοί που διατήρησαν τις επιφυλάξεις τους ως προς την αυθεντικότητα των απομνημονευμάτων, με χαρακτηριστικότερους τους Γ. Κουρνούτο και Σ. Ασδραχά (βιβλιογραφικά σημειώματά τους στην έκδοση «Άπαντα Μακρυγιάννη»), καθώς και το Σ. Κουγέα («Ηρωικά κείμενα του Αγώνος»).
Η αυθεντικότητα των απομνημονευμάτων
Η αυθεντικότητα των απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη αμφισβητήθηκε από την πρώτη στιγμή που τα εξέδωσε ο ιστοριοδίφης Γιάννης Βλαχογιάννης, το έτος 1907. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, γνωστός για τη μεγάλη προσφορά του στη διάσωση αρχείων του 1821, αλλά και για το «επιστημονικό μένος» του εναντίον του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και των κλεφταρματολών του Μοριά, ισχυριζόταν ότι έπεισε τον Κίτσο Μακρυγιάννη, γιό του στρατηγού Μακρυγιάννη, να ψάξει στα υπόγεια του σπιτιού του, όπου βρήκε τελικά σ’ ένα τενεκέ «μισοσαπισμένα του στρατηγού τα γραψίματα». Στη συνέχεια ο Βλαχογιάννης παρέλαβε από τον Κίτσο Μακρυγιάννη τα χειρόγραφα, τα αντέγραψε (κατά δήλωσή του) με πολύ κόπο, τα διαίρεσε σε ενότητες, τα υπομνημάτισε, τα επεξήγησε, τα διάνθισε και τα εξέδωσε, δημοσιεύοντας όμως μόνο μια φωτοτυπημένη σελίδα απ’ όλα τα πρωτότυπα χειρόγραφα. Δεν θέλησε ποτέ ο Βλαχογιάννης να εμφανίσει το σύνολο των πρωτότυπων χειρόγραφων απομνημονευμάτων ή να αποκαλύψει πού αυτά βρίσκονται, ενώ και ποτέ κανείς δεν είδε έστω και για λίγο τα χειρόγραφα, ούτε καν τη μια σελίδα που φωτοτυπημένη συνόδευε την έκδοση των απομνημονευμάτων.
Οι τρεις εκδοχές για τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη
Μέχρι σήμερα τρεις είναι οι εκδοχές για τα χειρόγραφα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη: πρώτη εκδοχή ότι δεν υπήρξαν ποτέ, δεύτερη εκδοχή ότι ο Βλαχογιάννης τα κατέστρεψε για να μην αποδειχθεί το μέγεθος της αλλοίωσής τους από τον ίδιο, τρίτη εκδοχή ότι τα πρωτότυπα χειρόγραφα πιθανώς βρίσκονται στην Εθνολογική Εταιρεία (Παλαιά Βουλή). Αν ισχύει η πρώτη εκδοχή, τότε ίσως μιλάμε για μια από τις μεγαλύτερες επιστημονικές απάτες στην ιστορία του νεότερου Ελληνισμού. Αν ισχύει η δεύτερη εκδοχή, τότε μιλάμε για πλαστογραφία και καταστροφή των αποδεικτικών στοιχείων που αποδεικνύουν το μέγεθος και την έκταση της πλαστογραφίας.
Αν ισχύει η τρίτη εκδοχή, τότε υπάρχει ακόμη δυνατότητα να αποφανθεί η επιστημονική κοινότητα για την αυθεντικότητα των χειρόγραφων απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη, αλλά και για την τυχόν αλλοίωσή τους ή μη από το Βλαχογιάννη. Είναι πολύ εύκολο για κάποιον γραφολόγο να διαπιστώσει την αυθεντικότητα της γραφής του Μακρυγιάννη, αλλά και για χημικούς να διαπιστώσουν αν το χαρτί και το μελάνι των χειρόγραφων απομνημονευμάτων είναι της εποχής του Μακρυγιάννη ή της μεταγενέστερης εποχής του Βλαχογιάννη…
Το περιεχόμενο των απομνημονευμάτων
Για να αξιολογήσει κανείς το περιεχόμενο των απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη θα πρέπει να απαντήσει στο θεμελιώδες ερώτημα αν αυτά είναι λογοτέχνημα ή ιστορικής αξίας έργο. Αν είναι λογοτέχνημα, τότε θα πρέπει να τα αντιπαραβάλουμε με τα αυθεντικά χειρόγραφα για να διαπιστώσουμε αν το κείμενο είναι του Μακρυγιάννη ή του Βλαχογιάννη και σε ποια έκταση. Διότι έχει τεράστια διαφορά αν το δημοσιευμένο κείμενο των απομνημονευμάτων, που υμνήθηκε από τον Παλαμά και το Σεφέρη, το έχει γράψει όντως ο αγράμματος Μακρυγιάννης ή αν έχει επέμβει (άγνωστο μέχρι ποιου σημείου) ο λόγιος Βλαχογιάννης.
Αν είναι ιστορικής αξίας έργο, τότε για την αξιολόγησή τους καλό είναι να χρησιμοποιηθεί η προτροπή του ίδιου του συντάκτη των απομνημονευμάτων, στην εισαγωγή των οποίων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να λέει: «Αν είμαι τίμιος άνθρωπος, θέλω γράψει την αλήθεια…Όλοι οι αναγνώστες έχετε χρέος πρώτα να ΄ρευνήσετε δια την διαγωγή μου, πώς φέρθηκα εις την κοινωνία και Αγώνα, και αν τιμίως φέρθηκα, βάλετε βάση και εις τα γραφόμενά μου. Αν ατίμως φέρθηκα, μην πιστεύετε τίποτας».
Όταν ο Μακρυγιάννης πέρασε από τη Ρούμελη στον Μοριά τον Οκτώβριο του 1823, εποχή που ο ανταγωνισμός μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού ήταν σε έξαψη, ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον ίδιο τον Μακρυγιάννη να ομολογεί ότι ο Ανδρούτσος ενημέρωσε τον Κολοκοτρώνη «ότι εγώ (ο ίδιος ο Μακρυγιάννης) δεν είμαι με το πνεύμα των καπεταναίων και να’ χη το νου του του να τον κυβερνήση».
Πώς φέρθηκε ο Μακρυγιάννης στην κοινωνία
Σύμφωνα με τον συντάκτη των απομνημονευμάτων, ο Μακρυγιάννης προεπαναστατικά πραγματοποίησε μεγάλα κέρδη εκμεταλλευόμενος τους αγρότες. Ενδεικτικά αναφέρει ότι αγόραζε βρώμη τον χειμώνα προς «τέσσερα γρόσια το ξάι, την σύναξα εις τα αλώνια (και ήταν έλλειψη) και την πουλώ δεκαέξι», καθώς και ότι αγόραζε αραποσίτι «από έντεκα γρόσια το ξάι, το συνάζω εις τ’ αλώνια, το πουλώ εις την Άρτα τριάντα τρία», προσθέτοντας (χωρίς ίχνος ντροπής) ότι «ήταν πανούκλα εις την Άρτα και ήταν έλλειψη το ψωμί». Συνεχίζει ο συντάκτης των απομνημονευμάτων, εμφανίζοντας τον Μακρυγιάννη να περιγράφει την οικονομική κατάστασή του: «Ύστερα άρχισα το εμπόριον και μ’ είχαν οι κάτοικοι Ρωμαίγοι και Τούρκοι ως ταμίαν και καζάντησα του θεού τα ελέγη και έφκειασα εκεί σπίτι, υποστατικά και είχα και μετρητά και ομολογίες πλήθος και τις έχω ως σήμερον περίπου από σαράντα χιλιάδες γρόσια. Και το κιμέρι μου γιομάτο».
Ταμίας όμως εκείνη την εποχή (και μάλιστα Ρωμιών και Τούρκων) αποκαλούνταν ο τραπεζίτης (ο ενεχυροδανειστής, ο τοκογλύφος), ο οποίος δάνειζε με επιτόκια κατά την κρίση του, δεχόμενος γραμμάτια, ενέχυρα και υποθήκες. Δάνειζε δηλαδή δεχόμενος τις ομολογίες, που ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να δηλώνει ανερυθρίαστα ότι τις κατέχει ακόμα και μετά την απελευθέρωση της χώρας (και άρα να του χρωστούν ακόμη όσοι δεν είχαν εξοφλήσει τα ποσά που τους είχε δανείσει ο ίδιος προεπαναστατικά). Όσο για την αποστροφή του Μακρυγιάννη «Και το κιμέρι μου γιομάτο», προσκαλείται ο αναγνώστης να ερευνήσει ποιους η λαϊκή μούσα επιτίμησε στην πρόσφατη εθνική ιστορία με τον στίχο «λεφτά στο κεμέρι μ’ πολλά»…
«Δεν είμαι με το πνεύμα των καπεταναίων»
Όταν ο Μακρυγιάννης πέρασε από τη Ρούμελη στον Μοριά τον Οκτώβριο του 1823, εποχή που ο ανταγωνισμός μεταξύ Βουλευτικού και Εκτελεστικού ήταν σε έξαψη, ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον ίδιο τον Μακρυγιάννη να ομολογεί ότι ο Ανδρούτσος ενημέρωσε τον Κολοκοτρώνη «ότι εγώ (ο ίδιος ο Μακρυγιάννης) δεν είμαι με το πνεύμα των καπεταναίων και να’ χη το νου του του να τον κυβερνήση».
Η δράση του Μακρυγιάννη κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων ήταν τόσο φατριαστική και προκλητική έναντι της πτέρυγας των καπεταναίων, που ο ίδιος ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να ομολογεί: «Μου παραγγέλνει ο Νικήτας (ο Νικηταράς) ότι θα’ ρθή και θα με πάγη κυνηγώντας ως την Ρούμελη, κι’ όπου θα με πιάση θα σκίσει τα νεύρα των ποδαριών μου να με κρεμάση ανάποδα»
Πώς έγινε στρατηγός
Αλλά ενώ ο Κολοκοτρώνης δεν ασχολήθηκε με το να «κυβερνήση» τον Μακρυγιάννη (το ομολογεί ο Μακρυγιάννης λέγοντας: «είναι αλήθεια ότι ο Κολοκοτρώνης δεν είναι αιμοβόρος»), ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να υπερηφανεύεται για τον τρόπο με τον οποίο συμμετείχε στην αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Γενναίου Κολοκοτρώνη, δευτερότοκου γιού του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, καθώς και ότι ως ανταμοιβή για τη συντριβή της σωματοφυλακής του Γενναίου Κολοκοτρώνη «η Διοίκηση και το Βουλευτικόν μ’ έκαμαν αντιστράτηγον και μου χάρισαν κ’ ένα άλογον». Σύμφωνα δηλαδή και με τον συντάκτη των απομνημονευμάτων, ο Μακρυγιάννης δεν έγινε στρατηγός επειδή διακρίθηκε στις μάχες εναντίον των Τούρκων, αλλά γιατί κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων συνέτριψε τη σωματοφυλακή του Γενναίου Κολοκοτρώνη (έστω και αν απέτυχαν να σκοτώσουν τον τελευταίο).
Δολοφονία Πάνου Κολοκοτρώνη
Σύμφωνα με τον συντάκτη των απομνημονευμάτων, ο Μακρυγιάννης ομολογεί ότι οι άνθρωποί του ήταν αυτοί που μαζί με τον Βάσο Μαυροβουνιώτη δολοφόνησαν τον Πάνο Κολοκοτρώνη λέγοντας: «…πέσαμε εις τα καλύβια της Τριπολιτζάς. Εκεί άφησα τους ανθρώπους μου. Ήταν ο Βάσιος εκεί. Θέλησε να τους πολεμήση ο Πάνος ο Κολοκοτρώνης και τον σκότωσαν». Ο Πάνος Κολοκοτρώνης ήταν πρωτότοκος γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ένας από τους ευγενέστερους και πλέον μορφωμένους αγωνιστές του 1821, στον οποίο ο πατέρας του είχε παθολογική αδυναμία (γι’ αυτό και κατέρρευσε ψυχολογικά μετά τη δολοφονία του παιδιού του). Ο Μακρυγιάννης όμως συνεχίζει την αφήγηση της δολοφονίας του Πάνου Κολοκοτρώνη λέγοντας πικρόχολα «Αυτό είναι το αίμα όπου χύθηκε Κολοκοτρωναίικον δια την λευτεριά της Ελλάδος»….
«Με θέλει ζωντανό, να με γδάρει σαν πρόβατο»
Η δράση του Μακρυγιάννη κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων ήταν τόσο φατριαστική και προκλητική έναντι της πτέρυγας των καπεταναίων, που ο ίδιος ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να ομολογεί: «Μου παραγγέλνει ο Νικήτας (ο Νικηταράς) ότι θα’ ρθή και θα με πάγη κυνηγώντας ως την Ρούμελη, κι’ όπου θα με πιάση θα σκίσει τα νεύρα των ποδαριών μου να με κρεμάση ανάποδα», ενώ λίγο πριν τη δολοφονία του Πάνου Κολοκοτρώνη ο συντάκτης των απομνημονευμάτων εμφανίζει τον Μακρυγιάννη να λέει προφητικά «…και είπαν αυτά του αρχηγού Κολοκοτρώνη και διώρισε τα φουσάτα του αναντίον μας και τους είπε με θέλει ζωντανό, να με γδάρει σαν πρόβατο».
Αντί επιλόγου
Με βάση όλα τα παραπάνω, ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει και να σχηματίσει ελεύθερα γνώμη περί της αυθεντικότητας, αλλά και περί του περιεχομένου του κειμένου που έχει δημοσιευτεί και χαρακτηριστεί ως απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη. Πριν όμως σχηματίσει γνώμη, ο αναγνώστης θα πρέπει να σκεφτεί και τα λόγια του Διονυσίου Σολωμού, του εθνικού μας ποιητή που συνέγραψε τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν», τον Εθνικό μας Ύμνο, λέγοντας προφητικά σε ανύποπτο χρόνο «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές». Ίσως γιατί ο Σολωμός είχε διαβλέψει τη διαστρέβλωση της ιστορίας της επανάστασης του 1821, ήδη από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, με την «ιστορία» που συνέγραψαν τότε ορισμένοι άκαπνοι και αμέτοχοι του Εθνικού Αγώνα. Χωρίς να έχει προβλέψει, βέβαια, και το αίνιγμα του Βλαχογιάννη και της αυθεντικότητας των απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη.
Ίσως όμως αυτό ακριβώς να εννοεί ένας άλλος Διονύσης, ο Σαββόπουλος, ο εθνικός μας «Νιόνιος», που λέει, εκ πείρας πια και όχι προφητικά, «φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα και ιστορία οι παρέες» στο περίφημο τραγούδι του «των Ελλήνων οι Κοινότητες», το οποίο είναι το επίσημο τραγούδι της επιτροπής «Ελλάδα 2021» για τα διακοσάχρονα της Εθνεγερσίας του 1821. Και υπ’ αυτό το πρίσμα, ίσως τελικά η επιλογή αυτού ακριβώς του τραγουδιού να είναι η μεγαλύτερη προσφορά της επιτροπής «Ελλάδα 2021» στη χώρα. Δεν αντέχεται όμως η προσπάθεια της επιτροπής, που προσπαθεί με το επίσημο βίντεο κλιπ του τραγουδιού να επιβάλλει με εμφατικό τρόπο το Μακρυγιάννη πάνω από τον Κολοκοτρώνη, καθώς και να τολμά να εμφανίζει τον Μακρυγιάννη δίπλα στον Ανδρούτσο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου