Φώτης Παπαθανασίου:"Ο Hector Berlioz και ο Γαλλικός Φιλελληνισμός στη Μουσική"
Φόρος τιμής στον Απελευθερωτικό Αγώνα των Ελλήνων
Φώτης Παπαθανασίου
Ο Hector Berlioz και ο Γαλλικός Φιλελληνισμός στη Μουσική
Ο Φιλελληνισμός υπήρξε ένα μείζον πολιτικό, κοινωνικό και καλλιτεχνικό φαινόμενο που διαδόθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη με αφορμή την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Βεβαίως, κατ’ ουσία, ο Φιλελληνισμός, υπό την έννοια του θαυμασμού και της αγάπης προς το ελληνικό πνεύμα, έχει αρχαιότατες ρίζες και εκκινεί οπωσδήποτε, τουλάχιστον από την αρχαία Ρώμη, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο τον Κικέρωνα. Η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός περιείχαν ισχυρά φιλελληνικά στοιχεία, όπως άλλωστε ανευρίσκουμε και στους ηγέτες, στρατιωτικούς και πνευματικούς, της Αμερικανικής Επανάστασης.
Στην Γαλλία ο Φιλελληνισμός αναπτύσσεται ραγδαία μετά το 1780, χάρις στα βιβλία που εκδίδουν σημαντικοί περιηγητές. Ιδιαίτερη επιρροή ασκεί το Οδοιπορικό από το Παρίσι στα Ιεροσόλυμα του Chateaubriand (1768-1848)[i], διάσημου λογοτέχνη και πολιτικού θεμελιωτή του Γαλλικού Ρομαντισμού, καθώς και εκείνο του Αββά Barthélemy (1716-1795) με τίτλο Το ταξίδι του νεαρού Ανάχαρση στην Ελλάδα[ii].
Κατά τα πρώτα δύο χρόνια της Επανάστασης ο τύπος παρακολουθεί προσεκτικά τα γεγονότα. Βιβλία και μπροσούρες φιλελληνικού περιεχομένου πολλαπλασιάζονται και το Υπουργείο Εσωτερικών ανησυχεί και θέτει σε παρακολούθηση όσους διευκολύνουν την μετάβαση εθελοντών μέσω Μασσαλίας στην Ελλάδα. Στις 22 Νοεμβρίου καταγράφεται η επιβίβαση 132 εθελοντών στο πλοίο Σκιπίων με προορισμό την Ελλάδα. Λεπτομέρεια: οι 95 από αυτούς είναι Γερμανοί.
Η μοναδικότητα του φαινομένου, που ιστορικά ονομάζουμε «Φιλελληνικό Κίνημα», έγκειται στη μεγάλη εξάπλωσή του σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, καθώς και στην παντοειδή καλλιτεχνική του έκφραση μέσα από τις εικαστικές παραστατικές τέχνες, τη μουσική, τη λογοτεχνία, αλλά και το χώρο του δημοφιλούς και χρηστικού αντικειμένου τέχνης. Πολλές φορές, ιδιαίτερα στη Γαλλία, η διάρκεια του φιλελληνικού έργου τέχνης επεκτάθηκε σε ολόκληρες δεκαετίες και συνδυάστηκε και με το κίνημα του οριενταλισμού, ιδιαίτερα στη ζωγραφική.
Έκτοτε, στις ευρωπαϊκές κοινωνίες είδαμε αρκετές φορές φαινόμενα «συγκίνησης» της κοινής γνώμης και εκφράσεις φιλίας και αλληλεγγύης προς δοκιμαζόμενους λαούς, κανένα, όμως, δεν έλαβε, ούτε κατά προσέγγιση, την έκταση και την ένταση του φιλελληνικού κινήματος. Η εξήγηση είναι ότι η έκφραση αυτή αλληλεγγύης προς τους αγωνιζόμενους Έλληνες είχε ως υπέρτατη αιτία την αίσθηση ενός πνευματικού χρέους, ή ακόμα καλύτερα την αίσθηση ότι η υπόθεση αυτή αφορά στην ίδια την υπόσταση κάθε ευρωπαϊκού λαού, κάθε ανθρώπου και κάθε κοινωνίας που μετέχει αυτού που ονομάζουμε δυτικό πολιτισμό.
Ο κατάλογος των Φιλελλήνων στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών αφθονεί με συμμετέχουσες τις ηγετικές φυσιογνωμίες του φιλελληνικού κινήματος, όπως ο Πρόεδρος της Φιλελληνικής Επιτροπής του Παρισιού, François-René de Chateaubriand, ο Λόρδος Byron στην Αγγλία και ο Goethe στη Γερμανία, μαζί με έναν λιγότερο γνωστό, αλλά ένθερμο φιλέλληνα, τον Wilhelm Müller. Στον εικαστικό χώρο κορυφαία μορφή υπήρξε ο Eugène Delacroix, που παρουσίασε στην έκθεση «Υπέρ των Ελλήνων», το 1826, στο Παρίσι, στην Galerie Lebrun, το περίφημο έργο του Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου.
Στον τομέα της Μουσικής πολλοί συνθέτες, διάσημοι και άσημοι στο διάβα της ιστορίας, είτε εμπνευσμένοι από φιλελληνικά ποιήματα, είτε προσαρμόζοντας άλλα, υπηρέτησαν με τη μούσα τους το φιλελληνικό κίνημα. Κοινός παρανομαστής των κειμένων που τέθηκαν σε μουσική ήταν η ακράτητη επιθυμία των λαών για την επικράτηση του πολιτισμού πάνω στη βαρβαρότητα και του Σταυρού πάνω στην Ημισέληνο. Η θεματολογία περιλαμβάνει συχνές αναφορές και συγκρίσεις με την αρχαία ελληνική δόξα, καθώς και την ηρωική αντίσταση των αγωνιζόμενων Ελλήνων, ανδρών, γυναικών και παιδιών ενάντια στον βάρβαρο τύραννο.
Οι Φιλέλληνες συσπειρώνονταν σε διάφορες ομάδες, υπό μορφή εταιρίας (société) ή κομιτάτου (comité) και οργάνωναν εράνους, δημοπρασίες ή απλές συνδρομές. Μια μορφή συγκέντρωσης πόρων ήταν οι περίφημες μουσικές βραδιές, όπου εκτελούνταν τα φιλελληνικά τραγούδια και ακολουθούσε έρανος υπέρ του αγώνα των Ελλήνων. Σε αυτά πρωτοστατούσαν οι οικοδέσποινες, οι οποίες -κάτι που αγνοείται ευρέως- είναι αυτές που έραψαν την πλειοψηφία των μεταξωτών ελληνικών σημαιών του αγώνα.
Από τα 300 περίπου φιλελληνικά τραγούδια, που γράφτηκαν στην Ευρώπη και την Αμερική, πάνω από 200 γράφτηκαν στη Γαλλία. Από μεγάλους και διάσημους συνθέτες, όπως ο Hector Berlioz και ο Gioachino Rossini, ο Adolphe Adam και ο Charles Gounod, αλλά ακόμη και από ερασιτέχνες, αρκετοί εκ των οποίων ανήκαν στην τάξη των ευγενών, ακριβώς επειδή ο Φιλελληνισμός ήταν κοινωνικά και πολιτικά οριζόντιο φαινόμενο.
Μεγάλη έξαρση στην παραγωγή τραγουδιών παρατηρείται μετά την άλωση του Μεσολογγίου και μετά τη μάχη του Ναυαρίνου. Μετά το 1830, τα τραγούδια σπανίζουν, αφού ο σκοπός επετεύχθη.
Οι τίτλοι των τραγουδιών, τα οποία εκδίδονταν με εξώφυλλα διάσημων χαρακτών της εποχής, αποκαλύπτουν τις αιτίες της συγκίνησης και της δημιουργικής έμπνευσης των συνθετών: Το τραγούδι των Ελλήνων, Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, Το όνειρο ενός Έλληνα ήρωα, Η Γαλλία προς τους Έλληνες (La France aux Grecs), Ο νέος όρκος των Ελλήνων στις Θερμοπύλες (Le nouveau serment de Grecs à Thermopyles), Η αφύπνιση των Ελλήνων (Le réveil des Grecs), Η χήρα του Μάρκου Μπότσαρη στο βωμό της Παναγιάς (La veuve de Marko Botzaris devant l’ autel de la Vierge), Ο Βύρων στο στρατόπεδο των Ελλήνων (Byron au camp des Grecs), Η τελευταία μέρα του Μεσολογγίου, Ο αποχαιρετισμός του κλέφτη, Le Giaour, Αναχώρηση για τον Μοριά, Ο Σπαρτιάτης και άλλα παρόμοια.[iii]
Ειδική αναφορά αξίζει για τα μεγαλύτερης διάρκειας έργα, όπως είναι η ηρωική σκηνή της Ελληνικής Επανάστασης La Révolution grecque (Scène héroïque) του Hector Berlioz (1825), το μελόδραμα Η τελευταία ημέρα του Μεσολογγίου (Le dernier jour de Missolonghi) του Louis Ferdinand Hérold και το κορυφαίο, Η Πολιορκία της Κορίνθου (L‘assedio di Corinto) του Gioacchino Rossini, τρίπρακτη λυρική τραγωδία που παρουσιάστηκε στο θέατρο της Académie Royale de Musique στις 9 Οκτωβρίου του 1826, με μοναδικό σκοπό τη συλλογή χρημάτων για ενίσχυση των αγωνιζόμενων Ελλήνων. Το εντυπωσιακό αυτό έργο, διασκευή –μετασκευή, μάλλον- παλαιότερου έργου του συνθέτη, κλείνει με την ηρωική απόφαση των ηγετών, λαϊκών και κληρικών της Κορίνθου να πεθάνουν παρά να παραδοθούν στον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Το έργο του Berlioz La Révolution Grecque, νεανικό έργο γεμάτο ρομαντική φλόγα, συνοψίζει μέσα στην μικρή χρονική του διάρκεια τα τρία θεμέλια του Φιλελληνισμού: το πνευματικό χρέος προς την Αρχαία Ελλάδα, το κοινό Χριστιανικό στοιχείο και τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού.
Ο Héctor Berlioz, γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1803, δέκα χρόνια πριν από τον Wagner και τον Verdi. Γονείς του ήταν ο τότε 27χρονος γιατρός Louis Berlioz από το La Côte Saint-André της επαρχίας Isère (κοντά στην Γκρενόμπλ), που πέθανε το 1848, χωρίς ποτέ να ακούσει τη μουσική του, και η Marie-Antoinette-Josephine, κόρη του Nicolas Marmion, δικηγόρου από το Meylan. Ο Έκτωρ ήταν το πρώτο από τα έξι τους παιδιά.
Ο πατέρας του ήταν ο πρώτος του δάσκαλος και το 1815, όταν ήταν 12 ετών του παρέδωσε μαθήματα μουσικής. Σπάνια περίπτωση για μεγάλο συνθέτη, ο Berlioz δεν διδάχτηκε πιάνο, αλλά φλάουτο και κιθάρα. Εξ’ αιτίας της επιμονής του πατέρα του γράφτηκε το 1821 στην ιατρική Σχολή στο Παρίσι. Μετά από δύο άγονα χρόνια, έπεισε τον πατέρα του να τον βοηθήσει να γραφτεί στο Conservatoire και να σπουδάσει σύνθεση και αντίστιξη.
Ήδη στα 1825 θα παρουσιάσει στην εκκλησία Saint-Roch στο Παρίσι το έργο του Μεγάλη Επίσημη Λειτουργία (Grande Messe Solennelle), με 150 μουσικούς και χορωδούς, διευθύνοντας ο ίδιος. Για την συναυλία αυτή επιχείρησε να δανειστεί από τον Chateaubriand (1768-1848), τον οποίο θαύμαζε μαζί με τον στενό φίλο των νεανικών του χρόνων, Humbert Ferrand. Το γεγονός ότι αισθάνθηκε την οικειότητα να απευθύνει επιστολή στον μεγάλο φιλέλληνα συγγραφέα και πολιτικό, αποκαλύπτει πολλά για τον νεαρό συνθέτη και την ρομαντική του θεώρηση των πραγμάτων. Ο Chateaubriand μόλις είχε αποχωρήσει από την κυβέρνηση μετά από διετή θητεία ως Υπουργός Εξωτερικών και είχε αποκτήσει ηγετικό ρόλο στην φιλελεύθερη αντιπολίτευση.
Ο Berlioz είχε διαβάσει το Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ και από την Ιερουσαλήμ στο Παρίσι, κατά την μετάβαση μέσω Ελλάδος και κατά την επιστροφή μέσω Αιγύπτου, Μπαρμπαριάς και Ισπανίας[iv], έργο θεμελιώδους συμβολής στην ανάπτυξη του Φιλελληνισμού. Πιθανότατα θα είχε διαβάσει και το Υπόμνημα περί της Ελλάδος που μόλις είχε κυκλοφορήσει στο Παρίσι[v]. Αυτή η ταύτιση ιδεών και ιδεωδών δικαιολογεί, μαζί με το νεαρόν της ηλικίας, το θάρρος του να απευθύνει επιστολή στον διάσημο ευγενή ζητώντας του το σημαντικό ποσό των 1200 φράγκων. Δυστυχώς δεν σώθηκε η επιστολή αυτή, αλλά σώθηκε η απάντηση του Chateaubriand:
«Κύριε,
Μου ζητάτε 1200 φράγκα, δεν τα έχω. Θα σας τα έστελνα αν τα είχα. Δεν διαθέτω κανένα μέσο για να σας εξυπηρετήσω με τους υπουργούς. Συμμερίζομαι, κύριε, τις λύπες σας. Αγαπώ τις τέχνες και λατρεύω τους καλλιτέχνες. Αλλά οι δοκιμασίες κάνουν συχνά το ταλέντο να θριαμβεύει και η μέρα της επιτυχίας αποζημιώνει, για όσα κανείς υπόφερε. Δεχθείτε, κύριε, την λύπη μου, που είναι ειλικρινής.
Σατωβριάνδος.»
Τελικά o Berlioz δανείστηκε από έναν φίλο και παρουσίασε το έργο στην εκκλησία Saint-Roch. Η αξία του έργου, τού κέρδισε κάποια αναγνώριση, αλλά και έναν εχθρό αντίστοιχο του Salieri: τον διευθυντή του Ωδείου του Παρισιού Luigi Cherubini (συνθέτη της Μήδειας ).
Βαθύτατα φιλελεύθερος, αλλά και πνευματικά φιλέλληνας, γνώστης όπως κάθε μορφωμένος Γάλλος, τότε και τώρα, της Ελληνικής κλασικής Ιστορίας και Λογοτεχνίας, o Berlioz συντάσσεται από την αρχή με τον Ελληνικό αγώνα. Η λογοτεχνία γενικά παίζει μεγάλο ρόλο στην ζωή και την μουσική του δημιουργία. Λατρεύει δύο μεγάλους Βρετανούς: Τον Shakespeare και τον Byron, αλλά και έναν Γερμανό, τον Goethe. Θα παντρευτεί άλλωστε σε πρώτο γάμο μια διάσημη Σαιξπηρική ηθοποιό, την Harriet Smithson.
Το αγαπημένο του έργο από όλη την ποιητική παραγωγή του Byron, δεν ήταν άλλο από το Child Harold’s Pilgrimage, ίσως το κρισιμότερο έργο για την ανάπτυξη του Φιλελληνικού κινήματος. Ο τραγικός θάνατος του ποιητή στο Μεσολόγγι στις 19 Απριλίου του 1824 και η τρομερή επίδραση στον ψυχισμό του τού περίφημου πίνακα του Eugène Delacroix Η Σφαγή της Χίου που εκτέθηκε δημόσια στο Salon τον Αύγουστο του ίδιου έτους, τον συγκλονίζουν. Ο Victor Hugo θα σαλπίσει αργότερα «En Grèce, en Grèce; Adieu vous tous; il faut partir!»[vi]
Ο στενός φίλος του μιας ζωής, δικηγόρος Humbert Ferrand (1805-1868), μοιράζεται τις ιδέες του και γράφει, το 1825, το ποίημα Η Ελληνική Επανάσταση (Scène Héroïque: La Révolution Grecque) που ο Berlioz μελοποιεί για δύο Βαθύφωνους, Χορωδία και Ορχήστρα. Η μουσική είναι στο ύφος του Spontini, του αυτοκρατορικού συνθέτη της Vestale, όπως ο ίδιος ο νεαρός Berlioz τόνισε με υπερηφάνεια. Η επίδραση του Spontini, αλλά και του δασκάλου του Berlioz, Jean-François Le Sueur είναι πολύ εμφανής, σε όλη την έκταση του έργου. Η ενορχήστρωση όμως αποτελεί περίτρανη απόδειξη της αξίας του νεαρού συνθέτη.
Το κείμενο του ποιήματος έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, κυρίως γιατί αναδεικνύει τον τρόπο που ένας φιλελεύθερος ποιητής βλέπει την Ελληνική Επανάσταση, δηλαδή υπό την Ελληνοχριστιανική ματιά που την έβλεπαν και οι ήρωες της.
Τα αυθεντικά και άμεσα τέκνα του διαφωτισμού που ήταν ο Ferrand και ο Berlioz, έρχονται έτσι σε αντίθεση με μεταγενέστερες επινοητικές ιδεοληψίες.
Στην αρχή του έργου, ένας Έλληνας Ήρωας επικαλείται την αφύπνιση των τέκνων της Σπάρτης που ο Λεωνίδας καλεί από τον τάφο του να ξεσηκωθούν για την ελευθερία τους! Κατόπιν ένας ορθόδοξος παπάς επικαλείται τον Μέγα Κωνσταντίνο κι έπειτα και οι δύο μαζί, στο όνομα του τελευταίου καλούν τους Έλληνες (Hellènes στο κείμενο) σε ξεσηκωμό.[vii]
Ο Berlioz δυσκολεύτηκε πολύ να παρουσιάσει το έργο γιατί ο Rodolphe Kreutzer, ο γνωστός μεγάλος βιολιστής που ήταν τότε Διευθυντής της Όπερας των Παρισίων, ως γνήσιος εκφραστής του κατεστημένου ούτε που ήθελε να ακούσει για την παρουσίαση ενός άσημου, τότε, συνθέτη. Όπως γράφει στα απομνημονεύματα του: «Το έργο αυτό, όπου ήταν φανερή σε κάθε σελίδα του η ενεργή επιρροή του Spontini, αποτέλεσε την ευκαιρία της πρώτης σύγκρουσής μου προς ένα σκληρό εγωϊσμό, του οποίου αγνοούσα την ύπαρξη, εκείνου των περισσότερων διάσημων συνθετών και μου έδωσε να καταλάβω πόσο οι νέοι συνθέτες, ακόμη και οι πιο άσημοι, δεν είναι καθόλου ευπρόσδεκτοι από αυτούς». Μάταια ο διάσημος συνθέτης Le Sueur, ακόμη και ο περίφημος Κόμης de La Rochefoucauld (μέλος του Ελληνικού Κομιτάτου) παρενέβησαν στον αμείλικτο Kreutzer. Η συνομιλία μαζί του άφησε μια πολύ πικρή ανάμνηση στον Berlioz. Μετέφερε στον φίλο του Charbonnel την εξής φράση του συνομιλητή του: «Τι θα απογίνουμε εμείς οι παλιοί αν υποστηρίζουμε τόσο εύκολα τους νέους»![viii] Τελικά, ο Berlioz, επίμονος, το ανέβασε μόνος του στις 26 Μαΐου του 1828.
Φώτης Παπαθανασίου: Ο Hector Berlioz και ο Γαλλικός Φιλελληνισμός στη Μουσική.
H. Berlioz: Scène héroïque "La Revolution grècque" (1826) H21A/Michel Plasson
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου